"...
Καί σήμερα, καί σήμερα σ’ αὐτή τήν ἔνδοξη ἐκκλησία, ἔρχονται ἀχάριστα
κι ἀγνώμονα παιδιά, καί τήν προσβάλλουν τήν ὑβρίζουν ἀδιάντροπα,
ἀσύστολα, τήν ὑβρίζουν ἀδίσταχτα τήν ἐκκλησία μας καί θαυμάζουν τούς
Φράγκους. Καί λένε, Ὀρθοδοξία εἶναι αὐτή; Καί τό πουλοῦν δῆθεν
προηγμένα μυαλά. Τόσο τά φτάνει. Μάλιστα ἔτσι ἔχουν τά γεγονότα ..."
Κυριακή Α΄ Νηστειῶν
(Τῆς Ὀρθοδοξίας)
Σήμερα
Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας ὅπου ὑπάρχει ἐκκλησία Ὀρθόδοξη, χτυπᾶ εὐφρόσυνα
τίς καμπάνες της γιά νά διαλαλήσει στά πέρατα τῆς γῆς ὅτι νίκησε ἡ πίστη
τῶν Ὀρθοδόξων.
Ποιά
εἶναι ἡ αἰτία τῆς μεγάλης αὐτῆς χαρᾶς; Ἡ Ὀρθοδοξία μας, μιά βασίλισσα
τιμημένη, μέ κορόνα καί στέμμα ἔπεσε στή μάχη, ἐχθροί πολλοί τήν
πολέμησαν. Βάλθηκαν νά τήν ἐξοντώσουν. Ἔδωσε ἀγώνα σκληρό, πολύ σκληρό,
μάτωσε ἀλλά βγῆκε νικήτρια.
Ἡ γιορτή τῆς Ὀρθοδοξίας ἔχει παλιά ἱστορία πάνω ἀπό χίλια χρόνια.
Στά χρόνια τότε τοῦ Βυζαντίου ἐπί Λέοντος Γ΄ τοῦ Ἰσαύρου ἐκδίδεται
διάταγμα στά 730, ν᾿ ἀπομακρυνθοῦν ὅλες οἱ ἅγιες εἰκόνες μέσα ἀπ᾿ τίς
ἐκκλησιές. Πάραυτα. Στρατιώτες ἄθεοι κι ἄπιστοι, αἱρετικοί, μπαῖναν μέσα
στά ἱερά μοναστήρια μας, ξεριζώνανε τίς εἰκόνες, παίρνανε λόγχες καί
τούς βγάζαν τά μάτια, τίς ποδοπατοῦσαν ἤ τίς ξύνανε πάνω ἀπ᾿ τούς
τοίχους τῶν ἐκκλησιῶν. Τίς ἱερές εἰκόνες πού τίς εἶχαν ζωγραφίσει ἅγιοι
ἀσκητάδες, τίς παίρναν, τίς κάνανε σωρό καί τίς ἔκαιγαν.
Παίρναν καί πετοῦσαν τίς ἅγιες εἰκόνες καί τά ἱερά λείψανα στή φωτιά καί μ᾿ αὐτά βράζανε τό φαγητό τους στούς στρατῶνες, συνελάμβαναν τούς ὀρθοδόξους μοναχούς, τούς ὑπερασπιστές τῆς πίστεώς μας καί τούς ὑπέβαλαν σέ φρικτά βασανιστήρια ἴσαμε ἐξοντώσεως.
Ἄρχισε ἕνας ἀδυσώπητος ἀγώνας, πού ἔμεινε παροιμιώδης στήν ἱστορία ὡς, ἡ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑ. Χωρίστηκαν στά δύο: Στούς ὑπερασπιστές τῶν εἰκόνων πού ὀνομάστηκαν εἰκονόφιλοι καί στούς πολέμιους πού ὀνομάστηκαν εἰκονομάχοι. Οἱ εἰκονομάχοι ἐδίωξαν τήν ὀρθόδοξη Πίστη. Ἀδίσταχτοι, αἱμοβόροι.
