πὼς εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποδεικνύω τὶς αἱρετικὲς θέσεις τῶν Οἰκουμενιστῶν καὶ νὰ κοινωνῶ μαζί τους;
«ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ
ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
Μία Σύνοδος μέ ἔλλειμμα
συνοδικότητος
καί ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας
Συνέντευξη
τοῦ Καθηγητῆ κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη
στόν
κ. Λυκοῦργο Μαρκούδη, Διευθυντή Προγράμματος
τοῦ
Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας
Ἀπομαγνητοφωνημένο Κείμενο (Στή γραπτή ἀπόδοση τῆς συνεντεύξεως ἔγιναν
μικρές λεκτικές διορθώσεις)
(24-2-2016)
Γενικά γιά τή Μεγάλη
Σύνοδο
Δημοσιογράφος: Ὅπως ἀντιλαμβανόμαστε, τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας,
ὁ πιστός λαός οὐσιαστικά ἀγνοεῖ τά σχετικά μέ αὐτό, πού ἀκοῦμε συνεχῶς
νά λέγεται: τήν μέλλουσα νά συνέλθει Ἁγία καί Mεγάλη Σύνοδο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Θά
μπορούσατε κ. Καθηγητά, ὡς Καθηγητής Δογματικῆς πού εἶστε, νά μᾶς ἐνημερώσετε
πού, πότε καί γιατί πρόκειται να συνέλθει αὐτή ἡ Μεγάλη Σύνοδος;
Καθηγητής:
Πολύ εὐχαρίστως… Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὅπως ὀνομάστηκε
ἀπό τού ἐμπνευστές της, θά συνέλθει στό Κολυμπάρι τῶν Χανίων τῆς Κρήτης,
κατά τήν Πεντηκοστή τοῦ τρέχοντος ἔτους. Καί ἐνῶ τό γεγονός αὐτό εἶναι
πάρα πολύ σημαντικό, ὑπάρχει μεγάλο ἔλλειμμα ἐνημερώσεως, ὄχι
μόνον τῶν ἁπλῶν λαϊκῶν καί κληρικῶν, ἀλλά καί πολλῶν Ἀρχιερέων τῶν
Τοπικῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Μόλις πρίν λίγες ἡμέρες ἔγινε γνωστή
ἡ θεματολογία, πού θά ἀπασχολήσει τήν Σύνοδο καί «ὁ Κανονισμός Ὀργανώσεως
καί Λειτουργίας τῆς Συνόδου». Ἀπό τήν μελέτη τῶν δημοσιοποιημένων
κειμένων, προκύπτουν πολλά καί καίρια ἐρωτήματα, ἀλλά καί ἔντονος
προβληματισμός γιά τόν χαρακτῆρα καί τόν σκοπό τῆς Μεγάλης αὐτῆς Συνόδου
τῆς Ὀρθοδοξίας μας.
Γιατί Μεγάλη καί Ἁγία
Σύνοδος καί ὄχι Οἰκουμενική
Δημοσιογράφος: Εἶναι πραγματικά πολύ ἐνδιαφέρον αὐτό, πού
προσπαθοῦμε νά μάθουμε κ. Καθηγητά, καί κρατῶ αὐτό πού μᾶς εἴπατε:
«ὀνομάστηκε ἔτσι ἀπό τούς ἐμπνευστές της». Γιατί ἡ μέλλουσα νά συνέλθει
Σύνοδος ὀνομάστηκε Ἁγία καί Μεγάλη; Καί γιατί δέν ὀνομάστηκε Οἰκουμενική
ἤ Πανορθόδοξος Σύνοδος; Εἴχαμε κάποια ἐπίσημη ἑρμηνεία ἀπό
τούς διοργανωτές της; Καί τί σημαίνει στήν πράξη αὐτή ἡ ὀνομασία Ἁγία
καί Μεγάλη;
Καθηγητής: Δέν ὑπάρχει κάποια ἐπίσημη ἑρμηνεία, ἀλλά
μπορεῖ νά εἰκάσει κανείς καί, κυρίως ὡς ἐπιστήμων, νά ἀναζητήσει
τήν σκοπιμότητα, μέ τήν ὁποία τῆς δόθηκε ὁ τίτλος αὐτός. Ἡ ὀνομασία
τῆς μελλούσης νά συνέλθει Συνόδου ὡς Ἁγίας καί Μεγάλης εἶναι μιά προβληματική
καί διφορούμενη διατύπωση. Μέ ἄλλα λόγια ἐπιδέχεται διπλῆ ἀνάγνωση,
ὅπως συνήθως σήμερα λέγεται. Καί τοῦτο, γιατί διαβάζοντας τά Πρακτικά
τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων πληροφορούμαστε, ὅτι ἡ ὀνομασία Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος
ἀπεδίδετο στίς Οἰκουμενικές
Συνόδους. Εἶναι χαρακτηριστικά, ἐν προκειμένῳ, ὅσα διατυπώνονται
στούς Κανόνες συγκεκριμένων Συνόδων, ὅπως ἔχω ὑπόψιν μου αὐτή τήν
στιγμή, τῆς Α΄ καί τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅπου γίνεται μνεία
τοῦ γεγονότος, ὅτι αὐτοί οἱ Κανόνες προῆλθαν ἀπό αὐτή τήν Ἁγία καί
Μεγάλη Σύνοδο. Αὐτό σημαίνει στήν πράξη, ὅτι τό κῦρος τῶν ἀποφάσεων
μιᾶς τέτοιας Συνόδου εἶναι ἀπόλυτο καί ὑποχρεωτικό γιά ὅλους τούς
πιστούς, -ἰδιαίτερα ὅταν πρόκειται γιά τόν Ὅρο, γιά τήν ἀπόφαση δηλαδή,
ἤ τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, ὅπως εἶναι στήν Α΄ καί τήν Β΄ Οἰκουμενική-,
ἀλλά καί γιά τούς Κανόνες αὐτῆς τῆς Συνόδου.
Μή ὀνομάζουσα ὅμως τόν ἑαυτό
της Οἰκουμενική ἡ μέλλουσα Σύνοδος, ἐμφανίζεται ὡς νά φοβᾶται κάτι. Καί αὐτό εἶναι κάτι,
πού σχετίζεται ὄχι μέ μᾶς τούς Ὀρθοδόξους, ἀλλά, πάντα κατά τήν γνώμη
μου, μέ τούς ἑτεροδόξους καί μάλιστα
τούς Ρωμαιοκαθολικούς.
Στό σημεῖο αὐτό ὑπάρχει ἡ
ἐσφαλμένη ἄποψη, ὅτι γιά νά
συγκληθεῖ Οἰκουμενική Σύνοδος, θά πρέπει νά συμπεριλάβει καί τίς ἄλλες λεγόμενες «ἐκκλησίες», πού βρίσκονται στήν αἵρεση, ὅπως
εἶναι κυρίως ὁ Ρωμαιοκαθολικισμός καί ὁ Προτεσταντισμός. Αὐτό, ὅμως,
δέν συνέβη ποτέ στήν ἱστορία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Ποτέ δέν ἔλαβαν μέρος στίς Οἰκουμενικές Συνόδους ὅσοι ἀπέκλιναν
ἀπό τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, ὅσοι δηλαδή ἦσαν αἱρετικοί.
Τά λέμε αὐτά, ἐπειδή σέ ἕνα
δογματικό θέμα καί εἰδικότερα ἐκκλησιολογικό τῆς μέλλουσας Μεγάλης
Συνόδου, οἱ παραπάνω αἱρετικοί ὀνομάζονται «ἐκκλησίες». Ἀλλά σ’
αὐτό τό θέμα θά πρέπει νά ἐπανέλθουμε εἰδικότερα, γιατί εἶναι καί
τό σημαντικότερο καί τό σοβαρότερο ἀπό ὅλα τά ἄλλα θέματα.
Δημοσιογράφος: Καί εἶναι, νομίζω κ. Καθηγητά, καί τό θέμα
πού μέχρι στιγμῆς ἔχει συγκεντρώσει καί τίς πρῶτες ἀντιδράσεις ἀπό Ἐπισκόπους
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Κι ὄχι ἄδικα, προφανῶς, ἀπ’ ὅ,τι ἀντιλαμβανόμαστε.
Μᾶς εἴπατε κάτι πολύ σημαντικό, ὅτι οὐδέποτε ἱστορικά στίς μεγάλες
αὐτές Οἰκουμενικές Συνόδους συμμετεῖχαν οἱ αἱρετικοί. Καί νομίζω,
ὅτι θά μπορούσαμε νά τονίσουμε, ὅτι στήν Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο
δέν συμμετέχουν οἱ «ἐκκλησίες» πού ἀποσχίστηκαν, πχ. οἱ Ἀντιχαλκηδόνιοι.
Καθηγητής: Ἀκριβῶς, αὐτό εἶναι ἕνα τεκμήριο. Ἤ καί νωρίτερα,
σέ ἄλλες Συνόδους, δέν συμμετεῖχαν Ἀρειανοί, Νεστοριανοί, Μονοφυσῖτες
κ.τ.λ.
Εἶναι Σύνοδος Πανορθόδοξη;
Ποιοί μετέχουν;
Δημοσιογράφος: Ἄρα, βλέπουμε μία, ἴσως ἐκ τοῦ πονηροῦ, διάθεση νά μή θέλουμε νά τήν ὀνομάσουμε
Οἰκουμενική, γιατί θά ἀντιδράσουνε
οἱ «ἀδελφές ἐκκλησίες». Εἶναι τελικῶς
αὐτή ἡ Σύνοδος Πανορθόδοξη; Θά παρευρεθοῦν δηλαδή ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας;
Καθηγητής: Ἄλλο ἕνα πρόβλημα, πού καθιστᾶ αὐτή τήν Σύνοδο
κυριολεκτικά προβληματική. Στήν Σύνοδο αὐτή θά ἀντιπροσωπευθοῦν
ὅλες οἱ Τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, τυπικά. Καί λέμε ὅτι θά ἀντιπροσωπευθοῦν,
γιατί περιέργως δέν θά προσκληθοῦν ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι τῆς κάθε, Τοπικῆς
δηλαδή, Ἐκκλησίας. Κάθε Τοπική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θά ἀποστείλει
23 Ἐπισκόπους, μέ 24ο τόν ἡγέτη καί Προκαθήμενό της. Δέν εἶναι
γνωστό ἀκόμη μέ ποιά κριτήρια θά ἐκλεγοῦν αὐτοί οἱ Ἐπίσκοποι, πού
θά συμμετάσχουν. Ἔτσι, ὅμως, ἡ Σύνοδος αὐτή δέν εἶναι κυριολεκτικά Πανορθόδοξη,
ἀφοῦ κάποιοι
Ἐπίσκοποι ἀποκλείονται. Μέ
ἄλλα λόγια, δέν μπορεῖ νά εἶναι Ἁγία καί Μεγάλη. Γι’ αὐτό εἶπα εἶναι
προβληματική αὐτή ἡ ὀνομασία, ἐν σχέσει μέ τήν μεθοδολογία τῆς
συγκλήσεώς της.
