Ἤδη καταγγείλαμε
(ἐδῶ)
τὴν ἄρνησή του νὰ δημοσιεύσει τὸ ἄρθρο τοῦ κ. Ἰωάννη Ρίζου, ὡς ἀπάντηση ἄρθρου
ποὺ ἔθιγε τὸν ἴδιο καὶ τὴν ἀλήθεια! Βέβαια παρόμοια ἔχουν συμβεῖ μὲ θέματα ποὺ
ἀφοροῦν τὸν π. Θεόδωρο Ζήση, π. Ν. Μανώλη, ἀλλὰ καί, παλαιότερα, ἄλλες
δημοσιεύσεις, ποὺ ἀποστείλαμε, ἀλλὰ ἀρνήθηκε νὰ δημοσιεύσει ὁ "Ο.Τ."
παρότι μᾶς συκοφαντοῦσαν. Ἀντίθετα, οἱ διευθύνοντες τὸν «Ο.Τ.» δὲν ἀρνοῦνται νὰ
δημοσιεύουν ἄρθρα ποὺ ἐξασκοῦν ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ κατὰ τῆς Διακοπῆς Μνημοσύνου!
Καὶ ἐρχόμαστε στὸ ἄρθρο τοῦ μοναχοῦ Ἰωσήφ. Τὸ παραθέτουμε καὶ τὸ
σχολιάζουμε.
Ἐξ ἀρχῆς ὁ μ.
Ἰωσὴφ διαπράττει ἕνα μεθοδολογικὸ λάθος. Ἀποσιωπᾶ (καὶ ἔτσι διαγράφει) τὴν ἐπὶ
τοῦ θέματος τῆς Διακοπῆς Μνημοσύνου σύνολη Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν
διδασκαλία τῶν Ἁγίων καὶ ἐπιλέγει τὴν ἐξέταση μόνο ἑνὸς Ἱ.
Κανόνος, τοῦ ΙΕ΄. Ὅμως, αὐτὸς ὁ ἱ. Κανών, ἂν ἀποκοπεῖ ἀπὸ τὴν
πράξη τῆς Ἐκκλησίας, μπορεῖ νὰ ἑρμηνευθεῖ κατὰ τὸ δοκοῦν καὶ κατὰ τὰ «συμφέροντα»
τοῦ κάθε ἀρθογράφου καὶ νὰ ἐξαχθοῦν ἐξ αὐτοῦ κακόδοξα συμπεράσματα.
Ἐξ
ἀρχῆς, λοιπόν, ὁ ἀρθρογράφος ταυτίζεται μὲ τὶς κακόδοξες θέσεις
ἀντι-Οἰκουμενιστῶν, ποὺ φιλοξενεῖ καὶ προπαγανδίζει τὸ ἱστολόγιο «Τελεβάντος»,
καὶ δογματίζει ὅτι ὁ ΙΕ΄ Κανόνας «παρέχει δικαίωμα» καὶ δὲν
ἀποτελεῖ ὑποχρέωση καὶ καθῆκον, ὅπως ὅλοι οἱ Κανόνες καὶ οἱ Ἐντολὲς
τοῦ Κυρίου, ἀσφαλῶς γιὰ ὅποιον ἐλεύθερα θέλει νὰ
εἶναι Χριστιανός, θέλει νὰ ἀποφύγει τὴν μόλυνση τῆς αἱρέσεως καὶ νὰ συντελέσει
στὴν καταδίκη τῆς αἱρέσεως.
Μέλη τῆς ληστρικῆς καὶ κακόδοξης Συνόδου τῆς Κρήτης! |
Κάνει στὴ
συνέχεια ὁ μ. Ἰωσὴφ μιὰ διάκριση. Ἄλλο λέγει «εἶναι νὰ κηρύξη κάποιος αἵρεσιν γυμνῇ τῇ κεφαλῇ καὶ ἄλλο νὰ προβαίνη
σὲ συμπροσευχὴ ἢ ἄλλην ἐνέργεια, βάσει τῆς ὁποίας εἶναι παραβάτης τῶν ἱερῶν
κανόνων. Στὴν β΄ περίπτωση δὲν τὸν καλύπτει ὁ 15ος κανόνας τῆς
ΑΒ΄ συνόδου» καὶ ἄρα δὲν θεωρεῖται «ἀπαραίτητο νὰ διακόψουμε τὴ μνημόνευση ἑνὸς τοιούτου ἀρχιερέως»!
Ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται ὀρθὴ αὐτὴ ἡ σκέψη τοῦ μοναχοῦ Ἰωσήφ, ἀλλὰ δὲν
εἶναι. Διότι δὲν «πρόσεξε» ὁ μοναχὸς ὅτι οἱ συμπροσευχὲς τῶν
Οἰκουμενιστῶν ἀποτελοῦν τὴν …ἐμπέδωση τῶν κακοδοξιῶν τους! Ἐξ ἴσου
τὸ ἴδιο γίνεται καὶ μὲ τοὺς Διαλόγους, ποὺ διεξάγονται παρὰ πᾶσαν Εὐαγγελικὴ
καὶ ἁγιοπατερικὴ διδασκαλία, πρὸς ὄφελος τῶν αἱρετικῶν καὶ βέβαια, προώθηση τοῦ
Οἰκουμενισμοῦ!
