Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους σήμερα μπορεῖ νὰ εἶναι σταυροφόροι, νὰ
φαίνωνται καὶ νὰ λέγωνται χριστιανοί, μὰ πολὺ λίγοι δέχονται νὰ εἶναι
σταυρωμένοι.
Μητρ. Σερβίων καὶ Κοζάνης κυρὸς Διονύσιος
Ἡ ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μᾶς ὁρίζει τὸ περιεχόμενο τοῦ
λόγου. Ἀλλὰ τὸ πιὸ δύσκολο πάντα, καὶ μάλιστα στὸν καιρό μας, εἶναι νὰ
ὁμιλήση κανεὶς γιὰ τὸ σταυρό.
Ὄχι γιὰ κάθε σταυρό, γιατὶ ὑπάρχουν πολλοὶ σταυροὶ στὴ ζωὴ τῶν
ἀνθρώπων, ἀλλὰ γιὰ τὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Γιατὶ ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου
εἶναι χρέος, εἶναι ἀπάρνηση ἑαυτοῦ καὶ θυσία.
Μὰ εἶναι ἀλήθεια πὼς οἱ
ἄνθρωποι σήμερα μόνο γιὰ τέτοια πράγματα δὲν θέλουν νὰ ἀκούσουν. Στὸν
καιρό μας ὅλοι ἔμαθαν νὰ ὁμιλοῦν γιὰ τὰ δικαιώματά τους καὶ ξέχασαν
ὁλωσδιόλου αὐτὸ ποὺ λέγεται χρέος. Δὲν θέλουν οἱ ἄνθρωποι νὰ ἀνήκουν σὲ
κανέναν παρὰ μόνο ὁ καθένας στὸν ἑαυτό του. Γιατὶ τὸ χρέος εἶναι νὰ
βγαίνης ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου, ἀπ’ ὅ,τι ἀφορᾶ ἀποκλειστικὰ σὲ σένα καὶ νὰ
προσφέρεται στὸν ἄλλο, νὰ ἀγαπᾶς τὸν πλησίον σου σὰν τὸν ἑαυτό σου,
καθὼς εἶναι ἡ ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι συμβαίνει, ἐνῷ ὅλοι ὁμιλοῦν γιὰ
κάποια κοινωνία καὶ γιὰ κοινωνικὲς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων, ὅμως κοινωνικοὶ
δεσμοὶ δὲν ὑπάρχουν. Ὁ καθένας εἶναι κλεισμένος στὸν ἑαυτό του καὶ
ἀμύνεται γιὰ τὰ δικαιώματά του⋅ ἀκόμα καὶ οἱ σύζυγοι, ὅταν οἱ γυναῖκες
ὁμιλοῦν γιὰ ἐξίσωση, ἀκόμα καὶ τὰ παιδιὰ μέσα στὸ σπίτι, ὅταν κι αὐτὰ
ἔμαθαν σὲ κάθε συμβουλὴ τῶν γονέων τους νὰ προβάλλουν τὴ διαμαρτυρία τῆς
καταπίεσης.
Δὲν βοηθάει λοιπὸν τὸ κλίμα γιὰ νὰ ὁμιλήσουμε σήμερα γιὰ τὸ Σταυρὸ τοῦ
Κυρίου, ποὺ εἶναι τὸ ὄργανο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου, τὸ σημεῖο τῆς
ἀγάπης τοῦ Θεοῦ κι ὁ «σύνδεσμος τῆς τελειότητος»(1)
μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους σήμερα μπορεῖ νὰ εἶναι
σταυροφόροι, νὰ φαίνωνται καὶ νὰ λέγωνται χριστιανοί, μὰ πολὺ λίγοι
δέχονται νὰ εἶναι σταυρωμένοι. Γιατὶ χριστιανὸς θὰ πῆ σταυρωμένος
ἄνθρωπος μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἔτσι καθὼς τὸ ζοῦσε καὶ τὸ ἔγραφε ὁ
ἀπόστολος Παῦλος· «Χριστῷ συνεσταύρωμαι...»2.
Χριστιανὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ποὺ ζῆ μὲ τὴν προσδοκία τῆς Ἀνάστασης καὶ
πορεύεται πρὸς τὴν Ἀνάσταση, σηκώνοντας τὸ Σταυρό του, μὲ τὴ βαθειὰ
πίστη πὼς ἡ Ἀνάσταση ἔρχεται μόνο μετὰ τὸ θάνατο στὸ Σταυρό. Ἀλλὰ βέβαια
ὅλα αὐτὰ κινδυνεύουν νὰ εἶναι φιλολογία στὴ σημερινὴ ἑορτή, ὅταν
εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ὁμιλοῦμε γιὰ τὸ Σταυρό. Καὶ δὲν ὑπάρχει,
ἀλήθεια, χειρότερο παρὰ τὸ κήρυγμα νὰ καταντᾶ φιλολογία. Γιατὶ τὸ
κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάντα ὁμολογία τῆς πίστεως, λόγος
ἐμπράγματος «ἐν εἰλικρινείᾳ συνειδήσεως»3.
Πῶς θὰ μποροῦσαν νὰ μᾶς πιστέψουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι, ὅταν κηρύττωμε τὸ λόγο, ὁμιλοῦμε «ἐκ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας»4;
Ὅσο λιγώτερο ρητορεύομε, ὅσο λιγώτερο παραθέτομε λογικὲς ἀποδείξεις καὶ
διαλεκτικὰ ἐπιχειρήματα. Ἡ ρητορεία καὶ ἡ διαλεκτικὴ εἶναι ὁ χειρότερος
τρόπος τοῦ κηρύγματος, γιατὶ ὁ Θεὸς δὲν θέλει δικηγόρους τῆς ἀλήθειας,
ἀλλὰ ὁμολογητές· οἱ ὁμολογητὲς σηκώνουν τὸ σταυρό τους καὶ σιωποῦν. Ἡ
σημερινὴ ἑορτὴ εἶναι μιὰ ἑορτὴ χαρμόσυνη μαζὶ καὶ πένθιμη· μιὰ ἡμέρα σὰν
τὴ Μεγ. Παρασκευή, ὅπου οἱ χριστιανοὶ ἑορτάζομε τὴ νίκη τοῦ Σταυροῦ, μὰ καὶ πενθοῦμε καὶ νηστεύομε στὴ μνήμη, ὅτι οἱ ἄνθρωποι διέπραξαν τὸ μεγάλο καὶ ἀνήκουστο ἔγκλημα, νὰ καταδικάσουν σὲ θάνατο καὶ νὰ σταυρώσουν τὸ Θεό.
τὴ Μεγ. Παρασκευή, ὅπου οἱ χριστιανοὶ ἑορτάζομε τὴ νίκη τοῦ Σταυροῦ, μὰ καὶ πενθοῦμε καὶ νηστεύομε στὴ μνήμη, ὅτι οἱ ἄνθρωποι διέπραξαν τὸ μεγάλο καὶ ἀνήκουστο ἔγκλημα, νὰ καταδικάσουν σὲ θάνατο καὶ νὰ σταυρώσουν τὸ Θεό.
Ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Κυρίου εἶναι τὸ ἀκρότατο
σημεῖο καὶ τὸ ἀνερμήνευτο μυστήριο τῆς οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ
σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ γεννήθηκε, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς
πορεύεται γιὰ νὰ φτάση στὸ Σταυρὸ καὶ γιὰ νὰ πέραση ἀπὸ τὸ σταυρὸ στὴν
Ἀνάσταση. Καὶ ὁμιλεῖ γιὰ ἕνα σταυρό, ποὺ πρέπει νὰ σηκώση κάθε δικός
του, ἂν θέλη στ’ ἀλήθεια νὰ ἀκολουθῆ στὰ ἴχνη τὰ δικά του.
