Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2019

ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ: Α΄ Τιμ. 2,1-7



ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ

[Μέρος δεύτερο: υπομνηματισμός των εδαφίων Α΄ Τιμ. 2,2-7]
  «Ἵνα ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι τοῦτο γὰρ καλὸν καὶ ἀπόδεκτον ἐνώπιον τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν (:Και έτσι να ζούμε και εμείς ζωή ήρεμη και ήσυχη, με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα· διότι αυτό, το να προσευχόμαστε δηλαδή για όλους, είναι καλό και ευάρεστο ενώπιον του σωτήρα μας Θεού· διότι Αυτός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και με την πίστη να γνωρίσουν βαθύτερα και πληρέστερα την αλήθεια)» [Α΄Τιμ. 2,2-7].
Εάν ο Παύλος θέλει να διαλύσει τους κοινούς πολέμους και τις μάχες και τις ταραχές, και  γι' αυτό παρακαλεί τον ιερωμένο να προσεύχεται για τους βασιλείς και για τους άρχοντες, πολύ περισσότερο πρέπει αυτό να το κάνουν οι ιδιώτες. Τρία είναι τα φοβερότερα είδη των πολέμων· ένας είναι αυτός ο κοινός, όταν οι στρατιώτες μας πολεμούνται από τους βαρβάρους· δεύτερος, όταν ενώ επικρατεί ειρήνη, εμείς πολεμούμε μεταξύ
μας· τρίτος, όταν καθένας πολεμάει προς τον εαυτό του. Αυτός είναι ο φοβερότερος από όλους. Γιατί εκείνος ο πόλεμος που προέρχεται από τους βαρβάρους δεν μπορεί να μας βλάψει σε τίποτε μεγάλο. Πες μου, γιατί; Έσφαξε και σκότωσε, αλλά δεν έβλαψε σε τίποτε την ψυχή. Αλλά ούτε ο δεύτερος, αν δεν θέλουμε, θα μπορέσει να μας βλάψει σε τίποτε. Και αν άλλοι μας πολεμούν, είναι δυνατό εμείς να είμαστε ειρηνικοί· γιατί άκουε τον προφήτη που λέγει: «ἀντὶ τοῦ ἀγαπᾶν με ἐνδιέβαλλόν με, ἐγὼ δὲ προσηυχόμην (:αντί να με αγαπούν, με συκοφαντούσαν, εγώ όμως προσευχόμουν γι΄αυτούς)» [Ψαλμ. 108,4]· και πάλι: «μετὰ τῶν μισούντων τὴν εἰρήνην ἤμην εἰρηνικός· ὅταν ἐλάλουν αὐτοῖς, ἐπολέμουν με δωρεάν (:με τους ανθρώπους που μισούσαν την ειρήνη, εγώ ήμουν ειρηνικός· όταν συνομιλούσα με αυτούς, εκείνοι με πολεμούσαν χωρίς λόγο και αφορμή)» [Ψαλμ.119,7]· και πάλι: «καὶ λόγοις μίσους ἐκύκλωσάν με καὶ ἐπολέμησάν με δωρεάν (:με περικύκλωσαν με λόγια μίσους και με πολέμησαν χωρίς καμιάν αιτία και αφορμή)» [Ψαλμ. 108,3].
Τον τρίτο όμως πόλεμο, τον πόλεμο με τον εαυτό μας, δεν είναι δυνατό να τον διαφύγουμε ακίνδυνα· γιατί όταν το σώμα μας επαναστατεί προς την ψυχή και ξεσηκώνει επιθυμίες φοβερές και οπλίζει τις ηδονές των σωμάτων, της οργής, του  φθόνου, δεν είναι δυνατό, αν δεν λυθεί αυτός ο πόλεμος, να επιτύχουμε τα υπεσχημένα αγαθά, αλλά είναι ανάγκη εκείνος που δεν καταστέλλει αυτήν την ταραχή, να πέσει και να δεχτεί τραύματα, που γεννούν τον θάνατο της γέενας.
