Ἀναφορὰ στὴν κατάπτυστη «Ανοιχτή επιστολή» τοῦ π. Σωτηρίου Παρδάλη.
Δυστυχῶς ἡ θεολογικὴ
κατάρτηση τῶν ἱερέων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι δραματική. Ἀναπαράγουν τὸν
Ἐπισκοποκεντρισμὸ τῶν Δεσποτάδων τους, ὡς κάτι φυσιολογικό, μὴ διανοούμενοι ὅτι
ὁ Ἐπισκοποκεντρισμὸς ἀποτελεῖ ἕνα ἀπὸ τοὺς ἀκρογωνιαίους λίθους τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ καὶ εἶναι κι αὐτὸς μιὰ ἐπὶ μέρους αἵρεση τῆς …παναιρέσεως!
Μὲ αὐτὲς τὶς ἀ-θεολόγητες προϋποθέσεις ἕνας κληρικὸς τῆς Μητροπόλεως Φλωρίνης ( ὁ π. Σωτήριος Παρδάλης)
ἐπιτέθηκε κατὰ τοῦ διακόψαντος τὸ Μνημόσυνο τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π.
Παΐσιου Παπαδόπουλου (ἀκολουθώντας τὶς ἀ-νοησίες Τελεβάντου, ὁ ὁποῖος μόλις πρὶν
λίγες μέρες -μὲ τὶς ἴδιες ἀ-θεολόγητες προϋποθέσεις- ἔδωσε τὸ σῆμα ἐπίθεσης
κατὰ τοῦ π. Παϊσίου). Κι ὄχι μόνο ἐπιτέθηκε, ἀλλὰ ταυτόχρονα συκοφαντεῖ τὸν π. Παΐσιο, γιὰ τάχα …προσβλητικὴ στάση
κατὰ τοῦ ἁγίου Φωτίου! Περιμένουμε νὰ δοῦμε ἄν, ὅσοι τὸν συμβούλεψαν νὰ συκοφαντήσει τὸν
π. Παΐσιο, θὰ τὸν συμβουλέψουν καὶ πάλι νὰ ζητήσει συγγνώμη καὶ νὰ τὸν ἀποκαταστήσει;
Δὲν γνωρίζουμε ἂν ὁ π. Παΐσιος θὰ ἀπαντήσει ἐπὶ προσωπικοῦ. Ἐμεῖς ὅμως
θεωροῦμε ὅτι εἶναι μιὰ ἀκόμα εὐκαιρία, αὐτὲς τὶς μέρες τῆς συγχύσεως καὶ τῆς
παραποιήσεως τῆς Πατερικῆς μας παραδόσεως, νὰ παρουσιάσουμε τὴν ἐκκλησιαστικὴ
ἀλήθεια ποὺ κακοποιεῖται ἀπὸ ἱερεῖς –θύματα ἀλλὰ καὶ συνειδητοὺς ὑπηρέτες τῆς
Δεσποτοκρατίας– σὲ ἕνα τουλάχιστον σημεῖο, ποὺ βάναυσα παραποιεῖ ὁ ἄγνωστός μας
π. Σωτήριος. Μιὰ συνολικὴ ἀπάντηση δόθηκε ἀπὸ τὸν Σύλλογο "ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ (ἐδῶ).
Παρουσιάζουμε, λοιπόν, τὸ τμῆμα τῆς «Ἀνοικτῆς Ἐπιστολῆς» (ὁλόκληρη ἐδῶ), στὸ ὁποῖο ὁ π. Σωτήριος παραποιεῖ τραγικὰ τὴν ἀλήθεια γιὰ νὰ ὑποστηρίξει τὸν Δεσπότη του. Τὴν ἀπάντηση παίρνουμε ἀπὸ μελέτη τοῦ
π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ, ποὺ συνέταξε πρὶν ἀπὸ 5 περίπου χρόνια,
ὅταν καὶ πάλι τότε κυκλοφόρησαν παρόμοιες πλανημένες θέσεις.