Στήν πραγματικότητα, γιά νά ποῦμε τά πράγματα μέ τό ὄνομά
τους, εἶναι μία διηυρυμένη Σύνοδος
Προκαθημένων. Δηλαδή εἶναι οἱ Προκαθήμενοι καί κάποιοι
Ἐπίσκοποι. Βέβαια, ὑπάρχουν μικρές Ἐκκλησίες ἀριθμητικά, ὅπως εἶναι
ἡ Κύπρος, ὅπου θά πᾶνε ὅλοι. Ὑπάρχουν ὅμως καί μεγάλες Ἐκκλησίες, ὅπως
εἶναι π.χ. ἡ Ρωσική, μέ πάνω ἀπό 350 Ἐπισκόπους καί θά πᾶνε 24. Δηλαδή
οἱ ἄλλοι Ἐπίσκοποι τί γίνονται; Εἶναι δευτέρας κατανομῆς; Ἐκφράζονται
ἀπό αὐτούς τούς 24; Εἶναι καίρια αὐτά τά ἐρωτήματα. Ὁ θεσμός αὐτός,
τῶν Συνόδων, δηλαδή, τῶν Προκαθημένων, θά πρέπει νά ποῦμε ὅτι εἶναι
νεωτεριστικός καί τελείως ἄγνωστος στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἔγινε
γνωστός, καθιερώθηκε, ἀπό τόν σημερινό Οἰκουμενικό Πατριάρχη
καί μέ τήν ὀνομασία «Σύνοδος Προκαθημένων», ὅπως εἶπα, εἶναι ἀμάρτυρος
καί ἄγνωστος τελείως στήν Ἐκκλησιαστική μας Ἱστορία.
Δημοσιογράφος: Θά μποροῦσαν ἐνδεχομένως κάποιοι νά μᾶς ποῦν
ἐδῶ, κ. Καθηγητά, ὅτι καί κατά τό παρελθόν, στούς προηγουμένους αἰῶνες, εἶχαν γίνει
κάποιες Σύνοδοι τῶν Πατριαρχῶν, τῶν Ἀνατολικῶν
Πατριαρχείων τουλάχιστον. Ὡστόσο, ὅμως, καταλαβαίνουμε αὐτό πού μᾶς εἴπατε, ὅτι ὑπάρχει μιά μικρή Ἐκκλησία π.χ. ἡ Κύπρος ἤ ἡ Ἐκκλησία Τσεχίας καί Σλοβακίας, οἱ ὁποῖες δέν ἔχουν τόσους Ἐπισκόπους, ἐνῶ μιά ἀντίστοιχη Ἐκκλησία μεγάλη, ὅπως ἡ Ρωσική, ἔχει πάρα πολλούς καί δέν μποροῦν νά συμμετέχουν ὅλοι. Καί προφανῶς ὁ κάθε Ἐπίσκοπος, ἔχοντας καί τό ποίμνιό του, δέν παύει νά εἶναι καί φορέας τοῦ φρονήματος τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας.
Καθηγητής: Αὐτό εἶναι πάρα πολύ σημαντικό πού λέτε, γιατί
τό πρᾶγμα δέν εἶναι καθαρά ἀριθμητικό. Κάθε Ἐπίσκοπος καλεῖται νά
φέρει τό φρόνημα τῆς Τοπικῆς του Ἐκκλησίας. Ποιός μπορεῖ αὐτό τό φρόνημα
νά τό ὑποτιμήσει, νά τό παραβλέψει ἤ νά τό ἀκυρώσει καί ταυτόχρονα
νά μιλᾶ γιά Μεγάλη Σύνοδο; Ὅπως σωστά εἴπατε, προηγουμένως, ὑπῆρξαν
καί Σύνοδοι, καί στήν Τουρκοκρατία ἔχουμε τέτοιες Συνόδους, κάποιων
Πατριαρχῶν, οἱ ὁποῖοι συνῆλθαν καί ἀποφάσισαν κάτι, ἀλλά ἔχουμε
στή συνέχεια ἀποδοχή αὐτῶν τῶν ἀποφάσεων, πρίν νά γνωστοποιηθοῦν
εὐρύτερα γιά τό κοινό, καί ἀπό Πατριαρχεῖα, πού δέν συμμετεῖχαν, ἐνδεχομένως,
σ’ αὐτήν τήν συνάντηση, γιά λόγους τεχνικούς τῆς ἐποχῆς καί ἀπεδέχθησαν
ἤ ἀπέρριψαν αὐτήν τήν ἀπόφαση. Δηλαδή, συνθῆκες ἱστορικές μπορεῖ
νά περιορίζουν κάπως τά πράγματα, ἀλλά πάντοτε πρέπει νά ὑπάρχουν
τά κριτήρια. Μποροῦμε σήμερα νά ἐπικαλεστοῦμε τέτοιες συνθῆκες, ὅταν
τήν ἐποχή τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἡ δυνατότητα τῆς μετακίνησης
εἶχε πάρα πολλές δυσκολίες, ἐνῶ σήμερα ὑπάρχει ἡ δυνατότητα στό
διάστημα μιᾶς ἡμέρας ἤ ὀλίγων ὡρῶν νά συγκεντρωθοῦν οἱ Ἐπίσκοποι ἀπ’
ὅλο τόν κόσμο;
Αὐτό προφανῶς δέν γίνεται
ἐξαιτίας κάποιων σκοπιμοτήτων, οἱ ὁποῖες σκοπιμότητες ὅμως δέν ὁμολογοῦνται,
εἶναι ἀνομολόγητες. Ὁ καθένας ὅμως πιστός, ὡς σκεπτόμενος καί εὐαισθητοποιημένος
ἐκκλησιολογικά, μπορεῖ νά κάνει τίς σκέψεις του, νά βγάζει τά συμπεράσματά
του. Μπορεῖ κάποια ἀπ’αὐτά νά εἶναι ἐσφαλμένα ἀλλά κάτι πλανᾶται,
τό ὁποῖο δέν εἶναι διαφανές.
Ἕνα πρᾶγμα, πού θέλω νά πῶ
ἐπ’ αὐτοῦ καί θεωρῶ ὅτι εἶναι σημαντικό, εἶναι ἡ ὑπογράμμιση αὐτή
πού εἶπα, ὅτι πρώτη φορά στήν ἱστορία, ἀπ’ ὅσο εἶμαι σέ θέση νά γνωρίζω,
θά ἀγνοηθεῖ ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν Ἐπισκόπων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας γιά μιά τέτοια
Μεγάλη Σύνοδο. Ἔμμεσα πλήν σαφῶς, μέ τόν τρόπο αὐτό ἀμφισβητεῖται
στήν πράξη ἡ θεμελιώδης ἐκκλησιολογική ἀρχή, ὅτι ὁ κάθε Ἐπίσκοπος
ἔχει μία ἰσόκυρη ψῆφο, ὄχι μόνο μέ τούς συνεπισκόπους του ἀνά τόν
κόσμο, ἀλλά καί μέ τόν Προκαθήμενό του, τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά
καί μέ τόν πρῶτο στά «πρεσβεῖα τιμῆς», δηλαδή τόν Πρόεδρο αὐτῆς τῆς Συνόδου.
Αὐτό εἶναι τό Ἁγιοπνευματικό
Συνοδικό Σύστημα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Κάθε ἄλλο παραπέμπει
στό παπικό, συγκεντρωτικό καί ἀπνευμάτιστο σύστημα, θά μπορoῦσα
νά τό πῶ μετά λόγου γνώσεως, τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ.
Ἀκύρωση τῆς Συνοδικότητας,
τῆς Ἁγιοπατερικῆς Παράδοσης τῆς Ἐκκλησίας
Δημοσιογράφος: Σ’ αὐτό τό σημεῖο πέστε μας λίγο, πῶς θά
γίνει ἡ ψηφοφορία, γιά νά ληφθοῦν οἱ ἀποφάσεις σ’ αὐτή τήν μέλλουσα
Μεγάλη Σύνοδο;
Καθηγητής: Στό ἐρώτημα αὐτό θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά ἔρθουμε
μετά, ἀπό πλευρᾶς διαδικασίας, γιατί ἐκεῖνο τό ὁποῖο δέν πρέπει
νά ἀντιπαρέλθουμε αὐτή τήν στιγμή εἶναι, ὅτι ὁ τρόπος αὐτός κατ’ ἀρχήν
τῆς ψηφοφορίας, μέ τήν ἐπιλογή ὁρισμένων Ἐπισκόπων, ὡς ἐκφραστῶν
τῆς Ἐκκλησίας, ἀκυρώνει οὐσιαστικά στήν πράξη τόν Ἁγιοπνευματικό
καί ἐκκλησιολογικό χαρακτῆρα τῆς συνοδικότητας. Δηλαδή, μιλᾶμε
ὄχι γιά κάτι περιθωριακό, ἀλλά κατεξοχήν πνευματικό, χωρίς τό ὁποῖο
ἀκυρώνεται ἐκεῖνο πού χαρακτηρίζει ὡς ἁγιοπνευματική λειτουργία
τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἀκυρώνεται μέ ἄλλα λόγια, ἄν θέλετε νά σᾶς
τό πῶ καί διαφορετικά, ἡ Ἁγιοπατερική Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.
Καί Ἁγιοπατερική Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας εἶναι καί Ἁγιοπνευματική
Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἀντιλαμβάνεστε, ποῦ προσκρούει μία τέτοια
μέθοδος στήν πράξη.
Μίμηση Ρωμαιοκαθολικισμοῦ-Προτεσταντισμοῦ
Δημοσιογράφος: Εἶναι πάρα πολύ σημαντικό, ἔτσι ὅπως μᾶς
τό τοποθετεῖτε κ. Καθηγητά, ὅτι ἀκυρώνεται ἡ Ἁγιοπατερική καί
Ἁγιοπνευματική Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Καί πραγματικά, αὐτό πού
ἀντιλαμβανόμαστε εἶναι, ὅτι στήν οὐσία ἀντιγράφουμε αὐτό, πού τόσα
χρόνια κατηγοροῦμε, ὅτι κάνει ὁ Ρωμαιοκαθολικισμός.