Μὰ εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ρωτήσουμε. Ποῦ συναντᾶται τὸ Εὐαγγέλιο μὲ τὴ
νοοτροπία τῶν ἀνθρώπων τοῦ καιροῦ μας; Πῶς ἀκούει ὁ κόσμος σήμερα,
ἐμεῖς οἱ χριστιανοὶ πῶς ἀκοῦμε τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν
αὐταπάρνηση καὶ τὴν ὁμολογία τοῦ Σταυροῦ; Δὲν προέχει, ἀλλὰ καὶ δὲν μᾶς
μένει ἄλλο παρὰ νὰ προσευχώμαστε⋅ σὲ κείνους ποὺ πιστεύουν νὰ δίνη ὁ Θεὸς
ὑπομονή, καὶ κείνους ποὺ χάνονται στὴ θάλασσα τοῦ κόσμου νὰ τοὺς
ὁδηγήση γιὰ νὰ βροῦν τὴ σωτηρία τους μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν θέλησε ποτὲ νὰ ξεγελάση ἢ νὰ βιάση τοὺς ἀνθρώπους,
γιὰ νὰ κάμη ὀπαδούς. Τοὺς καλεῖ ὅλους καὶ τὸν ἀκολουθεῖ ὅποιος
θέλει⋅ ὅποιος εἶν’ ἕτοιμος νὰ σηκώση τὸ Σταυρό του καὶ νὰ σταυρωθῆ μαζί
του. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ ὀπαδούς, ἀλλὰ θέλει πιστούς,
κι ἂς εἶναι καὶ λίγοι. Οἱ ὀπαδοὶ εἶναι νὰ φωνάζουν στὸ δρόμο, οἱ πιστοὶ
σηκώνουν τὸ σταυρό τους καὶ σιωποῦν.
Ἀλλὰ πῶς μποροῦμε τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ νὰ τὸ ὡραιοποιήσουμε καὶ νὰ τὸ
κάμωμε προσιτό; Ὄχι βέβαια μὲ τὴ ρητορεία οὔτε μὲ τὴ διαλεκτική. Ὁ
Σταυρὸς εἶναι Σταυρὸς κι ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ παραμένει γιὰ
τὸ λογισμὸ τοῦ ἀνθρώπου ἄλυτο μυστήριο καὶ ἀνερμήνευτο θαῦμα. Μόνο μὲ
τὴν πίστη μποροῦμε νὰ πλησιάσουμε τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, κι εἶναι
ἀξιομνημόνευτα ἐδῶ τὰ λόγια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου:
Ὅταν, λέγει, τὸ τοῦ λόγου δυνατὸν προβαλλώμεθα, τὸ πιστεύειν ἀφέντες, καὶ τὸ τοῦ Πνεύματος ἀξιόπιστον ταῖς συζητήσεσι λύσωμεν, εἶτα ἡττηθῇ τοῦ μεγέθους τῶν πραγμάτων ὁ λόγος, ἡττηθήσεται δὲ πάντως, ἀπὸ ἀσθενοῦς ὀργάνου τῆς ἡμετέρας διανοίας ὁρμώμενος⋅ τί γίνεται; Τὸ ἀσθενὲς τοῦ λόγου τοῦ μυστηρίου φαίνεται⋅ καὶ οὔτε κένωσις τοῦ σταυροῦ τὸ τοῦ λόγου κομψὸν ἀναδείκνυται... ἡ γὰρ πίστις τοῦ καθ’ ἡμᾶς λόγου πλήρωσις»5.
