Κυριακή 10 Αυγούστου 2014

Τοῦ ἁγίου Λαυρεντίου (10 Αὐγούστου)



Ο  ΑΓΙΟΣ  ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ

(Απομαγνητοφωνημένα αποσπάσματα δυο ομιλιών)
   
ΣHMEPA θὰ σᾶς μιλήσω γιὰ ἕναν ἄνθρωπο προσευχῆς. Θὰ σᾶς μιλήσω γιὰ τὸν ἅγιο Λαυρέντιο. Τὸ ὄνομά του εἶνε τιμημένο καὶ ἅγιο. Σημαίνει τὴ φωτιά. «Πῦρ ἦλıον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη!», εἶπε ὁ Κύριος (Λουκ. 12,49). Φωτιὰ ἦρθα νὰ βάλω πάνω στὴ γῆ, ἐπανάστασι ἦρθα νὰ σηκώσω· ἐπανάστασι ὄχι μὲ ὅπλα ἀλλὰ διὰ τῆς ἀγάπης, διὰ τῆς αὐταπαρνήσεως, διὰ τοῦ μαρτυρίου, διὰ τοῦ αἴματος τῆς θυσίας. Ἦρθε ὁ Χριστὸς ν᾿ ἀνατρέψῃ τὶς πυραμίδες τοῦ Χέοπος καὶ νὰ δημιουργήσῃ ἕνα νέο κόσμο «ἀγγελικὰ πλασμένο». Ὦ Χριστέ, φωτιὰ ἀνάβεις στὴν καρδιά! Αὐτὴ τὴ φωτιά, ποὺ εἶχε ὁ ἅγιος Λαυρέντιος, νὰ ἔχουμε, ἀγαπητοί μου, στὴν καρδιά μας. Ὄχι κρύοι, ὄχι χλιαροί· θὰ μᾶς ἐμέσῃ ὁ Κύριος (βλ. Ἀπ. 3,16). Θερμοί, ζεστοί, ὅπως ἡ φωτιὰ καὶ ἡ λάβα. Ἡφαίστειο ἀγάπης πρέπει νὰ εἶνε ἡ ψυχή μας. Ἡ δὲ ἀγάπη αὐτὴ νὰ διχάζεται σὲ δύο φλόγες. Ἡ μία νὰ ὑψώνεται μέχρι τὰ ἄστρα, ν᾿ ἀγγίζῃ τὶς ἁψῖδες τ᾿ οὐρανοῦ· εἶνε ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Χριστό, πρὸς τὸ Θεό. Ἡ δὲ ἄλλη νὰ ξαπλώνεται ὀριζοντίως καὶ νὰ κα λύπτῃ καὶ τὰ δύο ἡμισφαίρια, νὰ καλύπτη ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Δύο ἀγάπες εἶχε ὁ ἅγιος Λαυρέντιος. Ἡ μία πρὸς τὸν οὐρανό, θεῖος ἔρωτας, καὶ ἡ ἄλλη πρὸς τὴ γῆ, μὲ τὴν ὁποία ἀγαποῦσε ὅλο τὸν κόσμο.