Οἱ
ἐπὶ μισὸ αἰῶνα πραγματοποιούμενες συμπροσευχὲς τῶν κακόδοξων Οἰκουμενιστῶν, δὲν
ἀποτελοῦν μιὰ κατάσταση οἰκονομίας· δὲν μποροῦμε νὰ τοὺς δοῦμε ὡς μιὰ συμπροσευχὴ π.χ.,
ποὺ ἔγινε σὲ κάποια ἐσχάτη ἀνάγκη, ἢ ἀπὸ ἄγνοια τῆς σημασίας ποὺ ἔχει, ἢ ἀπὸ
καταναγκασμό, ἢ (ὅπως συνέβη στὴ Φερράρα-Φλωρεντία) κατὰ τὴν διάρκεια ἑνὸς
διαλόγου μὲ προοπτικὴ ἐπιστροφῆς τῶν αἱρετικῶν στὴν Ὀρθοδοξία. Αὐτὲς οἱ
περιπτώσεις εἶναι στὴν ἁρμοδιότητα μιᾶς Συνόδου, ἡ ὁποία θὰ τὶς ἐξετάσεις
καὶ θὰ κρίνει, ἂν ὅσοι συμπροσευχήθηκαν τοιουτοτρόπως, εἶχαν καλὴ πρόθεση καὶ
ἄρα ἔπραξαν καλῶς, ἢ κακῶς. Ἀλλὰ ἐδῶ πρόκειται γιὰ συμπροσευχὲς ποὺ ἀποδεκνύουν
ὅτι, ἐκεῖνα ποὺ λέγουν οἱ Οἰκουμενιστὲς περὶ «ἀδελφῶν Ἐκκλησιῶν» καὶ περὶ πολλῶν «βαπτισμάτων», καὶ περὶ μυστηρίων στοὺς
αἱρετικούς, καὶ περὶ «ἀνεκτικότητος»…, δὲν εἶναι
τυχαῖα λόγια, ἀλλὰ κακόδοξα σχέδια.
Τὰ λέγουν καὶ τὰ ἐννοοῦν καὶ διὰ τῶν συμπροσευχῶν τὰ ὑλοποιοῦν.
Ἔτσι οἱ συμπροσευχὲς εἶναι σκόπιμες πράξεις, ἔμπρακτη «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» ἐπιβεβαίωση τῆς
Παναιρέσεως. Καὶ μάλιστα τὸ ὀπτικὸ σημειολογικὸ οἰκουμενιστικὸ μήνυμα τῶν
συμπροσευχῶν, ποὺ δηλώνει ὅτι δὲν ἔχουμε διαφορὲς μὲ ἐκείνους μετὰ τῶν ὁποίων
συμπροσευχόμαστε (ἀφοῦ στὴν οὐσία ὅλοι τὸν ἴδιο Θεὸ λατρεύουμε), εἶναι πολὺ πιὸ
ἰσχυρὸ γιὰ τὸ λαό, ἀπὸ τὶς ἴδιες τὶς κακόδοξες θεωρίες τους, ποὺ πολλοὶ πιστοὶ
καὶ τὶς ἀγνοοῦν, ἀλλὰ καὶ δυσκολεύονται νὰ κατανοήσουν
Τώρα, ὅσον ἀφορᾶ
τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ μοναχός Ἰωσήφ.
Μὲ αὐτὸ δείχνει τὴν προχειρότητα τοῦ ἐγχειρήματος ποὺ ἀνέλαβε, ἀφοῦ τὰ
τελευταῖα χρόνια ἔχουν γραφεῖ τόσα γιὰ τὸ θέμα αὐτό, καὶ ἔχει πλήρως
διαλευκανθεῖ ὁ λόγος ποὺ ὁ ἅγιος Μᾶρκος κράτησε αὐτὴ τὴ στάση. Ἂς μάθει,
λοιπόν, ὁ μ. Ἰωσήφ ὅτι οἱ συνεπίσκοποί τοῦ ἁγίου Μάρκου δὲν ἔλαβαν μέρος ὡς
λατινόφρονες στὴ Σύνοδο, ἀλλὰ ὡς ὀρθόδοξοι. Γράφει ὁ Συρόπουλος: ὅτι οἱ
Πατριάρχες τῆς Ἀνατολῆς ὁμοφώνως παρήγγειλαν στούς τοποτηρητές των, τότε μόνο
νά ὑπογράφουν στή Σύνοδο τὴν ἕνωση, «ἐάν γένηται νομίμως καί κανονικῶς
καί κατά τάς παραδόσεις τῶν ἁγίων οἰκουμενικῶν συνόδων καί τῶν ἁγίων διδασκάλων
τῆς Ἐκκλησίας καί μηδέν τι προστεθῇ τῇ πίστει ἤ ἀμειφθῆ ἤ κοινοποιηθῆ».