Γράφει
ὁ π. Σωτήριος:
«...Ο Φλωρίνης
Θεόκλητος, αγαπητέ π. Παΐσιε, έχει θερμές φιλοφρονήσεις προς τον Πατριάρχην και τον μνημονεύει... Ο Επίσκοπός μας κατ’ οικονομία
ανέχεται άχρι καιρού. Τούτο
έπραξε και ο Μ. Φώτιος. Όπως γνωρίζεις π. Παΐσιε τα
πρωτεία και το Filioque Πάπα δεν εμφανίστηκαν ούτε κατά το 1054, ούτε και τα
δύο προηγούμενα έτη 1053, 1052, αλλά στη δύση διδάσκονταν αιώνες πριν. Και όμως η
Εκκλησία κάνοντας χρήση την
οικονομία ανέχονταν
και τον Πάπα και
τις κακοδοξίες αυτού. Ο Μ. Φώτιος, που γιορτάσαμε
σήμερα, όχι μόνο ανέχονταν επί μακρόν να μνημονεύει στα Δίπτυχα του
κακοδόξου Πάπα, αλλά το έτος 855 έγραψε εγκωμιαστικά για τον πριν
τριετίας αποθανόντος Πάπα Ιωάννου Η΄. “Ούτος τοίνυν ο Ιωάννης ημέτερος ο
τον νουν ανδρείος δε την ευσέβειαν… Ούτος ο κεχαριτωμένος της Ρώμης Αρχιερεύς…”
(«Περί της του Αγίου Πνεύματος μυσταγωγίας, κεφ. 89). Αν
ζούσες τότε π. Παΐσιε δεν θα δίσταζες μετά από αυτές τις εκφράσεις
φιλοφροσύνης, να ρίξεις κατά πρόσωπο του αγίου Πατρός την “ρετσινιά” του προδότου!».
Τὸ ἀπόσπασμα ποὺ ἀπαντᾶ στὸν π. Σωτήριο, εἶναι ἀπὸ παλαιότερη μελέτη τοῦ π. Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ πρὸς κάποιον ἁγιορείτη πατέρα:
Ἐδῶ, πάτερ, βλέπω ἐμφανῶς ὅτι
δέν χρησιμοποιεῖς μόνον ἐπιχειρήματα τά ὁποῖα καθημερινῶς διαδίδουν οἱ Οἰκουμενιστές,
ἀλλά χρησιμοποιεῖς τά ἐπιχειρήματα τῶν ἰδίων τῶν Παπικῶν. Διότι ἀπό τούς Οἰκουμενιστές καί τούς
Παπικούς ἀκοῦμε αὐτές τίς περί τοῦ «Filioque» θεωρίες. Καί αὐτοί μέν τά ἀναφέρουν προκειμένου νά
στηρίξουν τήν σημερινή μεταξύ των ἀλληλοαναγνώρισι καί ἀλληλοπεριχώρησι. Ἐσύ ὅμως,
γιατί τά ἀναμασᾶς καί τά ἀναφέρεις καταδεικνύοντας ἐμφανῶς ὅτι συμπορεύεσαι μέ
αὐτούς ἤ τουλάχιστον δικαιολογεῖς ἱστορικῶς τόν ἐκτροχιασμό των; Καί ἔτσι
δηλαδή, νά εἶναι ἱστορικά τά πράγματα, δέν θά ἔπρεπε νά τά ἰσχυριζώμεθα, διότι
προφανῶς ὑποβοηθοῦμε εἰς τήν ἐξάπλωσι καί ἐπικράτησι τῆς αἱρέσεως τῆς ἐποχῆς
μας, ἡ ὁποία οὐσιαστικά δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν ἀθώωσι, ἀλληλοπεριχώρησι καί ἀναγνώρισι
