«… Πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις
τιμήσωμεν. Αὐτοὶ γὰρ τῇ Τριάδι, ὑπὲρ ἡμῶν ἀεὶ πρεσβεύουσι …»
Μπερκουτάκης Μιχαήλ
Θεολόγος - Εκπαιδευτικός
Δεν είναι εύκολο να μιλά κανείς για πρόσωπα που υπερβαίνουν τα συνήθη ανθρώπινα μέτρα. Το έργο αυτό γίνεται δυσκολότερο, όταν επιχειρείται από ανθρώπους που δεν διαθέτουν την αναγκαία πνευματική δύναμη και το χάρισμα του λόγου. Εμείς όμως, παρά την ανεπάρκειά μας, θα προσεγγίσουμε μία άγνωστη, αλλά όχι ασήμαντη, πτυχή της ζωής των Τριών Ιεραρχών, παρακινούμενοι από την αγάπη που έλκει αβίαστα την ψυχή μας προς τα ιερά τους πρόσωπα και επικαλούμενοι την επιείκεια των ακροατών μας.
Η πτυχή αυτή δεν σχετίζεται με τον τιτάνιο αγώνα τους «περί του Όντος», αλλά με την οδύνη για τα ανθρώπινα και την απαίτηση να εκλείψει κάποτε από τη ζωή μας η βία και η απάτη. Ελπίζουμε ότι η συνειδητοποίηση αυτής της άγνωστης πτυχής θα παρηγορήσει όσους γεύτηκαν – έστω και σε μικρό βαθμό – το πικρό φαρμάκι της συκοφαντίας και του κατατρεγμού, ίσως δε και να αφυπνίσει όσους καλοπροαίρετα γίνονται θύματα της διαβολής των πονηρών και διεστραμμένων ανθρώπων.
Όταν το 370 μ.Χ. ο μέγας Βασίλειος εξελέγη αρχιεπίσκοπος Καισαρείας δέχθηκε την επίσκεψη του έπαρχου Μόδεστου. Ο επίσημος επισκέπτης δεν ήθελε να συγχαρεί το Βασίλειο για την εκλογή του, ούτε να ευχηθεί καλή επιτυχία στο έργο του. Ο πραγματικός σκοπός της εθιμοτυπικής επίσκεψής του ήταν η υποταγή του νέου αρχιεπισκόπου στην εκκλησιαστική πολιτική του αρειανόφρονα αυτοκράτορα Ουάλη, η οποία έπρεπε να διασφαλιστεί οπωσδήποτε, έστω και με τη βία. Ο φιλοξενούμενος έπαρχος δεν χαμογέλασε στον οικοδεσπότη, δεν τον αγκάλιασε εγκάρδια, δεν ασπάστηκε το άγιο χέρι του, ούτε το έσφιξε σε ένδειξη τιμής και αναγνώρισης, αλλά του επιτέθηκε απρόκλητα. Με φωνασκίες και ύβρεις απείλησε το Βασίλειο ότι αν συνεχίσει να υπερασπίζεται τις αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και δεν δεχθεί τη διδασκαλία του αρειανισμού, θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον ίδιο τον αυτοκράτορα, ενδεχόμενο που συνεπάγεται την άμεση εκθρόνισή του, τη δήμευση της περιουσίας του, την εξορία, τη φυλάκιση, τα βασανιστήρια και το μαρτυρικό θάνατο. Ο Βασίλειος άκουσε ατάραχος τις απειλές του Μόδεστου και του απάντησε με πραότητα: – «... Όσα λες δεν με φοβίζουν καθόλου, γιατί δεν μπορούν να με χωρίσουν από την Αλήθεια. Αν θέλεις να δημεύσεις την περιουσία μου, μάθε πως έχω μόνο τα βιβλία μου και τα ρούχα που φορώ. Αν πάλι με φυλακίσεις ή με εξορίσεις, δεν θα κερδίσεις τίποτα, γιατί πατρίδα μου δεν είναι κανένας επίγειος τόπος, αλλά η Βασιλεία του Θεού. Αν τέλος βασανίσεις το ασθενικό μου σώμα ή με σκοτώσεις, θα χαρώ διπλά, γιατί θα πάω γρηγορότερα στην αληθινή ζωή ...». Ο Μόδεστος σάστισε. Πολλούς επισκόπους εκβίασε με το ίδιο σύστημα και πάντα πετύχαινε το σκοπό του. Αυτή τη φορά όμως το κόλπο δεν έπιασε. – «… Κανένας κληρικός δεν μού μίλησε ποτέ έτσι …», είπε στο Βασίλειο. – «... Τότε δεν γνώρισες ποτέ έναν αληθινό επίσκοπο ...», ανταπάντησε αυτός. Ο θυμώδης έπαρχος αποχώρησε άπρακτος και σιωπηλός. Ίσως γιατί κάτι από το μεγαλείο και την αγιότητα του Βασίλειου άγγιξε τη σκληρή καρδιά του. Ίσως πάλι γιατί κατάλαβε πως γνώρισμα των αληθινά μεγάλων ανδρών δεν είναι ο φόβος και η δειλία, η επαίσχυντη κυβίστηση και ο συμβιβασμός με τους ισχυρούς, η ιδιοτέλεια και το ατομικό βόλεμα, αλλά το απαθές πάθος για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη, που τους δίνει τη δύναμη να αντιμάχονται μέχρι θανάτου όλες τις προκλήσεις του κακού και των κατά περίσταση εκπροσώπων του.
