Στὸ ἱστολόγιο «Ἀποτείχιση» (30/31 Αὐγούστου) εἴδαμε
κάποιο σχόλιο ποὺ εἶναι ὑπὲρ τῆς αὐστηρῆς θέσεως ὅτι, δηλαδή, ἀπαγορεύεται ἡ
τέλεση μνημόσυνου σὲ ὅσους τελευτοῦν σὲ κοινωνία μὲ τὴν αἵρεση τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ.
Ἔχω τὴν αἴσθηση ὅτι ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει διαστρέψει σὲ
μεγάλο βαθμὸ τὶς συνειδήσεις (τοῦτο διαπιστώνω καὶ ἀφορᾶ καὶ μένα), ὥστε ἀκόμα
καὶ ἀγωνιστὲς πιστοί, νὰ ἀδυνατοῦν νὰ ἀναγνωρίσουν τὴν ἀτόφια Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ
πρακτική, τὸ δὲ τραγικὸ εἶναι ὅτι αὐτὸ παρατηρεῖται καὶ μὲ τοὺς ὑπεύθυνους Ποιμένες,
οἱ ὁποῖοι ἔτσι χαράζουν νέα, ἀντιπαραδοσιακὴ ὁδὸ ἀντιμετωπίσεως τῆς αἱρέσεως, ἐπιτείνοντας
τὴν ἤδη ὑπάρχουσα σύγχυση.
Γι’ αὐτὸ καὶ πρέπει νὰ γίνεται προσπάθεια, παραμερίζοντας τὶς διάφορες στρεβλώσεις,
νὰ ἀνακαλύπτουμε τί ἀκριβῶς διδάσκουν οἱ Ἅγιοι γιὰ τὰ διάφορα θέματα (δογματικά,
ἐκκλησιολογικά, ποιμαντικά κ.λπ.) καὶ νὰ ἐπισημαίνουμε τὴν Πατερικὴ γραμμή, νὰ ἐπιμένουμε
στὴν «Ἀκρίβεια», ἀλλὰ καὶ νὰ λαμβάνουμε ὑπόψιν –ἐφ’ ὅσον ζοῦμε σὲ ἐσχατολογικὴ
ἐποχὴ συγχύσεως– τὰ ὅποια ἐλαφρυντικὰ τῶν καλοπροαίρετων ἀδελφῶν μας· νὰ
ἐνθυμούμεθα ὄχι μόνο τὴν «Ἀκρίβεια», ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπιείκεια, καὶ τὴν
«Οἰκονομία» ποὺ ἐφάρμοζαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες.
Αὐτὴ ἡ αἴσθηση μὲ ἔκανε νὰ ἀναζητήσω στὴν ἐκκλησιαστικὴ
ἱστορία κάποια παραδείγματα ἐπιεικείας καὶ οἰκονομίας τῶν Ἁγίων Πατέρων, διότι νομίζω
ὅτι, ἡ αὐστηρὴ ἀντιμετώπιση καὶ ἡ ἀπολυτότητα –εἰδικὰ ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει καλὴ
προαίρεση– δημιουργεῖ προβλήματα μεγαλύτερα. Παρουσιάζω ἕνα παράδειγμα, ποὺ
δὲν ἀνταποκρίνεται ἀκριβῶς στὴν περίπτωση (γιατὶ ἐκεῖ πρόκειται γιὰ ἀντιμετώπιση αἱρετικοῦ), ἀλλ’ ὅμως δείχνει ὅτι οἱ
Πατέρες (ἐνῶ εἶχαν ἀποκρυσταλλωμένη θέση γιὰ τὴν διακοπὴ τῆς ἐπικοινωνίας μὲ τοὺς
αἱρετικούς) ἐφάρμοζαν συγκατάβαση καὶ Οἰκονομία σὲ θέματα ἐπικοινωνίας μὲ αἱρετικούς,
γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα καὶ γιὰ συγκεκριμένους λόγους.
Τὸ σχόλιο τὸ ὁποῖο ἀποτέλεσε τὴν ἀφορμὴ αὐτοῦ
τοῦ ἄρθρου, ἀναφέρεται στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ Νικολάου Σωτηροπούλου. Ὁ ἀείμνηστος,
ὡς γνωστόν, ἦταν σφοδρὸς ἀντι-Οἰκουμενιστής. Δὲν θὰ ξεχάσω τὸ ἑξῆς περιστατικό.