Ἀλλὰ ἔχουμε καὶ τὴν μαρτυρίαν τοῦ Σχολαρίου, ὁ ὁποῖος «ἀπευθυνόμενος
στὸν αὐτοκράτορα τοῦ λέγει ὅτι, ἂν ἤθελε νὰ γίνουν ὅλα σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ
Θεοῦ, νὰ μεταβοῦν στὴν Ἰταλία καὶ νὰ ἀγωνισθοῦν νὰ ἀποδείξουν τὸ ὀρθόδοξο
δόγμα. Ἂν ὅμως, ἤθελε νὰ γίνη μία κατ’ οἰκονομίαν ἕνωσις (δηλαδὴ λόγῳ
ἀνάγκης στρατιωτικῆς βοηθείας), τότε δὲν ἐχρειάζετο νὰ γίνη ὅλη αὐτή ἡ
διαδικασία, ἀλλὰ ἀρκοῦσαν τρεῖς ἤ τέσσαρες πρέσβεις πρὸς ἐκπλήρωσι τοῦ σκοποῦ
αὐτοῦ. Συνεφωνήθη τελικά, νὰ μεταβοῦν στὴν Ἰταλία καὶ νὰ ἀγωνισθοῦν
ὑπὲρ τοῦ ὀρθοδόξου δόγματος, πρὸς τοῦτο δὲ ἄρχισαν νὰ ἑτοιμάζωνται
μελετώντας τὸν Καβάσιλα καὶ συγκεντρώνοντας τὰ ἀπαραίτητα βιβλία!(2).
Ἀλλά καί εἰς τήν Φερράρα, κατ’ ἀρχάς, τήν ἴδια στάσι κράτησαν. Ἡ ἀρχική,
μάλιστα, παρουσία τῆς ὀρθόδοξης ἀντιπροσωπείας μέ προεξάρχοντα τόν ἅγιο Μᾶρκο,
ἦταν τόσον ὁμόφωνη καί δυναμική, ὥστε, κατά τόν ἅγιο Ἀθανάσιο τόν Πάριο,
οἱ παρευρισκόμενοι ἔγκριτοι Λατῖνοι, ἀλλά καί πολλοί δυτικοί μοναχοί, «“ὅταν
ἄκουσαν τούς ὅρους (τῶν Οἰκουμ. Συνόδων) κι αὐτά πού ἔλεγε ὁ Ἐφέσου, ἔλεγαν ὅτι
ἐμεῖς οὔτε εἴδαμε, οὔτε ἀκούσαμε ποτέ αὐτά..., καί τώρα βλέπουμε ὅτι οἱ γραικοί
τά λένε πιό ὀρθά ἀπό μᾶς κι ὅλοι ἐθαύμαζαν τόν Ἐφέσου”. Αὐτά λέει ὁ Συρόπουλος» (Δεῖτε στὸ
βιβλίο: Ἁγ. Ἀθανασίου Πάριου, «Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός, [Ὁ Ἀντίπαπας],
Ἐπιμέλεια Παπαδόπουλος Δημήτριος, ἐκδ. Δ. Π. Νέστωρ, Ἀθήνα, σελ. 79).
Στὴν πορεία, βέβαια, τῶν συζητήσεων ἄλλαξαν γνώμη ἀπὸ τὶς πιέσεις καὶ τὶς
ἀπειλές, ὁ δὲ ἅγιος Μᾶρκος, ὅταν κατάλαβε ὅτι εἶχαν ὑποκύψει στὶς πιέσεις καὶ
εἶχαν λατινίσει, παρέμεινε μὲν στὴν Ἰταλία (πῶς μποροῦσε ἄραγε νὰ ἀποχωρήσει
καθὼς κινδύνευε ἀκόμα καὶ νὰ δολοφονηθεῖ; Παίρνοντας τὸ πρῶτο πλοῖο τῆς
γραμμῆς;) ἀλλ’ ἀποστασιοποιήθηκε ἀπό αὐτούς· παρέμεινε «ἀλγῶν καί σιωπῶν»· ἀποτειχίστηκε ἀπ’
αὐτούς, πρὶν τελειώσει ἡ Σύνοδος.
Ποιά σχέση ἔχει
ἡ παραπάνω ἀποκαλυπτικὴ πραγματικότητα, μὲ ὅσα παραπλανητικὰ γράφει ὁ μ. Ἰωσήφ,
γιὰ νὰ δικαιολογήσει ὅσους παραμένουν σὲ κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικοὺς
Οἰκουμενιστὲς σήμερα, γράφοντας ὅτι τάχα ὁ ἅγιος Μᾶρκος «μέχρι τέλους
κοινωνοῦσε πλήρως μαζί τους»!
