Ἑρμηνεία τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου στὸ παρακάτω τμῆμα
τοῦ Ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος:
Ἓν σῶμα καὶ
ἓν πνεῦμα, καθὼς καὶ ἐκλήθητε
ἐν μιᾷ ἐλπίδι
τῆς κλήσεως ὑμῶν· εἷς Κύριος,
μία πίστις,
ἓν βάπτισμα· εἷς Θεὸς Πατὴρ
πάντων, ὁ ἐπὶ
πάντων, καὶ διὰ πάντων, καὶ
ἐν πᾶσιν. Ἑνὶ
δὲ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις
κατὰ τὸ
μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ.
(Χρυσοστόμου Ἰω., Ὑπόμνημα εἰς τὴν πρὸς
Ἐφεσίους, Λόγος ΙΑ΄,
Πατερικαὶ Ἐκδόσεις "Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς", τόμ.
20, σελ. 686, ἑξ.).
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΑ
ΣΧΟΛΙΑ
___________________________
«Εἴ τις αἱρετικῶν φίλος εἴη, οὐχ ἓν πνεῦμα»
Ἑρμηνεύοντας
ὁ Ἅγιος Ἰωάννης στίχους τοῦ τῆς Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολῆς τοῦ ἀπ. Παύλου, στρέφει
τὸ λόγο πρὸς τὸ τρίπτυχο ἀλήθεια, ἀγάπη, ἑνότητα ποὺ πρέπει νὰ ὑπάρχει μεταξὺ
τῶν Χριστιανῶν καὶ γράφει:
«Ἀγάπην ζητεῖ
ἀπὸ ἐμᾶς ὁ Παῦλος, ὄχι οἱανδήποτε, ἀλλ’ αὐτὴν ἡ ὁποία μᾶς
συνενώνει μεταξύ μας ἀδιασπάστως, καὶ μᾶς συνενώνει κατὰ τέτοιον τρόπον καὶ τόσον τέλεια, ὡσὰν νὰ
εἴμεθα μέλη πρὸς μέλη. Αὐτὴ λοιπὸν εἶναι ἐκείνη ἡ ὁποία κατορθώνει τὰ μεγάλα
καλά. Διὰ τοῦτο λέγει, “ἕνα σῶμα”, διὰ νὰ δείξῃ καὶ τὴν συμπάθειαν
καὶ τὸ νὰ μὴ ἐπιδιώκομεν ν’ ἁρπάσωμεν τὰ ἀγαθὰ τῶν ἄλλων καὶ τὸ νὰ χαιρώμεθα
μαζὶ μὲ αὐτούς, καὶ ὅλα γενικῶς νὰ εἶναι κοινά. Καὶ καλῶς εἶπε, “ἕνα
πνεῦμα” διὰ νὰ δείξῃ ὅτι εἰς τὸ ἕνα σῶμα, ἕνα πνεῦμα θὰ ὑπάρχῃ, ἢ ὅτι
εἶναι μὲν δυνατὸν νὰ ὑπάρχῃ ἕνα σῶμα, ὄχι ὅμως ἕνα πνεῦμα...».