Ὅταν τὸν μεταφέραμε στὸ Βόλο γιὰ ἀντι-οἰκουμενιστικὴ ὁμιλία (πρὶν δυὸ
χρόνια περίπου), ἦταν βαριὰ κρυωμένος, βαριανάσαινε τόσο, ποὺ κάποια στιγμὴ
σκέφτηκα: θὰ προλάβουμε νὰ φτάσουμε στὸ Βόλο; Τελικὰ συνῆλθε καὶ μεταξὺ ἄλλων μᾶς
εἶπε: Ἔχω ἀγωνιστεῖ ἐναντίον πολλῶν αἱρέσεων. Παρακαλῶ τὸ Θεό, νὰ μοῦ δώσει
λίγο χρόνο ἀκόμα νὰ ἀγωνιστῶ καὶ ἐναντίον τῆς μεγαλύτερης αἱρέσεως, τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Στὴν προσπάθειά μας νὰ τοῦ ἐξηγήσουμε τὰ
στοιχεῖα ποὺ συνηγοροῦν ὑπὲρ τῆς ἀποτειχίσεως, σκόνταφτε στὸ πρόβλημα: ποῦ θὰ βρίσκουν
οἱ χριστιανοὶ τὰ Μυστήρια, ἀφοῦ ἀποτειχισμένοι ἱερεῖς δὲν ὑπάρχουν. Πῶς μπορεῖ
νὰ γίνει ἀγώνας χωρὶς τὴν Θ. Κοινωνία. Ἔτσι, ἂν καὶ ὑποστήριξε τοὺς ἀποτειχισμένους
καὶ ἀποδεχόταν τὴν ἀποτείχιση, ὅμως, μὲ τὴν τοποθέτησή του ἔδειχνε ὅτι δὲν
μποροῦσε νὰ καταλάβει τὴν σημασία τῆς κοινωνίας μὲ αἱρετικούς, τὸν μολυσμό-ἀλλοίωση
ποὺ ἐπιφέρει στοὺς κοινωνοῦντες αὐτὴ ἡ ἐπι-κοινωνία, καὶ πόση εὐθύνη ἔχουν, εἰδικὰ αὐτοὶ ποὺ γνωρίζουν.
Μᾶς ἔλεγε: Ἂν ἔχετε ἀποτειχισμένο ἱερέα καλῶς, διαφορετικὰ ψάξτε νὰ βρεῖτε ἕνα ἁπλὸ
παπά, σὲ μητρόπολη ἀντι-Οἰκουμενιστῆ ἐπισκόπου καὶ νὰ κοινωνᾶτε ἀπ’ αὐτόν.
Προσωπικὰ θεωρῶ ὅτι, παρόλο ποὺ στήριζε καὶ ἀποδεχόταν
τὶς θέσεις τοῦ π. Εὐθύμιου Τρικαμηνᾶ, δὲν μελ΄έτησε καὶ ὁ ἴδιος πρὸς τὴν κατεύθυνση
αὐτὴ τὰ πατερικὰ κείμενα (ὅπως δυστυχῶς κάνουν καὶ ἄλλοι σύγχρονοι Ποιμένες), λόγῳ ἡλικίας
καὶ ἔχοντας ἀνατραφεῖ μὲ ἄλλες ἀρχές, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ παραμένει ἀνεκμετάλλευτος
ὁ πλοῦτος τῶν Πατερικῶν κειμένων ποὺ ὁ π. Εὐθύμιος ἔχει συγκεντρώσει καὶ καταδεικνύουν
τὴν Πατερικὴ ὁδὸ ἐν καιρῷ αἱρέσεως.
Τὸ
ἀφετηριακὸ σχόλιο (ποὺ ἀπευθύνεται στὸν ἱστολόγο τῆς «Ἀποτείχισης») καὶ στὸ ὁποῖο
ἀναφερόμαστε εἶναι τὸ ἑξῆς:
«Και θα σε παρακαλούσα να δημοσιεύσης όσο και αν
τυχόν διαφωνείς την παρακάτω δήλωση μου πρός κάθε αποτειχισμένο Ιερέα και
μάλιστα τον π. Τρικαμηνά.
Την απαγόρευση της τέλεσης μνημόσυνου για όσους
τελευτούν τη κοινωνία της αιρέσεως την ξέρετε.
