Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος ὑποδεικνύει καί ἀναλύει μία ἰδιαίτερα ψυχωφελή προσευχή μετά τό γεῦμα ἤ τό δεῖπνο
(απόσπασμα από την ομιλία ΝΕ΄ από το Υπόμνημα του αγίου στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον)
[…] Για τούτο επαινώ
και θαυμάζω τους μοναχούς, οι οποίοι κατέλαβαν τις ερήμους, και για τις
άλλες αρετές τους, αλλά και επειδή θυμούνται τη φράση αυτή του
Κυρίου (Ματθ. 16,27: μέλλει γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεσθαι ἐν τῇ δόξῃ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ μετὰ τῶν ἀγγέλων αὐτοῦ, καὶ τότε ἀποδώσει ἑκάστῳ κατὰ τὴν πρᾶξιν αὐτοῦ),
ότι δηλαδή κατά την ημέρα της κρίσεως θα αποδώσει ο Κύριος στον καθένα
ανάλογα με τα έργα του· διότι οι μοναχοί μετά το μεσημβρινό φαγητό ή,
καλύτερα, μετά το δείπνο (διότι μεσημβρινό φαγητό δε λαμβάνουν
ποτέ, καθόσον γνωρίζουν ότι η παρούσα ζωή είναι ζωή πένθους και νηστείας [Λουκ. 6,21: «μακάριοι οἱ πεινῶντες νῦν, ὅτι χορτασθήσεσθε. μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε (:Μακάριοι
είστε εσείς, που πεινάτε και στερείσθε, χωρίς να γογγύζετε, διότι θα
χορτασθείτε με τις ανεκτίμητες δωρεές της βασιλείας των ουρανών.
Μακάριοι είστε εσείς, που κλαίετε για τα αμαρτήματά σας και για τις
άλλες θλίψεις, τις οποίες υπομένετε, διότι θα χαρείτε και θα γελάσετε)» και Ιω. 16,20: «ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι κλαύσετε καὶ θρηνήσετε ὑμεῖς, ὁ δὲ κόσμος χαρήσεται· ὑμεῖς δὲ λυπηθήσεσθε, ἀλλ᾿ ἡ λύπη ὑμῶν εἰς χαρὰν γενήσεται (:Σας
πληροφορώ και σας διαβεβαιώνω, ότι εσείς θα κλάψετε και θα θρηνήσετε
για τον σταυρικό μου θάνατο, ενώ ο αμαρτωλός και αμετανόητος κόσμος θα
χαρεί. Εσείς θα λυπηθείτε βέβαια, αλλά πολύ σύντομα η λύπη σας θα γίνει
χαρά)]· μετά το δείπνο λοιπόν, αφού πρώτα πουν μερικούς ευχαριστήριους ύμνους στον Θεό θυμούνται και αυτή τη φράση.
Και αν θέλετε να
ακούσετε τον ύμνο τους, για να τον λέτε και εσείς συνεχώς, θα σας
απαγγείλω ολόκληρη εκείνη την ιερή ωδή. Ως εξής λοιπόν έχουν τα λόγια
αυτής·
«Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ὁ τρέφων με ἐκ νεότητός μου, ὁ διδοὺς τροφὴν πάσῃ σαρκί· πλήρωσον χαρᾶς καὶ εὐφροσύνης τὰς καρδίας ἡμῶν ἵνα πάντοτε αὐτάρκειαν ἔχοντες, περισσεύωμεν εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, μεθ' οὗ σοι δόξα, τιμὴ καὶ κράτος, σὺν ἁγίῳ Πνεύματι, εἰς τοὺς αἰῶνας Ἀμήν. ∆όξα σοι, Κύριε, δόξα σοι,γιε, δόξα σοι, Βασιλεῦ· ὅτι ἔδωκας ἡμῖν βρώματα εἰς εὐφροσύνην. Πλῆσον ἡμᾶς Πνεύματος ἁγίου, ἵνα εὑρεθῶμεν ἐνώπιόν σου εὐαρεστήσαντες, μὴ αἰσχυνόμενοι, ὅτε ἀποδίδως ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ.
