1 Ἰανουαρίου
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
ΠΙΣΤΙ ΧΩΡΙΣ «ΕΑΝ»
«Βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης» (Κολ. 2,8)
ΤΡΙΠΛΗ
εἶνε σήμερα ἡ ἑορτή. Ἑορτάζουμε πρῶτον τὴν περιτομὴ τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἑορτάζουμε δεύτερον τὴν ἑορτὴ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Καὶ
τρίτον ἑορτάζουμε τὴν πρώτη τοῦ ἔτους.
Τώρα λοιπόν, ποὺ βρισκόμαστε στὸ κατώφλι τοῦ νέου ἔτους, ἂς μὴ σᾶς διδάξω οὔτε ἐγὼ οὔτε κανένας ἄλλος. Διδάσκαλός μας ἂς εἶνε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τοῦ ὁποίου θαυμασία περικοπὴ ἀνεγνώσθη σήμερα. Τί λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος;
Τώρα λοιπόν, ποὺ βρισκόμαστε στὸ κατώφλι τοῦ νέου ἔτους, ἂς μὴ σᾶς διδάξω οὔτε ἐγὼ οὔτε κανένας ἄλλος. Διδάσκαλός μας ἂς εἶνε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τοῦ ὁποίου θαυμασία περικοπὴ ἀνεγνώσθη σήμερα. Τί λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος;
* * *
«Ἀδελφοί, βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης» (Κολ. 2,8). Προσέχετε, λέει, ἀδελφοί! Τὰ μάτια σας ὀρθάνοιχτα.
Τί νὰ προσέχουμε; Ποιός εἶνε ὁ κίνδυνος; Σωματικός; Ὄχι· δὲν εἶνε μόνο σωματικὸς ὁ κίνδυνος. Θὰ εἶσαι ὅπως τὸ ζῷο, ἂν αἰσθάνεσαι
μόνο
τὸν σωματικὸ κίνδυνο. Ἐὰν ὅμως εἶσαι καὶ πνευματικὴ ὕπαρξι, θὰ
αἰσθάνεσαι καὶ τοὺς πνευματικοὺς κινδύνους.Τί νὰ προσέχουμε; Ποιός εἶνε ὁ κίνδυνος; Σωματικός; Ὄχι· δὲν εἶνε μόνο σωματικὸς ὁ κίνδυνος. Θὰ εἶσαι ὅπως τὸ ζῷο, ἂν αἰσθάνεσαι
Καὶ ποιός εἶνε ὁ πνευματικὸς κίνδυνος; Προσέχετε, λέει, μήπως κάποιος σᾶς κλέψῃ. Αὐτὴ τὴ σημασία ἔχει ἡ λέξι «συλαγωγῶν»· ἀπ᾿ ἐκεῖ βγαίνει καὶ τὸ ἱερόσυλος. Προσέξτε, λέει, νὰ μὴ σᾶς κλέψῃ κανεὶς τὸ θησαυρό.
Καὶ ποιός εἶνε ὁ θησαυρός; Δὲν εἶνε ὑλικός· εἶνε πνευματικός, ἀνεκτιμήτου ἀξίας ὁ θησαυρός. Καὶ ὁ θησαυρὸς αὐτὸς εἶνε ἡ πίστις.
Ἀλλὰ ποιά πίστι; Ὅλοι ἔχουν πίστι· καὶ οἱ ἑβραῖοι καὶ οἱ μουσουλμᾶνοι καὶ οἱ κινέζοι καὶ οἱ ἰνδιάνοι καὶ ὅπου νὰ μεταβοῦμε, θὰ βροῦμε κάποια πίστι. Καὶ ὅποιος δὲν πιστεύει στὸ Θεό, θὰ πιστεύῃ στὸν διάβολο. Τέτοιο μεταφυσικὸ κενὸ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξῃ μέσα στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πίστις εἶνε ἔμφυτη στὸν ἄνθρωπο καὶ εἶνε παγκόσμιος.