Πιάσανε μοναχούς τούς ἔκοψαν τά δάχτυλα, τά πόδια, πῆραν σιδερένια ἀντικείμενα τά βάλανε στή φωτιά καί μ᾿ αὐτά ζωγράφισαν πάνω στό πρόσωπό τους, διάφορες παραστάσεις, καγχάζοντας ταυτόχρονα, ἄναρθρα τή διαβολική ἐπωδό τους. Τότε ὑπερασπιστές τῶν ἁγίων εἰκόνων ἦταν δύο μεγάλες, γενέες ψυχές: Θεόδωρος ὁ Στουδίτης καί Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, νά ᾿χουμε τήν εὐχή τους.
Παίρναν καί πετοῦσαν τίς ἅγιες εἰκόνες καί τά ἱερά λείψανα στή φωτιά καί μ᾿ αὐτά βράζανε τό φαγητό τους στούς στρατῶνες, συνελάμβαναν τούς ὀρθοδόξους μοναχούς, τούς ὑπερασπιστές τῆς πίστεώς μας καί τούς ὑπέβαλαν σέ φρικτά βασανιστήρια ἴσαμε ἐξοντώσεως.
Ἄρχισε ἕνας ἀδυσώπητος ἀγώνας, πού ἔμεινε παροιμιώδης στήν ἱστορία ὡς, ἡ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑ. Χωρίστηκαν στά δύο: Στούς ὑπερασπιστές τῶν εἰκόνων πού ὀνομάστηκαν εἰκονόφιλοι καί στούς πολέμιους πού ὀνομάστηκαν εἰκονομάχοι. Οἱ εἰκονομάχοι ἐδίωξαν τήν ὀρθόδοξη Πίστη. Ἀδίσταχτοι, αἱμοβόροι.
Πιάσανε μοναχούς τούς ἔκοψαν τά δάχτυλα, τά πόδια, πῆραν σιδερένια ἀντικείμενα τά βάλανε στή φωτιά καί μ᾿ αὐτά ζωγράφισαν πάνω στό πρόσωπό τους, διάφορες παραστάσεις, καγχάζοντας ταυτόχρονα, ἄναρθρα τή διαβολική ἐπωδό τους. Τότε ὑπερασπιστές τῶν ἁγίων εἰκόνων ἦταν δύο μεγάλες, γενέες ψυχές: Θεόδωρος ὁ Στουδίτης καί Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, νά ᾿χουμε τήν εὐχή τους.
Πόσα
χρόνια διωκόταν ἡ πίστη μας; 120 ὁλάκερα μαρτυρικά χρόνια καί μετά ἀπ᾿
τά 120 χρόνια, ἦρθε ἡ εὐσεβέστατη αὐτοκράτειρα ἡ Θεοδώρα, πού συνεκάλεσε
τήν 7η Οἰκουμενική
Σύνοδο, καί ἔβγαλε ἀπόφαση καί ἀναστήλωσε τίς ἅγιες εἰκόνες. Ἀπό τότε,
ἀπ᾿ τό 843 τήν Α’ Κυριακή τῶν Νηστειῶν, τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς,
καθιερώθηκε νά γιορτάζει τή νίκη της ἡ Ὀρθοδοξία. «Αὕτη ἡ νίκη ἡ
νικήσασα τόν κόσμον ἡ πίστις ἡμῶν».
Στά παλιά τά χρόνια, σάν σήμερα, διαβαζόταν καί τό περίφημο Συνοδικό τῆς 7ης Οἰκουμενικῆς.
Συνόδου κι ὁ Δεσπότης ἤ ὁ Πατριάρχης πάνω στήν ἐξέδρα ἔβγαινε καί
φώναζε: Τό «Αἰωνία ἡ μνήμη» σ᾿ ὅλους ἐκείνους τούς Πατέρες καί τούς
ὁμολογητές, πού στάθηκαν μπροστά κι ἔδωσαν τή ζωή τους γιά τήν Ὀρθοδοξία
καί φωνάζανε τρίς ἀνάθεμα ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, οἱ ὁποῖοι πολέμησαν
τήν Ὀρθόδοξη Πίστη.