Καὶ πότε εἶναι
δυνατὸν νὰ ἀνήκει κανεὶς στὸ ἴδιο σῶμα, ἀλλὰ νὰ μὴ ἔχει τὸ ἴδιο πνεῦμα; Αὐτὸ
εἶναι δυνατὸν νὰ συμβεῖ, λέγει ὁ ἱ. Χρυσόστομος, καὶ στὴν περίπτωση ποὺ «κάποιος γίνῃ φίλος αἱρετικῶν». Μὲ αὐτὴ τὴν διαπίστωση ὁ ἱ. Χρυσόστομος, θίγει τὸ κρισιμότατο
πρόβλημα τῆς ἐποχῆς μας, τὴν ὅποια σχέση καὶ ἐπαφή μας μὲ τὴν αἵρεση, ἡ ὁποία
κομματιάζει τὸ σῶμα τῶν Ἐκλησίας. Ἐπισημαίνει δηλαδή, αὐτὸ ποὺ κατὰ κόρον
συμβαίνει σήμερα στὸν Ὀρθόδοξο χῶρο: τὴν ἄμεση ἢ ἔμμεση –ἀλλὰ συνειδητή– φιλία
τῶν ὀρθοδόξων μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές, ποὺ διαδίδουν στὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας –καὶ ἐγκαθιδρύουν– τὴν ἐσχάτη αἵρεση τῆς ἱστορίας, τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Οἱ «ὀρθόδοξοι» ἀντι-Οἰκουμενιστές, γίνονται φίλοι τῶν Ἐπισκόπων καὶ τῶν
Ποιμένων ποὺ συλλειτουργοῦν μὲ τοὺς Οἰκουμενιστὲς καὶ τοὺς μνημονεύουν στὴν Θ.
Λειτουργία –καὶ ὡς γνωστὸν ἡ
μνημόνευση εἶναι ἡ ἀνωτέρα ἐκκλησιαστικὴ πράξη ἑνότητος!
Καὶ οἱ φίλοι
τῶν Οἰκουμενιστῶν, ἐνῶ ἀνήκουν ἐξωτερικὰ στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅμως δὲν ἀποτελοῦν μὲ
τοὺς Ὀρθοδόξους «ἓν σῶμα», ἀφοῦ διαφοροποιοῦνται ὡς πρὸς τὴν ποιμαντικὴ
ἀντιμετώπιση τῶν
αἱρετικῶν (ὅπως διδάσκεται ἀπὸ τοὺς Πατέρες) καὶ ἔτσι ἀνέχονται
καὶ ἀποδέχονται στὴν πράξη τὴν δράση τῶν αἱρετικῶν
Οἰκουμενιστῶν, δηλαδή –κι αὐτὸ εἶναι
τρομερό– συντελοῦν στὸν μολυσμὸ τῶν πιστῶν ἀπὸ τὴν αἵρεση, ἀφοῦ –κατὰ τὴν συμφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων– ἡ αἵρεση μολύνει καί, ἀκόμα περισσότερο, ἀποκόπτει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό!
Δηλαδή, ἀπὸ τὴ
μιὰ μεριά, σθεναρῶς ἀντικρούουν τὶς κακόδοξες θέσεις τῶν “ὀρθοδόξων” Οἰκουμενιστῶν
(αὐτὸ τὸ κάνουν οἱ λίγοι, ἐνῶ οἱ πολλοὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τὸν Οἰκουμενισμό),
ἀμφότεροι δέ, ἀπὸ τὴν ἄλλη, μνημονεύουν τοὺς ἡγέτες τῶν Οἰκουμενιστῶν ἢ τοὺς
ὑποδέχονται μετὰ βαΐων καὶ κλάδων στὶς διάφορες ἀνὰ τὴν Ἑλλάδα ἐπισκέψεις τους,
ἢ συλλειτουργοῦν μαζί τους.
Ἂς ἐπανέλθουμε
στὴν ἑρμηνεία ἀπὸ τὸν Ἅγιο τοῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος:
«Ὕστερον, “Καθὼς
καὶ μία εἶναι”, λέγει, “ἡ ἐλπὶς τῆς κλήσεώς σας”. Ὁ
Θεός, λέγει, εἰς τὰ ἴδια σᾶς ἐκάλεσε· τίποτα περισσότερον δὲν ἐμοίρασεν εἰς τὸν
ἕνα ἀπὸ τὸν ἄλλον· εἰς ὅλους ἐχάρισεν ἀθανασίαν, εἰς ὅλους ζωὴν αἰώνιον, εἰς
ὅλους δόξαν ἀθάνατον, εἰς ὅλους ἀδελφότητα, εἰς ὅλους κληρονομίαν· κοινὴ κεφαλὴ
ἔγινεν εἰς ὅλους· ὅλους συνανέστησε καὶ ἐκάθισε μαζί του.
