Η άρνηση του Χριστού από τον απόστολο Πέτρο και η επιστροφή
του σ’ Αυτόν με συγκλονίζουν ιδιαίτερα, επειδή κι εγώ, Κύριε, σε
αρνιέμαι καθημερινά.
Σε αρνιέμαι όταν σε βλαστημάω ή όταν ακούω να σε βλαστημάνε και δε μιλάω.
Σε αρνιέμαι όταν εξευτελίζω ή πληγώνω τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου. Όταν ταπεινώνω τους υπαλλήλους μου. Όταν κάνω κακό (έστω και με τη σκέψη) στο συνάνθρωπό μου (δηλ. στην εικόνα σου), που τόσο αγαπάς.
Σε αρνιέμαι όταν απατάω τη γυναίκα μου. Όταν βλέπω έναν άνθρωπο (εικόνα σου) σαν αντικείμενο για εκμετάλλευση ή για εξαπάτηση ή κοροϊδία, όταν βλέπω μια γυναίκα σαν ένα κομμάτι κρέας που λαχταράω να το χρησιμοποιήσω για την ηδονή μου…
Σε αρνιέμαι όταν γυρίζω την πλάτη μου στην Εκκλησία σου (που θεμέλιωσες πάνω στο αίμα Σου), όταν κοροϊδεύω ή απλά δεν εφαρμόζω όλα όσα μου προσφέρει για να σε πλησιάσω: δεν εξομολογούμαι, δε νηστεύω, δεν πάω εκκλησία, παρά μόνο από υποχρέωση, δε μεταλαβαίνω, δεν προσεύχομαι, δεν κάνω το σταυρό μου…
Ναι, σε αρνιέμαι, γιατί είμαι αδύναμος (δήθεν δυνατός, ψευτοεγωιστής), και με κάνει μπαλάκι ο εχθρός μου, ο διάβολος, που φυσικά κάνω πως δεν υπάρχει και λέω πως είναι παραμύθια των παπάδων & των γιαγιάδων – λες κι οι γιαγιάδες, τουλάχιστον (αλλά και μερικοί παπάδες), δεν έχουν σοφία, γνώση των πνευματικών θεμάτων και πολλές φορές μεγάλη αγιότητα. Όχι, αν δεν ξέρουν να χειρίζονται pc και να μπαίνουν στο Internet, για μένα δε μετράνε…
Έτσι, σήμερα που γιορτάζει ο Πέτρος σου, θυμήθηκα την άρνησή του και συγκινήθηκα (σα να είδα καθρέφτη), αλλά πρόσεξα και κάτι που δεν είχα προσέξει ώς τώρα στην επιστροφή του (είδες; δεν τολμάω να πω τη «σιχαμερή» λέξη «μετάνοια»)…
Να η ιστορία της τριπλής άρνησής του, όπως τη διηγείται το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, στο τέλος του κεφ. 26 (τα καφέ είναι δικές μου επεξηγήσεις):
Ο Πέτρος καθόταν έξω, στην αυλή [του σπιτιού όπου δίκαζαν και έδερναν το Χριστό]. Και τον πλησίασε μια υπηρέτρια και είπε: «Και συ ήσουν μαζί με τον Ιησού το Γαλιλαίο». Εκείνος αρνήθηκε μπροστά σε όλους, λέγοντας: «Δεν ξέρω τι λες». Και βγαίνοντας έξω, στην πύλη, τον είδε μια άλλη και τους λέει: «Κι αυτός εκεί ήταν με τον Ιησού το Ναζωραίο». Και πάλι αρνήθηκε, με όρκο, λέγοντας: «Δεν τον ξέρω τον άνθρωπο». Σε λίγο όμως, πλησίασαν αυτοί που στέκονταν εκεί [υπηρέτες και μπράβοι] και είπαν στον Πέτρο: «Αλήθεια, κι εσύ απ’ αυτούς είσαι· σε φανερώνει και η ομιλία σου» [με προφορά από την περιοχή της Γαλιλαίας, απ’ όπου ήταν ο Χριστός]. Τότε άρχισε να ορκίζεται και να καταριέται λέγοντας «δεν τον ξέρω». Και αμέσως φώναξε ο πετεινός. Και θυμήθηκε ο Πέτρος τα λόγια του Ιησού, που του είχε πει «πριν φωνάξει ο κόκορας θα με αρνηθείς τρεις φορές», και βγήκε έξω και έκλαψε πικρά.