Γι᾿
αὐτό τήν Κυριακή αὐτή, τήν πρώτη τῆς Τεσσαρακοστῆς λυσσοῦν οἱ δαίμονες,
τρίζουν τά τερηδοντιασμένα δόντια τους, ἐνῶ χαίρονται οἱ ἄγγελοι καί
ἀγάλλονται οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοί.
Τί ἔχουμε νά διδαχθοῦμε ἀπ᾿ τή γιορτή τῆς Ὀρθοδοξίας;
Ἡ
ἱστορία συνεχίζεται. Καί σήμερα πολεμᾶνε τήν πίστη μας. Εἰσβάλλουν
ἀνεμπόδιστα στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας γιατί καταντήσαμε ἀμπέλι ξέφραγο,
μπαίνουνε μέσα οἱ ἀλητόπαιδες αὐτοί οἱ αἱρετικοί καί οἱ δῆθεν ἄθεοι
γιατί δέν ὑπάρχουν ἄθεοι, αὐτοί πού τό πουλᾶνε ἄθεοι ψεύδονται, στήν
οὐσία εἰδωλολάτρες εἶναι, μπαίνουνε γιά νά παρασύρουν τό ἀστήριχτο
ποίμνιο γιατί, μεταξύ ἄλλων παραμέτρων, οἱ ποιμένες του εἶναι συνήθως
ψυχροί, ἀδιάφοροι μισθοφόροι. Μερικοί ἠχο-στίχοι τό ἐπισημαίνουν: Πολλοί
ποιμένες καταντοῦν μισθωτοί ψυχροί, τά πρόβατα ἀγνοοῦν τήν αἰώνια ζωή.
Καί τήν Ὀρθοδοξία- θά πρόσθετα.
Καί σήμερα μέσα στήν Ἀθήνα, μετρεῖστε, δροῦν 80 αἱρέσεις καί 422 ἐξωχριστιανικές ὁμάδες. Τί μ’ αὐτό;Δέν κινδυνεύει ἡ Ὀρθοδοξία, ἀλλά ποιός; Ἐμεῖς κινδυνεύουμε νά χάσουμε τήν πίστη μας γιατί οὔτε θερμοί εἴμαστε οὔτε ψυχροί, ἀλλά χλιαροί στήν πίστη. Ὅ,τι χειρότερο μπορεῖ νά συμβεῖ σέ μᾶς. Παρασυρόμαστε καί γινόμαστε βορά τῶν αἱρετικῶν πάσης φύσεως ὥστε ἀκόμα καί ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας νά μᾶς ἐμέσει!
Καί σήμερα μέσα στήν Ἀθήνα, μετρεῖστε, δροῦν 80 αἱρέσεις καί 422 ἐξωχριστιανικές ὁμάδες. Τί μ’ αὐτό;Δέν κινδυνεύει ἡ Ὀρθοδοξία, ἀλλά ποιός; Ἐμεῖς κινδυνεύουμε νά χάσουμε τήν πίστη μας γιατί οὔτε θερμοί εἴμαστε οὔτε ψυχροί, ἀλλά χλιαροί στήν πίστη. Ὅ,τι χειρότερο μπορεῖ νά συμβεῖ σέ μᾶς. Παρασυρόμαστε καί γινόμαστε βορά τῶν αἱρετικῶν πάσης φύσεως ὥστε ἀκόμα καί ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας νά μᾶς ἐμέσει!