Νά, τὰ ἴδια λόγια τοῦ Ἁγίου, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ κάνει, ὅσους τὸν χρησιμοποιοῦν
ἀνεντίμως, νὰ κοκκινίζουν:
«Ἐγὼ δέ, ἐπειδὴ εἶχα διατυπώσει τὴν γνώμη μου μὲ γραπτὸ κείμενο, τὸ ὁποῖο ταυτόχρονα ἀποτελοῦσε καὶ ὁμολογία Πίστεως, ὅταν εἶδα ὅτι οἱ δικοί μας εἶχαν συμβιβασθεῖ καὶ ἀποφασίσει τὴν Ἕνωση μὲ τοὺς Λατίνους, καὶ ἔτσι, αὐτοὶ ποὺ λίγο πρὶν ἦσαν σύμμαχοί μου στὴν ὑποστήριξη τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, τώρα –μὴ ὑπολογίζοντες τὰ συγγράμματα τῶν Ἁγίων Πατέρων– ἔγιναν σύμμαχοι τῶν Λατίνων, ἔκρυψα τὴν γραπτὴ αὐτὴ Ὁμολογία (ποὺ εἶχα ἑτοιμάσει) γιὰ νὰ μὴν τοὺς ἐρεθίσω περισσότερο, καὶ κατέθεσα ἐκφώνως τὴν γνώμη μου, ὅτι δὲν μποροῦμε διαφορετικὰ νὰ συμφωνήσουμε Δυτικοὶ καὶ Ἀνατολικοί, παρὰ μόνο βασιζόμενοι στὴν ἐξήγηση ποὺ ἔδωσε ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής... Καὶ αὐτοὶ μὲν ἔκαναν τὸ δικό τους καὶ συμβιβάστηκαν ὡς πρὸς τὸ filioque, προχώρησαν δὲ καὶ στὰ ὑπόλοιπα πρὸς ὑλοποίηση τῆς Ἑνώσεως μὲ τοὺς Λατίνους.
Ἔκτοτε, ἀφοῦ χωρίστηκα ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους
Ἀνατολικούς (ἀποτειχίστηκα), παραμένω ἐν ἑαυτῷ, γιὰ νὰ μπορῶ ἔτσι νὰ
συνεχίσω νὰ εἶμαι ἑνωμένος μὲ τοὺς Ἁγίους μου Πατέρες καὶ διδασκάλους (ἀφοῦ, ὅποιος ἐπικοινωνεῖ μὲ τοὺς αἱρετικούς, δὲν
μπορεῖ νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ
τοὺς Ἁγίους). Καὶ φανερώνω σὲ ὅλους τὴν ἀπόφασή μου αὐτὴ (τῆς ἀποτείχισης)
μὲ τούτη τὴν Ἔκθεση, γιὰ νὰ μπορεῖ –ὅποιος θέλει– νὰ ἐξετάζει, γιὰ ποιό λόγο δὲν
ἀποδέχτηκα τὴν Ἕνωση ποὺ ἔγινε. Δὲν τὴν ἀποδέχτηκα, ἐπειδὴ ἡ Ἕνωση στηρίχτηκε, ὄχι
στὰ ὑγιῆ Ὀρθόδοξα δόγματα, ἀλλὰ στὰ κακόδοξα καὶ διεστραμμένα» (Ἐδῶ, [3]).
Καὶ ἐρχόμαστε στὸ ἄλλο ἐπιχείρημα τοῦ π. Ἰωσήφ. Ἀντιτίθεται
στὴν διακοπὴ μνημοσύνου τοῦ π. Θεοδώρου Ζήση καὶ τοῦ π. Νικολάου Μανώλη, γιατί,
λέγει, στηρίζουν τὴν ἀποτείχισή τους στὸ γεγονὸς ὅτι ἐπέτρεψε ὁ Θεσσαλονίκης Ἄνθιμος
σὲ ἕνα ἑτερόδοξο κληρικὸ νὰ ἐκκλησιαστεῖ καὶ νὰ εἰσέλθει στὸ Ἱερό!
α) Σκοπίμως «ἀδιάβαστος» παρουσιάζεται ὁ π. Ἰωσήφ. Διότι οἱ ἀποτειχίσεις τῶν παραπάνω ἱερέων, δὲν στηρίζονται σ’ αὐτὴ τὴν μεμονωμένη ἐνέργεια, ἀλλὰ σὲ ἕνα πλέγμα κακόδοξων ἐνεργειῶν καὶ λόγων τοῦ κ. Ἄνθιμου Ρούσσα, ποὺ οἱ ὡς ἄνω πρωτοπρεσβύτεροι ἔχουν καταδείξει ἀρκούντως.
β) Ἡ παρομοίωση τοῦ ὑπόδικου γιὰ αἵρεση κληρικοῦ μὲ κάποιον κατηγορούμενο ποὺ δὲν ἔχει ἀκόμα καταδικαστεῖ καὶ ἄρα ἔχει ὡς κατηγορούμενος (κι ὄχι ὡς καταδικασθείς) «ἁγιαστικὴν χάριν», τί σχέση ἔχει μὲ τὴν ἀποτείχιση; Ὄχι μόνο ΟΛΗ ἡ ἐκκλησιαστικὴ Παράδοση, ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κανόνας μᾶς διδάσκει τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν αἱρετίζοντα, ΠΡΙΝ τὴν ΚΡΙΣΗ του καὶ ΠΡΙΝ την ΚΑΤΑΔΙΚΗ του! Καταλαβαίνει ὁ μ. Ἰωσήφ, τὸν παραλογισμό του; Ὅταν καταδικαστεῖ ὁ κατηγορούμενος, εἶναι πλέον ΕΚΤΟΣ Ἐκκλησίας, καὶ ἀπὸ ἕναν ἐκτὸς Ἐκκλησίας δὲν ἀποτειχίζομαστε. Ἡ ἀποτείχιση γίνεται ἀπὸ κάποιον ποὺ εἶναι ΕΝΤΟΣ τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀκόμα κανονικὸς Ἐπίσκοπος ἢ Ποιμένας, ἀλλ’ εἶναι ψευδεπίσκοπος καὶ ψευδοποιμένας, καὶ ὡς ἐκ τούτου εὐκολότερα ΜΟΛΥΝΕΙ τοὺς πιστούς, ποὺ τὸν θεωροῦν ἐν ἐνεργείᾳ καὶ ἀξιόπιστο Ποιμένα!