τῶν πάσης φύσεως αἱρετικῶν. Τώρα ὅμως πού καί ἱστορικά δέν εἶναι ἔτσι τά
πράγματα τί γίνεται; Ποῦ εὑρισκόμεθα; Ποῦ βαδίζομε; Ποίους καλύπτομε καί ἀθωώνομε;
Διάβασε λοιπόν μία ἱστορική
θεώρησι τῆς περί «Filioque»
ὑποθέσεως, ἡ ὁποία κατά τήν γνώμη μου συμφωνεῖ ἀπολύτως μέ τήν ὀρθόδοξο Παράδοσι, τήν Ἁγία Γραφή κ.λπ. Εἶναι ἐρανισμένη ἀπό τό δίτομο ἔργο τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη «Δογματική καί Συμβολική Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας». Ἀναφέρει ὁ π. Ἰωάννης τά ἑξῆς ἱστορικά ἐπί τοῦ θέματος τούτου στοιχεῖα:
ὑποθέσεως, ἡ ὁποία κατά τήν γνώμη μου συμφωνεῖ ἀπολύτως μέ τήν ὀρθόδοξο Παράδοσι, τήν Ἁγία Γραφή κ.λπ. Εἶναι ἐρανισμένη ἀπό τό δίτομο ἔργο τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη «Δογματική καί Συμβολική Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας». Ἀναφέρει ὁ π. Ἰωάννης τά ἑξῆς ἱστορικά ἐπί τοῦ θέματος τούτου στοιχεῖα:
«Κατά τάς Φραγκικὰς πηγάς τό θέμα
περί FILIOQUE ἐκινήθη ὑπό τινος
μοναχοῦ ὀνόματι Ἰωάννου
τῶν Ἱεροσολύμων. Εἰς τό Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν ὑπῆρχε
μοναστήριον τῶν Φράγκων, ὅπου,
κατά τό μόλις τότε τῷ 808 εἰσαχθέν ἐκεῖ
φραγκικόν ἔθιμον, ἐψάλλετο
τό Σύμβολον μετά τῆς
προσθήκης. Οἱ Ρωμαῖοι (Ἕλληνες)
μοναχοί κατηγόρησαν τούς Φράγκους ὡς αἱρετικούς.
Οἱ Φράγκοι ἀπετάθησαν εἰς τόν Πάπαν
Λέοντα Γ', ὅστις ἐνημέρωσε
δεόντως καί τόν Κάρολον τόν ἐν τῇ Δύσει
λεγόμενον Μέγαν. Τῷ 809 ὁ
Κάρολος συνεκρότησε μεγάλην Σύνοδον ἐν Ἀκυϊσγράνω
τῆς Ἱεραρχίας τῶν
Φράγκων, ἥτις ἐθέσπισεν
ὡς δόγμα τήν γενομένην περί τὸ 780
προσθήκην τοῦ FILIOQUE καί ἀφώρισε
τούς μή συμφωνοῦντας. Παραδόξως τά πρακτικὰ δέν
σώζονται. Ἀπό τά
λεχθέντα ὅμως τῶν ἀποκρισαρίων
τοῦ Καρόλου πρός Λέοντα Γ' φαίνεται ὅτι ἡ περί
τοῦ FILIOQUE
συζήτησις ἐν τῇ ἐν λόγῳ Συνόδῳ ἦτο
θυελώδης. "Συχναῖς γάρ καί ἀλλεπαλλήλοις
συζητήσεως βάλλεται προσβολαῖς ἡ καθ' ἡμᾶς Ἐκκλησία...".
Τῷ 809 ἀπεστάλη τριμελής ἐπιτροπή,
ἵνα ἐνημερώσῃ τόν Πάπαν
περί τῶν πεπραγμένων καί, ὡς
φαίνεται, ἵνα ἀποσπάσῃ τήν
σύμφωνον γνώμην του.