Σεῖς λοιπὸν οἱ
ὁποῖοι εἰς τὰ πνευματικὰ ἔχετε τόσην ἰσοτιμίαν, ἀπὸ ποῦ ὁρμώμενοι
μεγαλοφρονεῖτε; ἀπὸ τὸ ὅτι ὁ τάδε εἶναι πλούσιος καὶ ὁ τάδε ἰσχυρός; Καὶ πῶς
δὲν θὰ ἦτο αὐτὸ ἀξιογέλαστον; Διότι εἰπέ μου· ἐὰν κάποτε ὁ βασιλεύς, ἀφοῦ
ἐλάμβανε δέκα ἀνθρώπους καὶ ἐνέδυε ὅλους μὲ πορφύραν καὶ τοὺς ἐκάθιζεν εἰς τὸν
βασιλικὸν θρόνον καὶ ἔδιδε εἰς ὅλους τὴν αὐτὴν τιμήν, ἆρά γε θὰ εἶχε τὴν τόλμην
κάποιος ἐξ αὐτῶν νὰ κατηγορήσῃ τὸν ἄλλον ὅτι εἶναι πλουσιώτερος ἢ λαμπρότερος;
Καθόλου. Καὶ ἀκόμη δὲν τὰ εἶπα ὅλα· διότι δὲν εἶναι τόση ἡ διαφορὰ εὶς τοὺς
οὐρανούς, ὅσον κάτω εἰς τὴν γῆν.
»“Ἕνας
Κύριος, μία πίστις, ἕνα βάπτισμα... Ἕνας Θεὸς καὶ Πατὴρ ὅλων..., ἀλλ’ εἰς τὸν
καθένα ἀπὸ ἐμᾶς ἐδόθη ἡ χάρις”. Τί λοιπόν; θὰ εἴπῃ κάποιος· ἀπὸ ποῦ
εἶναι τότε διάφορα τὰ χαρίσματα; ...Καὶ πρόσεχε τί λέγει. Δὲν εἶπε, “Συμφώνως
πρὸς τὴν πίστιν τοῦ καθενός”, διὰ νὰ μὴ ὁδηγήσῃ εἰς μικροψυχίαν ἐκείνους, οἱ
ὁποῖοι δὲν ἠξιώθησαν τὰ μεγάλα χαρίσματα. Ἀλλὰ τί λέγει; “Συμφώνως πρὸς
τὸ μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ”. Τὰ κυριώτερα ἀπὸ ὅλα, λέγει,
εἶναι κοινὰ εἰς ὅλους, δηλαδὴ τὸ βάπτισμα, ἡ διὰ τῆς πίστεως σωτηρία, τὸ νὰ
ἔχωμεν τὸν Θεὸν Πατέρα, τὸ νὰ μετέχωμεν ὅλοι εἰς τὸ αὐτὸ Πνεῦμα. Ἐὰν πάλι ὁ
τάδε ἔχει κάποιο χάρισμα περισσότερον, μὴ στενοχωρῆσαι, διότι καὶ ὁ κόπος εἶναι
εἰς αὐτὸν περισσότερος...
»Διὰ τοῦτο ἐδῶ
ἀπὸ τὴν ἰδίαν αἰτίαν παρηγορεῖ τὸν ἀκροατήν. “Πρὸς τὸν σκοπὸν νὰ καταρτίσουν
τοὺς ἁγίους”, λέγει, “διὰ τὸ ἔργον τῆς διακονίας, διὰ τὴν οἰκοδομὴν τοῦ σώματος
τοῦ Χριστοῦ”. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ ἴδιος ὁ Παῦλος ἔλεγεν ἀλλοῦ· “Ἀλλοίμονόν μου, ἐὰν
δὲν κηρύττω τὸ Εὐαγγέλιον”. Δηλαδή, ἔλαβε τὸ χάρισμα ἀποστολῆς. Ἀλλὰ διὰ τοῦτο
ἀκριβῶς, διὰ τὸ ὅτι ἔλαβε, ἀλλοίμονον· ἐνῷ ἐσὺ ἔχεις ἀπαλλαγῆ ἀπὸ τὸν κίνδυνον.