Ἀνάγκη πάσα νὰ μεταφέρωμε στὴ γλώσσα μας τὰ βαρυσήμαντα αὐτὰ λόγια τοῦ
ἁγίου Γρηγορίου, ποὺ ἰσχύουν γιὰ κάθε περίπτωση, ποὺ τολμᾶμε νὰ
ἑρμηνέψουμε τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν, λέγει, ἀφήνωμε τὴν πίστη καὶ προτάσσουμε τὴ δύναμη τοῦ λόγου, καὶ μὲ τὴ διαλεκτικὴ καταργήσουμε τὴν ἀξιοπιστία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κι ὕστερα ἡττηθῆ ὁ λόγος, ἀπὸ τὸ μέγεθος τῶν πραγμάτων, καὶ θὰ ἡττηθῆ ὁπωσδήποτε, ὅταν ξεκινάη καὶ βασίζεται στὸ ἀδύνατο ὄργανο τῆς λογικῆς μας, τότε τί γίνεται; Ἡ ἀδυναμία τοῦ λόγου φαίνεται ἀδυναμία τοῦ μυστηρίου, κι ἔτσι ἡ τέχνη τοῦ λόγου γίνεται αἰτία νὰ χάση τὴν ἀξία του καὶ τὸ θεῖο περιεχόμενό του ὁ σταυρός. Γιατὶ ἡ πίστη εἶναι ποὺ συμπληρώνει καὶ στηρίζει τὸν ἀνθρώπινο λόγο.
Αὐτὸ καὶ μένα σήμερα μὲ
φέρνει σὲ πολὺ δύσκολη θέση. Δὲν εἶμαι σίγουρος κι ἐγὼ ποὺ σᾶς ὁμιλῶ
πόσο πιστεύω, καὶ δὲν ξέρω καὶ σεῖς ποὺ μὲ ἀκοῦτε πόσο πιστεύετε. Πῶς
λοιπὸν νὰ σᾶς πῶ καὶ πῶς νὰ σᾶς πείσω πὼς κι ἐγὼ σηκώνω τὸ σταυρό μου;
Πῶς νὰ σᾶς ἐξηγήσω τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ; Καὶ πῶς τὸ λόγο σήμερα γιὰ τὸ
Σταυρὸ νὰ τὸν κάμω καλοδεχούμενο;
Ὅσο κι ἂν ὀμορφήνωμε ρητορικὰ τὸ λόγο καὶ τὸν στηρίξουμε διαλεκτικά, ὁ
Σταυρὸς παραμένει τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ δράμα τὸ δικό μας, τὸ
ματωμένο ξύλο, τὸ θανατικὸ ὄργανο, τὸ σύμβολο τοῦ χρέους, τῆς
αὐταπάρνησης καὶ τῆς θυσίας. Δὲν κερδίζω τίποτε καὶ δὲν κερδίζομε ὅλοι
μας νὰ θέλωμε νὰ παρουσιάσουμε τὸ κήρυγμα τοῦ Σταυροῦ γιὰ εὔκολο πράγμα.
Τὸ πιὸ προσωπικὰ ὑπεύθυνο καὶ ἡ πιὸ ἀξιόπιστη μαρτυρία τῆς πίστεως
εἶναι νὰ σηκώνης μὲ συνέπεια τὸ σταυρό σου καὶ νὰ πεθαίνης γιὰ τὸ Χριστὸ
καὶ τὸ Εὐαγγέλιο⋅ «ἕνεκεν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου»6. Νὰ
πεθαίνης, ὄχι γιὰ νὰ ὠφεληθῆ ὁ Χριστός, ἀλλὰ γιὰ νὰ ζήσης ἐσύ.
Αὐτὴ
εἶναι ἄλλη μιὰ διαφορὰ μεταξὺ τοῦ ὀπαδοῦ καὶ τοῦ πιστοῦ. Ὁ ὀπαδὸς
φωνάζει καὶ σκοτώνεται γιὰ κάποια ἰδεολογία καὶ γιὰ τὸν ἀθέατο ἀρχηγό
του⋅ ὁ πιστὸς σηκώνει τὸ σταυρό του κι ἀκολουθεῖ τὸ Χριστὸ γιὰ τὴ σωτηρία
του. Γιατὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία...»(7).