»Περί τῆς ἐπισκέψεως
ταύτης σῴζονται δύο ἐνδιαφέροντα
πρακτικά, τό μέν
δημοσιευμένον εἰς τήν συλλογήν τῶν
πρακτικῶν τῶν Ρωμαϊκῶν
Συνόδων, τό δέ τοῦ μοναχοῦ
Σμαράγδου, ἑνός τῶν τριῶν
Φράγκων ἀποκρισαρίων τοῦ
Καρόλου, ὅστις ἐκράτησε
λεπτομερές πρακτικόν τῶν περί
τῆς προσθήκης συζητήσεως μεταξύ τοῦ Πάπα
καί τῶν ἀποκρισαρίων.
Παρά τήν Φραγκικήν προέλευσιν τῶν
πρακτικῶν φαίνεται σαφῶς ἡ δογματικά Ὀρθόδοξος θέσις τοῦ Πάπα» (Τόμ.
Α΄, σελ. 316, 317). Ὀλίγον δέ κατωτέρω ἀναφέρει:
«Ἤδη ὁ Κάρολος τῷ 794 ἀπεκήρυξε τούς Ρωμαίους, ὡς αἱρετικούς, διά τῆς ἐν τῇ Συνόδῳ τῆς
Φραγκφούρτης καταδίκης τῆς Ζ' Οἰκουμενικῆς
Συνόδου, ὅτε μετ' ἐπιμονῆς
διεκήρυξαν οἱ Φράγκοι τὸ FILIOQUE εἰς ἀντίδρασιν
πρός τά γραφόμενα τοῦ Κωνσταντινουπόλεως ἁγίου
Ταρασίου περί ἐκ μόνου τοῦ Πατρός ἐκπορεύσεως,
τό ὁποῖον εἶχεν ὑποστηρίξει
καί ὁ Πάπας Ἀδριανός Α'» (σελ.
317).
Τό Filioque λοιπόν διεκηρύχθη ὡς δόγμα
περί τά τέλη τοῦ Η΄ αἰῶνος ἤ ἀρχάς τοῦ Θ΄ καί μάλιστα μετά τήν Ζ΄ Οἰκουμενική.
Τά περί Συνόδου λοιπόν τοῦ Τολέδο (589) πού ἀναφέρεις εἶναι προφανῶς
παραπλανητικά καί μόνον οἱ Παπικοί καί κάποιοι Οἰκουμενιστές τά ἰσχυρίζονται
καί τά ἐπικαλοῦνται. Ὁ ἅγ. Νικόδημος ἐν προκειμένῳ εἰς τό Πηδάλιο ἀναφέρει τά ἑξῆς
ἱστορικά: «Ἀλλά γάρ καί πρό τοῦ Ἰωάννου τούτου ἡ ἐν Τολήτῳ συγκροτηθεῖσα
Γ΄ Σύνοδος ἐπί Ῥικάρδου Βασιλέως Ἰσπανίας, ἐν ἔτει φπθ΄. ἄνευ τῆς προσθήκης ἐπρόσταξε νά ἀναγιγνώσκεται
τό ἅγιον Σύμβολον εἰς τήν Ἰσπανίαν καί Γαλλίαν, ἀπαραλλάκτως, καθώς Ἰουστῖνος
ὁ Βασιλεύς πρῶτος διέταξε τοῦτο νά ἀναγιγνώσκεται πρό τῆς Κυριακῆς εὐχῆς τοῦ
Πάτερ ἡμῶν εἰς ὅλας τάς Ἐκκλησίας τῆς Ἀνατολῆς ἐν ἔτει φμε΄. Καί ὁ Ῥώμης δέ Λέων ὁ γ’.