(:Ας
είναι ευλογημένος ο Θεός ο οποίος με τρέφει εκ νεότητός μου, ο οποίος
δίδει τροφή σε κάθε ζωντανή ύπαρξη· γέμισε με χαρά και ευφροσύνη τις
καρδιές μας,ώστε έχοντας πάντοτε κάθε επάρκεια να πλεονάζουμε σε κάθε
καλό έργο δια της χάριτος του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, μετά του
οποίου σε Εσένα ανήκει η δόξα, η τιμή και η εξουσία μαζί με το Άγιο
Πνεύμα στους αιώνες. Γένοιτο. Δόξα σε Σένα, Κύριε, δόξα σε Σένα, Άγιε,
δόξα σε Σένα, Βασιλεύ, διότι έδωκες σε μας τροφές προς ευφροσύνη· γέμισέ
μας με Πνεύμα Άγιο, για να βρεθούμε αρεστοί ενώπιόν σου και μη εντρεπόμενοι, όταν θα αποδίδεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του)».
Αξίζει βέβαια να
θαυμάσουμε ολόκληρο τον ύμνο, προπάντων όμως αυτό εδώ το τέλος. Διότι
επειδή η τράπεζα και η τροφή συνηθίζει να αποχαυνώνει
και να βαρύνει τον άνθρωπο, σαν ακριβώς κάποιο χαλινάρι, επιθέτουν στην
ψυχή τον λόγο αυτό κατά τον καιρό της ανέσεως, ανακαλώντας στη μνήμη τους την ημέρα της κρίσεως. Διότι πληροφορήθηκαν τι έπαθαν οι Ισραηλίτες εξαιτίας της πολυτελούς τραπέζης. Διότι λέγει η Γραφή: «καὶ ἔφαγεν Ἰακὼβ καὶ ἐνεπλήσθη, καὶ ἀπελάκτισεν ὁ ἠγαπημένος, ἐλιπάνθη, ἐπαχύνθη, ἐπλατύνθη· καὶ ἐγκατέλιπε τὸν Θεὸν τὸν ποιήσαντα αὐτὸν καὶ ἀπέστη ἀπὸ Θεοῦ σωτῆρος αὐτοῦ (:Έφαγε
ο ισραηλιτικός λαός και χόρτασε με το παραπάνω. Και όμως ο αγαπημένος
αυτός λαός κλώτσησε τον Θεό. Γέμισε με λίπος, πάχυνε, αυξήθηκε σε λαό
πολύ και όμως εγκατέλειπε τον Θεό τον Δημιουργό του και απομακρύνθηκε
από τον Θεό τον σωτήρα του)» [Δευτ. 32,15].
Για τον λόγο αυτό και ο Μωυσής έλεγε: « Φαγὼν καὶ πιὼν καὶ ἐμπλησθείς, μνήσθητι Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου (:αφού φάγεις και πιεις και χορτάσεις, θυμήσου Κύριο τον Θεό σου)» [Δευτ. 6,11-12]. Διότι
μετά την τράπεζα εκείνη αποτόλμησαν αυτοί τότε τις παράνομες εκείνες
πράξεις. Πρόσεξε λοιπόν και εσύ, μην τυχόν πάθεις κάτι παρόμοιο. Και αν
ακόμη δε θυσιάσεις πρόβατα και μοσχάρια σε λίθινα ή χρυσά είδωλα, πρόσεξε μη θυσιάσεις την ψυχή σου στον θυμό, μη θυσιάσεις τη σωτηρία σου στην πορνεία, μήτε σε άλλα παρόμοια πάθη.
Για τον λόγο αυτό λοιπόν και εκείνοι, φοβούμενοι αυτούς τους
γκρεμούς, μετά την τράπεζα, μάλλον δε μετά την νηστεία (καθόσον και η
τράπεζα αυτών είναι νηστεία), υπενθυμίζουν στους εαυτούς τους το φοβερό δικαστήριο και την ημέρα εκείνη.