Καθηγητής: Ναί, αὐτό ἀκριβῶς ἔχει καί τήν ἐξήγησή του.
Δηλαδή, τά τελευταῖα ἑκατό χρόνια,
-καί θά πρέπει νά ἔρθουμε καί σ’ αὐτό τό θέμα-, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία φαίνεται στήν
πράξη νά ἐκτρέπεται ἀπό τόν τρόπο τῆς δικῆς της Ἁγιοπνευματικῆς
ζωῆς καί νά μιμεῖται τόν Ρωμαιοκαθολικισμό,
καί κατά περίπτωση τόν Προτεσταντισμό. Κυρίως, ὅμως, τό ἱερατεῖο
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μιμεῖται τόν τρόπο τόν συγκεντρωτικό, τόν ἀπολυταρχικό
τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ. Καί τοῦτο ἐπειδή, ὅταν κάποιος χάσει τήν Ἁγιοπνευματική
αὐτή βίωση, δέν ἔχει πλέον τήν βεβαιότητα γι’ αὐτήν τήν ἑνότητα
στήν Ἐκκλησία. Καί τότε ἐξαντλεῖ ἀνθρωπίνως αὐτές τίς
δυνατότητες
σέ μιά πειθαρχία, ἡ ὁποία εἶναι καθαρά ἐξωτερική καί ἀνθρώπινη.
Γι’ αὐτό καί ἡ πειθαρχία αὐτή θεωρεῖται ὅτι εἶναι σπουδαία, ἀφοῦ εἶναι
καισαρικοῦ τύπου. Καί αὐτό συμβαίνει πρακτικῶς σέ ὑπαρξιακό ἐπίπεδο,
ὅταν ἐκλείψει ἡ χαρισματική παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅταν
δηλαδή δέν βιοῦται αὐτό, τότε ὁ ἄνθρωπος ψάχνει γιά ὑποκατάστατα.
Καί τό τραγικό εἶναι, ὅτι αὐτό ἔγινε θεσμικά στή Δύση, στόν Ρωμαιοκαθολικισμό.
Ἀναζητήθηκε δηλαδή ὁ Καίσαρας στό πρόσωπο τοῦ Πάπα γιά τήν ἐπιβολή
μιᾶς κοσμικοῦ τύπου πειθαρχίας.
Σήμερα θαυμάζεται αὐτό
εὐρύτερα, ἀλλά θαυμάζεται ἀπό ἐκείνους, πού ἔχασαν τήν χαρισματική σχέση μέ τό Πνεῦμα
τῆς Ἀληθείας, τό Ὁποῖο εἶναι ὁ ἐγγυητής αὐτῆς τῆς Ἀληθείας,
κατά τήν ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ. Λησμονεῖται ὅμως ἀκόμη, ὅτι κεφαλή
καί φερέγγυα Ἀλήθεια εἶναι ἡ ἴδια ἡ Ὑποστατική Ἀλήθεια, δηλαδή ὁ
ἴδιος ὁ Χριστός. Αὐτά τά πράγματα εἶναι στήν πράξη πολύ σοβαρά, καί
φανερώνουν ἕνα ἔλλειμμα ὄχι ἁπλῶς γνωσιολογικοῦ-θεολογικοῦ χαρακτῆρα,
ἀλλά τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας.
Βεβαίως, ἱστορικά θά μποροῦσε
κανείς νά δώσει τήν ἑρμηνεία: Ναί. Τόν προηγούμενο αἰῶνα οἱ θεολόγοι
καί μελλοντικοί ἡγέτες τῆς Ἐκκλησίας εἴχανε πάει στή Δύση γιά νά
μορφωθοῦν-παραμορφωθοῦν- θεολογικά καί ἐκκλησιαστικά καί, κατά
τό λαϊκό, «μ’ ὅποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θά μάθεις»,
προσπάθησαν αὐτοί οἱ ἡγέτες κατά καιρούς νά κάνουνε, θεσμικά, μία
σύνθεση μεταξύ τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως καί Πνευματικότητας καί
τῆς Δυτικῆς αὐτῆς ἀλλοτριωμένης ζωῆς. Καί αὐτή τήν στιγμή δέν μιλῶ
καθόλου θεωρητικά. Γι’ αὐτά, τά ὁποῖα λέγω, μιλοῦν τά ἴδια τά
κείμενα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατά τόν 20ό αἰῶνα. Καί
μποροῦμε νά μιλήσουμε πιό συγκεκριμένα ἐπ’ αὐτοῦ, γιατί φαίνεται ἀπό
τίς διακηρύξεις τῶν προσώπων αὐτῶν, ὅτι κάθε ἄλλο παρά ἐκφραστές τῆς
Ὀρθοδόξου Θεολογίας καί τῆς θεσμικῆς ἔκφρασης τῆς Ἀνατολῆς εἶναι.
Τρόπος ψηφοφορίας-Ποῦ
βρίσκεται ἡ Ἀλήθεια
Δημοσιογράφος: Πραγματικά ἡ ἀλήθεια πονάει κ. Καθηγητά, καί εἶναι μιά ἀλήθεια
πού μᾶς προβληματίζει. Γιατί ἄν ἀπ’ αὐτόν τόν λόγο ξεκινήσαμε καί
σιγά σιγά φθάσαμε ἐδῶ πού φθάσαμε σήμερα, τότε πρέπει νά θλιβόμαστε, γιατί
πραγματικά ὑπάρχει ἔλλειψη τῆς βιωματικῆς Χάριτος, ὅπως μᾶς εἴπατε. Καί νομίζω, ὅτι ἀπό ἐκεῖ ξεκινᾶνε καί τελειώνουν τά πάντα. Ὅμως,
ἐμεῖς θά συνεχίσουμε τά ἐρωτήματα, γιατί πραγματικά εἶναι πολύτιμη
ἡ δική σας σημερινή βοήθεια πρός ὅλους.
Ξεκινάει λοιπόν ἡ
διαδικασία -ἡ τελική εὐθεία τῆς Συνόδου. Μᾶς εἴπατε νωρίτερα, ἀκριβῶς
αὐτή τήν ἔλλειψη πού θά ὑπάρχει στή συμμετοχή ὅλων τῶν Ἐπισκόπων.
Καί ταυτόχρονα θά ὑπάρχουν ἐπιλεγμένοι -δέν ξέρω μέ ποιόν τρόπο θά ἀποφασίσει
ἡ κάθε Ἐκκλησία, ποιοί θά εἶναι αὐτοί οἱ Ἐπίσκοποι, πού θά συμμετέχουν
μέ τόν Προκαθήμενο. Αὐτοί θά ἔχουν λόγο στή Σύνοδο; Θά ψηφίσουν τελικά
αὐτοί οἱ Ἐπίσκοποι, ὅταν θά βρεθοῦνε στή Σύνοδο; Πῶς θά γίνει ἡ ψηφοφορία
στά θέματα, πού θά πρέπει νά συζητηθοῦν; Σ’ αὐτά τά θέματα πού ἔχουν,
μέχρι στιγμῆς τουλάχιστον, δεῖ τό φῶς τῆς δημοσιότητας;
Καθηγητής: Ὅπως κι ἐσεῖς τό θέσατε ἐρωτηματικά,
δέν ἔχει ἀνακοινωθεῖ καί δέν ὑπάρχει ἐνημέρωση σέ κάποιο Κείμενο
ἐπίσημο ἀπό τήν Ε΄ αὐτή Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη, πού ἔγινε
στό Σαμπεζύ τῆς Γενεύης ἀπό 10-17/10/2015. Δέν ἔχουν δοθεῖ ἀρχές καί
κριτήρια καί προϋποθέσεις, ἐπί τῇ βάσει τῶν ὁποίων θά γίνει αὐτή ἡ ἐπιλογή,
γιά νά γίνει ἡ ψηφοφορία. Ἡ ψηφοφορία θά γίνει παραδόξως,
καί αὐτό εἶναι πρωτοτυπία στήν Ἐκκλησιαστική μας Ἱστορία, μόνον
ἀπό τούς Προκαθημένους. Δηλαδή, εἴμαστε 15 Ἐκκλησίες; Θά ὑπάρχουν 15 ψῆφοι,
οἱ ὁποῖες θά συνοψίζουν τήν θετική ἤ ἀρνητική θέση τῶν 24 Ἐπισκόπων
τῆς κάθε Τοπικῆς Ἐκκλησίας – κατά πλειονοψηφία, βεβαίως. Καί τό ἐρώτημα
εἶναι βαθύτερο βέβαια: Γιατί γίνεται ἔτσι καί γιατί δέν ἐκφράζονται ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι,
ὅπως εἶπα προηγουμένως;
Νομίζω ὅτι, μετά ἀπό ὅσα
εἶπα, μπορεῖ νά καταλάβει κανείς τήν ὑποτίμηση, πού γίνεται ἐκ μέρους
τοῦ ἑκάστοτε Πρώτου, ὡς Προκαθημένου τῆς Ἐκκλησίας, γιά τήν ἔκφραση
τῶν Ἐπισκόπων. Θεωρεῖται δηλαδή, ὅτι ἡ ψῆφος αὐτῶν πού μειοψήφισαν,
πού ἦταν λιγότεροι δηλαδή, δέν μετράει. Κι αὐτό εἶναι ἐκκλησιολογικά φρικαλέο, γιατί,
ὅπως γνωρίζετε, ἔχω γράψει δύο Ἐπιστολές, ὅπου συμπυκνωμένα, ἔχω
μία ἀποτίμηση τῶν κειμένων. Θά ἐπανέλθουμε ὅμως καί σ’ αὐτά. Στίς Ἐπιστολές
ὅμως αὐτές λέω λοιπόν, ὅτι ἡ ψῆφος αὐτή τοῦ κάθε Ἐπισκόπου ἔχει βαρύνουσα
σημασία καί δέν μπορεῖ ἐκκλησιολογικά νά ἀγνοηθεῖ καί νά θεωρηθεῖ
ὡς ἐπιμέρους θέμα τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας. Σ’ αὐτό ὅμως θέλω νά ἐπανέλθουμε
στή συνέχεια.
Δημοσιογράφος: Καί θά ἐπανέλθουμε σίγουρα. Ἄρα, λοιπόν,
κάθε Ἐκκλησία μία ψῆφος, ὅσες Τοπικές Ἐκκλησίες, τόσες θά εἶναι οἱ
ψῆφοι.