Στά 1922 οἱ Χιλιαστές στήν Ἑλλάδα ἦταν πέντε. Σήμερα πάνω ἀπό 25.000. Πῶς ἔφθασαν σ᾿ αὐτό τό νούμερο; Μέ τά τεράστια χρηματικά ποσά καί μέ τήν δική μας χλιαρή, νυσταλέα πίστη καί ἀδιαφορία. Ὅμως, φτάνει πιά. Ἦρθε ἡ ὥρα, τό «timing-τάϊμινγκ» μέ σύγχρονη ἔκφραση. Ὥρα ἡμᾶς ἐξ ὕπνου ἐγερθεῖναι. Νά σημάνει συναγερμός. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι νά καταλάβουμε, νά συνειδητοποιήσουμε βαθιά ὅτι ἔχουμε ἕνα ξεχωριστό, ἀμύθητο θησαυρό, πού κινδυνεύουμε νά χάσουμε.
Εἶναι θησαυρός ἡ Ὀρθοδοξία μας;
Καί μάλιστα ξεχωριστός, ἀμύθητος; Καί τό ρωτᾶτε; Γιά δέστε! Στόν κόσμο ὑπάρχουν σήμερα 7,5 δισεκατομμύρια ἄνθρωποι. Τόσο εἶναι τό λεφούσι τῶν ἀνθρώπων πάνω στόν πλανήτη μας. Οἱ χριστιανοί εἶναι μόνο 2 δισεκατομμύρια. Κι αὐτοί οἱ χριστιανοί τά 2 δισεκ. εἶναι χωρισμένοι, σέ ἄλλα δύο κομμάτια. Τούς Παπικούς ἤ τούς Φράγκους καί τούς Προτεστάντες ἤ Διαμαρτυρόμενους ἤ Εὐαγγελικούς μέ συνοδό συνονθύλευμα ἐκτροπῶν ἀπό τό ἀρχικό θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας. Κι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι; Νά καυχώμαστε διότι ἡ Ὀρθοδοξία μας εἶναι ὁ θησαυρός, γιατί;
Καί μάλιστα ξεχωριστός, ἀμύθητος; Καί τό ρωτᾶτε; Γιά δέστε! Στόν κόσμο ὑπάρχουν σήμερα 7,5 δισεκατομμύρια ἄνθρωποι. Τόσο εἶναι τό λεφούσι τῶν ἀνθρώπων πάνω στόν πλανήτη μας. Οἱ χριστιανοί εἶναι μόνο 2 δισεκατομμύρια. Κι αὐτοί οἱ χριστιανοί τά 2 δισεκ. εἶναι χωρισμένοι, σέ ἄλλα δύο κομμάτια. Τούς Παπικούς ἤ τούς Φράγκους καί τούς Προτεστάντες ἤ Διαμαρτυρόμενους ἤ Εὐαγγελικούς μέ συνοδό συνονθύλευμα ἐκτροπῶν ἀπό τό ἀρχικό θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας. Κι ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι; Νά καυχώμαστε διότι ἡ Ὀρθοδοξία μας εἶναι ὁ θησαυρός, γιατί;
Διότι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἀρχαιότερη, ἔχει
τήν ἀρχή καί τή συνέχειά της βασισμένη στήν ἀρχική ἀποστολική κοινότητα
τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Κυρίου. Χωρίς καμμιά μελλοντική διαφοροποίηση ἤ
παρέκκλιση. Ὁ Παπισμός ἔχει ζωή περίπου 1200 χρόνων. Ὁ Προτεσταντισμός
ἔχει ζωή πέντε αἰώνων, 500 χρόνων. Ἡ δικιά μας ἡ ἐκκλησία ἀπ᾿ τή στιγμή
πού ἄρχισε τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, ἀπό κείνη τή στιγμή ὑφίσταται ἡ
ὀρθοδοξία καί συνεχίζει τήν πορεία της ἀκάθεκτη, ἀλώβητη εἰς πεῖσμα τῆς
δαιμονοκρατούμενης κοινότητας τῶν αἱρετικῶν καί ἀγνωστικιστῶν.