Πρέπει λοιπόν εμείς κάθε μέρα να μεριμνούμε και να φροντίζουμε πολύ, ώστε ούτε να ξεσηκώνεται μέσα μας αυτός ο πόλεμος, ούτε να παραμένει, όταν ξεσηκωθεί, αλλά να καταστέλλεται και να κοιμίζεται. Γιατί ποιο θα ήταν το όφελος, όταν η οικουμένη απολαμβάνει βαθιά ειρήνη, εσύ όμως πολεμάς με τον εαυτό σου; Αυτήν την ειρήνη πρέπει να έχουμε, την ειρήνη με τον εαυτό μας· αν έχουμε αυτήν, τίποτε από τα έξω δεν θα μπορέσει να μας βλάψει. Συντελεί προς αυτήν βέβαια όχι λίγο και η κοινή ειρήνη, η ειρήνη με όλους τους ανθρώπους·  γι' αυτό λέγει εδώ ο Παύλος: «ἵνα ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον διάγωμεν (:για να ζούμε ήρεμο και ήσυχο βίο)». Αν όμως κάποιος, ενώ είναι ησυχία, ταράσσεται, είναι πάρα πολύ άθλιος. Βλέπεις ότι αυτήν την ειρήνη εννοεί, την οποία εγώ ονομάζω τρίτη;
Γι' αυτό αφού είπε «για να ζούμε ήρεμη και ήσυχη ζωή», δεν σταμάτησε μέχρι εδώ, αλλά πρόσθεσε: «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι (:με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα)». Δεν είναι δυνατό να ζει κανείς με ευσέβεια και σεμνότητα, αν δεν κατορθώσει εκείνη την ειρήνη. Γιατί όταν λογισμοί αναζητήσεως ταράσσουν την πίστη μας, ποια ειρήνη υπάρχει; Όταν πνεύματα ασέλγειας, ποια ειρήνη; Για να μη νομίσεις λοιπόν ότι απλώς αυτήν τη ζωή εννοεί, που όλοι οι άνθρωποι ζουν, αφού είπε «για να ζούμε ήρεμη και ήσυχη ζωή», προσθέτει «με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα»· επειδή είναι δυνατόν ήρεμη και ήσυχη ζωή να περνούν και οι ειδωλολάτρες, και ακόμη μπορείς να βρεις να ζουν τον βίο αυτό και ακόλαστοι και σπάταλοι και φιλήδονοι.
Για να μάθεις λοιπόν ότι δεν εννοεί αυτό, προσθέτει το «με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα»· γιατί εκείνη η ζωή έχει επιβουλές και μάχες, αφού η ψυχή κάθε μέρα πληγώνεται από τους θορύβους που γεννιούνται στους λογισμούς. Το ότι θέλει να δηλώσει αυτή τη ζωή, είναι φανερό από την προσθήκη, αλλά είναι φανερό και από το ότι δεν είπε απλώς «με ευσέβεια», αλλά πρόσθεσε και το «κάθε»· γιατί λέγοντας αυτό φάνηκε ότι απαιτεί όχι μόνο την πολιτεία εκείνη που προέρχεται από τα δόγματα, αλλά και εκείνη που ασφαλίζεται από τον βίο· γιατί πρέπει να αναζητούμε την ευσέβεια και στα δύο· γιατί ποιο το όφελος να είμαστε ευσεβείς στην πίστη, στη ζωή όμως ασεβείς;
Ότι είναι δυνατό να ασεβείς στη ζωή, άκουε πάλι αυτόν τον μακάριο Παύλο που λέγει αλλού: «Θεὸν ὁμολογοῦσιν εἰδέναι, τοῖς δὲ ἔργοις ἀρνοῦνται, βδελυκτοὶ ὄντες καὶ ἀπειθεῖς καὶ πρὸς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἀδόκιμοι (:ομολογούν ότι γνωρίζουν τον Θεό, με τα έργα τους όμως Τον αρνούνται. Είναι σιχαμεροί και απείθαρχοι, άχρηστοι και ανίκανοι για κάθε καλό έργο)» [Τίτ.1,16]· και πάλι: «εἰ δέ τις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καὶ ἔστιν ἀπίστου χείρων (:κι αν κανείς από τους απογόνους αυτούς δεν προνοεί για τους δικούς του, και μάλιστα για τους στενούς συγγενείς και τους ανθρώπους του σπιτιού του, αυτός έχει αρνηθεί την πίστη του Χριστού και είναι χειρότερος ακόμη κι απ’ αυτόν τον άπιστο, ο οποίος συνήθως δεν στερείται τη φυσική στοργή)» [Α΄Τιμ.5,8]· και πάλι: «νῦν δὲ ἔγραψα ὑμῖν μὴ συναμίγνυσθαι ἐάν τις ἀδελφὸς ὀνομαζόμενος ᾖ πόρνος ἢ πλεονέκτης ἢ εἰδωλολάτρης ἢ λοίδορος ἢ μέθυσος ἢ ἅρπαξ, τῷ τοιούτῳ μηδὲ συνεσθίειν (:τώρα όμως σας έγραψα να μην συναναστρέφεστε με κάποιον που, ενώ φέρει το όνομα μόνο του αδελφού, στην πραγματικότητα όμως είναι πόρνος ή πλεονέκτης ή ειδωλολάτρης ή υβριστής ή κακόγλωσσος, ή μέθυσος ή άρπαγας. Με τέτοιον χριστιανό δεν πρέπει ούτε να τρώτε μαζί του)» [Α΄Κορ.5,11]· και πάλι: «ὁ λέγων ἐν τῷ φωτὶ εἶναι, καὶ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ μισῶν, ἐν τῇ σκοτίᾳ ἐστὶν ἕως ἄρτι (:Εκείνος που λέει ότι ζει μέσα στο πνευματικό φως, συγχρόνως όμως μισεί τον αδελφό του Χριστιανό, αυτός ακόμη και τώρα που το αληθινό φως φωτίζει, βρίσκεται μέσα στο πνευματικό  και ηθικό σκοτάδι)  [Α΄Ιω.2,9].