ἐν τῇ ἀρχῇ τοῦ θ’. αἰῶνος, Συνόδου ἐν Ἀκυϊσγράνοις γενομένης, καί ἐν αὐτῇ Ἰωάννου
Μοναχοῦ Ἱεροσολυμίτου γενναίως κατά τῆς ἐν τῷ Συμβόλῳ προσθήκης ἠγωνισμένου, ἐρωτηθείς
ἀπό τόν μέγαν Κάρολον τί περί τούτου φρονεῖ, ὄχι μόνον τήν προσθήκην ἀπεκήρυξεν, ἀλλά καί ὅλον τό ἅγιον
Σύμβολον, ἄνευ ταύτης, ἐνέγλυψεν εἰς δύω πλάκας ἀργυρᾶς, εἰς τήν μίαν μέν ἑλληνικά,
εἰς τήν ἄλλην δέ λατινικά, τάς ὁποίας καί ἀπέθετο εἰς τά μνημεῖα τῶν ἁγίων Ἀποστόλων
Πέτρου καί Παύλου, ὑπό ἀνάθεμα ποιήσας
ἐκείνους ὁποῦ ἤθελαν τολμήσουν νά
προσθέσουν, ἤ νά ἀφαιρέσουν ἀπό αὐτό, κατά τόν Καρδινάλην Βαρώνιον,
καί Ἰησουΐτην Πετάβιον. Ἴδε καί τήν ἐν Φλωρεντίᾳ Σύνοδον ἀπό τῆς γ’. μέχρι ιζ΄.
Συνελεύσεως, ὅπου τήν κακίστην ταύτην προσθήκην γενναιότατα οἱ καθ’ ἡμᾶς Ἕλληνες
ἀπεσκοράκισαν, οἱ δέ Λατῖνοι μεμενήκασιν ἄφωνοι. Ταῦτα πάντα εἴπομεν περί τοῦ
κοινοῦ Συμβόλου τῆς πίστεως» (Ζ΄ Καν. τῆς Γ΄ Οἰκουμ. ὑποσ). Σαφῶς λοιπόν ἀναφέρεται
ἀπό τόν ἅγ. Νικόδημο ὅτι ἡ ἐν Τολέδῳ Σύνοδος ἐδέχθη τό Σύμβολο ἄνευ τῆς
προσθήκης.
Ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης, ἐπίσης,
ἀναφέρει στό προμνημονευθέν ἔργο του: «Πάντως
ἡ συνήθης ἐκδοχή ὅτι τό FILIOQUE παρεισήχθη εἰς τό Σύμβολον ἤδη εἰς τήν Ἰσπανίαν
κατά τήν ἐν Τολέδῳ Σύνοδον τῷ 589, διότι ἡ διπλή ἐκπόρευσις ἀναφέρεται εἰς τόν
τρίτον ἀναθεματισμόν καί εἰς τήν πρός τήν Σύνοδον ὁμολογίαν πίστεως τοῦ ἡγεμόνος
τῶν Γότθων Ρηκαρήδου, δέν εὐσταθεῖ διότι εἰς τά διασωθέντα πρακτικά τό Σύμβολον
τῆς Νικαίας Κωνσταντινουπόλεως ὑπάρχει ἡ χωρίς τήν προσθήκην ἢ μετ' αὐτῆς
προστεθείσης ὅμως ὑπὸ μεταγενεστέρου χειρός, ὡς ἀνέπτυξεν ἐν ἄρθρῳ τοῦ ὁ A. E.
Burn τῷ 1908» (Τόμ. Α΄, σελ. 326).
Εἶναι λοιπόν ἄξιον ἀπορίας πῶς
αὐτά πού ἀπορρίπτουν ὡς ἀναληθῆ καί πλαστογραφημένα οἱ ἴδιοι οἱ Δυτικοί, ἀποτελοῦν
γιά μᾶς ἐπιχειρήματα, τά ὁποῖα μάλιστα ὑποβοηθοῦν τήν ἐξάπλωσι τῆς αἱρέσεως.