Όπως δεν πρέπει να δίνετε την Θεία Ευχαριστία σε
όσους μετέχουν των μυστηρίων της σατανικής συναγωγής και όποιος το κάνει δίνει
τα Άγια των Αγίων στα σκυλιά όμοια έχετε καθήκον να μην κάνετε μνημόσυνο σε
όποιον επέλεξε μέχρι και του θανάτου του τα μυστήρια της απώλειας γιατί σε
διαφορετική περίπτωση προδίδετε τον Κύριο, κοινωνείτε με τους ακοινώνητους και
ουδεμία κοινωνία επιτρέπεται με τους Αντίχριστους.
Και σαν προδότες, κοινωνούντες τους ακοινώνητους θα
είστε ακοινώνητοι από του νυν μέχρι του αιώνος από όσους μαρτύρησαν, μαρτυρούν
και θα μαρτυρούν ακριβώς για να μην κοινωνήσουν τα ακοινώνητα».
Εἶναι
γνωστὸν ὅτι ἡ Ε΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος συνῆλθε τὸ 553 μ.Χ. γιὰ νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ
τρεῖς ἱερωμένους: τὸν ἐπίσκοπο Θεόδωρο Μοψουεστίας, τὸν ἐπίσκοπο Θεοδώρητο
Κύρου καὶ τὸν μητροπολίτη Ἐδέσσης Ἴβα, οἱ ὁποῖοι εἶχαν σαφῆ ἀντίθεση πρὸς τὴν Γ΄
Οἰκουμενικὴν Σύνοδον (Ζήτημα Τριῶν Κεφαλαίων). Ὅσα στοιχεῖα παρουσιάζω εἶναι ἀπὸ
τὴν μελέτη τοῦ πρώην Μητροπολίτου Νικοπόλεως,
καὶ φανερώνουν ὅτι οἱ Ἅγιοι πατέρες
ἔδειχναν ἐπιείκεια, χωρὶς ταυτόχρονα νὰ ὑποχωροῦν στὰ θέματα τῆς πίστεως.
Ὁ Θεόδωρος
Μοψουεστίας θεωρεῖται ὁ «πατέρας» τοῦ Νεστοριανισμοῦ. «Ἡ διδασκαλία τοῦ
Θεοδώρου ἦτο καινολογία (=νεωτερισμός), ξένη πρὸς τὴν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας.
Οἱ Ἀντιοχεῖς, ὅταν διὰ πρώτην φορὰν ἤκουσαν τὰς ἰδέας του, κατὰ κυριολεξίαν
“λίθους βαλόντες αὐτὸν” ἐξεδήλωσαν τὴν πλήρη ἀντίθεσή τους» (Μελετίου Καλαμαρᾶ, Μητροπολίτου Νικοπόλεως, Ἡ Πέμπτη
Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, Ἀθῆναι 1985, σελ. 45).
Ἀνησυχία
εἶχαν διατυπώσει ἤδη ἀπὸ τὸ 394 μ.Χ. καὶ οἱ «ἅγιοι Γρηγόριος ὁ θεολόγος καὶ
Γρηγόριος Νύσσης» (σ. 45). Λίγο ἀργότερα (404 μ.Χ.) καὶ ὁ Πατριάρχης
Ἀλεξανδρείας Θεόφιλος (ἀνησυχῶν καὶ αὐτός) μὲ ἐπιστολὴ του στὸν Πατριάρχη Ἀντιοχείας
Πορφύριο, τὸν προέτρεπε νὰ ἀντιμετωπίσει τὸ ζήτημα ποὺ δημιουργήθηκε μὲ τὶς
κακοδοξίες τοῦ Θεοδώρου.
Ἀλλὰ
αὐτὴ «ἡ περιωρισμένης ἐκτάσεως ἀμφισβήτησις αἰφνιδίως μετεβλήθη εἰς γενικὴν καὶ
καθολικήν, ὅταν ἕνας μαθητής τοῦ Θεοδώρου, ὁ Νεστόριος, ἐπελέγη» ὡς Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως (σ. 45).
«Πρῶτος ἐναντίον τοῦ Νεστορίου ἠγέρθη» ἕνας λαϊκός, ὁ
κατόπιν «ἐπίσκοπος Δορυλαίου Εὐσέβιος». Στὴν συνέχεια ἐναντιώθηκε ὁ Ἅγιος
Κύριλλος καί, τέλος, ὁ Πάπας Κελεστῖνος, ὁ ὁποῖος δι’ ἐπιστολῶν, ἔδωσε
προθεσμία στὸν Νεστόριο 10 ἡμερῶν νὰ ἀρνηθεῖ τὶς αἱρετικὲς θέσεις του καὶ νὰ
μετανοήσει. Ταυτόχρονα ἐπαινοῦσαν τὸν κλῆρον καὶ τὸν λαὸν τῆς
Κωνσταντινουπόλεως ποὺ ἀποτειχίστηκαν ἀπὸ τὸν Νεστόριο καὶ τοὺς καλοῦσαν νὰ
κρατήσουν «σθεναρὰν κατὰ τοῦ Νεστορίου ἀντίδρασιν» πρὶν ὁ Νεστόριος καταδικασθεῖ (σ. 46-47).