Την άνοιξη του 379 μ.Χ. έφτασε με πλοίο στην Κωνσταντινούπολη ένας ανεπιθύμητος επισκέπτης. Ονομαζόταν Γρηγόριος και καταγόταν από τη Ναζιανζό. Πριν από λίγους μήνες είχε πεθάνει ο αγαπημένος του φίλος, ο μέγας Βασίλειος, και ενώ θρηνούσε ακόμη για το χαμό του μια μικρή ομάδα ορθοδόξων τον παρακάλεσε να έρθει στη Βασιλεύουσα, για να αναλάβει το έργο της καταπολέμησης του αρειανισμού. Πλήθος κόσμου τον περίμενε στο λιμάνι, όχι με μουσικές και λουλούδια, αλλά με πέτρες και ξύλα. Οι ηγέτες των αρειανών είχαν λόγους να φοβούνται το Γρηγόριο. Παρέταξαν λοιπόν έγκαιρα τους ανθρώπους τους σε θέσεις μάχης και ήταν αποφασισμένοι να μην τον αφήσουν να αποβιβαστεί στην πόλη τους. Δεν πρόλαβε ο Γρηγόριος να πατήσει το πόδι του στη Βασιλεύουσα και μια οργανωμένη ομάδα αγοραίων ανδρών του επιτέθηκε προσπαθώντας να τον τρομοκρατήσει με φωνές και ουρλιαχτά. Ορισμένοι μάλιστα του έριξαν πέτρες, ενώ τα χειρότερα αποφεύχθηκαν χάρη στην παρέμβαση λίγων ορθοδόξων που με κίνδυνο της ζωής τους οδήγησαν το Γρηγόριο σε ασφαλές μέρος.
Στην Κωνσταντινούπολη του 379 μ.Χ. τα πάντα ήταν υποταγμένα στην αίρεση του αρειανισμού. Ο αυτοκράτορας, η αυλή του, οι επίσκοποι, οι ιερείς και η συντριπτική πλειοψηφία του λαού είχαν υποκύψει στην αίρεση. Ο Γρηγόριος δεν βρήκε ούτε έναν ορθόδοξο ναό για να λειτουργήσει. Μετέτρεψε ένα παράπηγμα σε ναό, τον οποίο αφιέρωσε στην Ανάσταση του Κυρίου. Εκεί λειτουργούσε με τη βοήθεια των ελάχιστων ορθοδόξων της πόλης. Σε αυτόν όμως τον ταπεινό ναό εκφώνησε τους θεολογικούς του λόγους, με τους οποίους διακήρυξε τη θεότητα του Αγίου Πνεύματος, συνέτριψε τη διδασκαλία του αρειανισμού και ανέτρεψε το αρνητικό για την ορθοδοξία κλίμα της εποχής του. Αρχικά λίγοι έδειξαν ενδιαφέρον για τη διδασκαλία του. Σύντομα όμως τα επιχειρήματά του διαδόθηκαν στη Βασιλεύουσα και πολλοί χριστιανοί άρχισαν να προβληματίζονται.
