Αυτό που διαφαινόταν πως είναι ζήτημα χρόνου να συμβεί, συνέβη και πλέον η Παγκόσμια Ορθοδοξία, σε μια από τις πιο δύσκολες περιόδους για τους Χριστιανούς παγκοσμίως, επέλεξε να εμφανιστεί κομματιασμένη στα δύο. Η Οικουμενική Ορθοδοξία επειδή έτσι το αποφάσισαν οι διοικούντες της έγινε έρμαιο και πιόνι σε γεωπολιτικά παιχνίδια.

   Από την στιγμή που η Αθήνα αυθαίρετα και επιπόλαια επέλεξε αντί για την ενότητα τον διχασμό τασσόμενη στο πλευρό του Φαναρίου -και βέβαια όσων πολιτικοδιπλωματικών κύκλων το στηρίζουν- αναφορικά με το ουκρανικό εκκλησιαστικό ζήτημα η ιστορία ήταν προδιαγεγραμμένη. 
    Η Μόσχα χθες έκανε πράξη αυτό που είχε προειδοποιήσει και ο Πατριάρχης Κύριλλος, όπως το ΠΕΝΤΑΠΟΣΤΑΓΜΑ πρώτο είχε αναφέρει, διέκοψε την μνημόνευση του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου.
   Στον απόηχο αυτής της θλιβερής εξέλιξης αλλά και των υπολοίπων μέτρων που το Πατριαρχείο Μόσχας ετοιμάζεται να λάβει κατά ελληνικών Μητροπόλεων, όπως το ΠΕΝΤΑΠΟΣΤΑΓΜΑ πρώτο είχε αποκαλύψει και επιβεβαιώθηκε, συνεδριάζει σήμερα η ΔΙΣ της Εκκλησίας της Ελλάδος.
   Αναλυτικότερα, χθες 3 Νοεμβρίου ο Πατριάρχης Μόσχας και πασών των Ρωσιών κατά τη διάρκεια κυριακάτικης Θείας Λειτουργίας στον Καθεδρικό Ναό του Χριστού Σωτήρος στη Μόσχα δεν μνημόνευσε τον προκαθήμενο της Εκκλησίας της Ελλάδος πράγμα που σημαίνει ότι έχει σταματήσει την ευχαριστιακή κοινωνία μαζί του. 
    Το όνομα του σημερινού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος έχει αφαιρεθεί από τα δίπτυχα της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. 
    Το όνομά του δεν ακούστηκε ούτε όταν κατά τη διάρκεια της λειτουργίας η χορωδία ψέλνει «εις πολλά έτη» για όλους τους προκαθημένους. 
    Το πρώτο σκέλος της τελευταίας απόφασης της Ρωσικής Συνόδου είναι γεγονός. Το δεύτερο μένει να το δούμε καθώς την ίδια στιγμή, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως στην απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία θα διατηρήσει κοινωνία με όλους τους επισκόπους της Ελληνικής Εκκλησίας, που δεν αναγνωρίσουν την νέα ουκρανική εκκλησία. 
    Η κυριακάτικη λειτουργία στον Καθεδρικό Ναό του Χριστού Σωτήρος πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή του επικεφαλής της Αρχιεπισκοπής των Δυτικοευρωπαϊκών ενοριών της ρωσικής παράδοσης του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη και κληρικών της δομής αυτής, που εντάχθηκαν πρόσφατα στο Πατριαρχείο Μόσχας. Κατά τη διάρκεια της λειτουργίας, ο Πατριάρχης Κύριλλος παρέδωσε στον Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη το Πατριαρχικό και Συνοδικό Πιστοποιητικό για την αποκατάσταση της ενότητας της Αρχιεπισκοπής με τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία «από εδώ και πέρα ​​παραμένει αναπόσπαστο μέρος του Πατριαρχείου Μόσχας». 
   Σύμφωνα με τον πατριάρχη, σε μια εποχή που η κοινωνία μεταξύ των τοπικών Ορθοδόξων εκκλησιών έχει διακοπεί λόγω βαριάς παραβίασης των κανόνων, η κανονική συνείδηση ​​της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι φωτισμένη. 
    Όπως σημείωσε ο Πρώτος Ιεράρχης της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, σε όλα αυτά είναι ορατό το «χέρι του Θεού». «Αναμφισβήτητα, ο Κύριος είναι μαζί μας σε αυτή τη δύσκολη εποχή, όταν όχι μόνο πρέπει να θρηνήσουμε για τις νεοεμφανιζόμενες διαιρέσεις, αλλά, χαιρόμενοι για την επανένωση, να αναγνωρίσουμε ότι το μονοπάτι μας, το ιστορικό μονοπάτι της Εκκλησίας, που βρίσκεται στα χέρια του Θεού», είπε ο πατριάρχης. 
      Απευθυνόμενος στους συμμετέχοντες της υπηρεσίας στο τέλος του, ο επικεφαλής της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας εξέφρασε την ελπίδα ότι αργά ή γρήγορα θα υπάρξει ενότητα σε ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο. 