Καθηγητής: Στήν περίπτωση βέβαια πού, προσέξτε, ἐπί τῇ
βάσει τοῦ Κανονισμοῦ, μία Τοπική Ἐκκλησία ἔχει ἀρνητική ψῆφο ὡς
πρός ἕνα θέμα πού θά τεθεῖ, -γιατί θά τίθενται ξεχωριστά τά θέματα-,
τότε αὐτό τό θέμα δέν θά περνάει, ἐπειδή πρέπει νά ὑπάρχει ὁπωσδήποτε
ὁμοφωνία. Καί ἡ δική μου ἡ λογική λέει τό ἑξῆς: Γιατί ἡ μία ψῆφος,
ἡ ὁποία ἐκφράζεται διά τοῦ Προκαθημένου,
ὡς ψῆφος τῆς πλειοψηφίας, ὅταν εἶναι ἀρνητική, ἀκυρώνει τό θέμα, καί δέν
τό ἀκυρώνει ἡ ψῆφος ἑνός Ἐπισκόπου; Δηλαδή, γιά νά πᾶμε λίγο πίσω στήν Ἐκκλησιαστική
μας Ἱστορία, ἡ ψῆφος τοῦ Μ. Ἀθανασίου τότε, ἄς τό ποῦμε ἔτσι, πού ἐξέφραζε
τόν Πατριάρχη του, ἄν ὑποτεθεῖ ὅτι ἦταν ἡ σωστή καί ὅλες οἱ ἄλλες ἦταν
λάθος, δέν θά ἔπρεπε νά ληφθεῖ ὑπόψη, διότι δέν ἀπηχοῦσε τήν πλειοψηφία;
Αὐτή ἡ μεθοδολογία εἶναι τελείως κοσμική, καί αὐτά πού λέγω τά ἐννοῶ,
ἐπειδή ἡ ἀλήθεια στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι, ὅπως στόν κόσμο, ὑπόθεση
τῆς πλειοψηφίας – τί θά ποῦν οἱ πολλοί. Αὐτό τό λέει ἡ Δημοκρατία.
Στήν Ἐκκλησία, ὅμως, ἡ ἴδια
ἡ Ἀλήθεια εἶναι πλειοψηφική. Δηλαδή καί ἕνας ὅταν τήν ἐκφράζει, αὐτή
πλειοψηφεῖ ἔναντι τῶν ἑκατομυρίων καί δισεκατομυρίων ἄλλων ψήφων,
πού εἶναι ἀντίθετες. Γιά ποιό λόγο; Γιατί ἡ Ἀλήθεια στήν Ἐκκλησία
δέν εἶναι ἰδέα, δέν εἶναι ἄποψη. Εἶναι Ὑποστατική. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ
Χριστός. Ἄρα, ὑποτίθεται, ὅτι οἱ μετέχοντες Ἐπίσκοποι ἔχουν «νοῦν
Χριστοῦ» καί ὡς ἔχοντες «νοῦν Χριστοῦ» εἶναι σέ θέση, νά διακρίνουν τό
ὀρθό ἀπό τό ἐσφαλμένο. Γιατί, ἔτσι εἶναι ἱστορικά. Γι’ αὐτό ἡ Α΄ Ἀποστολική
Σύνοδος εἶπε: «Ἔδοξε τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι καί ἡμῖν». Καί τό «ἡμῖν», φυσικά
-νά τό προσέξουμε καί αὐτό- δέν ἦταν ἁπλῶς μόνον οἱ Ἀπόστολοι, ἀλλά
καί «οἱ σύν αὐτοῖς», δηλαδή οἱ Πρεσβύτεροι, «σύν ὅλῃ τῇ Ἐκκλησίᾳ», οἱ
ὁποῖοι ἔχουν ἀκυρωθεῖ τώρα, δέν φαίνονται πουθενά.
Καί ἀναφέρονται κάποιοι
ἀπό τόν χῶρο αὐτόν, οἱ ὁποῖοι συνέλαβαν καί ἐξέφρασαν τό πῶς θά γίνει
αὐτή ἡ Σύνοδος, στόν Ἅγιο Ἰγνάτιο τόν Θεοφόρο. Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ
Θεοφόρος ὅμως λέει, ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος μέ τούς Πρεσβυτέρους βρίσκονται σέ
μιά ἁρμονία -ὅπως εἶναι οἱ
χορδές σέ μιά κιθάρα-, προκειμένου νά ὑπάρξει συμφωνία. Ἄρα, δέν μπορεῖ ὁ Ἐπίσκοπος νά ἀγνοεῖ τούς πρεσβυτέρους
καί τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Στήν Α΄ Ἀποστολική Σύνοδο ἐκφράστηκε ἡ Συνοδική Ἀλήθεια «σύν ὅλῃ
τῇ Ἐκκλησίᾳ». Καί ὅλη ἡ Ἐκκλησία εἶναι καί ὁ ἁπλός λαός. Ποῦ καί πότε
ἐκφράζεται πλήρως ἀντιπροσωπευτικά αὐτός ὁ λαός;
Προσωπικά, ἔκανα ἕνα
γκάλοπ καί ρώτησα κάποιους ἀνθρώπους, καί ὄχι τυχαίους, καί διαπίστωσα,
ὅτι δέν γνωρίζουν οὔτε ποῦ, οὔτε πότε, οὔτε γιατί, οὔτε πῶς θά ψηφίσουν
οἱ Ἐπίσκοποι, οὔτε ποιά εἶναι ἡ θεματολογία αὐτῆς τῆς Συνόδου.
Γιατί ὅλα αὐτά τά πράγματα ἔγιναν ἐν κρυπτῷ καί γιατί γίνονται τόσο
βεβιασμένα; Γιατί δέν γνωστοποιήθηκαν, ὅπως γνωστοποιοῦνται ἄλλα
πράγματα; Γιατί δέν δόθηκε αὐτός ὁ χρόνος, πρίν ἤ καθοριστεῖ ὁ τρόπος,
μέ τόν ὁποῖο θά γίνει; Καί τό πληροφοροῦνται αὐτό τό γεγονός, ὅπως
τό βλέπουμε, καί Ἐπίσκοποι καί ἐπίσημοι ἀντιπρόσωποι ἀπό κάποιο
κέντρο, πού ἀποφαίνεται τό πῶς θά γίνει ἡ ψηφοφορία; Δέν ἦταν δηλαδή
μιά συλλογική ἀπόφαση τῆς βάσης; Καί τό πιό ἁπλό: Γνωρίζουμε, ὅτι ὅλοι
οἱ Ἐπίσκοποι ἔχουν ἰσότιμο ψῆφο. Ἄν ἔχουν ἰσότιμο ψῆφο, δέν μποροῦν
νά κληθοῦν αὐτοί ἐρήμην τοῦ ὅλου προβληματισμοῦ, νά ψηφίσουν ἤ νά
μήν ψηφίσουν. Ἄρα, δέν ἔγιναν μέ τρόπο διαφανῆ οἱ διαδικασίες μέχρι
τώρα.
Ἀπαραίτητη προϋπόθεση
ἡ Ἁγιοπνευματική ζωή
Καί, ὅπως ὑποστηρίζω καί
στίς Ἐπιστολές μου, δέν εἶναι ἀκόμη πολύ ἀργά. Τά πράγματα εἶναι ἰάσιμα.
Πῶς; Ἐφόσον τώρα ἐνημερωθοῦν ὅλοι, καί ὅταν λέω ὅλοι, ἐννοῶ τό πλήρωμα
τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή κλῆρος καί λαός ἀπό κοινοῦ. Διότι, ὅταν θά πάρουν αὐτές τίς ἀποφάσεις οἱ συγκεκριμένοι αὐτοί
Ἐπίσκοποι, ἤ ἄν θέλετε ἡ ἐλίτ
αὐτή πού θά κληθεῖ ἐκεῖ, νομίζετε ὅτι στήν πράξη μπορεῖ νά
τίς ἐφαρμόσει ὁ λαός τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει ἐνεργοποιημένο μέσα του τό Πνεῦμα τό Ἅγιο; Δέν μπορεῖ νά δεχθεῖ πράγματα, τά ὁποῖα δέν εἶναι ἐκεῖνα, πού «πάντοτε
ὑπό πάντων ἐπιστεύθησαν» στήν Ἐκκλησία. Δηλαδή, ἔχουν
«νοῦν Χριστοῦ» κι αὐτοί, οἱ ὁποῖοι εἶναι κεκαθαρμένοι. Καί μπορεῖ νά
εἶναι ἕνας ἁπλός μοναχός, μπορεῖ νά εἶναι ἕνας ἀσκητής, μπορεῖ νά εἶναι
ἕνας ἁπλός πιστός, καί νά πεῖ, πώς αὐτά δέν στοιχοῦν στήν Παράδοση
τῆς Ἐκκλησίας. Ἄρα ὁ κάθε πιστός, ὁ ὁποῖος εἶναι «ἑπόμενος τοῖς Ἁγίοις
Πατράσι», ὁ ὁποῖος θά βλέπει διαχρονικά τί «ὑπό πάντων ἐπιστεύθη»,
ἀντιστοίχως, θά δεχθεῖ τό ὀρθό καί θά ἀπορρίψει τό ἐσφαλμένο. Καί αὐτό
δημιουργεῖ ἕνα μεῖζον θέμα, ἕνα μεῖζον πρόβλημα γιά τήν σκοπιμότητα
τοῦ νά συνέλθει αὐτή ἡ Σύνοδος καί νά πάρει κάποιες σημαντικές ἀποφάσεις.
Γιά ποιό λόγο; Φυσικά γιά τό καλό.
Δέν εἶναι ὅμως θέμα διακηρύξεων
αὐτά. Εἶναι θέμα πραγματικότητας καί ἡ πραγματικότητα καί ἡ Βασιλεία
τοῦ Θεοῦ ἐντός ἡμῶν -χωρίς ἐξαίρεση- τῶν βεβαπτισμένων πιστῶν ὑπάρχει.
Ἡ ἐνεργοποίηση,
ὅμως, τῆς Χάριτος αὐτῆς ἐξαρτᾶται ἀπό τήν τήρηση τῶν προδιαγραφῶν αὐτῆς τῆς
Βασιλείας, πού εἶναι οἱ ἐντολές
τοῦ Θεοῦ. Κι αὐτό δέν εἶναι
προνόμιο κανενός περισσότερο ἀπό κάποιον ἄλλο στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
Δηλαδή, μία Σύνοδος θά μιλήσει ὄχι
σέ ὑπηκόους, ἀλλά σέ ὁμότιμα μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Προσέξτε, μή θεωρηθεῖ αὐτό
προτεσταντικῷ τῷ τρόπῳ. Δέν καταργοῦμε τήν ἱεραρχική δομή τῆς Ἐκκλησίας.