Νά τονιστεῖ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἐκκλησία, ἡ ἀρχαιότερη. Νά τονιστεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ἀκόμα καί ἡ πληρεστέρα γι᾿ αὐτό καί τήν ἐπιβουλεύονται μέ τόσο ἀβυσσαλέο μῖσος οἱ ἀσυνείδητοι ἀδίσταχτοι ἐχθροί της.
Μιά ματιά στήν ἱστορία γιά ἐπιβεβαίωση.
Ὅταν τά πλούτη τῆς Πόλης ἔγιναν γνωστά καί θάμπωσαν τούς Φράγκους, ἡ ἐξαθλιωμένη καί βάρβαρη Εὐρώπη μέ τίς Σταυροφορίες της το 1204, λεηλάτησαν, βίασαν, φόνευσαν τούς ὀρθόδοξους Ἕλληνες
Κάποιος
Γερμανός Παπικός ὀνόματι Brocardus, ὑπέβαλε τό 1332 ὑπόμνημα-μνημόνιο
στό Φίλιππο ΣΤ’ τῆς Γαλλίας, στό ὁποῖο προτείνει πέντε μέτρα γιά τό πῶς
θά γίνει, ὁ βίαιος ἐκλατινισμός τῶν Ἑλλήνων. Παρένθεση ἐδῶ! Μή μοῦ πεῖτε
ὅτι ἡ ἱστορία δέν ἐπαναλαμβάνεται; Τότε ὁ Γερμανός Brocardus, σήμερα ὁ
Γερμανός Σόϊμπλε, πού ὑπέβαλε ἀναλογικό μνημόνιο στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση
γιά βίαιο ἐξανδραποδισμό τῶν Ἑλλήνων.
Ἐπανέρχομαι.
Ποιά εἶναι τά 5 ἀδίσταχτα μέτρα;
Πρῶτον: Ὅλοι οἱ Λατίνοι πού ἀπαρνήθηκαν τήν «καθολική πίστη» θά θανατώνονται.
Δεύτερον: Ὅλοι οἱ Ἕλληνες μοναχοί, θά ἐκδιωχθοῦν ἐκτός ἄν δηλώσουν πίστη στόν πάπα.
Τρίτον: Γιά
νά ἐπιστρέψουν ὅλοι οἱ «Γραικοί» ἔτσι μᾶς ὀνομάζουν περιφρονητικά οἱ
Φράγκοι, στόν καθολισμό, πρέπει νά ξεχάσουν τήν γλώσσα τους. Νά μήν
μιλᾶνε καί νά μήν καταλαβαίνουν ἑλληνικά.
Τέταρτον: Ὅλα τά βιβλία πού ὑπερασπίζονται τό ἀνατολικό χριστιανικό δόγμα, πρέπει νά καοῦν.
Τέταρτον: Ὅλα τά βιβλία πού ὑπερασπίζονται τό ἀνατολικό χριστιανικό δόγμα, πρέπει νά καοῦν.
Πέμπτον: Εἰδικά
στήν Κωνσταντινούπολη θά συγκεντρωθεῖ βιαίως, στήν Ἁγία Σοφία,
ὁλόκληρος ὁ ὀρθόδοξος κλῆρος καί ἀπό τόν λαό ἕνα τουλάχιστον ἄτομο ἀπό
κάθε οἰκογένεια. «Καί μετά τό κήρυγμα θά κληθοῦν ὅλοι νά δηλώσουν διά
βοῆς ὅτι προσχωροῦν στό δικό μας δόγμα ὅτι συμφωνοῦν γιά τήν ἕνωση τῶν
Ἐκκλησιῶν κι ὅτι ὑποτάσσονται στή ρωμαϊκή Ἐκκλησία καί τόν πατέρα μας,
τόν πάπα...».
Ἐ!
λοιπόν! Ἄν ὑποτασσόμασταν τότε στήν «λατινικήν καλύπτραν»-πρᾶγμα πού
καί σήμερα ἐπιχειρεῖται μέ τήν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τό ὄνομα τῶν
Ἑλλήνων θά ἦταν καταχωνιασμένο καί ἀποστεωμένο στά σκονισμένα ράφια τῶν
βιβλιοθηκῶν.