* * *

Ποιός ἦτο ὁ Λαυρέντιος; Νοερῶς ἂς πᾶμε στὴ Ῥώμη. Τὸ 250 μ.Χ. βασίλευε ἐκεῖ ἕνας εἰδωλολάτρης βασιλιᾶς, ἕνας τύραννος, ὁ Δέκιος. Σὰν λιοντάρι, μισοῦσε τοὺς Χριστιανούς καὶ διέταξε διωγμὸ ἐναντίον τους. Ὁ Λαυρέντιος ἦτο τότε ἀρχιδιάκονος τῆς Ῥώμης, ὁ πρῶτος τῶν διακόνων (ἑπτὰ διακόνους εἶχε τότε ἡ Ρώμη). Σ᾿ αὐτὸν ὁ ἐπίσκοπος Ξύστος εἶχε ἀναθέσει τὸ θησαυροφυλάκιο τῆς Ἐκκλησίας, νὰ φυλάῃ τὰ διαμάντια, τὰ χρυσάφια, ὅλα τὰ πολύτιμα πράγματα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτός εἶχε τὰ κλειδιά. Στὸν Λαυρέντιο ὁ ἐπίσκοπος εἶχε ἐπίσης ἀναθέσει νὰ ἐπισκέπτεται τοὺς ἀρρώστους, νὰ περιποιῆ ται τοὺς ἀναπήρους, νὰ συντρέχῃ τὰ ὀρφανὰ καὶ τὶς χῆρες. Οἱ στρατιῶται τοῦ Δεκίου συνέλαβαν τὸν ἐπίσκοπο Ξύστο. Καὶ ἐδῶ ἂν συμβῇ τίποτε, τὸν πρῶτο ποὺ θὰ συλλάβουν, θὰ εἶνε ὁ ἐπίσκοπος. Νὰ τὸ ξέρετε. Πρῶτοι ἐμεῖς θὰ συλληφθοῦμε, ἐμεῖς θὰ ἐκτελεστοῦμε. Ὅταν κηρύχθηκε ὁ διωγμός, ὁ πρῶτος ποὺ συνέλαβαν ἦταν ὁ ἐπίσκοπος Ξύστος. Οἱ στρατιῶται τοῦ Δεκίου τὸν δέσανε καὶ τὸν ὡδήγησαν στὸν τύραννο, ὅπου βρῆκε μαρτυρικὸ θάνατο. Τὸ δεύτερο διάταγμα συλλήψεως ἤτανε γιὰ τὸν βοηθό του, γιὰ τὸ δεξί του χέρι, τὸν Λαυρέντιο. Γιατὶ κοντὰ στὸν ἐπίσκοπο ὑπάρχουν μερικὰ πρόσωπα ποὺ κοπιάζουν πολύ. Δεξὶ χέρι τοῦ Ξύστου ἤτανε ὁ Λαυρέντιος. Τρεῖς ἡμέρες προτοῦ νὰ κηρυχθῇ ὁ διωγμός, ὁ ἐπίσκοπος εἶχε πεῖ στὸν ἀρχιδιάκονο· Λαυρέντιε, ἔρχεται διωγμός· θὰ μᾶς πάρουν ὅλα τὰ τιμαλφῆ, καὶ τὴ ζωή μας. Σὲ παρακαλῶ, παιδί μου, πήγαινε ν᾿ ἀνοίξῃς τὰ χρηματοκιβώτια καὶ ἀπόψε καὶ αὔριο σκόρπισε τὰ χρήματα στὶς χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά… Ὄντως ὁ Λαυρέντιος τὰ σκόρπισε ὅλα· δὲν ἄφησε τίποτε. Τὸν συνέλαβαν λοιπόν, γιατὶ εἶπαν στὸ βασιλιᾶ, ὅτι μέσα στὴν ἐπισκοπὴ ὑπάρχουν θησαυροί, πιθάρια μὲ χρυσάφι. Ὁ Δέκιος διέταξε νὰ τὸν φέρουν μπροστά του. Καὶ ἐκεῖ, ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος, τοῦ τυράννου, στάθηκε ὁ Λαυρέντιος. Ὁ τύραννος τοῦ λέει· ―Θὰ μοῦ φέρῃς ἀμέσως τὰ κλειδιὰ καὶ ὅλους τοὺς θησαυρούς τῆς Ἐκκλησίας. ―Μάλιστα, μεγαλειότατε· θὰ σοῦ τὰ φέρω. Περίμεναν. Ἐν τῷ μεταξύ, ὅπως εἴπαμε, ὁ Λαυρέντιος εἶχε πωλήσει τὰ πολύτιμα σκεύη καὶ μοίρασε τὰ χρήματα στοὺς πτωχούς.