»“Συμφώνως
πρὸς τὸ μέτρον”. Τί σημαίνει “συμφώνως πρὸς τὸ μέτρον”; Δηλαδὴ ὄχι
συμφώνως πρὸς τὴν ἰδικήν μας ἀξίαν· διότι δὲν θὰ ἐλάμβανε κανεὶς ἐκεῖνα τὰ
ὁποῖα ἔλαβεν, ἀλλ’ ὅλοι ἀπὸ τὴν δωρεάν του ἐλάβομεν. Καὶ διατί ὁ μὲν ἔλαβεν
περισσότερον, ὁ δὲ ὀλιγώτερον; Δὲν ἔχει καμμίαν σημασίαν αὐτό, λέγει, ἀλλ’
εἶναι ἀδιάφορον πρᾶγμα· διότι εἰς τὴν οἰκοδομὴν ὁ καθένας συντελεῖ. Καὶ μὲ αὐτὸ
δεικνύει ὅτι δὲν ἔλαβεν ἀπὸ τὴν ἰδικ;hν του ἀξίαν ὁ μὲν περισσότερον, ὁ δὲ ὀλιγώτερον, ἀλλὰ δι’
ἄλλους λόγους, ὅπως ἀκριβῶς ἔκρινεν ὁ Θεός...
»“Διὰ τοῦτο
λέγει· Ὅταν ἀνέβη εἰς τὰ ὕψη... ἔδωκε δῶρα εἰς τοὺς ἀνθρώπους”. Δηλαδή, τί
μεγαλοφρονεῖς; ὅλα ἀπὸ τὸν Θεὸν ἔγιναν...
»Ἀλλοῦ ὅμως
λέγει ὅτι τὸ ἅγιον Πνεῦμα ἔκαμεν αὐτά, λέγων τὰ ἑξῆς· “Εἰς τὸ ὁποῖον
ποίμνιον τὸ ἅγιον Πνεῦμα σᾶς ἐτοποθέτησεν ἐπισκόπους, διὰ νὰ ποιμάνετε τὴν
Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ”. Ἐδῶ λέγει ὅτι ὁ Υἱὸς ἔκαμεν αὐτά· ἀλλοῦ, ὅτι ὁ
Θεὸς Πατήρ· “Καὶ ὁ Θεὸς ἐτοποθέτησεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν πρῶτον
ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας”. Εἰς δὲ τὴν πρὸς Κορινθίους
λέγει· “Ἐγὼ ἐφύτευσα, ὁ Ἀπολλὼς ἐπότισεν, ὁ Θεὸς ὅμως ἔδινε τὴν
αὔξησιν”. Καὶ πάλιν· “Ἐκεῖνος ποὺ φυτεύει καὶ ἐκεῖνος ποὺ ποτίζει
εἶναι τὸ ἴδιο, ἀλλ’ ὁ καθεὶς θὰ λάβῃ τὸν ἰδικόν του κόπον”.
»Ἔτσι κι ἐδῶ. Τί
σημασία λοιπὸν ἔχει ἐὰν ὀλιγώτερον συνεισφέρῃς; Τόσον ἔλαβες...