Δέν ἀμφισβητοῦμε, ὅτι οἱ Ἐπίσκοποι θά πάρουν τίς ἀποφάσεις αὐτές,
διότι αὐτοί εἶναι ἐντεταλμένοι ἐκφραστές της. Ἀλλά, εἶναι ἐκφραστές
της στήν πράξη, ὅταν ζοῦν αὐτή τήν ἁγιοπνευματική ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας
καί τήν προσφέρουν στήν σημερινή συγκυρία μέ τά συγκεκριμένα προβλήματα.
Ὅταν διαβάσει ὅμως κανείς τήν θεματολογία, στήν ὁποία πρέπει νά ἐπανέλθουμε,
βλέπει ἐξ ἀντικειμένου τί κεῖται. Δηλαδή, ὅτι αὐτοί ὄχι μόνο ἐκφραστές
τῆς Ἁγιοπνευματικῆς ἐμπειρίας τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι σέ κάποια
σημεῖα, ἀλλά εἶναι ἐκφραστές τοῦ ἀλλοτρίου πνεύματος, τό ὁποῖο θά ἔπρεπε νά καταδικάζεται
μέ τόν πλέον σαφῆ τρόπο. Καί ὄχι νά γίνεται εἰσήγησις ὑπέρ αὐτοῦ. Θά
γίνω πιό συγκεκριμένος, ὅταν τά ἐρωτήματα θά ὁδηγήσουνε σ’ αὐτό
τό θέμα.
Δημοσιογράφος: Σᾶς ἀκοῦμε, κ. Καθηγητά, τόση ὥρα νά μᾶς μιλᾶτε,
καί ἡ σκέψη μας, θέλοντας καί μή, πάει ὄχι στούς Κανόνες τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας, ἀλλά στούς κανόνες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης. Πῶς παίρνονται
δηλαδή οἱ ἀποφάσεις, πῶς συνεδριάζει τό Συμβούλιο τῶν Ὑπουργῶν ἤ τῶν
ἡγετῶν μέ τήν εἰδική πλειοψηφία ἤ τήν ὁμοφωνία -γιατί νομίζω, ὅτι
τελικά αὐτό ἀντέγραψαν στήν οὐσία. Γιατί ἀντί νά πᾶμε πίσω καί νά
δοῦμε τί ἔκαναν οἱ Σύνοδοι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, πήγαμε ἕνα βῆμα
πιό μπροστά. Καί θαρρῶ, πώς ξεπεράσαμε καί τό Ρωμαιοκαθολικισμό
-πάνω στό θέμα τῆς ψηφοφορίας πού εἴπατε.
Καί ἀπό τήν ἄλλη, μᾶς εἴπατε
μόλις τώρα, κ. Καθηγητά, ὅτι ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι αὐτή
ἀκριβῶς, ὅτι ὅλοι μας λάβαμε ἐξίσου τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπό
τήν ὥρα πού βαπτιστήκαμε καί ὅτι ὅλοι εἴμαστε φορεῖς αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος καί μποροῦμε νά εἴμαστε ἐκφραστές του. Αὐτό μοιάζει νά ἀγνοεῖται
δυστυχῶς, τραγικά, ἀπό τούς Ἐπισκόπους σήμερα. Καί μάλιστα βλέπουμε
στίς ἀποφάσεις αὐτές, ἔτσι ὅπως δημοσιεύτηκαν, νά ὑπάρχει καί μία
δήλωση-τοποθέτηση, ὅτι, προσέξτε, γιατί αὐτό πού θά πάρει ὡς ἀπόφαση
ἡ Μεγάλη καί Ἁγία Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας, δέν θά χωρᾶ ἀμφισβήτηση ἀπό
κανέναν.
Καθηγητής: Ναί. Στό ἐρώτημα αὐτό ἔχω ἀπαντήσει ἤδη σέ Ἐπίστολή
μου, λέγοντας ὅτι τό πρᾶγμα αὐτό δέν πιστοποιεῖται οὔτε ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική
μας Ἱστορία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στήν προκειμένη περίπτωση
ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής. Καί δέν εἶναι ἡ μόνη περίπτωση· εἶναι
καί ὁ Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός στήν ψευδοσύνοδο τῆς Φλωρεντίας. Ἀποδεικνύεται
ἐκεῖ, πώς ἕνας ἄνθρωπος ἔδωσε τήν ἀπάντηση τῆς Ἐκκλησίας καί τόν δικαίωσε
ἡ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία καί ἁγίασε σέ σχέση μέ ὅλους τούς ἄλλους,
τόν Αὐτοκράτορα, τόν Πατριάρχη καί ὅλους τούς ἄλλους πού συμμετεῖχαν,
καί οἱ ὁποῖοι δέν τήν ἐξέθεσαν. Ἄρα, ὅπως εἶπα καί προηγουμένως,
δέν εἶναι θέμα ἀριθμοῦ, ἀλλά εἶναι θέμα Ἀληθείας ἤ μή Ἀληθείας. Αὐτό
τό πρᾶγμα δέν πρέπει νά τό ξεχνοῦμε, γιατί μιά ἄλλη παράμετρος αὐτῆς
τῆς ἀπειλῆς, τῆς ἔμμεσης ἀπειλῆς, πού εἴπατε προηγουμένως καί ὑπάρχει
πράγματι στό κείμενο, δέν λαμβάνει ὑπόψη τό γεγονός, ὅτι στήν Ἐκκλησία
-καί ὅταν λέω Ἐκκλησία ἐννοῶ πάντα τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία- τά πράγματα
δέν λειτουργοῦν παπικά. Δέν εἶναι ὁ πάπας ὑπεράνω καί τῶν Οἰκουμενικῶν
Συνόδων, ὅπως ἐκεῖ, οὔτε φυσικά ἐδῶ ὑπάρχει κάποιος ἐπιμέρους πάπας,
πού νά τοποθετηθεῖ πάνω ἀπό τήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ὅμως, τό θέμα δέν εἶναι αὐτό.
Τό θέμα εἶναι τί λέγει αὐτή ἡ Σύνοδος, ὅταν συνέρχεται. Καί ἡ Ἐκκλησιαστική
Ἱστορία μᾶς παραπέμπει καί σέ Ληστρικές Συνόδους. Ἄρα, κριτήριο
στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι, ὅτι συνῆλθε ὅλη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἔστω
καί μέ τόν ἐπιλεκτικό αὐτό τρόπο. Θά σᾶς ἔλεγα, ὅτι θά μποροῦσε νά εἶναι
θεωρητικά καί ὅλοι οἱ Ἐπίσκοποι, καί ἕνας, δύο, τρεῖς ἤ ἐλάχιστοι ἀπό
αὐτούς νά λέγανε κάτι τό ἀντίθετο. Δέν σημαίνει, ὅτι ἐκεῖνο πού θά
πεῖ ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν Ἐπισκόπων, αὐτό ἀποτελεῖ ἐχέγγυο
τῆς Ἀληθείας, καί ὅτι θά ἔπρεπε ὁπωσδήποτε αὐτό νά τό ἀποδεχτεῖ
τό πλήρωμα. Ὄχι, δέν εἶναι ἔτσι τά πράγματα. Κριτήριο τῆς Ἀληθείας
εἶναι, ἐάν τά λεγόμενα αὐτά εἶναι «ἑπόμενα τοῖς Ἁγίοις Πατράσι».
Μεθοδολογία
Προκειμένου νά μιλήσουμε
γιά τήν «νομιμότητα» τοῦ κύρους αὐτῶν τῶν ἀποφάσεων, θά ποῦμε λίγα
πράγματα γιά τήν μεθοδολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὥστε νά δοῦμε
πῶς λειτούργησαν οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι. Ὅσα
βλέπουμε στή μεθοδολογία αὐτῆς
τῆς Συνόδου, μᾶς παραπέμπουν σίγουρα
στόν παπισμό. Τό ζητούμενο
εἶναι, ἄν ὅσα ἀποφασίζονται, ἔχουν τήν ἀναφορά τους σέ ὅσα διαχρονικά
ὑπεστηρίχθησαν ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Οἱ Ἐπίσκοποι ὀφείλουν ἀπό
πλευρᾶς μεθοδολογίας, γιά νά τό πῶ τώρα, πρῶτα νά
ἀναφερθοῦν σ’ αὐτή τήν Ἀλήθεια διαχρονικά, καί
μετά νά ποῦν αὐτό, πού θά ποῦν. Καί ὄχι νά
θέτουν αὐθαίρετα ἕνα θέμα, ὡς νά προέκυψε διά παρθενογεννήσεως
γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία, τό ὁποῖο δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τό παρελθόν,
γιά τό ὁποῖο μάλιστα νά εἶναι κεκλημμένοι οἱ Ἐπίσκοποι, ὡς νῦν Πατέρες
τῆς Ἐκκλησίας, νά ἀποφανθοῦν ἐπ’ αὐτοῦ. Τέτοια περίπτωση
δέν ὑπῆρξε ποτέ στήν Ἐκκλησία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Θά γίνω ὅμως
πιό σαφής στή συνέχεια τοῦ λόγου.
Δημοσιογράφος: Νομίζω πώς τώρα εἶναι ἡ κατάλληλη στιγμή, κ.
Καθηγητά, νά ἀναφερθοῦμε λίγο στά θέματα πού πρόκειται νά συζητηθοῦν,
ἤ μᾶλλον -γιά νά τό ποῦμε πιό σωστά- στά θέματα πού πρόκειται νά ψηφιστοῦν,
γιατί μᾶς λένε, ὅτι τά θέματα αὐτά τά ἔχουν προσυζητήσει τίς προηγούμενες
δεκαετίες, ἔχουν κατασταλάξει σέ κείμενα, πού εἶναι κοινῶς ἀποδεκτά.
Ἄρα, ἀπομένει νά τά ψηφίσουν.