Οι ηγέτες των αρειανών τρομοκρατήθηκαν από την απήχηση των λόγων του Γρηγορίου και, αφού δεν μπορούσαν να αντικρούσουν τη διδασκαλία του, έπαιξαν το τελευταίο χαρτί τους. Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, ενώ ο Γρηγόριος ετοιμαζόταν να τελέσει τη λειτουργία του Πάσχα, οι άνθρωποί τους εισέβαλαν ένοπλοι και εξαγριωμένοι στον ταπεινό ναό των ορθοδόξων, προπηλάκισαν άγρια όσους βρίσκονταν εκεί και με ασυγκράτητη μανία κατέστρεψαν τα πάντα. Ο Γρηγόριος για μία ακόμη φορά φυγαδεύτηκε έγκαιρα, αλλά το μίσος των αρειανών δεν είχε κοπάσει. Πλήρωσαν επαγγελματία δολοφόνο για να εξοντώσει το Γρηγόριο. Ακόμη όμως και αυτός συγκλονίστηκε από την άγια μορφή του και τελικά δεν τον δολοφόνησε όταν του δόθηκε η
ευκαιρία.
Λίγο αργότερα έγινε αυτοκράτορας ο μέγας Θεοδόσιος. Η εκλογή του θα σημάνει την οριστική στροφή της αυτοκρατορικής πολιτικής υπέρ της ορθοδοξίας, που θα ολοκληρωθεί με τη σύγκληση της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου το 381 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη. Την ώρα όμως του θριάμβου της ορθοδοξίας ο Γρηγόριος δεν θα είναι εκεί. Ενώ οι εργασίες της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου βρίσκονταν σε εξέλιξη, θα παραιτηθεί από την προεδρία της και τον αρχιεπισκοπικό θρόνο, στον οποίο ανήλθε για λίγους μόνο μήνες μετά από πολλές πιέσεις και προσωπική παράκληση του νέου αυτοκράτορα με μοναδικό σκοπό την προετοιμασία της Συνόδου, και θα αποχωρήσει σιωπηλά από τη Βασιλεύουσα. Ο ιερός Γρηγόριος αναδείχθηκε νικητής στον αγώνα για την επικράτηση της ορθοδοξίας. Το τίμημα όμως της νίκης ήταν βαρύ, αφού, όπως αναφέρει ο ίδιος στους ιαμβικούς του στίχους, ο πόνος του κατατρεγμού
στιγμάτισε για πάντα την ευαίσθητη ψυχή του.
Αλλά και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος δεν είχε καλύτερη τύχη. Η αγάπη του για τη δικαιοσύνη τον οδήγησε σε μετωπική σύγκρουση με τους ανθρώπους της εξουσίας και προκάλεσε το άσπονδο μίσος της πανίσχυρης αυτοκράτειρας Ευδοξίας και του άθλιου περιβάλλοντός της. Παράλληλα, ο ιερός Χρυσόστομος θέλησε να καθαρίσει την Εκκλησία από τους ανάξιους κληρικούς. Έτσι δίπλα στο μίσος της αυτοκράτειρας προστέθηκε σύντομα και η αντίδραση των διεφθαρμένων επισκόπων. Οι άνθρωποι του σκότους πέτυχαν μάλλον εύκολα το σκοπό τους. Με συκοφαντίες, με ανυπόστατες κατηγορίες και με την παρασκηνιακή υποστήριξη της αδίστακτης αυτοκράτειρας ο ιερός Χρυσόστομος θα συλληφθεί, θα φυλακιστεί, θα συρθεί σε μία στημένη δίκη και θα καταδικαστεί άδικα σε εξορία. Αν και ο λαός της Βασιλεύουσας πρόθυμα θα επαναστατούσε για να υπερασπιστεί τον επίσκοπό του, ο Χρυσόστομος θα αποτρέψει μια τέτοια εξέλιξη και θα πάρει εκούσια το σκληρό δρόμο της εξορίας. Δεν θα φτάσει όμως ποτέ στον προορισμό του.