    Από την άλλη πλευρά ο Οικουμενικός Πατριάρχης τράβηξε από την δική του πλευρά το σχοινί υποστηρίζοντας πως ματαιοπονούν όσοι επιχειρούν να αμφισβητήσουν προνόμια και δικαιώματα της Πρωτόθρονης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. 
     Με αφορμή τις χειροτονίες του νέου Επισκόπου Τράλλεων και του Μ. Εκκλησιάρχου και αναφερόμενος στα προνόμια του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο Πατριάρχης σημείωσε: 
    “Βεβαίως δι’ ημάς αι προνομίαι και τα δίκαια ταύτα δεν μεταφράζονται εις εξουσιαστικάς ή ηγεμονικάς τάσεις, ως μέμφονταί τινες ημάς, άγευστοι όντες του ήθους και του εν ταπεινώσει μεγαλείου της Εκκλησίας των του Χριστού πενήτων, καίτοι από αυτήν έλαβον το φως του Χριστού, αλλά νοηματοδοτούνται και υλοποιούνται ως πρωτείον διακονίας, προσφοράς και κενώσεως, ως μαρτυρεί η αδιάψευστος ιστορία. Όντως, η καθ’ ημέραν επισύστασις της μαρτυρικής ταύτης Εκκλησίας είναι η μέριμνα πασών των Εκκλησιών” και συνέχισε: “Και οι κανόνες τι είναι εν τη Εκκλησία; Εις τι χρησιμεύουν; Ακριβώς, εις την τήρησιν της τάξεως, της πειθαρχίας, της ειρήνης, της ενότητος και εις την εύρυθμον λειτουργίαν της εκκλησιαστικής ζωής. Δι’ αυτό και θέτουν μίαν σειράν και μίαν ιεράρχησιν των θρόνων και των εκκλησιαστικών πραγμάτων εν γένει. Και μέσα εις αυτό το σύστημα και την οργάνωσιν η Κωνσταντινούπολις κατέχει την πρώτην θέσιν, διακονικήν ως είπομεν, την οποίαν θέσιν, με όσα προνόμια και δικαιώματα αυτή συνεπάγεται, επιχειρούν επ’εσχάτων να αμφισβητήσουν αγνώμονες υιοί και θυγατέρες, κινούντες την πτέρναν κατά του ευεργέτου. Αμφισβητούν θέσφατα και θέσμια, καθηγιασμένα διά των αιώνων, προσπαθούντες να ικανοποιήσουν ανθρωπίνας φιλοδοξίας και πολιτικάς σκοπιμότητας. Πλην, ματαιοπονούν! Διότι η Ορθόδοξος εκκλησιολογία και η κανονική τάξις της Εκκλησίας, της οποίας Εκκλησίας και πύλαι άδου ου κατισχύσουσι, δεν μεταβάλλονται. Είναι τόσον βαθέως ερριζωμέναι εν τη δισχιλιετεί ιστορία του Χριστιανισμού, ώστε ουδείς να δύναται να τας εκριζώσει όσον ισχυρός και ρωμαλέος και αν είναι, ή νομίζει ότι είναι, κατά κόσμον πάντως και ου κατά Θεόν”. 

    Κι ενώ Φανάρι και Μόσχα συνεχίζουν την κατρακύλα τους, όσες από τις Αυτοκέφαλες εκκλησίες δεν ε΄χουν πάρει θέση ακόμη προβληματίζονται. 

Την έντονη απαρέσκειά του για τη διακοπή τού μνημοσύνου τού Αρχιεπισκόπου Αθηνών από τον Πατριάρχη Μόσχας κ. Κύριλλο, εξέφρασε σε δηλώσεις του αμέσως μετά το πέρας της πανηγυρικής Θείας Λειτουργίας στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου στα Λατσιά, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομος. 
      «Την στάση τού Πατριάρχη Μόσχας την θεωρώ απαράδεκτη. Δεν κόβουμε το μνημόσυνο ενός άλλου Προκαθημένου επειδή διαφωνούμε με μιά θέση του. Μόνο εάν γίνει αιρετικός κάποιος διακόπτουμε κοινωνία μαζί του. Και αυτό που ξέρω είναι ότι ούτε ο Οικουμενικός ούτε ο Αθηνών είναι αιρετικοί. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι συμφωνώ με αυτούς. Αν και προσπαθήσαμε να μεσολαβήσουμε ώστε να γίνει μία συνάντηση προς εξεύρεση λύσης, εντούτοις αυτό δεν άρεσε και έτσι δεν επιμείναμε. Αλλά ούτε ο Οικουμενικός θέλει να συναντηθεί με τον Μόσχας, ούτε κι ο Μόσχας θέλει να συναντηθεί με τον Οικουμενικό. Για αυτό εξάλλου και ως Εκκλησία Κύπρου τηρούμε μία ουδέτερη στάση διότι δεν συμφωνούμε με την στάση κανενός από τους δύο και δεν προχωρήσαμε στη μνημόνευση κανενός νέου Προκαθημένου».