Τήν
δικιά μας τήν Ἐκκλησία τήν ὑπερασπίσθηκαν οἱ ὁμολογητές καί οἱ Πατέρες
μας καί δέν ἀφήσανε στή διδασκαλία τους οὔτε τίποτα νά προστεθεῖ, οὔτε
τίποτα ν᾿ ἀφαιρεθεῖ.
Λένε σήμερα καί μιλᾶνε φλύαρα γιά ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν. Να ἑνωθοῦμε λένε, νά ἑνωθοῦμε. Στή λειτουργία τό λέμε: «Ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως». Ἀλλά προσέξτε, ὑπάρχει μιά Ἐκκλησία, ἡ παλιά, ἡ Ἐκκλησία τῶν 8 πρώτων αἰώνων, πού τήν παραδέχονται σάν ἀληθινή καί οἱ Παπικοί καί οἱ Προτεστάντες.
Ἄντέστε τώρα. Πᾶρτε τόν Παπισμό καί τόν Προτεσταντισμό καί τήν Ὀρθοδοξία κι ἐλᾶτε νά τόν συγκρίνετε μέ τήν ἀρχαία Ἐκκλησία τῶν 8 πρώτων αἰώνων πρό τοῦ σχίσματος.
Λένε σήμερα καί μιλᾶνε φλύαρα γιά ἕνωση τῶν ἐκκλησιῶν. Να ἑνωθοῦμε λένε, νά ἑνωθοῦμε. Στή λειτουργία τό λέμε: «Ὑπέρ τῆς τῶν πάντων ἑνώσεως». Ἀλλά προσέξτε, ὑπάρχει μιά Ἐκκλησία, ἡ παλιά, ἡ Ἐκκλησία τῶν 8 πρώτων αἰώνων, πού τήν παραδέχονται σάν ἀληθινή καί οἱ Παπικοί καί οἱ Προτεστάντες.
Ἄντέστε τώρα. Πᾶρτε τόν Παπισμό καί τόν Προτεσταντισμό καί τήν Ὀρθοδοξία κι ἐλᾶτε νά τόν συγκρίνετε μέ τήν ἀρχαία Ἐκκλησία τῶν 8 πρώτων αἰώνων πρό τοῦ σχίσματος.
Λέμε στούς Παπικούς.
- Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία δέν γνώριζε Filioque
- Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία δέν εἶχε ράντισμα
- Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία δέν γνώριζε ἀλάθητο τοῦ πάπα.
Νέα παρένθεση ἐδῶ. Ἕνας καρδινάλιος ψιθύρισε στ΄ ἀφτί τοῦ πάπα: -
Εὐτυχῶς πού δέν εἶσαι ἀλάθητος στά ἰατρικά. Ἀλλιῶς πάει καήκαμε
Λέμε καί στούς Προτεστάντες.
- Ἡ παλιά ἡ Ἐκκλησία εἶχε ἅγιες εἰκόνες
- Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία εἶχε λείψανα ἅγια καί ἱερά.
- Ἡ ἀρχαία Ἐκκλησία εἶχε ἱερά Παράδοση;
Ἐμεῖς
οἱ ὀρθόδοξοι, δέν ἀφαιρέσαμε οὔτε προσθέσαμε τό παραμικρό. Γι᾿ αὐτό
πρόσθεσε καί ἕνας Φράγκος μεγάλος θεολόγος: -Για νά γίνει ἡ ἕνωση τῶν
ἐκκλησιῶν, οἱ μέν Παπικοί πρέπει νά κάνουν πολλά βήματα, οἱ δέ
Προτεστάντες πρέπει νά κάνουν πολλά ἅλματα καί οἱ Ὀρθόδοξοι νά μείνουνε
στή θέση τους.
