Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2019

Η εντολή της αγάπης (Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος)


   ... Γιατὶ δὲν εἶπε ἁπλᾶ ν’ ἀγαποῦμε ἀλλὰ καὶ νὰ εὐχώμαστε. Εἴδατε πόσα σκαλοπάτια ἀνέβηκε καὶ πῶς μᾶς ἔστησε στὴν ἴδια τὴν κορυφὴ τῆς ἀρετῆς; Πρόσεξε τώρα μετρῶντας πρὸς τὰ ἄνω. Πρῶτο σκαλί, νὰ μὴν κάμης ἀρχὴ στὴν ἀδικία· δεύτερο μετὰ τὴν ἀρχὴ νὰ μὴν ἀνταποδώσεις τὸ ἴδιο· τρίτο νὰ μὴν προξενήσης, ὅ,τι ἔπαθες ἀλλὰ νὰ μείνης ἥσυχος· τέταρτο νὰ προσφέρης τὸν ἑαυτὸ σου στὴν ἀδικία, πέμπτο νὰ προσφερθῆς γιὰ πολὺ περισσότερα ἀπὸ ὅσα θέλει ὁ ἀδικητής σου, ἕκτο νὰ μή μισήσης αὐτὸν ποὺ σ’ ἕβλαψε, ἕβδομο νὰ τὸν ἀγαπήσης κιόλας, ὄγδοο νὰ τὸν εὐεργετήσης, ἔνατο νὰ παρακαλῆς συνάμα γιὰ χάρη του τὸν Θεό. Βλέπετε ὕψος πνευματικότητας!