»“Πρὸς τὸν
σκοπὸν νὰ καταρτίσουν τοὺς ἁγίους, διὰ τὸ ἔργον τῆς διακονίας, διὰ τὴν
οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ”. Βλέπεις τὸ ἀξίωμα; Ὁ καθένας
οἰκοδομεῖ, ὁ καθένας καταρτίζει, ὁ καθένας ὑπηρετεῖ. “Μέχρις ὅτου
φθάσωμεν”, λέγει, “ὅλοι εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς πλήρους
γνώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς τὸ μέτρον τοῦ τελείου
ἀναστήματος τοῦ Χριστοῦ”. Τέλειον ἀνάστημα ὀνομάζει ἐδῶ τὴν τελείαν
ἐπίγνωσιν. Διότι ὅπως ἀκριβῶς ὁ ἀνὴρ ἵσταται μὲ σταθερότητα, ἐνῷ οἱ νεαροὶ
περιπλανῶνται κατὰ τὸν νοῦν, ἔτσι συμβαίνει καὶ εἰς τοὺς πιστούς. “Εἰς
ἑνότητα”, λέγει, “τῆς πίστεως”· δηλαδή, μέχρις ὅτου
ἀποκτήσωμεν ὅλοι μίαν πίστιν. Διότι αὐτὸ εἶναι ἑνότης πίστεως. ὅταν ὅλοι εἴμεθα
ἕνα, ὅταν ὅλοι ἀντιλαμβανώμεθα μὲ τὸν ἴδιον τρόπον τὸν σύνδεσμον· μέχρι τότε πρέπει νὰ
ἐργαζώμεθα.
»Ἐὰν ἔλαβες
χάρισμα διὰ τοῦτο, διὰ νὰ οἰκοδομῇς ἄλλους, πρόσεχε μήπως καταστρέψῃς τὸν
ἑαυτόν σου φθονῶν ἄλλον... Μὴ μοῦ εἴπῃς λοιπὸν διὰ τὴν διαφορὰν τῶν χαρισμάτων,
ἀλλὰ διὰ τὸ ὅτι ὅλοι εἶχον ἕνα ἔργον. Ὅταν λοιπὸν ὅλοι
πιστεύωμεν ὁμοίως, τότε
ὑπάρχει ἑνότης...
»“Ὥστε νὰ μὴ
εἴμεθα πλέον”, λέγει, “νήπιοι, κλονιζόμενοι καὶ
παρασυρόμενοι ἀπὸ κάθε ἄνεμον τῆς διδασκαλίας, μέσα εἰς τὴν δολιότητα τῶν
ἀνθρώπων, μέσα εἰς τὴν πανουργίαν των πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς ὁμαδικῆς
παραπλανήσεως”. “Καὶ παρασυρόμενοι”, λέγει, “ἀπὸ κάθε ἄνεμον”. Ὡμίλησεν ἐναντίον τῆς μεταβολῆς, διὰ νὰ δείξῃ εἰς ποῖον κίνδυνον
εὑρίσκονται αἱ ψυχαὶ αἱ ὁποῖαι διστάζουν... “Ἀλλά, ὁμολογοῦντες τὴν
ἀλήθειαν ἐν ἀγάπῃ, ἂς αὐξήσωμεν τὰ πάντα εἰς αὐτόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ κεφαλή,
δηλαδὴ τὸν Χριστόν”».
Εἶναι σαφὴς ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὄχι μόνον ἐπίκληση τῆς ἀγάπης, ὅπως κάνουν οἱ Οἰκουμενιστές.
Διότι μιὰ ἀγάπη χωρὶς τὴν ΟΜΟΛΟΓΙΑ τῆς Ἀλήθειας, τὴν ὀρθὴ
Πίστη, ἀλλὰ καὶ τὶς προϋποθέσεις διδασκαλίας καὶ
Ὁμολογίας τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης, δὲν ὁδηγεῖ στὴν ἑνότητα· δηλαδή, τοῦ νὰ
ἀντιλαμβάνονται ὅλοι τὰ πράγματα, ὅπως τὰ ἀντιλαμβάνονταν καὶ τὰ δίδασκαν οἱ
Ἅγιοι Πατέρες· καὶ φυσικά, μιὰ τέτοια μορφὴ ἀγάπης-ἑνότητος, δὲν εἶναι ἀγάπη,
ἀφοῦ ἡ ἀγάπη εἶναι ἀχώριστη τῆς ἀλήθειας, καὶ μόνο ἡ συμπόρευση ἀγάπης καὶ
πίστης φέρνει τὴν ἑνότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.