Καθηγητής: Ναί. Καταρχήν νά ποῦμε, ὅτι δέν εἶναι ἀκριβῶς
ἔτσι. Διότι αὐτοί πού τά προαπεφάσισαν, εἶναι οἱ «διορισμένοι» ἀντιπρόσωποι τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν. Καί
λέω «διορισμένοι», μέ τήν ἑξῆς νοηματοδότηση: ὅτι δέν λειτούργησαν
κατά συνοδικό τρόπο, ὅπως ἁρμόζει στήν Ὀρθοδοξία. Δηλαδή νά συνέλθουν
οἱ κατά Τόπους Ἱεραρχίες, νά ἀποφασίσουν καί νά ἐγχειρίσουν στόν ἀντιπρόσωπό
τους τήν ἀπόφαση τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας ἐπ’ αὐτοῦ, γιά νά τήν διακομίσει
στήν Προσυνοδική Διάσκεψη, πού γίνεται ἡ συζήτηση καί μετά νά φέρει
πίσω τήν ὅποια συνολική ἀπόφαση, γιά νά τήν ἀποτιμήσει καί πάλι ἡ
Τοπική Ἱεραρχία, προκειμένου νά διακομιστεῖ στή συνέχεια στό συντονιστικό
κέντρο, πού εἶναι τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο.
Μίλησα γιά «διορισμένους»
Ἐπισκόπους. Θά μοῦ πεῖτε, ἐκλεγμένοι δέν εἶναι ἀπό τήν Σύνοδο; Ναί, ἐκλεγμένοι,
ἀλλά δέν λειτουργοῦν μέσα στό συνοδικό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας. Πῆγαν
δηλαδή στήν Ε’ Προσυνοδική Πανορθόδοξη
Συνδιάσκεψη ἀπό 10-17 Ὀκτωβρίου τοῦ ΄15 στό Σαμπεζύ τῆς Γενεύης,
μαζί μέ τούς Προκαθημένους, καί ὅλοι μαζί, τρόπον τινά, νομιμοποίησαν αὐτό, πού εἶπαν οἱ
ἀντιπρόσωποί τους, χωρίς ὅμως νά ἔχουν ἐξουσιοδότηση
οἱ ἴδιοι ἀπό τίς Ἱεραρχίες τους. Αὐτή ἡ μέθοδος θυμίζει Ρωμαιοκαθολικισμό
καί θά ἔλεγα καί γενικώτερα, τώρα, ἀφοριστικά, ὅτι ἡ ὅλη
διοργάνωση ἀκολούθησε τήν πρακτική μεθοδολογία
τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου. Ἄλλωστε,
δέν εἶναι τυχαῖο τό γεγονός, ὅτι καί ὁ σημερινός πάπας ἐκφράστηκε
μέ τά καλύτερα λόγια καί ἔχει τίς καλύτερες προσδοκίες ἀπό τήν μέλλουσα
αὐτή Σύνοδο τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί ὅταν ἀκούει καλά λόγια ἀπό τόν πάπα
ἡ Ὀρθοδοξία, πρέπει τό λιγότερο νά προβληματίζεται γιά τήν σκοπιμότητα
αὐτῶν τῶν λόγων του. Νά ὑπάρχει τουλάχιστον ἀπό τούς Ὀρθοδόξους μιά ἐπιφύλαξη,
ὅτι μᾶλλον δέν πάει καλά ἡ ὑπόθεση αὐτή. Γιατί ἄν πάει καλά καί ὅποτε
πάει καλά κάτι ὀρθόδοξο, κάθε ἄλλο παρά ἐπαίνους εἶχε στό παρελθόν,
καί τό εἴδαμε αὐτό στήν Ἐκκλησιαστική μας Ἱστορία, ἰδιαίτερα
στήν Φλωρεντία. Μέ ρωτήσατε ὅμως, ποιά εἶναι τά θέματα, πού ἐπισήμως
ὁρίστηκαν ἀπό τήν Ε’ Προσυνοδική Πανορθόδοξη Διάσκεψη.
Δημοσιογράφος: Καί νά μᾶς πεῖτε κιόλας, κ. Καθηγητά, ἄν θά εἶναι
μόνο αὐτά τά θέματα ἤ ὥσπου νά γίνει ἡ Σύνοδος, θά μποῦν καί ἄλλα.
Καθηγητής: Ἐπισήμως, ὑπῆρξε αὐτή ἡ μεθοδολογία τῆς ἡμερησίας
διατάξεως. Ἀλλά, σ’ ἕνα ζωντανό σῶμα ὑποτίθεται, ὅτι μπορεῖ νά
προκύψει κάτι, τό ὁποῖο νά εἶναι σοβαρότατο ὡς θέμα. Π.χ. νά τεθεῖ
κατ’ ἀρχήν κάτι πολύ λογικό καί, ἐφ’ ὅσον γίνει ἀποδεκτό ἀπό τήν
πλειοψηφία, μπορεῖ νά συζητηθεῖ. Τό νά ἀποκλείονται ἐκ τῶν προτέρων ὅμως σ’ ἕνα
ζωντανό σῶμα αὐτές οἱ δυνατότητες, νομίζω, ὅτι δέν θυμίζει ὀρθόδοξη
ἁγιοπνευματική ζωή. Τό παρακάμπτουμε ὅμως αὐτό τό θέμα
καί ἐρχόμαστε στήν θεματολογία.
Αὐτά πού δημοσιοποιήθηκαν
ὡς θέματα, συζητοῦνταν συστηματικῶς ἐδῶ καί πενήντα πέντε χρόνια,
ἀπό τό ’61 καί ἑξῆς. Ὑπῆρχαν αὐτές οἱ προσυνοδικές κ.λπ., καί ὁριοθετοῦνταν
αὐτά τά θέματα καί ὄχι μόνο. Ὑπῆρχαν καί ἄλλα θέματα, τά ὁποῖα δέν ἦρθαν
σ’ αὐτόν τόν κατάλογο, ἐπειδή ἀπορρίφθηκαν ἀπό τίς Τοπικές Ἐκκλησίες.
Ὅμως κάτω ἀπό
ποιούς ὅρους; Πῶς τέθηκαν; Πῶς ἔφθασαν νά γίνουν ἀποδεκτά τελικῶς
τά θέματα, πού γνωρίζουμε; Δέν μᾶς εἶναι γνωστά τά Πρακτικά τῶν συζητήσεων
αὐτῶν. Χαρακτηρίστηκαν ἀπόρρητα.
Μοῦ θυμίζει καί αὐτό κάτι, τό ὁποῖο μόνον ὀρθόδοξο δέν εἶναι. Δέν θέλω
νά τό σχολιάσω αὐτό. Δείχνουνε πάντως, ὅτι δέν ἀκολουθοῦνε τήν διαφάνεια
καί τήν καθαρότητα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό, ἁπλῶς, γιά νά μᾶς προβληματίσει.
Τή στιγμή αὐτήν, δέν θέλω νά γίνω ἐγώ ἕνας ἀξιολογητής καί νά μεμφθῶ
πρόσωπα καί πράγματα, ἀλλά ἡ αὐτογνωσία δέν θά μᾶς κάνει κακό. Ἀπεναντίας,
ὅταν δέν ἀκολουθεῖται αὐτή ἡ διαφάνεια, γεννῶνται ἐρωτήματα. Γιατί
ἀκολουθεῖται αὐτή ἡ μεθοδολογία, ὅταν μάλιστα εἶναι γνωστό, ὅτι
ἐφαρμόζεται στήν πράξη ἀπό κοσμικούς φορεῖς ἤ ἀπό θρησκευτικούς παράγοντες,
ὅπως εἶναι ὁ Ρωμαιοκαθολικισμός, ἀλλά μέ κοσμικό προσανατολισμό;
Θέματα τῆς Συνόδου
Τό πρῶτο ἀπό τά θέματα αὐτά
εἶναι «τό Αὐτόνομο καί ὁ τρόπος ἀνακηρύξεώς του».
Ἕνα ἄλλο εἶναι «τό Ζήτημα
τῆς Ὀρθόδοξης Διασπορᾶς».
Ἕνα τρίτο θέμα εἶναι οἱ
«Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρός τόν λοιπόν χριστιανικόν κόσμον».
Καί αὐτό εἶχε ἄλλες περίεργες διατυπώσεις, οἱ ὁποῖες ἔδειχναν τόν
πραγματικό προσανατολισμό του καί γιά λόγους εὐνοήτους, δηλαδή
γιά νά μή προκαλοῦν τουλάχιστον οἱ διατυπώσεις ἐξωτερικά, ἦρθε τελικά
σέ αὐτή τήν μορφή, ἐνῶ τό περιεχόμενο, ὅπως θά δοῦμε στήν συνέχεια,
ἀποκαλύπτει τό ξένο, τό ἀλλότριο τῆς Ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας
μας.
Ἕνα τέταρτο θέμα εἶναι «ἡ
Ἀποστολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν τῷ συγχρόνῳ κόσμῳ». Εἶναι ἕνα
κοινωνικοῦ χαρακτῆρα, θά λέγαμε, θέμα τῆς Ἐκκλησίας.
Τό θέμα τῆς Νηστείας
Ἕνα πέμπτο θέμα εἶναι «ἡ
Σπουδαιότης τῆς νηστείας καί ἡ τήρησις αὐτῆς σήμερον», ἕνα περίεργο
θέμα, θά ἔλεγα. Γιατί, ποιός ἀμφισβητεῖ τήν σπουδαιότητα τῆς νηστείας
καί τήν τήρησή της σήμερα; Μόνον κάποιοι, οἱ ὁποῖοι μᾶλλον δέν ἔχουν
τό φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλά ἔχω τήν προσωπική ἄποψη, ὅτι αὐτά
εἶναι αὐτονόητα πράγματα καί δέν θά ἔπρεπε νά πάρουμε ἀποφάσεις
γιά τά αὐτονόητα. Ὅμως, ἴσως δέν εἶναι τόσο αὐτονόητο. Καί φαίνεται
αὐτό περισσότερο, ὅταν γνωρίζει κανείς, πῶς φτάσαμε σέ αὐτό τό θέμα,
σέ κάποιες ἄλλες διατυπώσεις, σέ κάποιες ἄλλες προτάσεις, οἱ ὁποῖες
τελικά ἀπερρίφθησαν, γιά νά λεχθεῖ τελικῶς, σχεδόν τό αὐτονόητο.
Δημοσιογράφος: Νομίζω, ὅτι στό συγκεκριμένο θέμα ἡ ἀρχική
τοποθέτηση ἦταν ἡ ἀναθεώρηση τῆς νηστείας καί ἔφτασε σταδιακά
νά γίνει ἡ σπουδαιότητα τῆς νηστείας.