Εάν δε εκείνοι οι οποίοι σωφρονίζουν τους εαυτούς τους με νηστείες και
χαμαικοιτίες και αγρυπνίες και με το να φορούν σάκους μετανοίας και με
αναρίθμητους άλλους τρόπους, έχουν ανάγκη
και από αυτήν ακόμη την υπόμνηση, πότε θα μπορέσουμε να ζήσουμε
ευπρεπώς εμείς, οι οποίοι εμείς παραθέτουμε τράπεζες που γίνονται αιτία
αναρίθμητων ναυαγίων και ούτε καν προσευχόμαστε, μήτε κατά την αρχή,
μήτε κατά το τέλος;
Για τον λόγο αυτόν,
λοιπόν, για να αποφύγουμε τα ναυάγια αυτά, αφού πάρουμε τον ύμνο
εκείνον, ας τον αναπτύξουμε ολόκληρο, ώστε, αφού δούμε το κέρδος που
προέρχεται από αυτόν, και οι ίδιοι να απαγγέλλουμε αυτόν συνεχώς στην
τράπεζα και να καταστέλλουμε τα σκιρτήματα της κοιλίας, εισάγοντας
τοιουτοτρόπως τα ήθη και τους νόμους των αγγέλων εκείνων (:των μοναχών) στις οικίες μας.
Έπρεπε βέβαια να
πηγαίνουμε εκεί, και να καρπωνόμαστε αυτά τα οφέλη· επειδή όμως δε
θέλετε, ακούστε τουλάχιστον δια των λόγων μας την πνευματική αυτήν
μελωδία, και καθένας ας λέγει μετά το μεσημεριανό ή βραδινό του φαγητό
τα λόγια αυτά, αρχίζοντας ως εξής: «Εὐλογητὸς ὁ Θεός (:Ας είναι ευλογημένος ο Θεός)». Εκπληρώνουν δηλαδή αμέσως τον αποστολικό νόμο ο οποίος διατάζει: «καὶ πᾶν ὅ,τι ἂν ποιῆτε ἐν λόγῳ ἢ ἐν ἔργῳ, πάντα ἐν ὀνόματι Κυρίου ᾿Ιησοῦ, εὐχαριστοῦντες τῷ Θεῷ καὶ πατρὶ δι' αὐτοῦ (:Και
καθετί, ό,τι κι αν κάνετε, με λόγια ή με έργα, όλα να τα κάνετε στο
όνομα του Κυρίου Ιησού, ευχαριστώντας τον Θεό Πατέρα μέσω Αυτού.)» [Κολοσ. 3,17].
Έπειτα, η ευχαριστία δε γίνεται για τη μία μόνη εκείνη ημέρα, αλλά για ολόκληρη τη ζωή· διότι λέγει η προσευχή αυτή παρακάτω :«ὁ τρέφων με ἐκ νεότητός μου (:Εκείνος ο οποίος με τρέφει εκ νεότητός μου)».
Και από εδώ έχουμε διδασκαλία πλήρη φιλοσοφίας. Εφόσον δηλαδή μας
τρέφει ο Θεός, δε χρειάζεται να μεριμνούμε. Διότι εάν η υπόσχεση ενός
βασιλέως να σου χορηγεί την απαραίτητη καθημερινή τροφή από τις αποθήκες
του θα σε γέμιζε με θάρρος, πολύ περισσότερο πρέπει να είσαι απαλλαγμένος από κάθε φροντίδα, όταν ο Θεός χορηγεί,
και όλα ρέουν προς χάριν σου σαν ακριβώς από πηγές. Για τον λόγο λοιπόν
και αυτά λέγουν,ώστε και τους εαυτούς τους και τους μαθητευόμενους από
αυτούς να πείσουν να αποβάλουν κάθε φροντίδα και κοσμική μέριμνα.