Βλέπεις πόσοι είναι οι τρόποι της ασέβειας;  Γι' αυτό λέγει «με κάθε ευσέβεια και σεμνότητα»· γιατί άσεμνος δεν είναι μόνο ο πόρνος, αλλά και ο πλεονέκτης θα μπορούσε να ονομαστεί άσεμνος και ακόλαστος· γιατί και αυτό είναι επιθυμία όχι χειρότερη από αυτή των σωμάτων· αυτός λοιπόν που δεν αναχαιτίζει τα πάθη του λέγεται ακόλαστος· ακριβώς επειδή δεν αναχαιτίζουν την επιθυμία λέγονται ακόλαστοι. Ώστε λοιπόν θα μπορούσα εγώ να ονομάσω ακόλαστο και τον οργίλο και τον φθονερό και τον φιλάργυρο και τον ύπουλο, και ο καθένας που βρίσκεται στην αμαρτία είναι ακόλαστος και άσεμνος και ασελγής· γιατί λέγει «τοῦτο γὰρ καλὸν καὶ ἀπόδεκτον ἐνώπιον τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ (:διότι αυτό, το να προσευχόμαστε δηλαδή για όλους, είναι καλό και ευάρεστο ενώπιον του σωτήρα μας Θεού)» [Α΄Τιμ.2,3]. Ποιο αυτό; Το να προσευχόμαστε για όλους· αυτό δέχεται ο Θεός, αυτό επιθυμεί. Γιατί λέγει: «ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν (:διότι Αυτός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και με την πίστη να γνωρίσουν βαθύτερα και πληρέστερα την αλήθεια)» [Α΄Τιμ.2,4].
Να μιμείσαι τον Θεό. Αν θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, είναι εύλογο ότι πρέπει να προσευχόμαστε για όλους· εάν Αυτός θέλησε να σωθούν όλοι, θέλει να σωθείς και εσύ· αν θέλεις να σωθείς, να προσεύχεσαι· γιατί η προσευχή είναι γι΄αυτούς τους ανθρώπους. Βλέπεις πώς έπεισε την ψυχή από παντού, ώστε να προσεύχεται και για τους ειδωλολάτρες; Και δείχνοντας πόσο είναι το κέρδος που γεννιέται από αυτό, λέγει «για να ζούμε ήρεμη και ήσυχη ζωή» και το μεγαλύτερο από αυτό, ότι αυτό αρέσει και στον Θεό, και ότι γινόμαστε όμοιοι με Αυτόν ως προς αυτό, ως προς το να θέλουμε τα ίδια με Αυτόν. Αυτά είναι ικανά να εξημερώσουν και θηρία. Μη φοβηθείς λοιπόν να προσεύχεσαι για τους ειδωλολάτρες· και Αυτός το θέλει αυτό· φοβήσου μόνο την κατάρα· γιατί αυτό δεν το θέλει. Αν λοιπόν πρέπει να προσεύχεσαι για τους ειδωλολάτρες, είναι ολοφάνερο ότι πρέπει και για τους αιρετικούς· γιατί πρέπει να προσευχόμαστε για όλους τους ανθρώπους, και όχι να τους διώκουμε.