Καὶ ποιά εἶνε αὐτὴ ἡ πίστι; Μία ἐννοοῦμε πίστι, τὴν ὀρθόδοξο πίστι, ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἀπεκάλυψε. Ἀπ᾿ ὅλες τὶς πίστεις ποὺ ὑπάρχουν στὸν κόσμο, μιὰ εἶνε ἀληθινὴ καὶ γνησία· ἡ Ὀρθοδοξία. Ξέρετε πῶς μοιάζει; Σὰν τὸ χρυσάφι ποὺ εἶνε καθαρὸ ἀπὸ ξένα στοιχεῖα. Χρυσάφι ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὸ καμίνι, χρυσάφι εἰκοσιτεσσάρων καρατίων, εἶνε ἡ ὀρθόδοξος πίστις.
Τί εἶνε αὐτὴ ἡ πίστις; Εἶνε αὐτὸ ποὺ πιστεύουμε. Εἶνε τὸ «Πιστεύω», ποὺ ἀπαγγέλλουμε. Εἶνε τὰ δώδεκα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς πίστεως.
Ποιά εἶνε αὐτά; Ποιές οἱ θεμελιώδεις ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας; Πρώτη θεμελιώδης ἀλήθεια εἶνε, ὅτι ὑπάρχει Θεός. Ἔτσι ἀρχίζουμε στὸ Πιστεύω· «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν». Ὑπάρχει Θεός· καὶ μόνο δραπέτες τῶν φρενοκομείων μποροῦν νὰ ἰσχυρισθοῦν, ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. Ἐὰν μποροῦμε νὰ πιστέψουμε, ὅτι ἕνας ναὸς φύτρωσε ἔτσι μόνος του, τότε μποροῦμε νὰ πιστέψουμε ὅτι καὶ ὁ πάγκαλος ναὸς τῆς φύσεως εἶνε τυχαῖο δημιούργημα. Κάποιος ἔκανε τὴ φύσι ποὺ μᾶς περιβάλλει. Αὐτὸ εἶνε λογικὴ ἀτράνταχτη. «Πᾶς οἶκος κατασκευάζεται ὑπό τινος, ὁ δὲ τὰ πάντα κατασκευάσας Θεός» (Ἑβρ. 3,4).
«Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν». Πιστεύω, τί ἄλλο; Ἰδού ἡ μεγάλη διάκρισί μας ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Σὲ ἕνα θεὸ πιστεύουν καὶ οἱ Ἑβραῖοι καὶ οἱ μουσουλμᾶνοι καὶ ἄλλοι. Ἀλλ᾿ ἐμεῖς πιστεύουμε σὲ κάτι ποὺ εἶνε μυστήριο μέγα. Πιστεύουμε στὴν ἁγία Τριάδα. Ἕνας ὁ Θεός, ἀλλὰ τρία πρόσωπα. Μιὰ ἁπλῶς ἀμυδρὰ εἰκόνα τοῦ μυστηρίου εἶνε καὶ τὸ ἄτομο. Τὸ ἄτομο, ὅταν διασπᾶται, λένε ὅτι βγάζει τρεῖς φλόγες. Μυστήριο! Μὲ τὴ διάσπασι ἑνὸς ἀτόμου ἀπὸ τὸ ἕνα ἐκπηδοῦν τρία. Πατὴρ Υἱὸς καὶ ἅγιο Πνεῦμα. Σκουλήκια ἐμεῖς τῆς γῆς, δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ κλίνουμε γόνυ πρὸ τοῦ μυστηρίου τούτου καὶ νὰ ποῦμε· Ἁγία Τριάς, ἐλέησον τὸν κόσμο κ᾿ ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς.
Πιστεύουμε, ὅτι τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδος, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, κατῆλθε ἐκ τοῦ οὐρανοῦ. ῎ Ελαβε σάρκα ἐκ τῶν πανάγνων αἱμάτων τῆς Παναγίας μας. Ἐγεννήθη ἐν σπηλαίῳ. Ἐβαπτίσθη ἐν Ἰορδάνῃ. Ἐσταυρώθη στὸν φρικτὸ Γολγοθᾶ. Ἀπέθανε, κατῆλθε στὸν τάφο, συνέτριψε τὶς χάλκινες πύλες τοῦ ᾅδου. Ἀνέστη τριήμερος καὶ πανένδοξος. Ἀνῆλθε στοὺς οὐρανούς. Καὶ πάλι θὰ ἔλθῃ, εἰς πεῖσμα τῶν ἀθέων καὶ ἀπίστων, γιὰ νὰ κρίνῃ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην.