Έπειτα, για να μη νομίσεις ότι για μόνους τους εαυτούς τους αποδίδουν την ευχαριστία αυτή, συνεχίζουν λέγοντας: «ὁ διδοὺς τροφὴν πάσῃ σαρκί (:Εκείνος ο οποίος δίδει τροφή σε κάθε ζωντανή ύπαρξη)», ευχαριστώντας τον Θεό με τα λόγια αυτά για όλο τον κόσμο· και όπως ακριβώς είναι σαν πατέρες όλης της οικουμένης, με τέτοιον τρόπο χάριν όλων των ανθρώπων δοξολογούν τον Θεό και εξασκούν τους εαυτούς τους στη γνήσια αδελφική αγάπη.
Διότι δεν είναι δυνατό να μισούν εκείνους, προς χάριν των οποίων
ευχαριστούν τον Θεό,επειδή δίνει τροφή για όλους. Είδες ότι δια της
ευχαριστίας και καλλιεργείται η αγάπη και αποβάλλεται η κοσμική μέριμνα,
και με τα προηγούμενα λόγια της προσευχής και με αυτά; Διότι εάν
τρέφει κάθε ζωντανή ύπαρξη, πολύ περισσότερο αυτούς οι οποίοι είναι
αφιερωμένοι σε Αυτόν· εάν τρέφει αυτούς οι οποίοι περιβάλλονται από
κοσμικές φροντίδες, πολύ περισσότερο αυτούς οι οποίοι είναι απαλλαγμένοι
από αυτές. Αυτό υποστηρίζοντας και ο Χριστός έλεγε: «οὐχὶ πέντε στρουθία πωλεῖται ἀσσαρίων δύο; καὶ ἓν ἐξ αὐτῶν οὐκ ἔστιν ἐπιλελησμένον ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· ἀλλὰ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς ὑμῶν πᾶσαι ἠρίθμηνται. μὴ οὖν φοβεῖσθε· πολλῶν στρουθίων διαφέρετε (:Τους
διώκτες σας μην τους λογαριάζετε, διότι ο Θεός θα είναι προστάτης σας.
Πέντε σπουργίτια δεν πωλούνται δύο ασσάρια; [δηλαδή δέκα πέντε περίπου
λεπτά]. Και όμως ούτε ένα από αυτά δεν είναι λησμονημένο και
παραπεταμένο εμπρός στα μάτια του Θεού. Όσο
δε για σας, και οι τρίχες της κεφαλής σας έχουν μετρηθεί από τον Θεό, ο
οποίος παρακολουθεί και τις πλέον ασήμαντες λεπτομέρειες της ζωής σας.
Μη λοιπόν φοβείσθε· εσείς είστε ασυγκρίτως ανώτεροι από πολλά
σπουργίτια)» [Λουκ.12,6-7]. Έλεγε δε αυτά για να μας διδάξει να μην έχουμε εμπιστοσύνη στον πλούτο και στη γη και στους καρπούς· διότι δεν είναι αυτά που μας τρέφουν, αλλά ο λόγος του Θεού.
Με αυτά τα επιχειρήματα αποστομώνουν και τους Μανιχαίους [:Μανιχαίοι καλούνταν οι οπαδοί του Πέρση Μάνεντος ή Μανιχαίου (3ος
μ. Χ. αιώνας). Αυτός δίδασκε τη δυαρχία, κατά την οποία τα δύο βασίλεια,
του φωτός και του σκότους, κυβερνώμενα από τον Θεό και τον Σατανά,
αντιμάχονται μεταξύ τους στον κόσμο] και τους οπαδούς του Ουαλεντίνου [ο Ουαλεντίνος ήταν αιρετικός των μέσων του 2ου
αιώνος, από τους Γνωστικούς της Αλεξάνδρειας. Οι Γνωστικοί γενικά
επιδίωκαν να συνδυάσουν ιδέες από την ελληνική και ανατολική φιλοσοφία
με την χριστιανική διδασκαλία και να αναγάγουν την πίστη σε γνώση],
και όλους εκείνους που σκέπτονται με παρόμοιο τρόπο· διότι δεν είναι
δυνατόν να είναι πονηρός ο Θεός, ο οποίος χορηγεί σε όλους τα αγαθά Του,
ακόμη και σε αυτούς που Τον βλασφημούν.