Αυτό είναι καλό και από άλλη σκοπιά· από το ότι γινόμαστε κοινωνοί της ίδιας φύσεως, ενώ ο Θεός επαινεί και δέχεται την αγάπη, τη φιλοστοργία μεταξύ μας. «Αν λοιπόν», λέγει ίσως κάποιος, «ο ίδιος ο Κύριος θέλει να δώσει, τι χρειάζονται οι προσευχές μας;». Αυτό βοηθά πολύ εκείνους και εσένα, έλκοντας εκείνους στην αγάπη και μην αφήνοντας εσένα να γίνεις θηρίο· αυτά είναι ικανά να προσελκύσουν στην πίστη· γιατί πολλοί άνθρωποι εξαιτίας της μεταξύ τους φιλονικίας απομακρύνθηκαν από τον Θεό.
Αυτό τώρα το ονομάζει σωτηρία του Θεού, λέγοντας «ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν (:διότι Αυτός θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και με την πίστη να γνωρίσουν βαθύτερα και πληρέστερα την αλήθεια)», επειδή και αυτή είναι η πραγματική σωτηρία· γιατί χωρίς αυτήν η άλλη δεν είναι τίποτε το μεγάλο, αλλά μόνο όνομα σωτηρίας και προσηγορία. «Και να γνωρίσουν», λέγει, «την αλήθεια». Την αλήθεια· ποια; Την πίστη σε Αυτόν. Και πριν απ’ αυτό βέβαια είπε: «Καθὼς παρεκάλεσά σε προσμεῖναι ἐν ᾿Εφέσῳ, πορευόμενος εἰς Μακεδονίαν, ἵνα παραγγείλῃς τισὶ μὴ ἑτεροδιδασκαλεῖν (:Όπως σε παρακάλεσα να παραμείνεις στην Έφεσο, όταν πήγαινα στη Μακεδονία, το ίδιο σε παρακαλώ και τώρα. Σε παρακάλεσα τότε να παραμείνεις στην Έφεσο, για να παραγγείλεις σε μερικούς να μη διδάσκουν αιρετικές διδασκαλίες, διαφορετικές από τη διδασκαλία του Ευαγγελίου)», όμως για να μην τους βλέπει κανείς αυτούς σαν εχθρούς και ούτε να δημιουργεί διαμάχες από αυτό, λέγει: «όλοι οι άνθρωποι θέλει να σωθούν και να γνωρίσουν την αλήθεια».
Έπειτα, αφού είπε αυτό, πρόσθεσε: «εἷς γὰρ Θεός, εἷς καὶ μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστὸς ᾿Ιησοῦς (:και θέλει τη σωτηρία όλων, διότι ένας και μόνος είναι ο Θεός, Θεός όλων των ανθρώπων και όχι μόνο κάποιου ορισμένου έθνους. Ένας είναι και ο μεσίτης μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων, ο Ιησούς Χριστός, που έγινε άνθρωπος)» [Α΄Τιμ. 2,5]. Είπε «για να γνωρίσουν την αλήθεια», για να δείξει ότι η οικουμένη δεν βρίσκεται στην αλήθεια. Είπε πάλι: «γιατί ένας είναι ο Θεός», για να δείξει ότι δεν είναι πολλοί, όπως νομίζουν μερικοί.
Είπε ότι έχει στείλει και μεσίτη και Υιό, για να δείξει ότι θέλει όλοι να σωθούν. Τι λοιπόν; Ο Υιός δεν είναι Θεός; Και πάρα πολύ είναι. Πώς λοιπόν λέγει: «ένας»; Προς αντιδιαστολή από τα είδωλα, όχι προς τον Υιό, καθόσον ο λόγος Του ήταν για αλήθεια και πλάνη. Ο μεσίτης οφείλει να βρίσκεται σε σχέση και με τους δύο, στους οποίους είναι μεσίτης· γιατί το έργο του μεσίτη είναι αυτό, το να έχει σχέση και κοινωνία  και με τους δύο, των οποίων είναι μεσίτης· εάν όμως κοινωνεί με τον ένα, αλλά αποχωρίζεται από τον άλλο, δεν είναι μεσίτης. Εάν λοιπόν δεν μετέχει της φύσεως του Πατρός, δεν είναι μεσίτης, αλλά αποσχίστηκε από Αυτόν. Όπως ακριβώς λοιπόν μετέχει της φύσεως των ανθρώπων, επειδή ερχόταν προς ανθρώπους, έτσι μετέχει και της φύσεως του Θεού, επειδή ερχόταν από τον Θεό.