Να και το αρχαίο κείμενο:
Ο δε Πέτρος έξω εκάθητο εν τη αυλή· και προσήλθεν αυτω μία παιδίσκη λέγουσα· και συ ήσθα μετά Ιησού του Γαλιλαίου. ο δε ηρνήσατο έμπροσθεν αυτών πάντων λέγων· ουκ οίδα τι λέγεις. εξελθόντα δε αυτόν εις τον πυλώνα είδεν αυτόν άλλη και λέγει αυτοίς· εκεί και ούτος ην μετά Ιησού του Ναζωραίου. και πάλιν ηρνήσατο μεθ’ όρκου ότι ουκ οίδα τον άνθρωπον. μετά μικρόν δε προσελθόντες οι εστώτες είπον τω Πέτρω· αληθώς και συ εξ αυτών ει· και γαρ η λαλιά σου δήλόν σε ποιεί. τότε ήρξατο καταναθεματίζειν και ομνύειν ότι ουκ οίδα τον άνθρωπον· και ευθέως αλέκτωρ εφώνησε. και εμνήσθη ο Πέτρος του ρήματος Ιησού ειρηκότος αυτω ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι τρίς απαρνήση με· και εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς.
Κι όταν έφαγαν, λέει ο Ιησούς στο Σίμωνα Πέτρο: «Σίμωνα, γιε του Ιωνά, μ’ αγαπάς πιο πολύ απ’ αυτούς;». Του λέει: «Ναι, Κύριε, ξέρεις ότι σ’ αγαπώ». Του λέει: «Βόσκε τα αρνάκια μου». Και του ξαναλέει δεύτερη φορά: «Σίμωνα, γιε του Ιωνά, μ’ αγαπάς;». Του λέει: «Ναι, Κύριε, ξέρεις ότι σ’ αγαπώ». Του λέει: «Βόσκε τα πρόβατά μου». Και του λέει τρίτη φορά: «Σίμωνα, γιε του Ιωνά, μ’ αγαπάς;». Λυπήθηκε ο Πέτρος που τον ρώτησε τρίτη φορά «μ’ αγαπάς», και του λέει: «Κύριε, εσύ τα ξέρεις όλα, εσύ ξέρεις ότι σ’ αγαπώ». Του λέει ο Ιησούς: «Βόσκε τα πρόβατά μου. Αλήθεια σου λέω, όταν ήσουν νεότερος ντυνόσουν μόνος σου και πήγαινες όπου ήθελες. Όταν γεράσεις όμως, θ’ απλώσεις τα χέρια σου και θα σε ντύσει άλλος και θα σε πάει εκεί που δε θέλεις». Αυτό το είπε εννοώντας με τι θάνατο θα δοξάσει το Θεό [σταύρωση, όπως ο Χριστός, αλλά με το κεφάλι προς τα κάτω].
Να το και στ’ αρχαία:
Οτε ουν ηρίστησαν, λέγει τω Σίμωνι Πέτρω ο Ιησούς· Σίμων Ιωνά, αγαπάς με πλείον τούτων; λέγει αυτω· ναί, Κύριε, συ οίδας ότι φιλώ σε. λέγει αυτω· βόσκε τα αρνία μου. λέγει αυτω πάλιν δεύτερον· Σίμων Ιωνά, αγαπάς με; λέγει αυτω· ναί, Κύριε, συ οίδας ότι φιλώ σε. λέγει αυτω· ποίμαινε τα πρόβατά μου. λέγει αυτω το τρίτον· Σίμων Ιωνά, φιλείς με; ελυπήθη ο Πέτρος ότι είπεν αυτω το τρίτον, φιλείς με, και είπεν αυτω· Κύριε, συ πάντα οίδας, συ γινώσκεις ότι φιλώ σε. λέγει αυτω ο Ιησούς· βόσκε τα πρόβατά μου. αμήν αμήν λέγω σοι, ότε ης νεώτερος, εζώννυες σεαυτόν και περιεπάτεις όπου ήθελες· όταν δε γηράσης, εκτενείς τας χείράς σου, και άλλος σε ζώσει, και οίσει όπου ου θέλεις. τούτο δε είπε σημαίνων ποίω θανάτω δοξάσει τον Θεόν…
Αυτό που με συγκίνησε σήμερα λοιπόν σ’ αυτή την ιστορία, που την ήξερα κι από πριν, είναι πως ο Ιησούς, για να ισοφαρίσει την άρνηση του Πέτρου και να τη μετατρέψει σε αποδοχή (κι έτσι ο Πέτρος να ξαναγίνει και τυπικά πλέον απόστολος του Χριστού, αφού ποθούσε στ’ αλήθεια να γυρίσει κοντά Του), δεν τον ρώτησε «με πιστεύεις;», αλλά τον ρώτησε: «Μ’ αγαπάς;».