Καὶ τί ἄλλο πιστεύουμε; Πιστεύουμε καὶ στὸ ἅγιον Πνεῦμα, ποὺ ἐλάλησε διὰ τῶν προφητῶν καὶ διὰ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Πιστεύουμε στὴν ἁγία μας Ἐκκλησία. Πιστεύουμε, ὅτι ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος εἶνε ἀειπάρθενος. Πιστεύουμε, ὅτι ὑπάρχουν ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι. Πιστεύουμε τέλος στὴ μέλλουσα καὶ αἰώνιο ζωή· «προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».
Αὐτὰ πιστεύουμε. Δώδεκα ἄρθρα, ὅσα εἶνε τὰ δάκτυλά μας καὶ δύο παραπάνω. Τὰ πιστεύεις αὐτά; εἶσαι Χριστιανός. Δὲν τὰ πιστεύεις; δὲν εἶσαι Χριστιανός.
* * *
Σήμερα, ἀδελφοί μου, ζοῦμε στὸν
αἰῶνα τῆς ἀπιστίας. Ἔχω κουβεντιάσει μὲ πολλούς. Τὸ συμπέρασμα εἶνε, ὅτι
στοὺς ἑκατὸ ἀνθρώπους ἕνας πιστεύει. Οἱ ἄλλοι ἔχουν τὰ «ἐάν».
―Ποιός ξέρει ἆραγε;… Ποιός ἦρθε ἀπὸ τὸν ἄλλο κόσμο; Καὶ ποιός εἶδε τοὺς κολασμένους; Καὶ ποιός εἶδε τὴν Παναγία; Καὶ ποιός εἶδε τὸ Χριστό; Καὶ ἐὰν ἡ ἁγία Τριὰς εἶνε τρία, καὶ «ἐὰν» ἐτοῦτο καὶ «ἐὰν» ἐκεῖνο…
Εἶπες «ἐάν»; πάει δὲν πιστεύεις. Ἐὰν στὸ 100% τῆς πίστεως βάλῃς ἕνα «ἐάν», ἀπιστεῖς.
Ἂς ἐξετάσουμε σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἐὰν πιστεύουμε. Πρῶτα νὰ ἐξετάσω τὸν ἑαυτό μου ἐγώ, ἐὰν πιστεύω, καὶ ἔπειτα νὰ ἐξετάσετε τὸν ἑαυτό σας ἐσεῖς, ἐὰν πιστεύετε.
Εἶνε εὐαίσθητο ζήτημα ἡ πίστις. Εἶνε ὅπως τὸ μάτι, ποὺ δὲν δέχεται οὔτε μιὰ τρίχα. Ὅπως τὸ μάτι δὲν δέχεται τίποτε, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ ἡ πίστι μας δὲν δέχεται οὔτε ἐλαχίστη μείωσι, δισταγμὸ ἢ ἀμφιβολία. Θέλετε ἄλλο παράδειγμα; Τὸ μεσημέρι στὸ σπίτι ἔχετε ἕνα καλὸ φαγητό. Ἐὰν σᾶς ποῦν, Προσέξτε, μέσα στὸ φαγητὸ ἔρριξε κάποιος μιὰ σταγόνα παράθειο, θὰ τὸ φᾶτε; Δὲν θὰ τὸ πλησιάσετε. Παράθειο εἶνε ἡ ἀπιστία, ποὺ φονεύει ψυχικῶς ἀλλὰ καὶ σωματικῶς. Μιὰ σταγόνα ἀπιστίας καθιστᾷ τὸν ἄνθρωπο ἄπιστο. Τὸν βλέπεις τὸν ἄλλο· διάβασε κάτι ―γέμισε ὁ τόπος ἀπὸ μεταφράσεις ἀθέων ἔργων― καὶ ἔχασε τὴν πίστι του. ῎ Εννοια σου· ἀγκάθια σπέρνουμε, ἀγκάθια θὰ θερίσουμε.