Ὁ Νεστόριος ἐπέτυχε νὰ συγκληθεῖ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος
καὶ προσπάθησε νὰ προσεταιρισθεῖ τὸν Πατριάρχην Ἀντιοχείας Ἰωάννην. «Ὅμως ὁ
Ἰωάννης δὲν ἀπεδέχθη τὸν ρόλον, διὰ τὸν ὁποῖον προώριζεν αὐτὸν ὁ Νεστόριος» καὶ
διαμήνυσε τὴν πεποίθησή του στὸν ἅγιο Κύριλλο «ὅτι ἡ διδασκαλία τοῦ Νεστόριου
εἶναι “ρῆμα οὐκ ἀνεκτόν”· καὶ παρεκάλεσεν αὐτὸν νὰ ἐνεργήσῃ μετὰ συνέσεως
καὶ συμπαθείας χρησιμοποιῶν τὴν ἐξουσίαν του “εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ εἰς καθαίρεσιν”» (σ. 48).
καὶ συμπαθείας χρησιμοποιῶν τὴν ἐξουσίαν του “εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ εἰς καθαίρεσιν”» (σ. 48).
Τελικὰ
καθηρέθη ὁ Νεστόριος ἀπὸ τὴν Γ΄ Οἰκουμενικὴν Σύνοδον. Ἀλλὰ «κατὰ τὴν διετίαν
431-433 μ.Χ. ἐπεκράτησε, συνεπείᾳ
...σχίσματος, μεγάλη ἀταξία. “Ἔμεινεν ἡ Σύνοδος ἡ Ἀνατολικὴ μὴ κοινωνοῦσα τοῖς
ἐπισκόποις τοῖς κοινωνοῦσι Κυρίλλῳ. Καὶ διὰ ταῦτα λύπη πολλὴ μεταξὺ αὐτῶν (τῶν
ἀνατολικῶν) ἐγένετο· καὶ ἐν φιλονικίᾳ ἐπίσκοποι πρὸς ἐπισκόπους καὶ λαοὶ πρὸς
λαούς”» (σ. 52).
Ἐν
τῷ μεταξὺ ἡ «κατάστασις, εἰς τὴν ὁποίαν εἶχε περιέλθει τὸ πατριαρχεῖον
Ἀντιοχείας, ἦτο θλιβερά... Διὸ καὶ τεταπεινωμένοι ἐζήτησαν τὴν κοινωνίαν μὲ τὸν
ἅγιον Κύριλλον ὑπὸ ὅρους... Ὁ ἅγιος Κύριλλος ἀπαντῶν ἠρνήθη νὰ δεχθῇ τοὺς
Ἀνατολικοὺς εἰς κοινωνίαν, πρὶν α) δεχθοῦν τὴν καθαίρεσιν τοῦ Νεστορίου..., β)
ἀναθεματίσουν τὸν Νεστόριον καὶ τὰς διδασκαλίας του...» (σ. 52).
Ὁ
πατριάρχης Ἰωάννης μὲ ἐπιστολήν του «ἐδήλωσεν· ὅτι ἀποδέχεται τὴν ἐν Ἐφέσῳ Σύνοδον...
ὡς ἰσόκυρον μὲ τὴν ἐν Νικαίᾳ..., ὅτι δέχεται τὴν καθαίρεσιν τοῦ Νεστορίου...
Κατόπιν τούτου ὁ ἅγιος Κύριλλος ἐξεδήλωσεν εἰς τὴν πρὸς τοὺς Ἀνατολικοὺς
ἐπιστολὴν του τὴν ἀπόλυτον ἱκανοποίησίν του διὰ τὴν ὀρθόδοξον ὁμολογίαν τοῦ
Ἰωάννου. Ἔτσι ἐπῆλθεν ἡ “οἰκουμενικὴ εἰρήνη” ἢ “διαλλαγαί”» (σ. 53).