Αυτό λοιπόν, Χριστέ μου, θεωρείς αποδοχή: το να σ’ αγαπάμε. Όχι απλά «να σε πιστεύουμε», αλλά να σ’ αγαπάμε. Άλλωστε, στο Μυστικό Δείπνο, είπες: «Αν με αγαπάτε, εφαρμόστε τις εντολές μου» (κατά Ιωάννην, κεφ. 14, στίχος 15).
Λοιπόν, Χριστέ μου, σ’ αγαπώ. Ναι, σ’ αγαπώ. Αλλά ντρέπομαι να τ’ ομολογήσω, γιατί είμαι δειλός και φοβάμαι πως θα με κοροϊδεύουν. Δώσ’ μου, αν θέλεις, λίγη δύναμη να προσπαθήσω… Σ’ αγαπώ! Κάνε με δικό σου και, όταν έρθει η Ώρα, πάρε με κοντά σου.
Ψυχή μου, κάνε τον αγώνα σου. Ας κοάζουν τα βατράχια – εσύ τη δουλειά σου. Να, βρες ένα ευαγγέλιο και διάβασε. Βρες βίους αγίων (ιδιαίτερα της εποχής μας) και δες πώς έζησαν αυτοί, ώστε να κάνεις έστω ένα βήμα κι όχι 100, όπως έκαναν εκείνοι… Βρες την Ιερά Σύνοψη και διάβασε την Ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως, με τις 10 προσευχές αγίων προς το Χριστό, να δεις τι θα πει αγώνας και αληθινή μετάνοια. Τότε θά ‘χεις κάνει το 1ο βήμα – και τότε θα ελπίζεις…
Σε αρνιέμαι όταν σε βλαστημάω ή όταν ακούω να σε βλαστημάνε και δε μιλάω.
Σε αρνιέμαι όταν εξευτελίζω ή πληγώνω τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου. Όταν ταπεινώνω τους υπαλλήλους μου. Όταν κάνω κακό (έστω και με τη σκέψη) στο συνάνθρωπό μου (δηλ. στην εικόνα σου), που τόσο αγαπάς.
Σε αρνιέμαι όταν απατάω τη γυναίκα μου. Όταν βλέπω έναν άνθρωπο (εικόνα σου) σαν αντικείμενο για εκμετάλλευση ή για εξαπάτηση ή κοροϊδία, όταν βλέπω μια γυναίκα σαν ένα κομμάτι κρέας που λαχταράω να το χρησιμοποιήσω για την ηδονή μου…
Σε αρνιέμαι όταν γυρίζω την πλάτη μου στην Εκκλησία σου (που θεμέλιωσες πάνω στο αίμα Σου), όταν κοροϊδεύω ή απλά δεν εφαρμόζω όλα όσα μου προσφέρει για να σε πλησιάσω: δεν εξομολογούμαι, δε νηστεύω, δεν πάω εκκλησία, παρά μόνο από υποχρέωση, δε μεταλαβαίνω, δεν προσεύχομαι, δεν κάνω το σταυρό μου…
Ναι, σε αρνιέμαι, γιατί είμαι αδύναμος (δήθεν δυνατός, ψευτοεγωιστής), και με κάνει μπαλάκι ο εχθρός μου, ο διάβολος, που φυσικά κάνω πως δεν υπάρχει και λέω πως είναι παραμύθια των παπάδων & των γιαγιάδων – λες κι οι γιαγιάδες, τουλάχιστον (αλλά και μερικοί παπάδες), δεν έχουν σοφία, γνώση των πνευματικών θεμάτων και πολλές φορές μεγάλη αγιότητα. Όχι, αν δεν ξέρουν να χειρίζονται pc και να μπαίνουν στο Internet, για μένα δε μετράνε…
Έτσι, σήμερα που γιορτάζει ο Πέτρος σου, θυμήθηκα την άρνησή του και συγκινήθηκα (σα να είδα καθρέφτη), αλλά πρόσεξα και κάτι που δεν είχα προσέξει ώς τώρα στην επιστροφή του (είδες; δεν τολμάω να πω τη «σιχαμερή» λέξη «μετάνοια»)…
Να η ιστορία της τριπλής άρνησής του, όπως τη διηγείται το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, στο τέλος του κεφ. 26 (τα καφέ είναι δικές μου επεξηγήσεις):