Έπειτα στην προσευχή αυτή ακολουθεί η παράκληση: «Γέμισε την καρδιά μας με χαρά και ευφροσύνη».
Ποια άραγε χαρά εννοούν; Μήπως την κοσμική; Μη γένοιτο· διότι δε θα
κατελάμβαναν τις κορυφές των ορέων και τις ερημιές και δε θα
περιβάλλονταν με σάκο, εάν επιδίωκαν την κοσμική χαρά· αλλά εννοούν εκείνη τη χαρά, η οποία τίποτα κοινό δεν έχει προς την παρούσα ζωή, την χαρά των αγγέλων, την ουράνια. Και δεν την επιζητούν απλώς, αλλά τη ζητούν με υπερβολικό τον τρόπο· διότι δε λέγουν απλά «δώσε», αλλά «γέμισε»· και δε λένε «εμάς», αλλά «τις καρδιές μας»· διότι αυτή κατεξοχήν είναι η χαρά της καρδιάς· «ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πρᾳότης, ἐγκράτεια (:Ο καρπός όμως του Πνεύματος είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, αγαθοσύνη, πίστη, πραότητα, εγκράτεια» [Γαλ. 5,22]. Επειδή δηλαδή η αμαρτία έφερε στον κόσμο τη λύπη, θεωρούν πρέπον να εμφυτευθεί σε αυτούς δια της χαράς η αρετή· διότι δε θα ήταν δυνατόν με άλλο τρόπο να υπάρξει μέσα τους χαρά.
«ἵνα πάντοτε αὐτάρκειαν ἔχοντες, περισσεύωμεν εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν (:Ώστε έχοντας πάντοτε κάθε επάρκεια να πλεονάζουμε σε κάθε καλό έργο)».
Πρόσεξε ότι εκπληρώνουν τον ευαγγελικό εκείνο λόγο, ο οποίος αναφέρει:
«δίνε μας κάθε μέρα τον αναγκαίο προς συντήρηση άρτο μας» [Ματθ.6,11: «τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον» και Λουκ.11,3: «τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δίδου ἡμῖν τὸ καθ᾿ ἡμέραν»] και ακριβώς αυτήν την επάρκεια ζητούν και για τα πνευματικά· «για να πλεονάζουμε», λέγει η προσευχή αυτή, «σε κάθε καλό έργο». Δεν είπαν, «για να κάνουμε μόνο αυτό που οφείλουμε μόνο», αλλά «για να επιτύχουμε να κάνουμε και περισσότερα από όσα μας έχουν παραγγελθεί»·
αυτή την έννοια έχει το «για να πλεονάζουμε». Και ζητούν μεν από τον
Θεό την επάρκεια στα αναγκαία· οι ίδιοι όμως δε θέλουν να υπακούσουν στο
θέλημα του Θεού με επάρκεια μόνο, αλλά με υπερβολική αφθονία και σε όλα
γενικώς. Αυτό είναι χαρακτηριστικό των ευγνωμόνων δούλων, αυτό είναι
γνώρισμα των φιλοσόφων ανδρών, το να αφθονούν πάντοτε και σε όλα.
Έπειτα, υπενθυμίζοντας και πάλι στους εαυτούς τους τη δική τους
αδυναμία, και ότι δεν είναι δυνατόν να γίνει τίποτε το ανώτερο χωρίς τη
θεία βοήθεια, αφού πουν «για να περισσεύουμε σε κάθε έργο αγαθό», λένε στη συνέχεια: «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, μεθ' οὗ σοι δόξα, τιμὴ καὶ κράτος, σὺν ἁγίῳ Πνεύματι, εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν. (:δια
της χάριτος του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, μετά του οποίου σε Σένα
ανήκει η δόξα, η τιμή και η εξουσία στους αιώνες. Γένοιτο)». Και έτσι καθιστούν το τέλος όμοιο με την αρχή δια της ευχαριστίας.
