Κατάθεσις της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου

– Εορτάζει στις 2 Ιουλίου

Ενα Θαύμα της Παναγίας κατά τον Ιερό Φώτιο

Παναγιώτη Βολάκη

   Η Θεοτόκος Υπέρμαχος Στρατηγός κατά την Α΄ Πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Ρώς. Τον Ιούνιο του 860 μ.Χ. και ενώ ο αυτοκράτορας Μιχαήλ ο Γ΄ μόλις είχε εκστρατεύσει εναντίον των Αράβων, η Κωνσταντινούπολη δέχθηκε την επίθεση ενός σχηματιζόμενου τότε έθνους, με το οποίο έμελλε να αναπτύξει πολλές σχέσεις στο μέλλον: του έθνους των Ρώς. Με 200 μικρά πλοία, οι πρόγονοι αυτοί του μεγάλου ρωσικού έθνους, προσορμίσθηκαν στη βασιλεύουσα πόλη, την περικύκλωσαν και άρχισαν να λεηλατούν τα περίχωρά της. Ο αυτοκράτορας αμέσως επέστρεψε στην πολιορκούμενη πόλη, για να αναλάβει την άμυνά της, και μαζί με τον Πατριάρχη Φώτιο ενθάρρυναν τον τρομοκρατημένο πληθυσμό.

Οι Κωνσταντινουπολίτες, καθώς τονίζεται από πολλές βυζαντινές πηγές, αλλά κι από τον ίδιο τον Μέγα Φώτιο, απέδωσαν τη διάσωση της πόλης τους κατά τη βιαιότατη εκείνη πολιορκία, στην θαυματουργική επέμβαση της Παναγίας, της οποίας την Τίμια Εσθήτα που φυλασσόταν στην Κωνσταντινούπολη, περιέφερε ο ίδιος ο Πατριάρχης με πλήθος απελπισμένου λαού στα τείχη και εμβάπτισε στην θάλασσα. Αποτέλεσμα της λιτανείας αυτής ήταν να ξεσπάσει τρομερή θύελλα, που κατέστρεψε τα πλοιάρια των πολιορκητών, οι οποίοι τρομοκρατημένοι τράπηκαν σε φυγή. Το σημαντικότερο αυτό γεγονός ήταν ένα από τα πολλά, που εδραίωσαν την κοινή βυζαντινή πεποίθηση για το ρόλο της Θεοτόκου ως προστάτιδος της Κωνσταντινούπολης και Υπερμάχου Στρατηγού των αδικουμένων.
Την πίστη αυτή διακρίνουμε ξεκάθαρα, στον τρόπο με τον οποίο ο Ιερός Φώτιος περιγράφει το περιστατικό, στη δεύτερη από τις δύο σημαντικότατες ομιλίες του, που αφορούν στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Ρώς.
«Όταν στερηθήκαμε κάθε βοήθεια και είχαμε χάσει κάθε ανθρώπινο σύμμαχο, εμψυχωνόμασταν από τις προσδοκίες που είχαμε στηρίξει στη Μητέρα του Θεού. Αυτή βάζαμε να παρακαλέσει για μας τον Υιό της, Αυτή να Τον εξευμενίσει για τα αμαρτήματά μας, καλούσαμε σε βοήθεια για να σωθούμε κραυγάζοντες με το δικό Της στόμα, τη δική Της βοήθεια είχαμε σαν τείχος απόρθητο, Αυτή θερμοπαρακαλούσαμε να συντρίψει το θράσος των βαρβάρων, Αυτή να ταπεινώσει την αλαζονεία τους. Αυτή να προστατεύσει τον απελπισμένο λαό, να πολεμήσει υπέρ του ποιμνίου Της. Της οποίας και το ένδυμα αφενός για αναχαίτιση των πολιορκητών και αφετέρου ως φρουρά των πολιορκημένων, εγώ και μαζί μου όλη η πόλη, περιφέραμε αυθόρμητα και εθελούσια˙ κατά τη λιτανεία που κάναμε, εξαιτίας της ανείπωτης φιλανθρωπίας, και της Μητρικής θαρραλέας ικεσίας.
Και ο Θεός κάμφθηκε και ο θυμός έφυγε και ελέησε ο Κύριος την κληρονομία Του.
Πράγματι, ένδυμα της Μητέρας του Θεού είναι αυτή η Πάνσεπτη Στολή. Αυτή περικύκλωνε τα τείχη και με τον άρρητο λόγο Της έτρεπε τους εχθρούς σε φυγή. Αυτήν περιζωνόταν η πόλη και η οχύρωση των εχθρών διαλυόταν, σαν να είχε δοθεί διαταγή. Με Αυτήν η πόλη στολιζόταν, και με την ελπίδα που είχαν όσοι Την περιέφεραν, έφευγε η εχθρότητα. Όταν περιδιάβηκε το τείχος η Παρθενική Στολή, και οι βάρβαροι αποκαμωμένοι διέλυσαν την πολιορκία και λυτρωθήκαμε από την κατάκτηση που περιμέναμε, τότε αξιωθήκαμε της ανέλπιστης σωτηρίας».

(Σ. Αριστάρχου, Φωτίου Λόγοι και Ομιλίαι, τ. Β΄, ομιλία ΝΒ΄, Εν Κωνσταντινουπόλει, τύποις The Annuaire Oriental & Printing Co Ltd 1900, σσ. 41-42.)

Πηγή