«Ἀλλ’
αἱ διαλλαγαὶ
ἐλύπησαν τοὺς ὀπαδοὺς τῶν ἄκρων» καὶ ὁ πατριάρχης Ἀντιοχείας Ἰωάννης
ἀντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα στην περιοχήν του, ἀφοῦ ἐπίσκοποι τῆς «Δευτέρας
Κιλικίας» συγκρότησαν Σύνοδο καὶ ἀφώρισαν τὸν ἅγιον Κύριλλον. «Ὁ Ἰωάννης
πληροφορηθεὶς ταῦτα, ἀπηύθυνεν πρὸς αὐτοὺς ἐπιστολὴν νουθετητικήν», ἡ ὁποία δὲν
ἔφερε ἀποτέλεσμα. «Εἰς ἀπάντησιν ὁ Ἰωάννης ...συγχωρήσας τοὺς μετριοπαθεῖς
καθῄρεσε τοὺς σκληροπυρηνικούς..., ἐπειδὴ δὲν ἀναθεμάτισαν τὸν Νεστόριον καὶ
ἐνέμεναν εἰς τὰ δόγματα τοῦ Θεοδώρου. Διὰ τὸν Θεοδώρητον ἔκαμεν οἰκονομίαν,
δηλαδὴ ἠρκέσθη εἰς τὸ ὅτι οὗτος ἀπεδέχθη τὰς διαλλαγάς (ἤτοι ἀπεδέχθη ὡς ἁγίαν τὴν Γ΄ Οἰκουμενικὴν Σύνοδον)
καὶ δὲν ἐπέμεινε εἰς αὐτὸν νὰ ἀναθεματίσῃ τὸν Νεστόριον, εἰς τὸν ὁποῖον
ἐπιστολικῶς εἶχεν ὁρκισθῇ, ὅτι οὐδέποτε θὰ ἀναθεμάτιζεν αὐτόν. Τὴν οἰκονομίαν αὐτὴν τοῦ Ἰωάννου ὡς εἰρηνικὸς
καὶ ἀνεξίκακος ἀπεδέχθη καὶ ὁ ἅγιος Κύριλλος» (σ. 53-55).
«Μετὰ
τὰς διαλλαγάς, οἱ ὀπαδοὶ τοῦ Νεστορίου..., βλέποντες ὅτι δὲν ἠμποροῦν πλέον νὰ
παρουσιάσουν εἰς τὸ κοινὸν τὰ βλάσφημα βιβλία τοῦ Νεστορίου», προσποιοῦντο «ὑποκριτικῶς
ὅτι ἐδέχοντο τὴν Γ΄ Οἰκουμενικὴν Σύνοδον καὶ τὴν καθαίρεσιν τοῦ Νεστορίου»,
ἀλλ’ ἐστράφησαν πρὸς τὰ ἔργα τοῦ Θεοδώρου, ἑρμηνεύοντας τὴν Γ΄ Οἰκουμενικὴ
Σύνοδο μὲ τὶς «σοφιστικὲς διακρίσεις τοῦ Θεοδώρου» καὶ διαδίδοντας «τὰ βιβλία
τοῦ Διοδώρου Ταρσοῦ καὶ τοῦ Θεοδώρου Μοψουεστίας, ποὺ ἐνῷ εἶχαν τὰς ἰδίας
ἰδέας, δὲν εἶχαν προσωπικῶς καταδικασθῇ» (σ. 56).
Ἡ
διάδοση κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον τῶν αἱρετικῶν ἰδεῶν ἐδημιούργησε μεγάλο πρόβλημα.
Ἐπίσκοποι τῶν Ἀρμενίων ἀπέστειλαν ἐπιστολὲς πρὸς τὸν ἅγιον Πρόκλον, Πατριάρχην
Κωνσταντινουπόλεως, μὲ τὶς ὁποῖες ἐζήτουν ἀπὸ τὸν ἅγιον Πρόκλον «καταδίκην τῶν
συνημμένως ὑποβληθέντων (αἱρετικῶν) κεφαλαίων
τοῦ Θεοδώρου. «Εἰς τὰ ἐπιστολάς-ἐκκλήσεις τῶν Ἀρμενίων ἀνταποκρινόμενος ὁ ἅγιος
Πρόκλος συνέταξε καὶ ἀπέστειλε τὸν περίφημον πρὸς Ἀρμενίους Τόμον». Μὲ αὐτὸν
«κατεδίκαζε τὰς αἱρετικὰς διδασκαλίας, χωρὶς νὰ κάνῃ μνείαν προσώπων διὰ νὰ
μὴν ὀξύνωνται αἱ ἀντιθέσεις... Ὅμως τὸ θέμα δὲν διευθετήθη... Κατόπιν ὁ
Πρόκλος τὸ 437 ἀπέστειλε τὸν Τόμον του εἰς τὸν Ἰωάννην Ἀντιοχείας μὲ τὴν
ἐντολὴν νὰ ἀναθεματίσῃ τὸν Θεόδωρον καὶ τὰς διδασκαλίας του χωρὶς ἀργοπορίαν» (σ.