Ο Πέτρος καθόταν έξω, στην αυλή [του σπιτιού όπου δίκαζαν και έδερναν το Χριστό]. Και τον πλησίασε μια υπηρέτρια και είπε: «Και συ ήσουν μαζί με τον Ιησού το Γαλιλαίο». Εκείνος αρνήθηκε μπροστά σε όλους, λέγοντας: «Δεν ξέρω τι λες». Και βγαίνοντας έξω, στην πύλη, τον είδε μια άλλη και τους λέει: «Κι αυτός εκεί ήταν με τον Ιησού το Ναζωραίο». Και πάλι αρνήθηκε, με όρκο, λέγοντας: «Δεν τον ξέρω τον άνθρωπο». Σε λίγο όμως, πλησίασαν αυτοί που στέκονταν εκεί [υπηρέτες και μπράβοι] και είπαν στον Πέτρο: «Αλήθεια, κι εσύ απ’ αυτούς είσαι· σε φανερώνει και η ομιλία σου» [με προφορά από την περιοχή της Γαλιλαίας, απ’ όπου ήταν ο Χριστός]. Τότε άρχισε να ορκίζεται και να καταριέται λέγοντας «δεν τον ξέρω». Και αμέσως φώναξε ο πετεινός. Και θυμήθηκε ο Πέτρος τα λόγια του Ιησού, που του είχε πει «πριν φωνάξει ο κόκορας θα με αρνηθείς τρεις φορές», και βγήκε έξω και έκλαψε πικρά.
Να και το αρχαίο κείμενο:
Ο δε Πέτρος έξω εκάθητο εν τη αυλή· και προσήλθεν αυτω μία παιδίσκη λέγουσα· και συ ήσθα μετά Ιησού του Γαλιλαίου. ο δε ηρνήσατο έμπροσθεν αυτών πάντων λέγων· ουκ οίδα τι λέγεις. εξελθόντα δε αυτόν εις τον πυλώνα είδεν αυτόν άλλη και λέγει αυτοίς· εκεί και ούτος ην μετά Ιησού του Ναζωραίου. και πάλιν ηρνήσατο μεθ’ όρκου ότι ουκ οίδα τον άνθρωπον. μετά μικρόν δε προσελθόντες οι εστώτες είπον τω Πέτρω· αληθώς και συ εξ αυτών ει· και γαρ η λαλιά σου δήλόν σε ποιεί. τότε ήρξατο καταναθεματίζειν και ομνύειν ότι ουκ οίδα τον άνθρωπον· και ευθέως αλέκτωρ εφώνησε. και εμνήσθη ο Πέτρος του ρήματος Ιησού ειρηκότος αυτω ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι τρίς απαρνήση με· και εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς.
*****
Δες τώρα, ψυχή μου, πώς ο Χριστός ισοφάρισε τις τρεις
αρνήσεις του Πέτρου, μετά την ανάστασή Του. Διαβάζω στο κατά Ιωάννην
ευαγγέλιο, κεφ. 21 (λίγους στίχους πριν το τέλος του ευαγγελίου):Κι όταν έφαγαν, λέει ο Ιησούς στο Σίμωνα Πέτρο: «Σίμωνα, γιε του Ιωνά, μ’ αγαπάς πιο πολύ απ’ αυτούς;». Του λέει: «Ναι, Κύριε, ξέρεις ότι σ’ αγαπώ». Του λέει: «Βόσκε τα αρνάκια μου». Και του ξαναλέει δεύτερη φορά: «Σίμωνα, γιε του Ιωνά, μ’ αγαπάς;». Του λέει: «Ναι, Κύριε, ξέρεις ότι σ’ αγαπώ». Του λέει: «Βόσκε τα πρόβατά μου». Και του λέει τρίτη φορά: «Σίμωνα, γιε του Ιωνά, μ’ αγαπάς;». Λυπήθηκε ο Πέτρος που τον ρώτησε τρίτη φορά «μ’ αγαπάς», και του λέει: «Κύριε, εσύ τα ξέρεις όλα, εσύ ξέρεις ότι σ’ αγαπώ». Του λέει ο Ιησούς: «Βόσκε τα πρόβατά μου. Αλήθεια σου λέω, όταν ήσουν νεότερος ντυνόσουν μόνος σου και πήγαινες όπου ήθελες. Όταν γεράσεις όμως, θ’ απλώσεις τα χέρια σου και θα σε ντύσει άλλος και θα σε πάει εκεί που δε θέλεις». Αυτό το είπε εννοώντας με τι θάνατο θα δοξάσει το Θεό [σταύρωση, όπως ο Χριστός, αλλά με το κεφάλι προς τα κάτω].