Επειδή δηλαδή γεννήθηκε ανάμεσα σε δύο φύσεις, πρέπει Αυτός να βρίσκεται πλησίον των δύο φύσεων· γιατί όπως ακριβώς το μέσον ενός τόπου είναι πλησίον και των δύο τόπων που τους χωρίζει, έτσι και το μέσον των δύο φύσεων οφείλει να είναι πλησίον των δύο φύσεων. Όπως ακριβώς λοιπόν έγινε άνθρωπος, έτσι ήταν και Θεός. Άνθρωπος δεν θα μπορούσε να γίνει μεσίτης· γιατί έπρεπε να συνομιλεί και με τον Θεό· Θεός δεν θα μπορούσε να γίνει μεσίτης· γιατί δεν θα τον δέχονταν εκείνοι για τους οποίους μεσίτευε. Όπως ακριβώς  εκεί λέγει «ἀλλ᾿ ἡμῖν εἷς Θεὸς ὁ πατήρ, ἐξ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς εἰς αὐτόν, καὶ εἷς Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, δι᾿ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς δι᾿ αὐτοῦ (:για μας όμως υπάρχει ένας Θεός, ο Πατήρ, από τον οποίο έγιναν τα πάντα, και γι’ Αυτόν οφείλουμε να ζούμε και σε Αυτόν οφείλουμε να αποβλέπουμε και εμείς ως τελικό σκοπό της ζωής μας· και ένας Κύριος υπάρχει ο Ιησούς Χριστός, διαμέσου του οποίου δημιουργήθηκαν τα πάντα, και εμείς διαμέσου Αυτού γεννηθήκαμε)» [Α΄Κορ. 8,6], έτσι και εδώ, «ένας» και «ένας». Βλέπεις πως η Γραφή χρησιμοποιεί τον λόγο με πολλή ακρίβεια; Γιατί το «ένας» και «ένας» είναι δύο, αλλά δεν θα το πούμε αυτό, αν και ο λογισμός το υποβάλλει. Εδώ δεν λες «ένας και ένας, δύο»· λες αυτό που ούτε ο λογισμός υποβάλλει, εάν δηλαδή γέννησε, έπαθε.
Λέγει λοιπόν: «εἷς γὰρ Θεός, εἷς καὶ μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστὸς ᾿Ιησοῦς ὁ δοὺς ἑαυτὸν ἀντίλυτρον ὑπὲρ πάντων, τὸ μαρτύριον καιροῖς ἰδίοις (:και θέλει τη σωτηρία όλων, διότι ένας και μόνος είναι ο Θεός, Θεός όλων των ανθρώπων και όχι μόνο κάποιου ορισμένου έθνους. Ένας είναι και ο μεσίτης μεταξύ του Θεού και των ανθρώπων, ο Ιησούς Χριστός, που έγινε άνθρωπος και έδωσε τον εαυτό Του λύτρο για να εξαγοράσει όλους τους ανθρώπους. Για το γεγονός αυτό της εξαγοράς μας δίνουμε εμείς οι απόστολοι τη μαρτυρία μας, αλλά προπαντός ο ίδιος ο Κύριος, ο οποίος και την επισφράγισε με τον θάνατό Του στον καιρό που καθόρισε ο Ίδιος)» [Α΄Τιμ.2,6].