58).
Ὁ
Ἰωάννης, ὅμως, δὲν ἀνταπεκρίθη. «Προφανῶς ὁ Ἰωάννης εἶχε ρυμουλκηθῆ ὑπὸ τῶν
νεστοριανιζόντων. Αὐτὸ ἔκαμεν τὸν ἅγιον Κύριλλον νὰ
παραμερίσῃ τὴν οἰκονομίαν καὶ νὰ ἀντιδράσῃ.
Στὴ
συνέχεια συνεκλήθη Σύνοδος (438 μ.Χ.). Κατ’ αὐτὴν οἱ Ἀνατολικοὶ ἐδέχθησαν καὶ
προσυπέγραψαν τὸν Τόμον τοῦ ἁγίου Πρόκλου, ἀλλὰ ἀρνήθηκαν νὰ ἀναθεματίσουν τὸν
Θεόδωρον, ὄχι πλέον ἐπειδὴ ἦτο αἱρετικός, ἀλλ’ ἐπειδή, ὡς ἐπροφασίζοντο, εἶχε
κοιμηθῆ ἐν τῇ κοινωνίᾳ τῶν Ἐκκλησιῶν, καὶ τυχὸν
ἀναθεματισμός του θὰ ἐσήμαινε δυνατότητα καταδίκης καὶ τῶν (ἁγίων) Βασιλείου, Γρηγορίου, Ἀθανασίου. Ὁ
Πρόκλος ὅμως ἐπέμενε ἀνυποχώρητος καὶ ἄτεγκτος. Ὁ βασιλεὺς ἐδέχθη τὴν ἄποψιν
αὐτὴν τοῦ Ἰωάννου. Τότε ὁ Ἰωάννης ἀπηυθύνθη εἰς τὸν ἅγιον Κύριλλον παρακαλῶν
αὐτὸν νὰ παρέμβη εἰς τὸν ἅγιον Πρόκλον, καὶ νὰ προσπαθήσῃ νὰ τὸν πείσῃ, ὅτι ἡ
τυχὸν προσωπικὴ καταδίκη τοῦ Θεοδώρου θὰ ἐπέφερε πολλὰ δεινὰ εἰς τὸ
πατριαρχεῖον Ἀντιοχείας, ὅπου ὁ Θεόδωρος ἐξηκολούθει νὰ ἔχῃ πολλοὺς θαυμαστάς.
»Καὶ
πράγματι· ὁ εἰς ὅλα διδάσκαλος τοῦ τελείου ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος
μετριοπαθέστατος καὶ εἰρηνικώτατος ἅγιος Κύριλλος, παρ’ ὅτι εἶχε προσφάτως ἀποδείξει ἐναργῶς τὸ μέγεθος τῆς
ἀσεβείας τοῦ Θεοδώρου, χάριν τῆς εἰρήνης τῆς ἐκκλησίας καὶ διὰ νὰ μὴ εὐνοῆται ἡ ἀνάπτυξη τῆς ὑπὸ προκάλυμμα τῆς πάλης
κατὰ τοῦ Θεοδώρου ἐμφανιζομένης νέας μονοφυσιτικῆς αἱρέσεως,
ἀπέστειλεν ἐπιστολὴν εἰς τὸν ἅγιον Πρόκλον καθικετεύων
αὐτὸν μὲ ὅλον τὸ βάρος τῆς ἱερᾶς του προσωπικότητος νὰ σεβασθῇ τὴν παράκλησιν
τοῦ Ἰωάννου καὶ νὰ υἱοθετήσῃ τὴν ἰδικήν του
πρακτικὴν οἰκονομίας καὶ συγκαταβάσεως χάριν τῆς εἰρήνης.
»Καὶ
ὁ Πρόκλος ὑπεχώρησεν. Δὲν ἐπέμεινε νὰ ἀναθεματισθῇ ὁ Θεόδωρος. Ἀλλὰ καὶ δὲν ἐδέχθη νὰ
προπαγανδίζουν τὰς ἰδέας του οἱ νεστοριανίζοντες» (σ. 59).
Γιὰ τὴν ἀντιγραφή: Σημάτης Παναγιώτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.