γ) Ὡς πρὸς τὸ ἂν χάνει τὴν «ἁγιαστικὴν χάριν» ὁ αἱρετίζων· Πατέρες ποὺ μίλησαν γιὰ τὸ θέμα, μᾶς διαφωτίζουν ὅτι τὰ μυστήριά του εἶναι ἔγκυρα «κατ’ οἰκονομία», χάριν τοῦ ἀγνοοῦντος λαοῦ.
α) Σκοπίμως «ἀδιάβαστος» παρουσιάζεται ὁ π. Ἰωσήφ. Διότι οἱ ἀποτειχίσεις τῶν παραπάνω ἱερέων, δὲν στηρίζονται σ’ αὐτὴ τὴν μεμονωμένη ἐνέργεια, ἀλλὰ σὲ ἕνα πλέγμα κακόδοξων ἐνεργειῶν καὶ λόγων τοῦ κ. Ἄνθιμου Ρούσσα, ποὺ οἱ ὡς ἄνω πρωτοπρεσβύτεροι ἔχουν καταδείξει ἀρκούντως.
β) Ἡ παρομοίωση τοῦ ὑπόδικου γιὰ αἵρεση κληρικοῦ μὲ κάποιον κατηγορούμενο ποὺ δὲν ἔχει ἀκόμα καταδικαστεῖ καὶ ἄρα ἔχει ὡς κατηγορούμενος (κι ὄχι ὡς καταδικασθείς) «ἁγιαστικὴν χάριν», τί σχέση ἔχει μὲ τὴν ἀποτείχιση; Ὄχι μόνο ΟΛΗ ἡ ἐκκλησιαστικὴ Παράδοση, ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κανόνας μᾶς διδάσκει τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν αἱρετίζοντα, ΠΡΙΝ τὴν ΚΡΙΣΗ του καὶ ΠΡΙΝ την ΚΑΤΑΔΙΚΗ του! Καταλαβαίνει ὁ μ. Ἰωσήφ, τὸν παραλογισμό του; Ὅταν καταδικαστεῖ ὁ κατηγορούμενος, εἶναι πλέον ΕΚΤΟΣ Ἐκκλησίας, καὶ ἀπὸ ἕναν ἐκτὸς Ἐκκλησίας δὲν ἀποτειχίζομαστε. Ἡ ἀποτείχιση γίνεται ἀπὸ κάποιον ποὺ εἶναι ΕΝΤΟΣ τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἀκόμα κανονικὸς Ἐπίσκοπος ἢ Ποιμένας, ἀλλ’ εἶναι ψευδεπίσκοπος καὶ ψευδοποιμένας, καὶ ὡς ἐκ τούτου εὐκολότερα ΜΟΛΥΝΕΙ τοὺς πιστούς, ποὺ τὸν θεωροῦν ἐν ἐνεργείᾳ καὶ ἀξιόπιστο Ποιμένα!
γ) Ὡς πρὸς τὸ ἂν χάνει τὴν «ἁγιαστικὴν χάριν» ὁ αἱρετίζων· Πατέρες ποὺ μίλησαν γιὰ τὸ θέμα, μᾶς διαφωτίζουν ὅτι τὰ μυστήριά του εἶναι ἔγκυρα «κατ’ οἰκονομία», χάριν τοῦ ἀγνοοῦντος λαοῦ.
Θίγει κι ἄλλο ἕνα θέμα ὁ μ. Ἰωσήφ. Ὅσοι «κληρικοὶ ποὺ διακρίνονται γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ
βίου», ρωτᾶ, ἀλλὰ κοινωνοῦν μὲ τὸν μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, «ὅλους αὐτοὺς θὰ τοὺς μηδενίσουμε.. ἢ θὰ ἀποτειχιστοῦμε
ἐμεῖς ἀπὸ ὅλους αὐτοὺς τοὺς κληρικούς;». Ὅλους αὐτούς, πάτερ μου, τοὺς μηδενίζει ἡ αἵρεση
κι ὄχι ἐμεῖς. Ἐμεῖς ἁπλῶς ἀπομακρυνόμαστε ἀπ’ αὐτοὺς κι ὅσους κοινωνοῦν μὲ τὴν
αἵρεση, εἴτε εἶναι λίγοι, εἴτε εἶναι πολλοί, γιὰ νὰ μὴν συγκοινωνοῦμε μὲ τοὺς ἀνθρώπους, τῶν ὁποίων ἡ αἵρεση μολύνει. Αὐτὴν τὴν Ἐντολὴ ἔχουμε ἀπὸ τὸν
Κύριο καὶ τοὺς φίλους Του Προφῆτες, Ἀποστόλους καὶ Ἁγίους σὲ Παλαιὰ καὶ Καινὴ
Διαθήκη. Τὰ ἁγιογραφικὰ χωρία εἶναι δεκάδες καὶ τὰ ἔχουν ἀναρτήσει ἄλλες τόσες
δεκάδες φορὲς τὰ ἐκκλησιαστικὰ ἱστολόγια. Ἀλλὰ ἐσεῖς διαβάζετε, φαίνεται, μόνο
τὰ προσκείμενα στὸ Φανάρι!