Να το και στ’ αρχαία:
Οτε ουν ηρίστησαν, λέγει τω Σίμωνι Πέτρω ο Ιησούς· Σίμων Ιωνά, αγαπάς με πλείον τούτων; λέγει αυτω· ναί, Κύριε, συ οίδας ότι φιλώ σε. λέγει αυτω· βόσκε τα αρνία μου. λέγει αυτω πάλιν δεύτερον· Σίμων Ιωνά, αγαπάς με; λέγει αυτω· ναί, Κύριε, συ οίδας ότι φιλώ σε. λέγει αυτω· ποίμαινε τα πρόβατά μου. λέγει αυτω το τρίτον· Σίμων Ιωνά, φιλείς με; ελυπήθη ο Πέτρος ότι είπεν αυτω το τρίτον, φιλείς με, και είπεν αυτω· Κύριε, συ πάντα οίδας, συ γινώσκεις ότι φιλώ σε. λέγει αυτω ο Ιησούς· βόσκε τα πρόβατά μου. αμήν αμήν λέγω σοι, ότε ης νεώτερος, εζώννυες σεαυτόν και περιεπάτεις όπου ήθελες· όταν δε γηράσης, εκτενείς τας χείράς σου, και άλλος σε ζώσει, και οίσει όπου ου θέλεις. τούτο δε είπε σημαίνων ποίω θανάτω δοξάσει τον Θεόν…
Αυτό που με συγκίνησε σήμερα λοιπόν σ’ αυτή την ιστορία, που την ήξερα κι από πριν, είναι πως ο Ιησούς, για να ισοφαρίσει την άρνηση του Πέτρου και να τη μετατρέψει σε αποδοχή (κι έτσι ο Πέτρος να ξαναγίνει και τυπικά πλέον απόστολος του Χριστού, αφού ποθούσε στ’ αλήθεια να γυρίσει κοντά Του), δεν τον ρώτησε «με πιστεύεις;», αλλά τον ρώτησε: «Μ’ αγαπάς;».
Αυτό λοιπόν, Χριστέ μου, θεωρείς αποδοχή: το να σ’ αγαπάμε. Όχι απλά «να σε πιστεύουμε», αλλά να σ’ αγαπάμε. Άλλωστε, στο Μυστικό Δείπνο, είπες: «Αν με αγαπάτε, εφαρμόστε τις εντολές μου» (κατά Ιωάννην, κεφ. 14, στίχος 15).
Λοιπόν, Χριστέ μου, σ’ αγαπώ. Ναι, σ’ αγαπώ. Αλλά ντρέπομαι να τ’ ομολογήσω, γιατί είμαι δειλός και φοβάμαι πως θα με κοροϊδεύουν. Δώσ’ μου, αν θέλεις, λίγη δύναμη να προσπαθήσω… Σ’ αγαπώ! Κάνε με δικό σου και, όταν έρθει η Ώρα, πάρε με κοντά σου.
Ψυχή μου, κάνε τον αγώνα σου. Ας κοάζουν τα βατράχια – εσύ τη δουλειά σου. Να, βρες ένα ευαγγέλιο και διάβασε. Βρες βίους αγίων (ιδιαίτερα της εποχής μας) και δες πώς έζησαν αυτοί, ώστε να κάνεις έστω ένα βήμα κι όχι 100, όπως έκαναν εκείνοι… Βρες την Ιερά Σύνοψη και διάβασε την Ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως, με τις 10 προσευχές αγίων προς το Χριστό, να δεις τι θα πει αγώνας και αληθινή μετάνοια. Τότε θά ‘χεις κάνει το 1ο βήμα – και τότε θα ελπίζεις…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.