Έπειτα φαίνονται πάλι
σαν να αρχίζουν από την αρχή, συνεχίζουν όμως τον ίδιο λόγο. Με
αντίστοιχο τρόπο και ο Παύλος αφού τελείωσε τον πρόλογο της επιστολής
του προς τους Γαλάτες με δοξολογία, και αφού είπε: «χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ Θεοῦ πατρὸς καὶ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, τοῦ δόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν, ὅπως ἐξέληται ἡμᾶς ἐκ τοῦ ἐνεστῶτος αἰῶνος πονηροῦ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ πατρὸς ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν. (:Χάρη
ας έλθει σ’ εσάς και ειρήνη από τον Θεό Πατέρα μας και από τον Κύριο
Ιησού Χριστό, που έδωσε τον εαυτό Του για τις αμαρτίες μας, για να μας
ελευθερώσει από τον τωρινό κακό αιώνα κατά το θέλημα του Θεού και Πατέρα
μας, στον οποίο ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων.Αμήν)»,
[Γαλ. 1,4-5] αρχίζει πάλι την υπόθεση περί της οποίας έγραφε. Και σε
άλλο μέρος πάλι, στην Προς Ρωμαίους επιστολή του, αφού είπε: «Διὸ καὶ παρέδωκεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῶν καρδιῶν αὐτῶν εἰς ἀκαθαρσίαν τοῦ ἀτιμάζεσθαι τὰ σώματα αὐτῶν ἐν αὐτοῖς, οἵτινες μετήλλαξαν τὴν ἀλήθειαν τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ ψεύδει, καὶ ἐσεβάσθησαν καὶ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα, ὅς ἐστιν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν (:Για
την ασέβεια δε και την αποστασία τους αυτήν απέσυρε ο Θεός την χάρη Του
και έτσι παρεδόθησαν και υποδουλώθηκαν στις αμαρτωλές επιθυμίες των
καρδιών τους, σε ηθική ακαθαρσία, ώστε να εξευτελίζονται τα σώματά τους
από αυτούς τους ίδιους. Αυτοί
αντάλλαξαν και αντικατέστησαν την αλήθεια του Θεού με το ψεύδος της
ειδωλολατρίας, σεβάσθηκαν δε και λάτρευσαν την άψυχη και άλογη και
πεπερασμένη κτίση, αντί του Δημιουργού, ο οποίος την έκτισε και πρέπει
για τούτο να ευλογείται και να δοξάζεται σε όλους τους αιώνες. Αμήν.)». [Ρωμ.1,25] δεν ολοκλήρωσε τον λόγο, αλλά συνεχίζει πάλι.
Ας μην κατηγορούμε λοιπόν ούτε τους αγγέλους αυτούς [οι μοναχοί χαρακτηρίζονται ως «άγγελοι επί γης» και ο μοναχικός βίος ως «αγγελικός βίος»]
ότι δήθεν δεν ακολουθούν την τάξη, διότι αφού τελείωσαν τον λόγο με
δοξολογία, πάλι αρχίζουν τους ιερούς ύμνους. Ακολουθούν δηλαδή τους
αποστολικούς νόμους, αρχίζοντας από δοξολογίες και καταλήγοντας σε αυτές
και μετά το τέλος αυτό αρχίζουν εκ νέου από την αρχή. Για τον λόγο αυτό
λένε: «∆όξα σοι, Κύριε, δόξα σοι, γιε, δόξα σοι, Βασιλεῦ· ὅτι ἔδωκας ἡμῖν βρώματα εἰς εὐφροσύνην (:Δόξα σε Σένα, Κύριε, δόξα σε Σένα, Άγιε, δόξα σε Σένα, Βασιλέα,διότι μας έδωσες τροφές προς ευφροσύνη)». Διότι δεν πρέπει να ευχαριστούμε τον Θεό μόνο για τα μεγάλα, αλλά και για τα μικρά.