Τι λοιπόν; Πες μου, και για τους Έλληνες το έδωσε; Ναι. Και ο Χριστός βέβαια και πέθανε για τους ειδωλολάτρες, και εσύ δεν ανέχεσαι να προσευχηθείς; «Πώς λοιπόν», λέγει, «δεν πίστεψαν;». Γιατί δεν θέλησαν· εκείνο που εξαρτιόταν από Αυτόν έγινε. «Μαρτύριο» λέγει το πάθος· γιατί, λέγει, ήθελε να μαρτυρήσει για την αλήθεια του Πατέρα και σφάχθηκε. Ώστε δεν μαρτυρεί μόνο ο Πατέρας γι’ Αυτόν, αλλά και Αυτός για τον Πατέρα· γιατί λέγει: «ἐγὼ ἐλήλυθα ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ πατρός μου (:εγώ ήλθα εξ ονόματος του Πατρός μου ως αντιπρόσωπός Του, για να φανερώσω το όνομά Του και το θέλημά Του)» [Ιω. 5,43]· και πάλι: «Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε· ὁ μονογενὴς υἱὸς ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ πατρός, ἐκεῖνος ἐξηγήσατο (:και ήταν φυσικό από τον Χριστό να λάβουμε την τέλεια αποκάλυψη της αλήθειας· διότι τον Θεό δεν Τον έχει δει κανείς ποτέ. Ο Υιός, που μόνο Αυτός γεννήθηκε από την ουσία του Πατρός και είναι μέσα στους κόλπους Του αχώριστος πάντοτε από Αυτόν, Εκείνος μας εξήγησε και μας γνώρισε τον Θεό)» [Ιω.1,18]· και πάλι: «αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν (:αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν οι άνθρωποι συνεχώς όλο και περισσότερο Εσένα, τον μόνο αληθινό Θεό, και τον Ιησού Χριστό, τον οποίο απέστειλες στον κόσμο, έχοντας ζωντανή επικοινωνία με σένα και απολαμβάνοντας τις άπειρες τελειότητές Σου)» [Ιω.17,3]· και πάλι: «Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν (:ο Θεός είναι πνεύμα, γι’ αυτό και δεν περιορίζεται σε τόπους. Κι εκείνοι που Τον λατρεύουν πρέπει να Τον προσκυνούν με τις εσωτερικές τους πνευματικές δυνάμεις, με αφοσίωση της καρδιάς και του νου, αλλά και με αληθινή επίγνωση του Θεού και της λατρείας που του αρμόζει)» [Ιω. 4,24].
Μέχρι θανάτου λοιπόν μαρτύρησε. Το «καιροῖς ἰδίοις (:στον καιρό που καθόρισε ο Ίδιος)» λοιπόν αυτό σημαίνει στους κατάλληλους. «Εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος, ἀλήθειαν λέγω ἐν Χριστῷ, οὐ ψεύδομαι, διδάσκαλος ἐθνῶν ἐν πίστει καὶ ἀληθείᾳ (:Για τη μαρτυρία αυτή ο Θεός με ανέδειξε και με έταξε κήρυκα και απόστολο. Λέω αλήθεια, όπως μου το επιβάλλει η κοινωνία μου με τον Χριστό. Δεν ψεύδομαι. Με έταξε ο Θεός να είμαι διδάσκαλος των εθνικών στην πίστη και την αλήθεια)» [Α΄Τιμ. 2,7].   «Αφού λοιπόν ο Χριστός έπαθε για τα έθνη, και εγώ ορίστηκα δάσκαλος των εθνών, για ποιο λόγο εσύ δεν προσεύχεσαι γι΄αυτούς;» Πολύ σωστά εδώ για να δείξει την αξιοπιστία του, λέγει: «για το οποίο τοποθετήθηκα εγώ κήρυκας», δηλαδή «ορίστηκα»· γιατί οι απόστολοι ήταν πάρα πολύ επιφυλακτικοί γι’ αυτό.
Έπειτα πρόσθεσε: «διδάσκαλος των εθνικών στην πίστη και την αλήθεια». «Με πίστη» πάλι· αλλά μη νομίσεις, επειδή άκουσες «με πίστη», ότι το πράγμα είναι απάτη· γιατί λέγει «με αλήθεια»· εάν είναι αλήθεια, δεν είναι ψεύδος. Βλέπεις πόσο η χάρη επεκτάθηκε; Γιατί στους Ιουδαίους οι προσευχές δεν γίνονταν για τέτοια, ενώ τώρα η χάρη επεκτάθηκε.  Γι' αυτό είπε ότι ορίστηκε και δάσκαλος των εθνών, υπονοώντας τη χάρη που χύθηκε σε όλη την οικουμένη. «Αυτός» λέγει, «που έδωσε τον εαυτό Του αντίλυτρο». Πώς λοιπόν παραδόθηκε από τον Πατέρα; Άρα λοιπόν αυτό ήταν έργο της αγαθότητας Αυτού. Τι σημαίνει «ἀντίλυτρον»; Επρόκειτο να τιμωρηθούν· αυτό δεν το έκανε. Επρόκειτο να χαθούν· αλλά αντί για εκείνους έδωσε τον Υιό Του και έστειλε εμάς κήρυκες, ώστε να κηρύττουμε τον σταυρό.