Ἀκοῦστε, τώρα τί ἔκανε ὁ Λαυρέντιος. Πῆρε ἄμαξες, ―δὲν ὑπῆρχαν τότε τὰ ταξί, ἀλλὰ οἱ ἄμαξες, ποὺ τὶς ἔσερναν ἄλογα· καὶ μέχρι πρὸ 60 ἐτῶν, μ᾿ αὐτὰ κινοῦνταν οἱ ἄνθρωποι―, πῆρε λοιπὸν πάνω ἀπὸ δέκα ἄμαξες καὶ ἐμάζεψε αὐτοὺς ποὺ περιποιοῦνταν. Ἐμάζεψε τυφλούς, κωφού, ἀναπήρους, σακάτηδες, χῆρες, ὀρφανά, γέροντας καὶ τοὺς ἔβαλε ἐπάνω στὶς ἄμαξες καὶ νάτος, παρουσιάστηκε στὰ ἀνάκτορα. ―Αὐτοί, λέει, εἶνε οἱ θησαυροὶ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐκεῖνος περίμενε λῖρες, καὶ εἶδε σακάτηδες. ―Τί εἶνε αὐτά; τοῦ λέει· μὲ κοροϊδεύεις; Ἐγὼ ζήτησα νὰ μοῦ φέρῃς τοὺς θησαυρούς σας, κ᾿ ἐσὺ ἔφερες σακάτηδες καὶ γέρους. ―Μεγαλειότατε, αὐτοὶ ποὺ βλέπεις εἶνε οἱ θησαυροί μας, οἱ θησαυροὶ τῆς Ἐκκλησίας. Γιά σταματῆστε καὶ σκεφτῆτε τὰ λόγια αὐτά. Νὰ δείχνῃ ὁ Λαυρέντιος αὐτὰ τὰ ἁμάξια μὲ τοὺς ἀρρώστους καὶ τυφλοὺς καὶ σακάτηδες, καὶ νὰ τοὺς θεωρῇ θησαυροὺς τῆς Ἐκκλησίας. Ὦ ζωντανὴ Ἐκκλησία! Θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀγαπητοί μου, νὰ ἐνθυμηθῶ κ᾿ ἐγὼ ὁ ἁμαρτωλὸς ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος τὰ χρόνια τῆς Κατοχῆς. Ἤμουν τότε νέος, στὴν Κοζάνη, ἄσπρη τρίχα δὲν εἶχα. Πτώχεια καὶ δυστυχία μεγάλη ὑπῆρχε· πέθαιναν στοὺς δρόμους τὰ παιδιά. Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ μάζεψα ἀρκετὰ τρόφιμα καὶ ἔκανα συσσίτια. Τότε λέω σὲ ἕναν· ―Θὰ πᾷς νὰ βρῇς τοὺς πρίγκιπες. Ἀπὸ αὔριο ἀρχίζει τὸ συσσίτιο τῶν πριγκίπων. Αὐτὸς παραξενεύτηκε. —Τί μοῦ λές, πάτερ; Οἱ πρίγκιπες βρίσκονται στὸ Λονδῖνο· ἐδῶ πτωχαδάκια ἔχουμε. ―Ἒ, τοῦ ἀπαντῶ, αὐτὰ τὰ πτωχαδάκια ἐγὼ τὰ ὀνομάζω πρίγκιπες. Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἀγαπάει τὸ Θεὸ εἶνε ἀνώτερος ἀπὸ ἕνα πρίγκιπα. Αὐτὸ μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός. Κοιτάξτε καλά, εἶπε, μὴ περιφρονήσετε τοὺς φτωχούς, γιατὶ καθένας ἀπὸ αὐτοὺς ἔχει ἀξία μεγαλύτερη ἀπὸ ἕνα βασιλιᾶ (βλ. Ματθ. 18,10). Ἐξωργίστηκε, λοιπόν, θύμωσε ὁ τύραννος γιὰ τὸν ἐμπαιγμὸ αὐτό. Διότι, ἐνῷ περίμενε θησαυρούς, τοῦ ἔφερε σακάτηδες καὶ ἀναπήρους καὶ ἀρρώστους ἀνθρώπους. Τότε διέταξε νὰ τὸν βασανίσουν. Τὸ μαρτύριό του σπάνιο. Δὲν ὑπάρχει ἄλλο παρόμοιο στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ψήνετε ψάρια στὴν σκάρα; ψήνετε κρέας στὶς σοῦβλες; ψήνετε ἀρνιά; Ἔ, ἔτσι διέταξε ὁ τύραννος ν᾿ ἀνάψουν κάρβουνα καὶ πάνω στὴ σκάρα, σὰν ψάρι, τὸν ἔψησαν. Ἐκεῖνος ἔκανε τὸ σταυρό του καὶ εἶπε· Χριστέ, βοήθει μοι· Βοήθησέ με, Χριστέ μου, στὸ μαρτύριό μου. Ἔτσι παρέδωσε τὸ πνεῦμα του. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία λέει· Σὰν τὸ λαυράκι ποὺ ἡ νοικοκυρὰ τὸ βάζει στὴν σκάρα καὶ τὸ ψήνει, ἔτσι ἔψησαν καὶ τὸν ἅγιο αὐτό.