Ευχαριστούν δε και γι’αυτά, καταντροπιάζοντας έτσι την αίρεση των
Μανιχαίων, και όσους λένε ότι η παρούσα ζωή είναι κακή. Για να μην
σκεφτείς δηλαδή για τους μοναχούς που λένε αυτήν την προσευχή,εξαιτίας
της υπερβολικής φιλοσοφίας και της περιφρονήσεως της κοιλίας,ότι
απεχθάνονται τις τροφές, όπως εκείνοι οι οποίοι απαγχονίζονται
απεχθάνονται τη ζωή, δια της προσευχής αυτής σε διδάσκουν, ότι απέχουν
από τις περισσότερες τροφές όχι επειδή απεχθάνονται τα κτίσματα του
Θεού, αλλά διότι ασκούν τη φιλοσοφία και κάνουν πνευματικό αγώνα.
Και πρόσεχε πως μαζί
με την ευχαριστία για τα ήδη δοθέντα, παρακαλούν και για τα μεγαλύτερα,
και δε σταματούν στα κοσμικά, αλλά ανεβαίνουν υπεράνω των ουρανών και
λένε: «Πλῆσον ἡμᾶς Πνεύματος ἁγίου, ἵνα εὑρεθῶμεν ἐνώπιόν σου εὐαρεστήσαντες (:γέμισε μας με Πνεύμα Άγιο, για να βρεθούμε ευάρεστοι ενώπιόν Σου)». Είδες πως για μεν τα βιοτικά δεν εύχονται, αλλά μόνο ευχαριστούν· για τα πνευματικά όμως ότι και ευχαριστούν και εύχονται; «Διότι ζητείτε», λέγει ο Κύριος, «τη βασιλεία των ουρανών και όλα αυτά θα προστεθούν σε σας». Παρατήρησε δε και την άλλη φιλοσοφία τους: «ἵνα εὑρεθῶμεν ἐνώπιόν σου εὐαρεστήσαντες, μὴ αἰσχυνόμενοι (:για να βρεθούμε ενώπιόν Σου αρεστοί και να μην εντραπούμε)», λένε
στη συνέχεια στην προσευχή τους. Καθόλου δεν ενδιαφερόμαστε, λέγει η
προσευχή αυτή, για την εκ μέρους των πολλών περιφρόνηση· αλλά όσα κι αν
πουν οι άνθρωποι εναντίον μας γελώντας, χλευάζοντας, κατηγορώντας, δεν
οπισθοχωρούμε· ολόκληρος ο αγώνας μας αποβλέπει στο να μην αισθανθούμε ντροπή τότε, κατά την ημέρα δηλαδή της Κρίσεως.
Και αφού πουν αυτά, ενθυμούνται και τον ποταμό του πυρός και τα έπαθλα και τα βραβεία. Δεν είπαν «για να μην κολασθούμε», αλλά «για μην εντραπούμε».
Διότι αυτό είναι για εμάς πολύ φοβερότερο από τη γέενα, το να φανούμε
ότι έχουμε έλθει σε σύγκρουση με το θέλημα του Κυρίου. Αλλά επειδή αυτό
δε φοβίζει τους περισσότερους και τους ραθυμότερους και παχύσαρκους,
συνεχίζουν λέγοντας: «ὅτε ἀποδίδως ἑκάστῳ κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ (:όταν αποδίδεις στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του)».
Είδες πόσο πολύ μας ωφέλησαν οι ξένοι αυτοί και παρεπίδημοι, οι πολίτες
της ερήμου, ή καλύτερα οι πολίτες των ουρανών; Εμείς βέβαια είμαστε
ξένοι για τους ουρανούς, και είμαστε πολίτες της γης· αυτοί όμως είναι
το αντίθετο.
