Έλεγαν περί του Αββά Σισώη, ότι, όταν επρόκειτο να πεθάνει, και
ενώ ευρίσκονταν οι πατέρες της σκήτης γύρω του, έλαμψε το πρόσωπό του όπως ο
ήλιος και είπε στους παρευρισκομένους ότι:
« Ο Άγιος Αντώνιος ήλθε».
Και μετά από λίγο είπε: «να ο χορός των Προφητών ήλθε». Και πάλιν το
πρόσωπο του έλαμψε περισσότερο και είπε: «να ο χορός των Αποστόλων
ήλθε». Και διπλασιάστηκε ο φωτισμός του προσώπου του και άρχισε να
ομιλεί με κάποιους. Τότε τον ρώτησαν οι πατέρες: «με ποιόν ομιλείς
πάτερ»; Και αυτός τους απάντησε:
«με τους Αγγέλους που ήλθαν να παραλάβουν την ψυχή μου και τους παρακαλώ να με αφήσουν λίγο για να μετανοήσω». Και λέγουν προς αυτόν οι πατέρες: «Δεν έχεις ανάγκη μετανοίας πάτερ». Και τους απάντησε ο Αββάς Σισώης: «αλήθεια σας λέγω ότι δεν έχω βάλει ακόμη αρχή»!!! Και έμαθαν πάντες ότι ήταν τέλειος. Και πάλι ξαφνικά έγινε το πρόσωπό του ολόλαμπρο και εφοβήθηκαν όλοι, που ήσαν κοντά του, και είπε προς αυτούς: «Βλέπετε ο Κύριος ήλθε και λέγει, φέρετε μου το σκεύος της ερήμου», και αμέσως παρέδωσε το πνεύμα και γέμισε όλο το κελλί του από άρρητη ευωδία.
( π.Στ. Αν.)
Ο άγιος συνδέεται με την παραδεδομένη διήγηση ότι βρήκε ή μεταφέρθηκε νοητά στον τάφο του μεγάλου Αλεξάνδρου, του οποίου την βασιλική ιδιότητα δεν μπόρεσε να διακρίνει ανάμεσα στα άλλα οστά και έκλψε πικρά για την ματαιότητα του βίου.
Σε καποιες από τος αγιογραφίες του καταγραφεται:
Σισώης ο Μέγας εν Ασκηταίς έμπροσθεν του τάφου του βασιλέως των Ελλήνων Αλεξάνδρου, του πάλαι λάμψαντος εν δόξει φρίττει και το άστατον του καιρού και της δόξης της προσκαίρου λυπηθείς, ιδού κλαίει'.
Ορών σε τάφε δειλιώ σου την θέαν και καρδιοστάλακτον δάκρυον χέω, χρέος το κοινόφλητον εις νουν λαμβάνων, πως ουν μέλλω, διελθείν περας τοιούτον. Αι, αι θάνατε τις δύναται φυγείν σε;
«με τους Αγγέλους που ήλθαν να παραλάβουν την ψυχή μου και τους παρακαλώ να με αφήσουν λίγο για να μετανοήσω». Και λέγουν προς αυτόν οι πατέρες: «Δεν έχεις ανάγκη μετανοίας πάτερ». Και τους απάντησε ο Αββάς Σισώης: «αλήθεια σας λέγω ότι δεν έχω βάλει ακόμη αρχή»!!! Και έμαθαν πάντες ότι ήταν τέλειος. Και πάλι ξαφνικά έγινε το πρόσωπό του ολόλαμπρο και εφοβήθηκαν όλοι, που ήσαν κοντά του, και είπε προς αυτούς: «Βλέπετε ο Κύριος ήλθε και λέγει, φέρετε μου το σκεύος της ερήμου», και αμέσως παρέδωσε το πνεύμα και γέμισε όλο το κελλί του από άρρητη ευωδία.
( π.Στ. Αν.)
Ο άγιος συνδέεται με την παραδεδομένη διήγηση ότι βρήκε ή μεταφέρθηκε νοητά στον τάφο του μεγάλου Αλεξάνδρου, του οποίου την βασιλική ιδιότητα δεν μπόρεσε να διακρίνει ανάμεσα στα άλλα οστά και έκλψε πικρά για την ματαιότητα του βίου.
Σε καποιες από τος αγιογραφίες του καταγραφεται:
Σισώης ο Μέγας εν Ασκηταίς έμπροσθεν του τάφου του βασιλέως των Ελλήνων Αλεξάνδρου, του πάλαι λάμψαντος εν δόξει φρίττει και το άστατον του καιρού και της δόξης της προσκαίρου λυπηθείς, ιδού κλαίει'.
Ορών σε τάφε δειλιώ σου την θέαν και καρδιοστάλακτον δάκρυον χέω, χρέος το κοινόφλητον εις νουν λαμβάνων, πως ουν μέλλω, διελθείν περας τοιούτον. Αι, αι θάνατε τις δύναται φυγείν σε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.