* * *

Aὐτὸν λοιπὸν ἑορτάζουμε σήμερα, καὶ ὅλοι οἱ ὕμνοι εἶνε γι᾿ αὐτόν. Τιμῶ τὸν Λαυρέντιο, μὲ συγκινεῖ πάντοτε. Ἦταν ἄνθρωπος προσευχῆς. Ποῖος ἀντέχει στὸ μαρτύριο αὐτὸ; Ἐδῶ τὸ χέρι σου λίγο καῖς, καὶ πονᾷς. Φοβερὸ πρᾶγμα ἡ φωτιά. Κύριε, σῶσε μας ἐκ πυρός. Σὰν τοὺς τρεῖς παῖδες ἐν καμίνῳ ῥί­φθηκε καὶ ὁ Λαυρέντιος μέσα στὴ φωτιὰ καὶ ἐκάη καὶ μαρτύρησε καὶ εἶνε ἅγιος καὶ θαυματουργός. Tὸ ὄνομα Λαυρέντιος σημαίνει, εἴπαμε, φωτιά· ὅτι πρέπει ν᾿ ἀνεβαίνῃ τὸ θερμόμετρο. Ἂν εἶχα θερμόμετρο τὴν ὥρα αὐτὴ καὶ μετροῦσα τὴν ἀγάπη μας στὸ Χριστό, θὰ τὴν ἕβρισκα πολὺ μικρή. Eἴδατε πόσο ἀνησυχεῖτε ὅταν δὲν εἶστε καλά καὶ βάζετε θερμόμετρο; Ἂν εἶνε πάνω ἢ κάτω ἡ θερμοκρασία, καλεῖτε τὸ γιατρό. Ἂν εἶνε κανονικὴ ἡ θερμοκρασία, ἡσυχάζετε. Εδῶ ἔχομε πέσει. Ἔχομε ὑποθερμία. Μηδέν, καὶ κάτω τοῦ μηδενὸς εἴμαστε. Θεέ μου, τὸ θερμόμετρό σου τί δείχνει; Ἡ ἀγάπη στὸ Χριστὸ πρέπει ν᾿ ἀνεβαίνῃ. Νὰ γίνῃ φωτιά, κάμινος πυρός. Ἡ καρδιά μας νὰ πυρακτωθῇ, νὰ ὑψωθῇ τὸ πνευματικό μας θερμόμετρο, νὰ αὐξάνῃ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Aὐτὰ τὰ ὀλίγα εἶχα νὰ σᾶς πῶ. Θέλω νὰ πιστεύω ὅτι ὄχι μόνο τ᾿ ἀκοῦτε αὐτά, ἀλλὰ τὰ λέτε καὶ σὲ ἅλλους ἔξω. Καθένας νὰ γίνῃ κήρυκας τοῦ εὐαγγελίου. Νὰ τὰ διαδίδετε αὐτὰ ποὺ ἀκοῦτε. Βλέπετε τοὺς χιλιαστάς; Ξεκινᾶνε ἀπὸ μακριὰ καὶ φτάνουν μέχρι τὰ σύνορα, καὶ μιλοῦν γιὰ τὶς ἰδέες τους καὶ πεθαίνουν γι᾿ αὐτές. Ἐμεῖς, τίποτε. Ἒ, τί νὰ σὲ κάνω; Ἔρχεσαι στὴν ἐκκλησία, ἀκοῦς σπουδαῖα πράγματα, ἀκοῦς κήρυγμα καὶ διδασκαλία, κ᾿ ἐσὺ τίποτε. Αὐτὰ ποὺ ἀκοῦς πρέπει νὰ τὰ πῇς, νὰ τὰ διαδώσῃς, νὰ προχωρήσῃ τὸ εὐαγγέλιο καὶ νὰ κυβερνήσῃ ὁ Χριστὸς τὸν κόσμο. Τώρα κυβερνάει ὁ διάβολος, γι᾿ αὐτὸ πᾶμε κατὰ διαβόλου. Ἂς φροντίσουμε, τὸ εὐαγγέλιο νὰ διαδοθῇ καὶ νὰ φθάσῃ παντοῦ, μέχρι τὴν τελευταία γωνιὰ τῆς γῆς. Νὰ παύσῃ νὰ λατρεύεται ὁ διάβολος, καὶ νὰ λατρεύεται ὁ Χριστός, ὧν παῖδες Ἑλλήνων ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Σύνθεσις δύο ὁμιλιῶν· α΄) ἱ. ναὸς Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης, Σά ββατο 20-10-1973, εἰς τὸν ἑσπερινόν, κατὰ τὴν μοναχικὴν κουρὰν Λαυρεντίου Γ ρατσία, καὶ β΄) ἱ. ναὸς Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 9-8-1989)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.