Οι στρατιώτες που τον συνόδευαν έλαβαν εντολή να τον εξοντώσουν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Για να μη βρουν κανένα μπελά από τα ισχυρά αφεντικά τους, ανάγκασαν τον ιερό Χρυσόστομο, παρά την προχωρημένη ηλικία του, να οδοιπορεί ακατάπαυστα μέσα σε αφόρητο καύσωνα. Καταβεβλημένος από τα βάσανα και τις κακουχίες της οδοιπορίας, θα πεθάνει το 407 μ.Χ. καθ᾽ οδόν προς την εξορία. Θα πεθάνει αδικημένος αλλά νικητής, γιατί υπερασπίστηκε μέχρι θανάτου την αλήθεια και τη δικαιοσύνη. Θα πεθάνει κατατρεγμένος αλλά νικητής, γιατί δεν υπέκυψε ποτέ στις πιέσεις των ισχυρών. Θα πεθάνει εξόριστος αλλά νικητής, γιατί δεν λύγισε μπροστά σε κανένα φόβο ή κίνδυνο. Θα πεθάνει περιφρονημένος αλλά νικητής, γιατί υπέμεινε με γενναιότητα τα σκάνδαλα των άτοπων ανθρώπων. «... Τω Θεώ δόξα, πάντων ένεκεν ...» ήταν τα τελευταία του λόγια.
Η πικρή εμπειρία της συκοφαντίας και του κατατρεγμού δεν είναι το καίριο σημείο του έργου των Πατέρων της Εκκλησίας. Έχει όμως και το σημείο αυτό τη σημασία του, γιατί μάς υποδεικνύει το δρόμο της ειρηνικής αντίστασης στο μίσος και τη βία των πονηρών ανθρώπων. Έχει και το σημείο αυτό τη σημασία του, γιατί μάς υποδεικνύει όχι το δρόμο της συναλλαγής και του συμβιβασμού με την αδικία, αλλά το δρόμο της πνευματικής ανδρείας που έχει τη δύναμη να αντιστέκεται στο κακό χωρίς να φοβάται το θάνατο.
Ας μάς επιτραπεί, τέλος, να κλείσουμε το λόγο μας με μια προσωπική εξομολόγηση. Αναλογιζόμενοι σήμερα το μεγαλείο της πνευματικής ανδρείας των αγίων Πατέρων θλιβόμαστε διπλά. Πρώτον, γιατί, ως μη ώφελε, είμαστε άμοιροι του χαρίσματός της. Δεύτερον, γιατί ενώ η ανεξιχνίαστη πρόνοια του Θεού μάς έδωσε την ευκαιρία να ψηλαφήσουμε αυτή την ανδρεία στο πρόσωπο του μακαριστού μητροπολίτου Φλωρίνης κυρού Αυγουστίνου, φανήκαμε ανάξιοι της μεγάλης αυτής δωρεάς. Παρακαλούμε το Θεό και το μακαριστό μας πατέρα να παραβλέψουν το αδικαιολόγητο αμάρτημά μας και να μάς χαρίσουν τη συγχώρεση που εμείς δεν θα δώσουμε ποτέ στον εαυτό μας.
Είθε ο εν Τριάδι Θεός ημών με τις θεόδεκτες πρεσβείες των Τριών Ιεραρχών να εμπνεύσει στους ποιμένες της αγίας Του Εκκλησίας πνεύμα σοφίας και ανδρείας πνευματικής, ώστε να ορθοτομήσουν στις έσχατες και πονηρές ημέρες μας «… τον λόγον της Αληθείας …», υπερασπιζόμενοι μέχρι θανάτου την ορθόδοξη πίστη και την πνευματική υπόσταση του Γένους μας από τους νοητούς και προβατόσχημους
λύκους που τις απειλούν.
Μπερκουτάκης
Μιχαήλ
Θεολόγος -
Εκπαιδευτικός
Πύργος Ηλείας, 19/01/2008
Υ.Γ. 1. Η ομιλία αυτή εκφωνήθηκε στην Καλλιθέα Ηλείας στις
30/01/2008 κατά τη σχολική εορτή των τριών Ιεραρχών.
2.
Η β΄ έκδοσή της εκφωνήθηκε στο Καράτουλα Ηλείας στις
30/01/2018 κατά τη σχολική εορτή των τριών Ιεραρχών.
3.
Η φιλολογική επιμέλεια του κειμένου έγινε από τον φιλόλογο κ.
Παύλο Χατζηπαπά.
ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ Η ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΚΑΙ
ΕΝΤΥΠΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ, ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΗ ΟΤΙ: Α) ΘΑ ΔΙΑΤΙΘΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ
ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ Β) ΘΑ ΑΝΑΓΡΑΦΕΤΑΙ ΩΣ ΠΗΓΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΤΟ
ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ: «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΝΑΥΣ»
(http://ellasnafs.blogspot.gr/)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.