Καθηγητής: Ἔτσι. Χαίρομαι τελικά πού τό λέτε ἐσεῖς, γιατί
κάποια πράγματα δέν θέλω νά τά πῶ, ὡς ἕνα σημεῖο. Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως
δημιουργοῦνται εὔλογα ἐρωτήματα. Μά, τί θά μᾶς πεῖ ἡ Πανορθόδοξη
Σύνοδος; Ὅτι ἡ νηστεία ἦταν ἀπό τόν Παράδεισο ἀκόμη, ὅτι ἡ νηστεία
καθιερώθηκε ἀπό τόν Χριστό ἤ ὅτι ὅλοι οἱ Κανόνες μιλοῦν γι’ αὐτό; Ἡ
ἐκκλησιαστική ζωή σήμερα εἶναι γνωστή. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουμε
τόν οἰκονόμο, τόν πνευματικό μας ὁδηγό, ὁ ὁποῖος κατά περίπτωση, ἁγιοπνευματικά,
μέ τήν διάκριση τῶν πνευμάτων πού ἔχει, θά μᾶς πεῖ τό σωστό. Τό ἄλλο κεῖται
ἔτσι κι ἀλλιῶς. Ἐξ ἀντικειμένου ἰσχύει γιά ὅλους… Ναί, γεννῶνται ἐρωτήματα
ἐδῶ. Ἔτσι, γιά νά ἔχουμε θέματα ἤ θέλουμε νά περάσουμε κάτι ἄλλο
τήν τελευταία στιγμή; Αὐτά τά πράγματα μόνο κοσμικά μπορεῖ νά θεωρήσει
κανείς, ὅτι θά εἶναι ἐπιτυχία, ἄν λεχθεῖ δηλαδή κάτι σέ μιά κατεύθυνση
νεωτεριστική. Θά πέσει, τότε, ἀπό μόνο του. Καί τό χειρότερο, φοβοῦμαι,
μήπως ἐξευτελιστεῖ ἡ Ὀρθοδοξία μας μέ μία ληστρική Σύνοδο. Μέ μία
Σύνοδο δηλαδή, πού νά μήν ἐκφράζει τήν αὐτοσυνειδησία, διαχρονικά,
τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.
Τό θέμα τοῦ Γάμου
Καί νά τελειώσω μέ ἕνα ἕκτο
θέμα, πού εἶναι τά κωλύματα τοῦ γάμου...
Δημοσιογράφος: Τοῦ γάμου τῶν ἱερέων ἤ τοῦ γάμου γενικά;
Καθηγητής: Ὄχι, τοῦ γάμου γενικά, πού συμπεριλαμβάνει
βέβαια καί τῶν ἱερέων καί τῶν μοναχῶν. Καί ἐκεῖ ὑπάρχει μιά ὁλόκληρη
φιλολογία, πρίν καταλήξουμε ἐδῶ. Ἀλλά καί πάλι στήν Ἐπιστολή μου
κάνω μία κριτική γιά κάποια εἰσήγηση, πού ἐπιτρέπει, δηλαδή κάνει
μιά πρόταση, νά ἐπιτρέπεται ὁ μικτός γάμος, ἐνόσω, νωρίτερα τίθεται
ὁ Κανόνας, σύμφωνα μέ τόν ὁποῖο εἶναι τελείως ξεκάθαρο, ὅτι δέν ἱερολογεῖται
ὁ μικτός γάμος. Δηλαδή, δέν μπορεῖ νά γίνει γάμος ὀρθοδόξου μέ ἑτερόδοξο.
Καί λέει ἐκεῖ κάποιο «ἀλλά», τό ὁποῖο «ἀλλά» εἶναι καί προσβλητικό ἁγιοπνευματικῶς,
διότι ἄν ὁ Κανόνας εἶναι αὐτός, τί «ἀλλά»; Σέ μερικές περιπτώσεις
λέει ἡ πρόταση, ὅταν δηλώσει ὁ ἑτερόδοξος ὅτι τά παιδιά του θά βαπτιστοῦν
καί τά λοιπά, τότε μπορεῖ νά ἱερολογηθεῖ αὐτός ὁ γάμος. Κι ἐγώ ρωτῶ,
ἔτσι, ρητορικά: κι ἄν αὐτός ὁ ἑτερόδοξος δέν θέλει νά κάνει παιδιά,
ἔχει νομιμοποιηθεῖ ἐκκλησιαστικά τό μυστήριο; Ἔχει γίνει δηλαδή
μυστήριο εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν; Ἑνός ἑτεροδόξου; Ἐάν
δέν κάνει παιδιά, παρ’ ὅτι θέλει νά κάνει, πάλι, ἐνῶ παραμένει τό
πρόβλημα, αὐτός θά ἔχει ὡς κοινό παρανομαστή τήν νομιμοποίηση τοῦ
ἐκκλησιαστικοῦ γάμου του; Καί αὐτό μπορεῖ νά τό λέει ἡ Ἐκκλησία; Αὐτό
εἶναι τρίκ. Κι αὐτά νομίζω, ὅτι μποροῦν νά τά εἰσηγοῦνται δικηγόροι.
Ὄχι ὅμως ἡ Ὀρθοδοξία, τήν στιγμή κατά τήν ὁποία ὡς προμετωπίδα τίθεται
ὁ Κανόνας τῆς Ἐκκλησίας, καί μάλιστα Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ἀλλά τό πρόβλημα βρίσκεται
καί στό περιεχόμενο τοῦ Κειμένου. Δέν εἶναι ἔτσι, ἐπειδή τό λέει ἁπλῶς
ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος αὐτό τό πρᾶγμα, ὅτι δηλαδή δέν εἶναι νοητό,
ἀλλά τό καταλαβαίνουμε καί θεολογικά καί ἐκκλησιολογικά. Ἀφοῦ ὁ
γάμος εἶναι εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν, γεννᾶται τό ἐρώτημα:
πῶς θά γίνει αὐτή ἡ ἀναφορά στόν Χριστό καί στήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ αὐτός
εἶναι ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἑτερόδοξος; Πῶς μπορεῖ νά εἰσέρχεται
δι’ ἄλλης ὁδοῦ στήν Ἐκκλησία καί νά γίνεται τό μυστήριο; Μυστήρια ἐκτός
Ἐκκλησίας δέν γίνονται. Ἐντός Ἐκκλησίας γίνονται γιά τούς πιστούς.
Δέν γίνονται γιά τούς μή πιστούς. Δηλαδή, ἄν τέτοια πράγματα περάσουν,
σᾶς λέγω, ὅτι αὐτά τά πράγματα δέν μποροῦν νά ἰσχύσουν στήν πράξη.
Δημοσιογράφος: Φοβοῦμαι, κ. Καθηγητά, ὅτι αὐτή ἡ διατύπωση
γίνεται -καί μακάρι ἐγώ νά μήν καταλαβαίνω σωστά- γιά νά ἀμνηστεύσει
τήν πρακτική, πού εἴχαμε μέχρι τώρα στόν Δυτικό Ὀρθόδοξο χριστιανικό
κόσμο.
Καθηγητής: Ἔτσι. Πολύ εὔστοχα τό εἴπατε αὐτό. Δηλαδή,
αὐτή τή στιγμή μεταξύ τῶν πιστῶν γίνονται κάποια κακῶς, ὡς ἔκτροπα
καί γίνονται ἀνεκτά σέ κάποιο βαθμό. Αὐτό πράγματι συμβαίνει. Δέν
μποροῦμε νά τό ἀρνηθοῦμε. Ἀλλά εἶναι φοβερό, νά νομιμοποιεῖς αὐτό
τό ὁποῖο δέν εἶναι σωστό. Εἶναι σάν νά λέμε, ὅτι σ’ ἕνα γάμο χριστιανικό
ὑπάρχει καί μιά παλλακίδα, ὑπάρχει δηλαδή μία μοιχεία. Δέν ὑπάρχουν
χριστιανικοί γάμοι, πού τούς συμβαίνει αὐτό; Ναί, συμβαίνει, ἀλλά κατά
παρέκκλιση, καί οὐσιαστικά ἀκυρώνει τό γάμο μιά τέτοια πράξη. Νά ἔρθουμε,
τώρα, νά ποῦμε ἐμεῖς, ὅτι ἐπειδή ἡ ἐποχή μας εἶναι ἔτσι κι ἔτσι, θά
νομιμοποιήσουμε αὐτό γιά μερικές περιπτώσεις; Ὑπάρχουν περιπτώσεις
πού ἐπιτρέπεται νά παραβιάζεται ἡ ἐντολή τοῦ Χριστοῦ «οὐ μοιχεύσεις»
καί «πᾶς ὁ βλέπων... ἤδη ἐμοίχευσε»;
Ἔτσι, μέ αὐτή τή λογική,
φτάσαμε καί στό θέμα τῶν ὁμοφυλοφίλων. Δέν εἶναι τυχαῖο, ὅτι συζητήθηκε
κι αὐτό τό θέμα. Γιατί εἶναι τελείως ξεκάθαρο τό γεγονός, ὅτι ἀποτελεῖ
κάτι παρά τήν φύση. Ὁ Θεός δέν δημιούργησε ὁμοφυλόφιλους. Δέν δημιούργησε
τρίτο φύλο, κατά τό κοινῶς λεγόμενο. Κατά συνέπεια, δέν ἔχει καμμία
νομιμοποίηση θεσμική αὐτό τό πρᾶγμα. Ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ συμπάθεια,
ἡ βοήθεια τήν ὁποία μπορεῖ νά παράσχει κανείς πνευματικῶς, νά τούς
δεῖ ὡς ἀσθενεῖς, καί στόν γάμο δηλαδή καί σέ ἄλλα τέτοια θέματα. Ἀλλά
αὐτό ἤδη γίνεται μέσω τῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή ἡ θεραπευτική
πρόσβαση στόν πνευματικῶς ἀσθενῆ. Σέ καμμία περίπτωση ὅμως νά μή
νομιμοποιοῦμε τήν περίπτωση τῆς ἀσθένειας αὐτῆς, ἡ ὁποία δέν ἔχει
βιολογικό χαρακτῆρα, ἀλλά πνευματικό. Δηλαδή, εἶναι δυνατό νά
φέρουμε τό πνεῦμα τῆς πονηρίας νά συζευχθεῖ μέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο; Εἶναι
τελείως ἀδύνατο αὐτό τό πρᾶγμα. Ποιά σχέση «Χριστοῦ πρός Βελίαρ»;
Ποιά σχέση «φωτός πρός σκότος;» Μά, γι’ αὐτό εἶναι ἡ Ἐκκλησία τό φῶς
τοῦ κόσμου, τό ἁλάτι τῆς γῆς... Καί φυσικά, ὅπως λέει εὔστοχα ὁ ἱερός
Χρυσόστομος, τό ἁλάτι δέν χρησιμοποιεῖται γιά τά σάπια, γιά τίς σάπιες
τροφές, ἀλλά γιά τίς ὑγιεῖς. Ὁ νοῶν νοείτω.
