Γρηγόρης Γ. Καλύβας
δία τοῦ ὁποίου, ὡς γνωστόν, προσδιορίζονται οἱ Σχέσεις Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας, ὁρίζοντας ὅτι ἡ «Ἐπικρατοῦσα θρησκεία στὴν Ἑλλάδα εἶναι ἡ θρησκεία τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Στόχος τῆς ἐπικείμενης συνταγματικῆς ἀναθεώρησης εἶναι, ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ ἐμπνευστὲς τῆς πρότασης, ἡ εἰσαγωγὴ τῆς ἔννοιας τοῦ ἀνεξίθρησκου κράτους ποὺ βάζει, λένε, τὴν Ἑλλάδα στὴ χωρία τῶν σύγχρονων Εὐρωπαϊκῶν κρατῶν. Ὡστόσο ἡ ἀλήθεια ἀπέχει παρασάγγας τῶν πραγματικῶν ἐπιδιώξεων τῶν εἰσηγητῶν καθὼς πρόκειται γιὰ μία ἀλλαγὴ ποὺ ἀνοίγει τὴν Κερκόπορτα ἀμφισβήτησης ὅλων ἐκείνων τῶν ἄρθρων τοῦ συντάγματος ποὺ διαμορφώνουν τὴν ἐθνική μας ὑπόσταση καὶ πολιτιστική μας ταυτότητα.
Ἀδυνατῶ νὰ ἀντιληφθῶ γιατί ἡ σημερινὴ ἀναφορὰ τοῦ Συντάγματος ἐσχάτως θεωρεῖται ἀναχρονιστικὴ ἐκφράζοντας τὴν παράδοση κάτι ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ.... ἀμφισβητηθεῖ καθὼς τὸ ἔθνος μας ἔτσι πορεύτηκε στὴν ἱστορική του διαδρομή, ἀλλὰ καὶ μία ζῶσα πραγματικότητα καθὼς τὸ 97% τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ εἶναι ὁμόδοξο , καὶ εἶναι προοδευτικὸ αὐτὸ ποὺ πάει νὰ γίνει ὅταν εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ Θρησκευτικὴ ἐλευθερία στὴ χώρα μᾶς εἶναι κατοχυρωμένη συνταγματικά. Ἂν δὲν εἶναι ἔτσι, ἂς μᾶς ποῦν ποιὸς δὲν μπορεῖ νὰ θρησκεύεται ἐλευθέρως στὴν Ἑλλάδα ἢ ποιὸς πολίτης κυνηγήθηκε γιὰ τὰ θρησκευτικά του πιστεύω.
Ἂς μὴν λησμονοῦμε ὅτι κατὰ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, τὸ Ἔθνος, ἀποβλέποντας στὸν προσδιορισμὸ τῆς ἐθνικῆς του ὑπόστασης καὶ τῆς πολιτιστικῆς του ταυτότητας, ἔθεσε, μὲ βάση τὴν χριστιανικὴ πίστη, ὡς ἐπικεφαλίδα τοῦ προοιμίου τῆς «Διακήρυξης τῆς Ἀνεξαρτησίας» τοῦ τὴν φράση «Εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας καὶ Ὁμοουσίου καὶ Ἀδιαιρέτου Τριάδος». Ἡ ἱστορικὴ αὐτὴ ὁμολογία ποὺ «ἄντεξε» σὲ ὅλες τὶς ἀναθεωρήσεις τῶν προηγούμενων Συνταγμάτων, συναντᾶται ἀναγεγραμμένη καὶ στὸ προοίμιο τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος, σηματοδοτοῦσα τὴν εὐρύτερη ἔννοια τῆς σχέσης Θρησκείας – Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας – Κράτους.
Θεμελιώδη ἐξειδίκευση τῆς ἐν λόγω σχέσης ἀποτελοῦν οἱ διατάξεις τῶν παραγράφων 1 καὶ 2 τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ Συντάγματος Ὁ ὅρος «ἐπικρατοῦσα Θρησκεία» ποὺ ἀπαντᾶται σὲ ὅλα τὰ προηγούμενα ἑλληνικὰ συνταγματικὰ κείμενα, ἔχει τὴν ἔννοια ὅτι ἡ μέγιστη πλειονότητα τῶν Ἑλλήνων πρεσβεύει τὴν Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ Θρησκεία.
Στὶς ἀρχὲς Νοεμβρίου 2018 καὶ στὸ πλαίσιο ἀναθεωρήσεως τοῦ Συντάγματος, δόθηκε στὴ δημοσιότητα προσχέδιο συμφωνίας μεταξύ του πρωθυπουργοῦ τῆς Χώρας καὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν γιὰ τὴν, μεταξὺ ἄλλων, ἀναθεώρηση τοῦ ἄρθρου 3 καὶ τὴν διαμόρφωσή του ὡς ἑξῆς : «Ἄρθρο 3. Πὰρ 1. Ἡ ἑλληνικὴ Πολιτεία εἶναι θρησκευτικὰ οὐδέτερη. Ἐπικρατοῦσα θρησκεία στὴν Ἑλλάδα εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ποὺ βρίσκεται ἀναπόσπαστα ἑνωμένη δογματικὰ μὲ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο καὶ κάθε ἄλλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ τηρεῖ ἀπαρασάλευτά τους Κανόνες τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν ΟΙκουμενικών Συνόδων καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ Παράδοση.