    Γι’ αὐτὸ κι ἔχει λαμπρὸ ἔπαθλο. Ἐπειδὴ ἡ ἐντολὴ ἦταν μεγάλη καὶ χρειαζόταν γενναία ψυχὴ καὶ πολλὴ σοβαρότητα, θέτει καὶ μισθὸ τέτοιο, ὅσο γιὰ κανένα ἀπὸ τὰ προηγούμενα. Γιατὶ οὔτε τὴ γῆ ἀναφέρει ἐδῶ, ὅπως ὅταν μιλάει γιὰ τοὺς πράους, οὔτε τὴν παρηγοριὰ κι εὐσπλαχνία, ὅπως στὴν περίπτωση ἐκείνων ποὺ πενθοῦν ἤ ἐκείνων ποὺ ἐλεοῦν, οὔτε τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἀλλὰ αὐτὸ ποὺ ἦταν τὸ φρικτότερο ἀπ’ ὅλα, νὰ γίνωμε ὅμοιοι μὲ τὸ Θεό, ὅπως εἶναι φυσικὸ νὰ γίνουν οἱ ἄνθρωποι. Γιὰ νὰ γίνετε, λέει, ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα σας στὸν οὐρανό. Σεῖς προσέξετε πῶς μήτε ἐδῶ μήτε καὶ προηγούμενα δὲν τὸν ἀποκαλεῖ Πατέρα του· ἀλλὰ ἐκεῖ τὸν ὀνομάζει Θεὸ καὶ μεγάλο βασιλέα, ὅταν μιλοῦσε γιὰ τοὺς ὅρκους· ἐδῶ τὸν ἀποκαλεῖ δικό τους Πατέρα. Αὐτὸ τὸ κάνει φυλάγοντας τὴν ἐξήγηση γιὰ τὴν κατάλληλη ὥρα. Ἔπειτα ἀναφέροντας τὴν ὁμοιότητα λέει ὅτι βγάζει τὸν ἥλιο καὶ γιὰ τοὺς πονηροὺς καὶ τοὺς ἀγαθοὺς καὶ ρίχνει τὴ βροχή του στοὺς δίκαιους καὶ τοὺς ἄδικους. Γιατὶ αὐτὸς ὄχι μόνο, λέει, δὲ μισεῖ, ἀλλὰ καὶ εὐεργετεῖ ὅσους τὸν ὑβρίζουν. Ἄν καὶ τὸ πρᾶγμα δὲν εἶναι καθόλου ὅμοιο καὶ γιὰ τὸ μέγεθος τῆς εὐεργεσίας καὶ γιὰ τὴ διαφορὰ τῆς ἀξίας· σὺ περιφρονεῖσαι ἀπὸ τὸν ὅμοιό σου, ἐνῶ ἐκεῖνος ἀπὸ τὸ δοῦλο του, ποὺ τὸν ἔχει ἄπειρα εὐεργετήσει. Καὶ σὺ ὅταν προσεύχεσαι γιὰ κάποιον, τοῦ χαρίζεις λόγους, ἐνῶ ἐκεῖνος πράγματα πολὺ μεγάλα καὶ θαυμαστά, ἀνάβει τὴ φλόγα τοῦ ἥλιου καὶ δίνει τὶς βροχὲς τῆς ἐποχῆς. Μόλα ταῦτα δέχομαι πὼς εἶσαι ἴσος του, ὅσο μπορεῖ νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Μὴ μισῆς λοιπὸν ὅποιον σοῦ κάνει κακό, ἀφοῦ τόσα ἀγαθὰ σοῦ προξενεῖ καὶ σὲ ὁδηγεῖ σὲ τόση τιμή. Μὴν καταριέσαι αὐτὸν ποὺ σὲ βλάπτει γιατὶ καὶ τὴ βλάβη ὑποφέρεις καὶ τὸν καρπὸ δὲν κερδίζεις· δέχεσαι τὴ ζημία ἀλλὰ καὶ τὴν ἀμοιβή σου χάνεις. Αὐτὸ εἶναι τὸ κορύφωμα τῆς ἀνοησίας· νὰ ὑπομένωμε τὸ χειρότερο καὶ νὰ μὴν κερδίζωμε τὸ λιγώτερο. Καὶ πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ γίνη αὐτό; Ἀφοῦ εἶδες τὸ Θεὸ νὰ γίνεται ἄνθρωπος καὶ νὰ δείχνη τόση συγκατάβαση καὶ νὰ παθαίνη τόσα γιὰ σένα, ρωτᾶς ἀκόμα κι ἀμφιβάλλεις; Πῶς γίνεται νὰ μὴ λογαριάσης στοὺς ὁμοδούλους σου τὶς ἀδικίες ποὺ σοῦ κάνουν; Δὲν Τὸν ἀκοῦς ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ποὺ σοῦ παραγγέλει· Συγχώρεσέ τους· δὲ γνωρίζουν τί κάνουν; Δὲν ἀκοῦς τὸν Παῦλο ποὺ λέει, αὐτὸς ποὺ ἀνέβηκε στὸν Οὐρανὸ καὶ κάθεται στὰ δεξιὰ τοῦ μεσιτεύει γιὰ μᾶς. Δὲ βλέπεις ὅτι μετὰ τὴ σταύρωση καὶ τὴν ἀνάληψη ἔστειλε στοὺς Ἰουδαίους, ποὺ τὸν σκότωσαν, τοὺς ἀποστόλους γιὰ νὰ τοὺς φέρουν τ’ ἀμέτρητα ἀγαθὰ καὶ μάλιστα ἐνῶ τοὺς ἔμελλε νὰ πάθουν ἀπ’ αὐτοὺς μύρια δεινά; Ἀλλὰ μήπως ἐσένα σ’ ἀδίκησαν πολύ; Καὶ τὶ ὅμοιο ἔπαθες ἐσὺ μὲ ὅσα ὁ Δεσπότης σου; Ἐκεῖνος φυλακίστηκε, μαστιγώθηκε, δέχτηκε ραπίσματα καὶ ἀπὸ τοὺς ὑπηρέτες ἐμπτυσμούς, ὑπέμεινε θάνατο, καὶ μάλιστα τὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλους, ὕστερ’ ἀπὸ τόσες εὐεργεσίες. Ἄν πάλι ἔχης πραγματικὰ πολὺ ἀδικηθῆ, γι’ αὐτὸ κάνε μεγαλύτερες εὐεργεσίες καὶ γιὰ νὰ καταστήσης ὡραιότερο τὸ στεφάνι σου καὶ ν’ ἀπαλλάξης τὸν ἀδελφό σου ἀπὸ τὴν ἔσχατη νόσο. Γιατὶ καὶ οἱ γιατροί, ὅταν δέχωνται τὰ λακτίσματα καὶ τὶς βρισιὲς ἀπὸ τοὺς τρελλούς, τότε περισσότερο τοὺς λυποῦνται κι’ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν ἀποκατάστασή τῆς ὑγείας τους, ἐπειδὴ γνωρίζουν ὅτι ἡ ἄπρεπη συμπεριφὰ προέρχεται ἀπὸ τὸν παροξυσμὸ τῆς ἀρρώστιας. Ἔτσι νὰ σκέφτεσαι καὶ σὺ γι’ αὐτοὺς ποὺ σὲ καταδιώκουν κι’ ἔτσι νὰ μεταχειρίζεσαι ὅσους σ’ ἀδικοῦν· αὐτοὶ εἶναι οἱ ἄρρωστοι κι’ αὐτοὶ δέχονται ὅλη τὴν δύναμη τῆς ἀρρώστιας τους. Ἐλευθέρωσε τὸν ἑαυτό σου λοιπὸν ἀπὸ τὴ βαρειὰ αὐτὴ ἐπίδραση κι ἄφησε τὴν ὀργὴ καὶ γλύτωσε ἀπὸ σκληρὸ δαίμονοα, τὸ θυμό. Γιατὶ ἄν δοῦμε δαιμονισμένους κλαῖμε, δὲν προσπαθοῦμε νὰ δαιμονισθοῦμε κι’ ἐμεῖς. Αὐτὸ ἄς κάνωμε τώρα καὶ στὴν περίπτωση αὐτῶν ποὺ θυμώνουν· γιατὶ μοιάζουν μὲ τοὺς δαιμονισμένους. Εἶναι χειρότεροι ἀπ’ αὐτούς, γιὰ νὰ πῶ καλύτερα, ἐπειδὴ παραφέρονται συνειδητά. Γι’ αὐτὸ ἡ παραφορά τους εἶναι ἀσυγχώρητη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.