«Βαπτισματική Θεολογία»
Δημοσιογράφος: Κύριε Καθηγητά, ἐνδέχεται σ’ αὐτήν τήν τοποθέτηση
γιά τά κωλύμματα τοῦ γάμου καί γιά τό πῶς μποροῦν νά γίνονται μικτοί γάμοι,
νά ἔχουμε ἐμμέσως ἀλλά σαφῶς τήν ἀναγνώριση τῆς «Βαπτισματικῆς»
πλέον περίφημης «Θεολογίας»; Ἀναγνωρίζουμε τήν minimum πλήρωση τῶν προϋποθέσεων, ὅτι ἔχουνε βαπτιστεῖ
ἀκόμα καί οἱ ἑτερόδοξοι;
Καθηγητής: Κοιτᾶξτε, ἐπειδή μιλήσατε γιά minimum, θά σᾶς πῶ ὅτι στήν Ἐκκλησία, κυρίως στά δογματικά
θέματα, τό minimum εἶναι πολύ. Δέν εἶναι ὅπως
εἶναι ἔξω ἀπό αὐτήν. Δηλαδή μέ τό νά πεῖς στόν ἄλλον, ὅτι εἶναι βαπτισμένος,
ἔχεις πεῖ τό μέγιστο πρᾶγμα, δηλαδή ὅτι αὐτός ἔχει τήν ὑψίστη τιμή
νά εἶναι μέλος τοῦ μυστηριακοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Δηλαδή ἔχει μυστήριο,
γιατί μόνο διά τοῦ μυστηρίου μπορεῖς νά ἐνταχθεῖς ἐκεῖ. Ἀπό κεῖ καί
πέρα ὅλα εἶναι αὐτονόητα. Μετά, πῶς τόν ἀποκλείεις αὐτόν ἀπό τήν
μετοχή τοῦ Σώματος καί Αἵματος; Τό βλέπουμε στό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος,
πῶς τά ἔχουμε ἐμεῖς στήν Παράδοσή μας συγκεντρωμένα. Βαπτίζεσαι,
μυρώνεσαι, παίρνεις τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί κοινωνεῖς. Ἔληξε
τό θέμα τῆς ζωῆς. Ἔχεις τήν πληρότητα τοῦ πράγματος. Ἐπιλεκτικά δέν
γίνεται στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, νά εἶναι κανείς καί νά μήν εἶναι.
Τά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι
πολύ σαφῆ καί συμπίπτουν τά κανονικά της ὅρια μέ τά χαρισματικά της
ὅρια. Δέν μπορεῖ νά ἔχει κανείς λίγο Πνεῦμα Ἅγιο. Πολλές φορές, ὅταν
κάνω διαλέξεις, μέ ρωτοῦν αὐτό: Οἱ Δυτικοί δέν ἔχουν λίγη Χάρη; Καί ἀπαντῶ
ἐγώ, ὅτι λίγη Χάρη ἔχουμε ἐμεῖς, οἱ πιστοί, κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο
Παλαμᾶ. Τό πλήρωμα τῆς Θεότητος σωματικῶς ὑπάρχει μόνο στό Χριστό.
Ἐμεῖς «ἐκ τοῦ πληρώματος Αὐτοῦ ἐλάβομεν...». Αὐτό τό λίγο τῆς Χάριτος
εἶναι τό λίγο φῶς, πού παίρνουμε ἀπό τό Χριστό, τό ὁποῖο ὅμως εἶναι ἄκτιστο
φῶς. Τό ὅτι τώρα λέγω, ὅτι δέν ἔχουν τήν Χάρη, καί τό λέγω ὡς δογματολόγος
μετά βεβαιότητος, τό λέω, ἐκτός τῶν θεωρητικῶν ἐπιχειρημάτων
μου, καί ἐπί πρακτικοῦ πεδίου. Οἱ ἴδιοι οἱ ἑτερόδοξοι δηλαδή βεβαιώνουν, ὅτι ἡ Χάρη αὐτή, λίγη ἤ πολλή,
δέν μέ ἀπασχολεῖ, εἶναι κτιστή.
Οἱ Δυτικοί λένε ἀλήθεια σ’ αὐτήν τήν περίπτωση, γιά τό τί εἶναι
αὐτό πού ἔχουν, δηλαδή ὅτι εἶναι κτιστό. Καί τό λένε αὐτό ὄχι ὡς ἔτυχε,
ἀλλά δογματικά διατυπωμένο· πού σημαίνει σέ τελευταία ἀνάλυση,
ὅτι δέν ἔχουν ἐμπειρία τῆς ἀκτίστου Χάριτος, δηλαδή δέν ἔχουν ἐμπειρία
τοῦ μυστηρίου. Γιατί αὐτό εἶναι πού μᾶς κάνει κοινωνούς ἄμεσα καί
προσωπικά μέ τόν Θεό, δηλαδή μέ τήν ἄκτιστη Θεότητα, τήν ὁποία δέν τήν παίρνουμε, ἐπειδή εἴμαστε καλοί
ἤ ἐπειδή κάνουμε καλές πράξεις, ἀλλά γιατί μετέχουμε στή ζωή τοῦ Θεοῦ μέ μυστηριακό τρόπο. Καί τό πρῶτο εἰσαγωγικό μυστήριο
εἶναι τό Βάπτισμα.
Δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει τέτοια
«Βαπτισματική Θεολογία». Λέτε τώρα γιά τούς Ρωμαιοκαθολικούς, ἄν
ἔχουν βάπτισμα ἤ ὄχι. Παρεμπιπτόντως, θά ποῦμε, ὅτι δέν ἔχουν τόν τύπο
τοῦ Βαπτίσματος. Ἔχουν ράντισμα ἤ ἐπίχυση νεροῦ οἱ ἄνθρωποι. Ψεκασμό
ἔχουν. Δηλαδή, δέν ἔχουν τήν τριπλῆ κατάδυση καί ἀνάδυση, ἡ ὁποία,
ὅπως μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι ὁ θάνατος, ἡ μαρτυρία, ἡ ὁμολογία
ὅτι πεθαίνουμε ἐμεῖς κατά τήν ἁμαρτία καί ἀνιστάμεθα μέ τήν ἀναστημένη
ζωή τοῦ Χριστοῦ. Δέν τηροῦν, δηλαδή, οἱ Δυτικοί ἀκόμη καί τόν ἐξωτερικό
τύπο.
Ἡ δέ ἀναφορά στήν Ἁγία
Τριάδα εἶναι σέ ἄλλο Θεό. Τό Filioque, κατά
τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, μιλῶ ἐπιστημονικά αὐτή τή στιγμή, εἶναι
κατατεθειμένο στήν πίστη τῶν Δυτικῶν. Τό Filioque ἀκυρώνει
τόν ἄκτιστο χαρακτῆρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί καθίσταται κτίσμα. Κατά
συνέπεια, δέν θέλω νά τό ἀναλύσω αὐτό περισσότερο, γιατί δέν εἶναι
τοῦ παρόντος. Ἤδη ἔχουνε εἰσάγει τό κτιστό μέσα στό ἄκτιστο. Ἄλλωστε,
ὑποστηρίζοντας οἱ Δυτικοί, ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Βαπτίσματος εἶναι κτιστή,
πάλι τό ἴδιο πρᾶγμα κάνουν, τό ὁποῖο εἶναι τελείως ἀντιφατικό. Ὑποστηρίζουν,
ὅτι ἐξέρχεται ἀπό μιά ἄκτιστη πραγματικότητα κτιστή ἐνέργεια.
Γιατί ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι κάτι, πού ἀφορᾶ ἐμᾶς μόνο· εἶναι καθεαυτήν
φυσική ἐνέργεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Πῶς λοιπόν νά δεχτοῦμε τήν
«Βαπτισματική Θεολογία»; Γιά παράδειγμα, καθένας πού πιστεύει σ’
ἕνα Θεό, γιά τόν ὁποῖο λέει, ὅτι εἶναι τρία πρόσωπα, δέν σημαίνει ὅτι
εἶναι καί Ὀρθόδοξος. Οὔτε καθένας, πού μιμεῖται μερικῶς τό μυστήριο
τοῦ Βαπτίσματος, μποροῦμε νά ποῦμε, ὅτι τελεῖ ἕνα μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας,
ἐνῶ εἶναι ἐκτός Ἐκκλησίας καί ἀποδέχεται ὅλες τίς ἄλλες αἱρετικές
ἀποκλίσεις, τά ἄλλα δόγματα δηλαδή, πού τόν ἀποκόπτουν οὕτως ἤ ἄλλως
ἀπό Αὐτήν. Δέν γίνονται αὐτά. Γιατί; Γιατί στά μυστήρια τελετουργός
εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὡς Αὐτοαλήθεια. Ὅταν ἐσύ κόπτεις κάτι
ἀπό τήν Ἀλήθεια, ἡ ὁποία εἶναι ἀπερίτμητος καθ’ ἑαυτήν, εἶσαι ἐκτός
τῆς Ἀληθείας καί κατά συνέπεια ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας. Καί αὐτό δέν τό λέω ἐγώ, τό λένε τά Πρακτικά
τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Κάθε αἱρετικός αὐτό τό πρᾶγμα ἔκανε.
Δημοσιογράφος: Νομίζω, κ. Καθηγητά, ὅτι ἀρκετές πληροφορίες
πήραμε σήμερα, ἀλλά ἔχουμε ἀφήσει πάρα πολλά σημαντικά στοιχεῖα,
πού πρέπει νά τά κουβεντιάσουμε, γιατί εἶμαι σίγουρος, ὅτι τά ἐρωτήματα
εἶναι ἀκόμα μεγαλύτερα. Ἦταν ἡ εἰσαγωγή σήμερα. Καί θά σᾶς παρακαλέσουμε
νά μᾶς κάνετε αὐτήν τήν τιμή, ἀλλά καί τήν μεγάλη χάρη, νά συνεχίσουμε
αὐτήν τήν συζήτηση πρός χάριν ὅλων μας.
Καθηγητής: Νομίζω, ὅτι δέν εἶναι χάρη, ἀλλά ὑποχρέωση,
γιατί ἀφήσαμε πάρα πολλά πράγματα χωρίς ἀπαντήσεις. Καί εἶναι εὔλογο,
νά ἀναμένεται αὐτό ἀπό τό κοινό, τοῦ ὁποίου μᾶλλον ἀνοίξαμε τήν ὄρεξη.
Δημοσιογράφος: Σᾶς εὐχαριστοῦμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.