Ἐπιθυμῶ νὰ κλείσω τὴ σημερινὴ ὁμιλία μὲ τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγῶ τῷ κόσμῳ»8·
ἐγὼ νὰ μὴ γίνει ποτὲ νὰ καυχηθῶ παρὰ μόνο γιὰ τὸ σταυρὸ τοῦ Κυρίου μας
Ἰησοῦ Χριστοῦ⋅ μὲ τὴ δύναμη τοῦ σταυροῦ, γιὰ μένα ὁ κόσμος εἶναι
σταυρωμένος κι ἐγὼ εἶμαι σταυρωμένος γιὰ τὸν κόσμο. Αὐτὸ τὸ τελευταῖο θὰ
πῆ πὼς ὁ κόσμος γιὰ μένα δὲν ὑπάρχει κι ἐγὼ δὲν ὑπάρχω γιὰ τὸν κόσμο.
Αὐτὰ εἶναι λόγια καὶ μαρτυρία, ποὺ δὲν τὴ δίνει ὁ καθένας.
Μὰ ὁ Παῦλος εἶναι ὁ ἄνθρωπος κι ὁ Ἀπόστολος μὲ τὸ ρωμαλέο φρόνημα, ποὺ
δὲν γελιέται μήτε πάει νὰ ξεγελάση τοὺς ἄλλους. Τὰ λόγια του εἶναι λόγια
μιᾶς ἀπόλυτης εἰλικρίνειας, ποὺ τὴν ἔχουν μόνο οἱ ἀληθινοὶ πνευματικοὶ
ἀρχηγοί⋅ εἶναι λόγια μιᾶς ἠθικῆς συνέπειας, ποὺ εἶναι τὸ γνώρισμα τῶν
ἀληθινὰ τίμιων ἀνθρώπων⋅ εἶναι λόγια καὶ μαρτυρία ὅσων, ποὺ ζοῦν καὶ
ἀναπνέουν στὸ ζωογόνο πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν εἰλικρίνεια καὶ τὴν συνέπεια αὐτή, ὅλα σὲ ὅσα οἱ ἄλλοι σκαλώνουν, «εἴτε ἀληθείᾳ εἴτε προφάσει»(9),
τὰ ἀφήνουν πίσω κι ἕνα μόνο βλέπουν, τὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου. Ὁ Σταυρὸς
εἶναι τὸ μυστήριο τῆς πίστεως καὶ ἡ δύναμη τῆς Ἐκκλησίας⋅ κι οἱ ἀληθινοὶ
χριστιανοὶ ἕνα ξέρουν, τὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν Ἀνάσταση
καὶ τὴν καινὴ κτίση. Αὐτὴ ἡ «καινὴ κτίσις»(10),
ἡ καινούργια δημιουργία, εἶναι ὁ κόσμος τῆς Ἐκκλησίας, ἕνας κόσμος πού,
περνώντας ἀπὸ τὴ θλίψη τοῦ Σταυροῦ, καθαίρεται καὶ κάθε μέρα
ἀνασταίνεται καὶ μεταμορφώνεται, γιὰ νὰ περάση ἀπὸ τὴ θνητότητα στὴν
ἀθανασία κι ἀπὸ τὴ φθορὰ στὴν ἀφθαρσία. Ἀμήν.
Σημειώσεις
(1) Κολ. 3, 14.
(2) Γαλ. 2, 19.
(3) Β΄ Κορ. 1, 12.
(4) Ματθ. 12, 34.
(5) Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγ. 29 (περὶ Υἱοῦ) 21, 6, Barbel.
(6) Μάρκ. 8, 35.
(7) Πράξ. 4, 12.
(8) Γαλ. 6, 13.
(9) Φιλιπ. 1, 18.
(10) Γαλ. 6, 15.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο "Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ", τόμος Α΄, ἐκδ. Ἀποστολικὴ Διακονία.
Αναδημοσίευση από την «Πειραϊκή Εκκλησία», τχ. 229, Σεπτέμβριος 2011.
Εικονογράφηση: Μικρογραφία από το Μηνολόγιο Βασιλείου του Β΄.πηγή ψηφιακού κειμένου: Aντίφωνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.