Πῶς λοιπόν, ἐσεῖς πάτερ, ἕνας Ἁγιορείτης μοναχός, ἐπιτρέπετε στὸν ἑαυτό σας νὰ ἐκφράζεται μὲ ἕνα τέτοιο ὀρθολογισμό; Καὶ ἀκόμα, πῶς ἀναλαμβάνετε νὰ «θεολογήσετε», μὴ ἔχοντας ἀκόμα ξεκαθαρίσει μέσα σας, ἂν οἱ Κόπτες εἶναι αἱρετικοί;
Στὴ συνέχεια θεωρεῖτε «ὄχι μόνο λάθος, ἀλλὰ καὶ ἐπικίνδυνο» τὴν δημιουργία «μιᾶς ὀρθοδοξίας δύο ταχυτήτων»! Καὶ
τί ἐννοεῖτε μ’ αὐτό; Τὸ ἑξῆς τραγικὸ γιὰ ἕνα μοναχό Ἁγιορείτη: Ἐννοεῖτε ὅτι, ὅσοι
ἀποτειχίζονται ἀπὸ τὴν αἵρεση, δὲν πρέπει νὰ θεωροῦν πώς, ὅσοι δὲν ἀποτειχίστηκαν,
κάνουν λάθος! Τότε, ἂν ἡ μὴ ἀποτείχιση δὲν εἶναι λάθος, τότε τὸ λάθος τὸ ἔχουν
οἱ ἀποτειχισμένοι. Γιατί, ἂν δὲν ἐξυπηρετεῖ
κάποιο θεοφιλῆ σκοπὸ ἡ ἀποτείχιση ἀπὸ
τοὺς αἱρετίζοντες, ὅσοι ἀποτειχίζονται σφάλλουν· ἂν ὅμως ἐξυπηρετεῖ θεοφιλῆ
σκοπό, τότε ὅσοι ἀρνοῦνται τὸν θεοφιλῆ αὐτὸ σκοπὸ ποὺ ἐξυπηρετεῖ ἀποτείχιση, ἐκεῖνοι σφάλλουν κι ὄχι ὅσοι ἀποτειχίζονται.
Ἀλλὰ ἂς μὴ γελοιόμαστε. Ἡ ἀποτείχιση εἶναι ἀναγακία, ἀφοῦ μ’ αὐτὴν ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸν μολυσμὸ τῆς αἱρέσεως ἢ τὴν κοινωνία μετὰ τῶν αἱρετικῶν. Οἱ αἱρετικοὶ μὲ τὶς κακοδοξίες ποὺ διδάσκουν ἢ ἀποδέχονται, διαχωρίζουν τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ τὴν Μία Ἐκκλησία, τὴν Μία Ἀλήθεια, τὸ Ἕνα βάπτισμα; Καὶ γιατί θεωρεῖτε καταδικαστέο, τὸ ὅτι ὁ ἀποτειχισμένος δὲν θὰ πάει σὲ ἄλλο κληρικό (ποὺ κοινωνεῖ μὲ τὴν αἵρεση), ἂν ὁ δικός του ἀρρώστησε;
Ἀλλὰ ἂς μὴ γελοιόμαστε. Ἡ ἀποτείχιση εἶναι ἀναγακία, ἀφοῦ μ’ αὐτὴν ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸν μολυσμὸ τῆς αἱρέσεως ἢ τὴν κοινωνία μετὰ τῶν αἱρετικῶν. Οἱ αἱρετικοὶ μὲ τὶς κακοδοξίες ποὺ διδάσκουν ἢ ἀποδέχονται, διαχωρίζουν τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ τὴν Μία Ἐκκλησία, τὴν Μία Ἀλήθεια, τὸ Ἕνα βάπτισμα; Καὶ γιατί θεωρεῖτε καταδικαστέο, τὸ ὅτι ὁ ἀποτειχισμένος δὲν θὰ πάει σὲ ἄλλο κληρικό (ποὺ κοινωνεῖ μὲ τὴν αἵρεση), ἂν ὁ δικός του ἀρρώστησε;
Πάτερ, εἶναι φανερὸ ὅτι δὲν ἔχεται καταλάβει, τί
σημαίνει καὶ γιατί γίνεται ἡ ἀποτείχιση!
Στὴ συνέχεια, μᾶς φέρνετε κάποια παραδείγματα γιὰ
παρουσία ἑτεροδόξων στὶς ἱερές μας ἀκολουθίες, ποὺ στὸ παρελθὸν τὶς ἐνέκριναν
κατ’ οἰκονομίαν κάποιοι σεβαστοὶ Ποιμένες, μὲ σκοπὸ νὰ κερδίσουν τοὺς αἱρετικούς.