Μετά δε από τον ύμνο
αυτό αφού εμπλησθούν από πολλή κατάνυξη και θερμά και πολλά δάκρυα, με
τέτοιο τρόπο μεταβαίνουν πλέον προς ύπνο, και κοιμώνται τόσο μόνο, όσο
αρκεί για μια μικρή ανάπαυση. Και πάλι τις νύκτες κάνουν ημέρες, ζώντας
με ευχαριστίες και ψαλμωδίες. Όχι δε μόνο άνδρες, αλλά και γυναίκες
ασκούν αυτή τη φιλοσοφία, νικώντας την αδυναμία της φύσεώς τους με την
υπερβολική τους προθυμία.
Ας αισθανθούμε ντροπή εμείς οι άνδρες λοιπόν για την ανδρεία εκείνων, και ας παύσουμε να προσκολλώμαστε στα παρόντα πράγματα, στη σκιά, στα όνειρα, στον καπνό. Καθόσον τον περισσότερο χρόνο της ζωής μας τον διερχόμαστε χωρίς καμία συναίσθηση πνευματική και προετοιμασία.
Διότι και η πρώτη ηλικία είναι γεμάτη από πολλή μωρία και απερισκεψία· η
άλλη πάλι, καθώς προχωράει προς το γήρας, εξαλείφει την αντιληπτική μας
ικανότητα και καταμαραίνει όλη την αίσθησή μας· και είναι λίγη η
ενδιάμεση ηλικία, η ώριμη, την οποία μπορούμε να απολαύσουμε έχοντας
συναίσθηση της τρυφής, μάλλον δε ούτε εκείνη η ηλικία απολαύει
πραγματικής ευτυχίας, διότι υπάρχουν αναρίθμητες φροντίδες και κόποι που τη λυμαίνονται.
Για τον λόγο αυτό, παρακαλώ, ας ζητήσουμε τα αμετάβλητα και αθάνατα αγαθά, και τη ζωή, η οποία ποτέ δε γηράσκει. Διότι υπάρχει η δυνατότητα να ποθήσει κανείς με ζήλο τη φιλοσοφία των μοναχών και όταν ακόμη κατοικεί στην πόλη· είναι
δυνατόν να προσεύχεται κανείς και να νηστεύει και να ζει με
κατάνυξη (νηφαλιότητα), ακόμη κι αν έχει γυναίκα και φροντίζει για το
σπίτι και την οικογένειά του.
Επειδή και εκείνοι οι οποίοι κατηχήθηκαν κατά τα πρώτα χρόνια από τους
Αποστόλους κατοικούσαν μεν στις πόλεις, επιδείκνυαν όμως την ευλάβεια
εκείνων που κατέλαβαν τις ερημιές· και άλλοι δε πάλι έκαναν τον
αντίστοιχο πνευματικό αγώνα τους, όντας προϊστάμενοι εργαστηρίων, όπως η
Πρίσκιλλα και ο Ακύλας (Πραξ. 18.1-3). Και όλοι επίσης οι προφήτες είχαν
και γυναίκες και σπίτια, όπως ο Ησαΐας, όπως ο Ιεζεκιήλ,όπως ο μέγας
Μωυσής και σε τίποτα δε ζημιώθηκαν από αυτά και δεν παρεμποδίστηκαν στην
άσκηση της αρετής.
Αυτούς, λοιπόν, αφού μιμηθούμε και εμείς, ας ευχαριστούμε συνεχώς τον Θεό, ας υμνούμε Αυτόν σε όλη μας τη ζωή, και ας φροντίζουμε για τη σωφροσύνη και τις άλλες αρετές και
ας φέρουμε στις πόλεις την ασκούμενη στις ερημιές φιλοσοφία, για να
φανούμε και στον Θεό αρεστοί και στους ανθρώπους άμεμπτοι και να
επιτύχουμε τα μέλλοντα αγαθά, δια της χάριτος και της φιλανθρωπίας του
Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, δια του οποίου και μετά του οποίου στον
Πατέρα ανήκει η δόξα, η τιμή, η εξουσία, συγχρόνως δε και στο Άγιο και
ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.
ΠΗΓΕΣ:
- Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΝΕ΄,Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 11, σελίδες 521-535.
- Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 67, σελ. 71-78(ή: 32-36 του PDF).
- http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.