Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2016

Εκκλησία είναι η αίρεση των Οικουμενιστών, ή η αλήθεια των Ορθοδόξων;


Εἰς αὐτό τό ἐπιχείρημα ἔχομε νά ἀπαντήσωμε τά ἑξῆς:
1. Γίνεται ἠθελημένα ἤ ἀθέλητα σύγχυσις τῆς Ἐκκλησίας καί εἰδικά τῶν ὁρίων της καί τοῦ ἐντός καί ἐκτός αὐτῆς χώρου.  Ὁ ἐντός λοιπόν τῆς Ἐκκλησίας χῶρος εἶναι ἐκεῖ πού ὑπάρχει κατά πρῶτον καί κύριον λόγον ἡ ἀληθινή πίστις καί κατά δεύτερον ἡ Ἀποστολική διαδοχή, ἡ ὁποία, ἐξάλλου, ἄνευ τῆς ἀληθινῆς πίστεως εἶναι κενὴ περιεχομένου. Συνεπῶς ἀποτείχισις σημαίνει τό νά θυσιάσω τό δευτερεῦον (τήν Ἀποστολική διαδοχή) χάριν τοῦ πρωτεύοντος (τῆς Ὀρθοδόξου καί ἀληθινῆς πίστεως). Ἄν λοιπόν, ἐνῶ ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι αἱρετικός, δέν ἀποτειχίζωνται ἀπό αὐτόν οἱ Ὀρθόδοξοι, ἀποδεικνύουν ἐκ τῶν πραγμάτων ὅτι ἀντέστρεψαν τούς ὅρους καί τόν ἐντός τῆς Ἐκκλησίας χῶρο τόν ἐταύτισαν μέ τήν παρουσία τοῦ Ἐπισκόπου. Αὐτό ὅμως εἶναι ἡ μόνιμη διδασκαλία καί ἐπωδός τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί κατά κόρον τήν ἀκοῦμε στήν ἐποχή μας νά διδάσκεται ἀπό τά στόματα τῶν Οἰκουμενιστῶν. Συνεπῶς αὐτοί πού σκέπτονται κατ’ αὐτόν τόν τρόπο ἔχουν ἤδη ἀποδεχθῆ βασικές ἀρχές τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καί ὁπωσδήποτε κινοῦνται στά ὅρια τά ὁποῖα θέτουν οἱ αἱρετικοί.
2. Ἄν ἀποτείχισι ἐσήμαινε ἔξοδος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, τότε θά ἔπρεπε ὄχι μόνον νά μήν ὑπάρχουν ἱεροί Κανόνες πού διδάσκουν τήν ἀποτείχισι διά θέματα πίστεως, ἀλλά ἀπεναντίας νά τήν ἀπαγορεύουν αὐστηρότατα, διότι δέν ὑπάρχει μεγαλύτερο κακό ἀπό τήν ἔξοδο ἀπό τήν Ἐκκλησία. Προφανῶς ὅμως οἱ ἱεροί Κανόνες ἐτέθησαν διά νά ἐπιβεβαιώσουν τήν μεγάλη αὐτή καί δογματική ἀλήθεια, ὅτι δηλαδή ἐν καιρῷ αἱρέσεως ἡ Ἐκκλησία εὑρίσκεται ἐκεῖ ὅπου διαφυλάσσεται ἡ Ὀρθόδοξος πίστις καί ὄχι ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ὁ Ἐπίσκοπος καί ἡ Ἀποστολική διαδοχή, ἄνευ αὐτῆς τῆς πίστεως.
3. Ἄν ὑποθέσωμε ὅτι ὁ ἐντός τῆς Ἐκκλησίας χῶρος εἶναι ἐκεῖ πού ὑπάρχει ὁ αἱρετικός Ἐπίσκοπος, ὁ ἔχων ἁπλῶς καί μόνον τήν Ἀποστολική διαδοχή, τότε ταυτίζομε τήν Ὀρθοδοξία μέ τήν αἵρεσι καί ἀποδεχόμεθα διά τῶν ἔργων ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὄχι ἄσπιλος καί ἀμώμητος κατά τήν πίστι, ἀλλά ἐσπιλωμένη καί βεβορβορωμένη κατά τήν πατερική ἔκφρασι.

4. Ἄν πάλι θεωρήσωμε ὅτι ὁ ἐντός τῆς Ἐκκλησίας χῶρος εἶναι ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ὁ Ἐπίσκοπος, τότε βεβαίως δέν ἔχομε δικαίωμα νά ἀποτειχισθοῦμε ἀπό αὐτόν, οὔτε καί ὅταν αὐτός προχωρήσει στό λεγόμενο κοινό ποτήριο, διότι καί τότε θά ἐξέλθωμε ἀπό τήν Ἐκκλησία.  Πάντως τό ὅριο τοῦ κοινοῦ ποτηρίου διά τήν ἀποτείχισι εἶναι ὅριο νεοεποχίτικο, τό ὁποῖο αὐθαιρέτως ἐπενόησαν καὶ ἐπέβαλαν καί εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖον ὄντως ἀνατρέπει καί διαστρέφει τά ἀληθινά ὅρια τῆς Ἐκκλησίας. Τό ὅτι οἱ Πατέρες δέν τό ἐγνώριζον αὐτό, ἀλλά θεωροῦσαν αἱρετικό δεδηλωμένο τόν κηρύσσοντα δημοσίως καί ἐπ’ Ἐκκλησίας οἱανδήποτε αἱρετική διδασκαλία, αὐτό ἀρκούντως μέ ὅλα τά ἱστορικά παραδείγματα, τά πατερικά καί συνοδικά κείμενα ἀπεδείχθη καί μόλις εἶναι ἀνάγκη νά τό ἐπαναλάβωμε. Ἄν τέλος διά τῆς ἀποτειχίσεως ἐξέρχομαι ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἄν ὁ ἀγῶνας ἐναντίον τῆς αἱρέσεως πρέπει νά γίνη ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μέ τήν θεωρία αὐτή, τότε ὅλοι ὅσοι διαχρονικά ἀποτειχίστηκαν ἀπό τούς αἱρετικούς ἐπισκόπους, πρίν αὐτοί καταδικασθοῦν ἀπό Σύνοδο, ἐξῆλθαν τῆς Ἐκκλησίας καί φυσικά ἐδημιούργησαν σχίσμα.  Δηλαδή ἡ Ἐκκλησία καί οἱ ἅγιοι εὑρίσκοντο διαρκῶς σέ πλάνη (ἐφ’ὅσον πάντοτε, ὅπως ἱστορικῶς ἀπεδείξαμε, ἀποτειχίζοντο ἀπό τούς αἱρετικούς Ἐπισκόπους), δέν ἐγνώριζον δέ οὐσιώδη καί βασικά πράγματα, τά ὁποῖα ἔχουν σχέσι μέ τόν ἐντός καί ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας χῶρο καθώς καί μέ τόν τρόπο καταπολεμήσεως τῆς αἱρέσεως. 
  Ἀπὸ τὸ βιβλίο: Εὐθυμίου Τρικαμηνᾶ Ἱερομονάχου, Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΩΝ ΑΓ. ΠΑΤΕΡΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΤΟΥ ΙΕ΄ ΚΑΝΟΝΟΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΔΕΥΤΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΑΚΟΠΗΣ ΜΝΗΜΟΝΕΥΣΕΩΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΗΡΥΣΣΟΝΤΟΣ ΕΠ’ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΙΡΕΣΙ, σελ. 285-287.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.