Είναι αρκετά αυτά να προσελκύσουν όλους και να δείξουν την αγάπη του Χριστού· γιατί πραγματικά είναι μεγάλα και ανεκδιήγητα αυτά που επέδειξε ο Θεός σε μας. Θυσίασε τον εαυτό Του για τους εχθρούς, γι΄αυτούς που Τον μισούν, γι΄αυτούς που Τον αποστρέφονται. Πράγμα που δεν το έκανε κανείς, ούτε για τους φίλους του, ούτε για τα παιδιά του, ούτε για τους αδελφούς του, το έκανε ο Κύριος για τους δούλους Του. Κύριος όχι τέτοιος, όμοιος με τους δούλους, αλλά Θεός για τους ανθρώπους, και για ανθρώπους που δεν ευδοκιμούσαν· γιατί αν ευδοκιμούσαν, αν ήταν ευάρεστοι, δεν θα ήταν τόσο θαυμαστό· τώρα όμως αυτό είναι που εκπλήττει κάθε διάνοια, το ότι πέθανε για τέτοιους αχάριστους και αγνώμονες. Αυτό που δεν γίνεται από ανθρώπους προς τους ομοφύλους τους, αυτό έγινε από τον Θεό σε μας, και ενώ απολαύσαμε τόση αγάπη, δείχνουμε άρνηση ακόμα και δεν αγαπούμε τον Χριστό.
Αυτός θυσίασε τον εαυτό Του για μας, εμείς όμως Τον παραβλέπουμε τη στιγμή που δεν έχει ούτε και την αναγκαία τροφή; Και ενώ είναι άρρωστος και ενώ είναι γυμνός, δεν Τον επισκεπτόμαστε. Πόσης οργής είναι άξια αυτά, πόσης τιμωρίας, πόσης γέενας; Αν όχι τίποτε άλλο, αυτό λοιπόν μόνο, το ότι καταδέχτηκε να οικειοποιηθεί τα ανθρώπινα παθήματα και να λέγει «πεινώ και διψώ», δεν ήταν αρκετό να μας προτρέψει όλους; Αλλά πω πω μέγεθος της τυραννικής εξουσίας των χρημάτων, ή καλύτερα της μοχθηρίας αυτών που με τη θέλησή τους είναι δούλοι των χρημάτων· δεν έχουν εκείνα μεγάλη δύναμη, αλλά εμείς είμαστε υπερβολικά έκλυτοι και υποδουλωμένοι σε αυτά, εμείς ταπεινοί και γαιώδεις, εμείς σαρκικοί, εμείς ανόητοι· γιατί δεν είναι μεγάλη η δύναμη εκείνων. Πες μου, τι μπορούν εκείνα; Είναι κουφά και αναίσθητα. Εάν ο διάβολος δεν είναι τίποτε, ο μιαρός δαίμονας, αυτός  που είναι τόσο πονηρός και που κάνει άνω κάτω τα πάντα, ποια δύναμη έχουν τα χρήματα;
Αν δεις άργυρο, θεώρησέ τον κασσίτερο. Αλλά δεν μπορείς; Λοιπόν, αυτό που είναι αληθές, αυτό θεώρησέ τον, ότι είναι χώμα· γιατί είναι χώμα. Αλλά δεν δέχεσαι ούτε αυτή τη σκέψη; Σκέψου ότι χανόμαστε και εμείς, ότι πολλοί δεν απόλαυσαν σχεδόν τίποτε από αυτά που απέκτησαν, ότι άπειροι που κόμπασαν γι΄ αυτόν, έγιναν στάχτη και σκόνη, ότι και τώρα τιμωρούνται με τη χειρότερη τιμωρία, ότι είναι φτωχότεροι από εκείνους που έτρωγαν σε σκεύη οστράκινα και γυάλινα, και πολλές φορές είναι φτωχότεροι εκείνοι που κοιμούνταν σε κρεβάτια από ελεφαντοστό, από αυτούς που κοιμούνταν στην κοπριά. Αλλά ευχαριστεί τα μάτια; Κι όμως υπάρχουν πολλά άλλα που μπορούν να ευχαριστούν περισσότερο. Πραγματικά τα άνθη, ο αέρας, όταν είναι καθαρός, και ο ουρανός και ο ήλιος πολύ περισσότερο ευχαριστεί. Ενώ αυτός έχει και πολλή σκουριά, και  γι' αυτό πολλοί είπαν ότι αυτός είναι μαύρος, και γίνεται αυτό φανερό από τα εκμαγεία που είναι σκούρα, ενώ στον ήλιο τίποτε δεν είναι μαύρο, όπως και στον ουρανό και στα άστρα. Πολλή είναι η απόλαυση σε αυτά τα άνθη παρά σε εκείνο το χρώμα. Δεν είναι λοιπόν το άνθος που ευχαριστεί, αλλά η πλεονεξία, η αδικία· αυτό ευχαριστεί τις ψυχές, όχι ο άργυρος.