Ἡ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι αὐτοκέφαλη καὶ διοικεῖται σύμφωνα μὲ τὰ ὅσα ὁρίζουν ὁ Καταστατικὸς Χάρτης της, ὁ Πατριαρχικὸς Τόμος τοῦ 1850 καὶ ἡ Συνοδικὴ Πράξη τοῦ 1928. Τὸ ἐκκλησιαστικὸ καθεστὼς τῆς Κρήτης καὶ τῶν Δωδεκανήσων δὲν ἀντίκειται στὶς παραπάνω διατάξεις».
Ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω διαφαίνεται ὅτι ἡ ἔνταξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας σὲ περιβάλλον θρησκειακὰ οὐδετέρου κράτους εἶναι τελείως ἀνεδαφικὴ καὶ ἀπαράδεκτη γιὰ λόγους συνταγματικῆς τάξεως καὶ ἀντίθεσης στὰ Δόγματα τῆς Ὀρθοδοξίας, τὰ ἤθη, τὰ ἔθιμα, τὶς πρακτικὲς καὶ τὶς ἱστορικὲς καταβολὲς τῶν Ἑλλήνων. Καὶ αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ ἐννοήσουν καλὰ ὅσοι ἐπιχειροῦν νὰ ἐπιβάλλουν τέτοιο καθεστὼς στὴν Χώρα μας.
Αὐτοὶ ποὺ ἐπιδιώκουν τὸν λεγόμενο χωρισμὸ , οὐσιαστικὰ ἐκεῖνο ποὺ ἐπιζητοῦν εἶναι ἡ Ἐκκλησία νὰ πάψει νὰ εἶναι ἐπικρατοῦσα θρησκεία τῶν Ἑλλήνων , οἱ κληρικοὶ καὶ οἱ ἐργαζόμενοι σ΄ αὐτὴν νὰ μὴν ἔχουν κοινωνικὰ δικαιώματα καὶ οἰκονομικὴ ἀρωγὴ ἀπὸ τὸ κράτος, οἱ Ἕλληνες νὰ μὴν συνεχίσουν τὴν παράδοσή τους μὲ τὴν ὁποία γαλουχήθηκαν γενιὲς καὶ γενιές. Ἐπιδιώκουν ἡ Ἐκκλησία νὰ μεταβληθεῖ σὲ ἕνα κοινὸ σωματεῖο ἰδιωτικοῦ δικαίου, νὰ καταργηθοῦν οἱ Θεολογικὲς σχολὲς στὰ Πανεπιστήμιά μας καὶ ἡ Ἐκκλησιαστικὴ ἐκπαίδευση, νὰ καταργηθεῖ τὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ἡ προσευχὴ καὶ ὁ Ἐκκλησιασμὸς καὶ ὅλα αὐτὰ ποὺ χαρακτηρίζουν καὶ συνδιαμορφώνουν τὴν γνήσια ἐθνική μας ταυτότητα.
Μὲ ἕνα λόγο ἐπιδιώκεται ἡ περιθωριοποίηση τῆς Ἐκκλησίας ἡ ὁποία γιὰ αὐτοὺς ποὺ ἐπιδιώκουν τὸν λεγόμενο χωρισμὸ εἶναι ἄχρηστη μέσα στὴν κοινωνία καὶ συνεπῶς ἕνας χωρισμὸς θὰ ὑποκρύπτει «κρυφὸ διωγμὸ» σὺν τὸ χρόνο ὥστε ἡ Ἐκκλησία νὰ ὁδηγηθεῖ σὲ μαρασμό. Βεβαίως δίπλα σ΄ αὐτὰ ὑλοποιεῖται μεθοδικὰ καὶ ἕνα ἄλλο σχέδιο. Τὸ σχέδιο τῆς δυσφήμησης καὶ τῆς ἀπαξίας προσώπων καὶ θεσμῶν ποὺ συγκροτοῦν τὴν Ἐκκλησία. Ὡστόσο οἱ πόθοι αὐτοὶ ἀγνοοῦν τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ πολίτες εἶναι καὶ θρησκευτικὲς ὀντότητες καὶ εἶναι ἀδύνατο χωριστοῦν στὰ δύο ὥστε τὸ κράτος νὰ πάρει τὸν πολίτη καὶ ἡ θρησκεία τὸν θρησκευόμενο Χριστιανὸ πολίτη.
Αὐτὰ καὶ πολλὰ ἄλλα ποὺ συμβαίνουν τελευταῖα στὴ χώρα μας δὲν συμβαίνουν τυχαία. Ὅλα τελοῦν ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τῶν παγκοσμιοτῶν καὶ τῆς Νέας Τάξης πραγμάτων στὸ πλαίσιο τῆς παγκοσμιοποίησης καὶ τῆς δημιουργίας τοῦ πλανητικοῦ πολίτη. Τοῦ πολίτη καταναλωτῆ , τοῦ πολίτη ἐργαλεῖο τῆς τεχνολογικῆς ἐξέλιξης, τοῦ ἀποχρωματισμένου ἐθνικὰ πολίτη. Ὡστόσο λογαριάζουν χωρὶς τὸν ξενοδόχο. Ὅσο καὶ νὰ προσπαθήσουν , τὰ σχέδιά τους δὲν θὰ περάσουν γιὰ ἕνα καὶ μοναδικὸ λόγο: Ὅτι Ἕλληνας καὶ Ὀρθοδοξία ἀποτελοῦν ταυτόσημα καὶ ἄρρηκτα συνδεδεμένα στοιχεῖα τῆς πολιτιστικῆς ταυτότητάς του!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.