Ἄπιστοι τῶν αἰώνων, ἂς ὑποθέσουμε πρὸς στιγμήν, ὅτι ξερριζώνετε τὸ δένδρο τοῦ Χριστιανισμοῦ. Σᾶς κάνω ἕνα ἐρώτημα· στὴ θέσι του τί θὰ φυτεύσετε; Εὔκολο τὸ ἐκριζώνειν, δύσκολο τὸ φυτεύειν. Τί ἔχετε νὰ φυτεύσετε; Τὸ μηδέν; Ἀλλὰ στὸ μηδὲν δὲν στηρίζεται τίποτε· μόνο ἐρείπια…
Σεῖς δὲ οἱ πιστοί, ὅπως λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, κλεῖστε τ᾿ αὐτιά σας, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦτε τὶς σειρῆνες τῆς ἀθεΐας καὶ ἀπιστίας. Ε μεθα λαὸς χριστιανικός. Ἂς προσέξουμε πολύ.
Τί νὰ κάνουμε; Νὰ πιστεύουμε ὅπως πίστευαν οἱ πατέρες μας ἐπὶ γενεὲς γενεῶν. Ἐὰν τὸ ἔθνος αὐτὸ στάθηκε καὶ ἐὰν θὰ σταθῇ στὸ μέλλον, θὰ σταθῇ χάρι στὴν πίστι στὸ Θεό. Νὰ πιστεύουμε, ὅπως πίστευε ὁ Μέγας Βασίλειος. Διάβασε Πλάτωνα καὶ Ἀριστοτέλη, πῆγε σὲ μεγάλες σχολές, ἄκουσε ῥήτορες… Καὶ τί λέει ὁ Μέγας Βασίλειος; Ἐγὼ δὲν ἀκούω τί λέει ὁ ἄλφα, ὁ βῆτα καὶ ὁ γάμμα· ἀκούω τὴν πίστι ποὺ μὲ δίδαξε ἡ γιαγιά μου.
Αὐτὴ τὴν πίστι νὰ κρατήσουμε κ᾿ ἐμεῖς. Τὰ λόγια, ποὺ μᾶς εἶπε ἡ ἁγία γιαγιά μας, αὐτὰ νὰ φυλάξουμε, ἀδέλφια μου. Δὲν ὑπάρχει τίποτε μεγαλύτερο ἀπὸ τὴν πίστι μας, τὴν ὁποία κράτησαν γενεὲς γενεῶν τῶν πατέρων μας. Καὶ νὰ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς μὲ τὸν ποιητή·
―Ποιός ξέρει ἆραγε;… Ποιός ἦρθε ἀπὸ τὸν ἄλλο κόσμο; Καὶ ποιός εἶδε τοὺς κολασμένους; Καὶ ποιός εἶδε τὴν Παναγία; Καὶ ποιός εἶδε τὸ Χριστό; Καὶ ἐὰν ἡ ἁγία Τριὰς εἶνε τρία, καὶ «ἐὰν» ἐτοῦτο καὶ «ἐὰν» ἐκεῖνο…
Εἶπες «ἐάν»; πάει δὲν πιστεύεις. Ἐὰν στὸ 100% τῆς πίστεως βάλῃς ἕνα «ἐάν», ἀπιστεῖς.
Ἂς ἐξετάσουμε σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἐὰν πιστεύουμε. Πρῶτα νὰ ἐξετάσω τὸν ἑαυτό μου ἐγώ, ἐὰν πιστεύω, καὶ ἔπειτα νὰ ἐξετάσετε τὸν ἑαυτό σας ἐσεῖς, ἐὰν πιστεύετε.
Εἶνε εὐαίσθητο ζήτημα ἡ πίστις. Εἶνε ὅπως τὸ μάτι, ποὺ δὲν δέχεται οὔτε μιὰ τρίχα. Ὅπως τὸ μάτι δὲν δέχεται τίποτε, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ ἡ πίστι μας δὲν δέχεται οὔτε ἐλαχίστη μείωσι, δισταγμὸ ἢ ἀμφιβολία. Θέλετε ἄλλο παράδειγμα; Τὸ μεσημέρι στὸ σπίτι ἔχετε ἕνα καλὸ φαγητό. Ἐὰν σᾶς ποῦν, Προσέξτε, μέσα στὸ φαγητὸ ἔρριξε κάποιος μιὰ σταγόνα παράθειο, θὰ τὸ φᾶτε; Δὲν θὰ τὸ πλησιάσετε. Παράθειο εἶνε ἡ ἀπιστία, ποὺ φονεύει ψυχικῶς ἀλλὰ καὶ σωματικῶς. Μιὰ σταγόνα ἀπιστίας καθιστᾷ τὸν ἄνθρωπο ἄπιστο. Τὸν βλέπεις τὸν ἄλλο· διάβασε κάτι ―γέμισε ὁ τόπος ἀπὸ μεταφράσεις ἀθέων ἔργων― καὶ ἔχασε τὴν πίστι του. ῎ Εννοια σου· ἀγκάθια σπέρνουμε, ἀγκάθια θὰ θερίσουμε.