Βγάλε αυτήν από την ψυχή και θα δεις αυτό που φαίνεται ότι είναι πολύτιμο, ότι είναι ευτελέστερο από τον πηλό. Βγάλε το πάθος· γιατί και αυτοί που πάσχουν από πυρετό, αν δουν ακόμη και βόρβορο, τον επιποθούν σαν να είναι πηγές, ενώ οι πραγματικά υγιείς πολλές φορές ούτε νερό δεν επιθυμούν. Απομάκρυνε την αρρώστια και θα δεις τα πράγματα όπως είναι. Και για να μάθεις ότι δεν ψεύδομαι, έχω πολλούς να σου δείξω που το έκαναν αυτό. Σβήσε τη φωτιά, και θα δεις ότι αυτά είναι ευτελέστερα από τα άνθη.
Είναι καλό το χρυσάφι; Αλλά είναι καλό για ελεημοσύνη, καλό για τη βοήθεια φτωχών, όχι για ανόητη χρήση, για να αποθηκεύεται, για να παραχώνεται στη γη, για να περιτίθεται στα χέρια, στα πόδια και στα κεφάλια.  Γι' αυτό εφευρέθηκε, όχι για να δεσμεύουμε με αυτό την εικόνα του Θεού, αλλά για να λύνουμε τους δεσμευμένους·  γι' αυτό χρησιμοποίησε  τον χρυσό· λύσε τον δεμένο, μη δέσεις τη λυμένη. Πες μου, για ποιο λόγο προτιμάς απ΄όλα το πιο μηδαμινό; Μήπως δηλαδή επειδή είναι χρυσός, δεν δημιουργεί δεσμά; Μήπως η ύλη δημιουργεί τα δεσμά; Είτε λοιπόν είναι χρυσός, είτε σίδηρος, το ίδιο είναι, αν και αυτό είναι βαρύτερο από εκείνο. Αλλά ποιο είναι εκείνο που κάνει ελαφρότερο το πράγμα; Η κενοδοξία και το ότι την βλέπουν όλοι ότι είναι δεμένη στο χρυσό, πράγμα που για το οποίο έπρεπε πολύ περισσότερο να ντρέπονται. Και για να καταλάβεις ότι αυτό είναι αλήθεια, δέσε την με τον χρυσό και άφησέ την στην ερημιά, όπου δεν υπάρχει κανείς να τη βλέπει, και τότε θεωρεί βαρύ τον δεσμό και μισητό.
     Ας φοβηθούμε, αγαπητοί, μήπως ακούσουμε εκείνα τα φοβερά λόγια: «δήσαντες αὐτοῦ πόδας καὶ χεῖρας ἄρατε αὐτὸν καὶ ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων (:δέστε τα χέρια και τα πόδια του και πάρτε τον και ρίξτε τον έξω, στο πιο βαθύ σκοτάδι, που είναι μακριά από τη βασιλεία του Θεού. Εκεί οι άνθρωποι  θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους)» [Ματθ. 22,13]. Γιατί λοιπόν, γυναίκα, κάνεις αυτό στον εαυτό σου; Κανένας δεσμώτης δεν δένει χέρια και πόδια. Γιατί περιβάλλεις και τον λαιμό με μύρια δεσμά; Αφήνω βέβαια κατά μέρος τη φροντίδα που δημιουργούν αυτά, τον φόβο, την αγωνία, τη διαμάχη με τον άνδρα γι' αυτά , αν κάποτε τα χρειαστεί, τον θάνατο που υπομένουν, αν κάποτε κάτι από αυτά χαθεί. Πες μου λοιπόν είναι ηδονή; Για να ευχαριστούνται τα μάτια άλλου, υποβάλλεις τον εαυτό σου σε δεσμά και φροντίδες και κινδύνους και αηδίες και διαμάχες καθημερινές; Άραγε δεν είναι αυτό άξιο κάθε κατηγορίας και καταδίκης;
Ας μην κάνουμε αυτά, παρακαλώ, αλλά ας λύνουμε κάθε σύνδεσμο αδικίας, ας προσφέρουμε ψωμί στον πεινασμένο, ας κάνουμε όλα τα άλλα, που μπορούν να μας δημιουργήσουν παρρησία προς τον Θεό, για να επιτύχουμε τα αγαθά που μας έχει υποσχεθεί, με τη χάρη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως και στο άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

       ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
        επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.