Οἱ Πάπες λοιπόν
τῆς μετά τήν Ζ’ Οἰκουμενική περιόδου εἶχαν σχίσμα μέ τούς Φράγκους ἐξαιτίας τοῦ Filioque, τό ὁποῖο
αὐτοί ἐδέχοντο, καί τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς τήν ὁποία
ἀπέρριπτον. Τήν ἱστορική αὐτή πραγματικότητα
ἀναφέρει πάλι ὁ π. Ἰωάννης Ρωμανίδης: «Συντελεῖ εἰς τήν ἐν λόγῳ
σύγχυσιν ταύτην τῶν Δυτικῶν ἱστορικῶν, α) ἡ κατά
καιρούς βιαία κατάληψις τοῦ θρόνου
τοῦ Πάπα Ρώμης ὑπό
φραγκοφίλων ἤ Φράγκων ἐπισκόπων,
τούς ὁποίους οἱ
Δυτικοί ἱστορικοί ἐμφανίζουν
ὡς σωτήρας τῆς Ἐκκλησίας
ἀπό τήν κυριαρχίαν τῶν Ρωμηῶν Λατίνων τῆς Μέσης
Ἰταλίας ἤ τῆς Ρώμης.
Πρέπει, λοιπόν, νά τονισθῇ ὅτι ἐπί
Μεγάλου Φωτίου ὑπῆρχε μόνιμον σχίσμα καί συγχρόνως δέν ἔγινε
δογματικόν σχίσμα. Δηλαδή πρέπει νά ξεχωρίσωμεν
σαφῶς τούς Φράγκους ἀπό τούς Λατίνους. Ἡ
διάκρισις λησμονεῖται συνήθως, διότι μεταξύ ἄλλων ἐχρησιμοποίουν
οἱ Φράγκοι ὡς ἐπίσημον
γλῶσσαν των τήν Λατινικὴν καί, ὡς ἀποτέλεσμα
τῆς ἐπὶ αἰῶνας
προπαγάνδας των, ἐπεκράτησεν ἡ ἀνιστόρητος
παράδοσις αὐτῶν ὅτι εἶναι οὗτοι
συνέχεια τῆς Λατινικῆς Παραδόσεως.
Μεταξύ Φράγκων καί Ὀρθοδόξων ὑπῆρχεν ἐπί
Μεγάλου Φωτίου μόνιμον
δογματικόν σχίσμα ἐξ αἰτίας τοῦ FILIOQUE καὶ τῆς Ζ' Οἰκουμενικῆς
Συνόδου.
Ἀλλά μεταξύ Λατίνων
καί Ἑλλήνων Ρωμαίων οὔτε ὑπῆρχεν οὔτε ἔγινεν ἐπί Μεγάλου Φωτίου δογματικόν σχίσμα, ἀφοῦ εἰς τά θέματα
ταῦτα τοῦ FILIOQUE καί τῆς Ζ' Οἰκουμενικῆς
Συνόδου ὑπῆρχεν ἀπόλυτος
συμφωνία.
Οἱ Λατίνοι καί οἱ Ἕλληνες
μέχρι τοῦ 1009 ἐθεώρουν
ἀλλήλους ὡς ὁμοδόξους
καί ὁμοεθνεῖς καί τούς
Φράγκους ὡς ἑτεροδόξους
καί ἑτερογενεῖς, ὡς
φαίνεται σαφῶς ἀπό τάς
κατά τῶν Φράγκων ἀποφάσεις
καί τά πρακτικά τῆς ἐπί
Μεγάλου Φωτίου Η' Οἰκουμενικῆς Συνόδου περί εἰκόνων
καί FILIOQUE καί, ὡς
φαίνεται τόσον σαφῶς ἀπό τό ἔργον τῶν Ἁγίων Κυρίλλου καί Μεθοδίου, οἱ ὁποῖοι ἐκήρυξαν
τό ὀρθόδοξον Σύμβολον ἐν ἀντιθέσει
πρός τό φραγκικόν, ὡς ὑπηρέται
καί ἀντιπρόσωποι τῶν Ὀρθοδόξων
Παπῶν τῆς Πρεσβυτέρας Ρώμης.