Ἄπιστοι τῶν αἰώνων, ἂς ὑποθέσουμε πρὸς στιγμήν, ὅτι ξερριζώνετε τὸ δένδρο τοῦ Χριστιανισμοῦ. Σᾶς κάνω ἕνα ἐρώτημα· στὴ θέσι του τί θὰ φυτεύσετε; Εὔκολο τὸ ἐκριζώνειν, δύσκολο τὸ φυτεύειν. Τί ἔχετε νὰ φυτεύσετε; Τὸ μηδέν; Ἀλλὰ στὸ μηδὲν δὲν στηρίζεται τίποτε· μόνο ἐρείπια…
Σεῖς δὲ οἱ πιστοί, ὅπως λέει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, κλεῖστε τ᾿ αὐτιά σας, γιὰ νὰ μὴν ἀκοῦτε τὶς σειρῆνες τῆς ἀθεΐας καὶ ἀπιστίας. Ε μεθα λαὸς χριστιανικός. Ἂς προσέξουμε πολύ.
Τί νὰ κάνουμε; Νὰ πιστεύουμε ὅπως πίστευαν οἱ πατέρες μας ἐπὶ γενεὲς γενεῶν. Ἐὰν τὸ ἔθνος αὐτὸ στάθηκε καὶ ἐὰν θὰ σταθῇ στὸ μέλλον, θὰ σταθῇ χάρι στὴν πίστι στὸ Θεό. Νὰ πιστεύουμε, ὅπως πίστευε ὁ Μέγας Βασίλειος. Διάβασε Πλάτωνα καὶ Ἀριστοτέλη, πῆγε σὲ μεγάλες σχολές, ἄκουσε ῥήτορες… Καὶ τί λέει ὁ Μέγας Βασίλειος; Ἐγὼ δὲν ἀκούω τί λέει ὁ ἄλφα, ὁ βῆτα καὶ ὁ γάμμα· ἀκούω τὴν πίστι ποὺ μὲ δίδαξε ἡ γιαγιά μου.
Αὐτὴ τὴν πίστι νὰ κρατήσουμε κ᾿ ἐμεῖς. Τὰ λόγια, ποὺ μᾶς εἶπε ἡ ἁγία γιαγιά μας, αὐτὰ νὰ φυλάξουμε, ἀδέλφια μου. Δὲν ὑπάρχει τίποτε μεγαλύτερο ἀπὸ τὴν πίστι μας, τὴν ὁποία κράτησαν γενεὲς γενεῶν τῶν πατέρων μας. Καὶ νὰ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς μὲ τὸν ποιητή·
«Χριστέ, σὲ τοῦτα τ᾿ ἄπιστα καταραμένα χρόνια,
ποὺ δὲν πιστεύουν τίποτε οὔτε ἀγαποῦν κανένα,
ἐγὼ πιστεύω κι ἀγαπῶ ὁλόψυχα Ἐσένα.
Πιστεύω σὰν τὴ μάνα μου, πιστεύω σὰν παιδάκι,
πίνω τ᾿ ἀθάνατο νερὸ κι ἀφήνω τὸ φαρμάκι».
ποὺ δὲν πιστεύουν τίποτε οὔτε ἀγαποῦν κανένα,
ἐγὼ πιστεύω κι ἀγαπῶ ὁλόψυχα Ἐσένα.
Πιστεύω σὰν τὴ μάνα μου, πιστεύω σὰν παιδάκι,
πίνω τ᾿ ἀθάνατο νερὸ κι ἀφήνω τὸ φαρμάκι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.