Ποιά σχέση ἔχει, ὅμως, αὐτὴ ἡ Οἰκονομία μὲ τὴν προκλητικότητα τῶν συμπροσευχῶν
τῶν Οἰκουμενιστῶν μὲ ἀνθρώπους πού, ὄχι μόνο μετάνοια δὲν δείχνουν, ἀλλὰ αὐξάνουν
τὶς αἱρέσεις καὶ προσβάλλουν βάναυσα τὴν Εὐαγγελικὴ ἠθικὴ καὶ τὶς Εὐαγγελικὲς Ἐντολές,
τελώντας γάμους ὁμοφυλοφίλων ἱερέων καὶ παπαδίνων;
Ὑπάρχουν κι ἄλλα σημεῖα ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ
σχολιάσουμε, ἀλλὰ κι αὐτὰ εἶναι ἀρκετὰ γιὰ νὰ προβληματιστεῖτε γύρω ἀπὸ τὸ θέμα
τῆς Ἀποτειχίσεως.
Σημάτης Παναγιώτης
__________________________________________________
(1)
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφερόμενος εις
το γνωστόν χωρίον της προς Εβραίους επιστολής του Αποστόλου Παύλου, «πείθεσθε
τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε», γράφει: «Πως ουν ο Παύλος φησίν, πείθεσθε
τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε; Ανωτέρω ειπών, ων αναθεωρούντες την έκβασιν
της αναστροφής, τότε είπε πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε. Τι ουν,
φησίν, όταν πονηρός η και μη μόνον πειθώμεθα; Πονηρός πως λέγεις; Ει μεν περί
πίστεως φεύγε και παραίτησαι, μη μόνον αν άνθρωπος η, αλλά καν άγγελος εξ
ουρανού κατιών» (PG 34, 231A). O άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης εις επιστολήν του
προς τον Πατριάρχην Ιεροσολύμων γράφει : «Οι μεν τέλεον περί την πίστιν
εναυάγησαν· οι δε ει και τοις λογισμοίς ου κατεποντίσθησαν, όμως τη κοινωνία της
αιρέσεως συνόλλυνται» (PG 99, 1164). Και εις άλλο σημείο : «Ουδ΄ αν όλα τα
χρήματα του κόσμου παρέξει τις και κοινωνών είη τη αιρέσει, φίλος Θεού ου
καθίσταται αλλ΄ εχθρός». (PG 99, 1205A). Ο δε μέγας Φώτιος παραγγέλει σαφώς :
«Αιρετικός εστίν ο ποιμήν; Λύκος εστίν· φυγείν εξ αυτού και αποπηδάν δεήσει,
μηδ΄ απατηθήναι· προσελθείν καν ήμερον περισαίνειν δοκεί· φύγε την κοινωνίαν
αυτού και την προς αυτόν κοινωνίαν ως ιόν όφεως».Τα ίδια λέγει και ο άγιος
Μάρκος ο Ευγενικός : «Φεύγετε και υμείς αδελφοί την προς τους ακοινωνήτους
κοινωνίαν και το μνημόσυνον των αμνημονεύτων» (PG 160, 1097D-1100A).
(2)
«Τότε δή καί ὁ διδάσκαλος ὁ Σχολάριος λόγον ἀνέγνω
συμβουλευτικόν, ὅν ἔφθασεν ἤδη ἐκμελετήσας, σοφῶς ἄγαν καί συνετῶς, ὅς καί ἐπῃνέθη
παρά πάντων ὡς ἄριστα συγγεγραμμένος καί τά τῆς κρείττονος συμβουλῆς εἰσηγούμενος,
ἐν ᾧ μετά τῶν ἄλλων τῶν πολλῶν τῶν σοφῶν
τε καί γενναίων καί καλλίστων ἐπιχειρημάτων, διείληπτο καί τοῦτο τεῖνον εἰς τόν βασιλέα, ὡς· Εἰ μέν προϋπετέθη τό ἐξετασθῆναι
τήν δόξαν κατά τό ἐγχωροῦν ἀκριβέστατα, καί πᾶν ὅπερ ἄν Θεοῦ διδόντος σαφῶς καί
ἀριδήλως διά ρητῶν τῶν τῆς Ἐκκλησίας διδασκάλων ἀποδειχθῇ καί ἀβιάστως ἀποφανθῇ
συνοδικῶς, στερχθῇ τοῦτο παρά πάντων ἀνενδοιάστως παρ’ ἐκείνων τε καί παρ’ ἡμῶν,