Σημειωτέον ὅτι ἡ ὑπό τῆς Ἐκκλησίας
τῆς Ρώμης ἀναγνώρισις, ὡς
Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Ἰγνατίου
καί μή ἀναγνώρισις
τοῦ Φωτίου, εἶχε χαρακτῆρα
κανονικόν καί οὐχί δογματικόν, ὡς ἀκριβῶς
συμβαίνει μέ τήν ἐν συνεχείᾳ ἀναγνώρισιν
τοῦ Φωτίου ὑπὸ τῆς
Ρώμης.
Ὁ περί FILIOQUE καί Ζ' Οἰκουμενικῆς
Συνόδου ἀγών τοῦ Φωτίου
ἐγένετο κατά τῶν ἐν
Βουλγαρίᾳ Φράγκων ἱεραποστόλων καί τῶν
φραγκοφίλων Λατίνων, ἀλλ' οὐχί κατά
τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ρώμης, ἐν ᾗ τήν
μεγίστην πλειοψηφίαν καί κυριαρχίαν εἶχον οἱ
φιλέλληνες Λατίνοι (λατινόφωνοι Ρωμηοί), οἵτινες ἐθεώρουν
ἑαυτούς φυσικά, ὡς
Ρωμαίους, δηλαδή Ρωμῃούς, μέ αὐτοκράτορα ἐν
Κωνσταντινουπόλει ἤ Νέᾳ Ρώμῃ.
Οὕτως ἐν τῇ ἐγκυκλίῳ
ἐπιστολῇ του πρός
τούς τῆς Ἀνατολῆς Ἀρχιερατικοὺς
θρόνους ὁ Μέγας Φώτιος καταγγέλλει τούς ἐν
Βουλγαρίᾳ Φράγκους ἱεραποστόλους καί τούς φραγκοφίλους
λατινόφωνας Ρωμαίους ἐπί αἱρέσει, ἀλλά
διαχωρίζει ἀπ' αὐτούς
τόν φραγκόφιλον Πάπαν Νικόλαον τόν Α' διά τόν ὁποῖον ἀρκεῖται εἰς τήν
κατ' αὐτοῦ περί
τυρανίδος καί ἀνατροπῆς ἐκκλησιαστικῶν θεσμῶν
κατηγορίαν, ἥτις ἔφθασεν
εἰς Κωνσταντινούπολιν ἐξ Ἰταλίας» (Τόμος Α΄ σελ.
77).
Ἄν λοιπόν, ἔτσι ἔχουν ἱστορικά τά πράγματα, ποῖο
εἶναι τό πρόβλημα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐπικοινωνίας τῶν τεσσάρων Πατριαρχῶν μετά
τοῦ Πάπα τῆς Ρώμης, τήν στιγμή πού κατά
τήν χρονική αὐτή περίοδο ἡ Ρώμη ἦτο Ὀρθόδοξη καί εἶχε σχίσμα μέ τούς Φράγκους ἐξ
αἰτίας τοῦ Filioque καί τῆς
Ζ΄ Οἰκουμενικῆς;
Ἄν πάλι ἡ ἱστορία δέν εἶναι ἔτσι,
σέ παρακαλοῦμε, πάτερ, νά μᾶς διορθώσης, ἀρκεῖ οἱ πηγές πού θά ἀντλήσης τά ἱστορικά
στοιχεῖα νά μήν εἶναι παπικές ἤ δυτικές, διότι ὅπως εἶναι γνωστόν οἱ Παπικοί εἶναι
ἄριστοι ἐπιστήμονες στήν πλαστογραφία καί στήν δολιοφθορά. Ἀρκεῖ νά σοῦ θυμίσω
τίς Ἰσιδώριες διατάξεις τοῦ Μ. Κων/νου καί τά πρακτικά τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς πού ἐπαρουσίασαν
οἱ Παπικοί στήν Σύνοδο τῆς Φλωρεντίας, ἔχοντας τό Σύμβολο τῆς Πίστεως μέ τό Filioque, τό ὁποῖο, ὅπως ἀναφέρει ὁ
Σίλβεστρος Συρόπουλος στά ἀπομνημονεύματά του, ἐπροξένησε γέλωτα στούς Ἀνατολικούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.