καί μηδεμία τις διαφορά καταλειφθῇ, οὕτω χρή καί τήν σύνοδον καλῶς συνελθεῖν
καί πρός τήν Ἰταλίαν ἀφικέσθαι καί ἀγωνιστικῶς ἐξετάσαι καί ἀποδεῖξαι περί ὧν ἄν
δεήσοι· εἰ δέ πρόκειται πρός οἰκονομίαν τινά χωρῆσαι ἑνωτικήν, περισσόν ἐστι τό
καί τήν ἁγίαν βασιλείαν σου καί τόν ἅγιον τόν πατριάρχην καί τούς λοιπούς
κόπους καί κινδύνους ὑποστῆναι καί ἐξόδους πλείστας ὑπέρ τούτου ἀναλωθῆναι
μηδέν τι τῇ πατρίδι ἤ τῷ κοινῷ συμβαλούμενας· οἰκονομικήν γάρ ἕνωσιν δυνατόν ἐστι
γενέσθαι καί διά πρέσβεων τριῶν ἤ τεσσάρων ἐκεῖσε παραγενομένων, καί τοῦτο ἴσως
ἔσται καί τῇ πατρίδι λυσιτελέστερον. Ἤρεσεν οὖν πᾶσι σχεδόν καί ἡ τοιαύτη
συμβουλή ὡς ἀρίστη. Ὅμως δέ μετά πολλούς λόγους τοιούτους ἔδοξε καλόν, ἵνα ἀναγινώσκηται
τό βιβλίον τοῦ ἁγίου τοῦ Καβάσιλα, καί ἐξ ἐκείνου ἐκλέξωνται καί σκέπτωνται ἐν
οἷς δεῖ. Ἀνεδέξαντο οὖν τόν τοιοῦτον ἀγῶνα ὁ ἱερομόναχος κῦρ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικός
καί ὁ δηλωθείς Σχολάριος, καί συνήρχοντο ἐνώπιον τοῦ βασιλέως μετά καί ὀλίγων
τινῶν ἐκ τῶν προειρημένων καί ἐσκέπτοντο καί ἐγύμναζον τά ζητήματα, καί περί
συναγωγῆς βιβλίων ἐφρόντιζον, ὧν τά μή εὑρισκόμενα ἐνθάδε ἐκ τοῦ Ἁγίου Ὄρους εὑρεῖν
ἤλπιζον» (Ἀπομνημονεύματα Σιλβέστρου Συρόπουλου, Les Memoires De S. Syropoulos,
τμῆμα Β΄, παρ. 19, σελ. 170).
(3) Ἐγὼ δὲ τὴν ἐμαυτοῦ γνώμην ἅμα καὶ ὁμολογίαν τῆς
πίστεως συγγεγραμμένην ἔχων (οὕτω γάρ που διείρητο πρότερον, ἐγγράφως ἐπιδοῦναι
τὴν ἑαυτοῦ γνώμην ἕκαστον), ὡς εἶδον αὐτοὺς ἐκθύμως ἤδη πρὸς τὴν ἕνωσιν ὡρμημένους,
καὶ τοὺς ἐμοὶ συνεστῶτας πρότερον, ἄρτι συμπεπτωκότας ἐκείνοις, ἐγγράφων δὲ οὐδὲ
μεμνημένους, ἐπέσχον καὶ αὐτὸς τὴν γραφήν, ἵνα μὴ πρὸς ὀργὴν αὐτοὺς ἐρεθίσας εἰς
προὖπτον ἤδη τὸν κίνδυνον ἐμαυτὸν ἐμβάλω· διὰ στόματος μέν τοι τὴν ἐμαυτοῦ
γνώμην ἐδήλωσα, μὴ ἂν ἄλλως δύνασθαι τὰ ρητὰ τῶν δυτικῶν καὶ ἀνατολικῶν συμφωνῆσαι
Πατέρων, εἰμὴ κατὰ τὴν ἐξήγησιν τῆς ἐπιστολῆς τοῦ σεπτοῦ Μαξίμου, τὸν Υἱὸν μὴ
φαίημεν αἴτιον τοῦ ἁγίου Πνεύματος, προσεπισημηνάμενος ἅμα καὶ περὶ τῆς
προσθήκης ὡς οὐδὲ ταύτην συγχωρῶ τοῖς Λατίνοις, ἅτε μὴ καλῶς οὐδ᾿ εὐλόγως κατὰ
τοὺς εἰρημένους λόγους γεγενημένην. Ἐντεῦθεν οἱ μὲν τὸ ἑαυτῶν ἔπραξαν, καὶ πρὸς
τὴν συνθήκην ὅρου καὶ τὰ λοιπὰ τῆς ἑνώσεως ἔβλεψαν· ἐγὼ δὲ χωρισθεὶς αὐτῶν ἔκτοτε
καὶ ἐμαυτῷ σχολάσας, ἵνα τοῖς ἁγίοις μου πατράσι καὶ διδασκάλοις διατελῶ
συνημμένος, πᾶσι καταφανῆ ποιῶ τὴν ἐμαυτοῦ γνώμην διὰ τῆσδε μου τῆς γραφῆς, ὡς ἂν
ἐξῇ δοκιμάζειν τῷ βουλομένῳ, πότερον ὑγιέσι δόγμασι χαίρων, ἢ διεστραμμένοις
τισὶ τὴν γεγενημένην ἕνωσιν οὐ παρεδεξάμην» («Ἔ κ θ ε σ ι ς τοῦ ἁγιωτάτου
μητροπολίτου Ἐφέσου, τίνι τρόπῳ ἐδέξατο τό τῆς ἀρχιερωσύνης ἀξίωμα καί δήλωσις
τῆς Συνόδου τῆς ἐν Φλωρεντίᾳ γενομένης»).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.