Νά
χαίρεστε, διότι ἡ Ἐκκλησία μας ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἀρχαιοτέρα, νά
χαίρεστε διότι ἡ Ὀρθοδοξία μας εἶναι ἡ πληρεστέρα. Νά χαίρεστε διότι
εἶστε παιδιά μιᾶς ἐκκλησίας, πού εἶναι ἡ ἐνδοξότερη ἐκκλησία πού ὑπάρχει.
Ποιός θά τραγουδήσει τό μεγαλεῖο τῆς Ὀρθοδοξίας μας;
- Ἐδῶ στήν Ἀνατολή στήν Ὀρθοδοξία μας ἔγιναν οἱ 7 Οἰκουμενικές Σύνοδοι.
- Ἐδῶ πέρα ἀπ᾿ τή δικιά μας τήν Ἐκκλησία δόθηκαν τά βλαστάρια τῆς πίστεως
- Οἱ σπουδαιότεροι μάρτυρες οἱ μεγαλύτεροι ἅγιοι ἦταν Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι τῆς Ἀνατολῆς, τόσο πολλοί, πού κι ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος φώναξε ἀπ᾿ τήν Ἀντιόχεια: Ἄχ Ἑλλάδα, Ἑλλάδα πόσο δοξασμένη εἶσαι. Ἦταν δοξασμένη ἡ Ἑλλάδα καί εἶναι δοξασμένη γιά τόν Μαραθώνα της, γιά τίς Θερμοπύλες της, γιά τά Δερβενάκια της, γιά τήν Ἀλαμάνα της, γιά τό Μανιάκι της, γιά τούς ὡραίους ἐκείνους ἐνδόξους ἀγῶνες πού μαθαίνουμε στήν ἱστορία, ἦταν δοξασμένη γιά ὅλα αὐτά, ἀλλά πιό δοξασμένη εἶναι ἡ Ἑλλάδα γιατί ἀκόμα καί τόν Παράδεισο τόν ἔκανε Ἑλληνικό. Ἑλληνικός εἶναι ὁ Παράδεισος. Οἱ περισσότεροι ἅγιοι ἦταν Ἕλληνες, Ἕλληνες ἤτανε, ὁ ἅγιος Σπυρίδωνας κάτω στήν Κύπρο, ὁ ἅγιος Βασίλειος μέσα στήν Καισάρεια, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ψηλά στήν Κων/λη, Ἕλληνες ἤτανε, κι αὐτοί ἔδωσαν δόξα μέσα στήν ἐκκλησία μας. Νά τονίσω ἐπιπλέον κάτι τό σημαντικό. Νά ξέρετε ὅτι σήμερα ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μόνη διωκόμενη χώρα, ἡ μόνη διωκόμενη ὁμολογία καί θρησκεία. Γιατί εἶναι ζωντανή Ἐκκλησία, ἀτόφια, ἁγία. Γι᾿ αὐτό καί προκαλεῖ ὅλους τούς ἀντικείμενους. Σᾶς ἐρωτῶ! Ποῦ ὑπῆρχε καί ὑπάρχει κομουνισμός; Μόνο στά Ὀρθόδοξα κράτη. Οἱ Φράγκοι κι οἱ Προτεστάντες δέν ἀντιμετώπισαν διωγμό. Ποῦ ὑπῆρχε σκλαβιά 400 χρόνια; Μόνο στήν Ὀρθοδοξία καί στούς Ἰσραηλῖτες, στόν Τοῦρκο Σουλτάνο καί Αἰγύπτιο Φαραώ, ἀντίστοιχα. Ἰδιαιτέρως, γιά μᾶς τούς Ἕλληνες ἡ ὀρθοδοξία ἔχει ἕνα μεγαλεῖο. Ἡ δικιά μας ἡ Ἐκκλησία ὀνομάστηκε Ἑλληνοσώτηρα γιατί ἔσωσε τόν Ἑλληνισμό. Αὐτή ἔγινε ἡ κλώσα ὅταν πάτησε τοῦ Τούρκου τό ποδάρι ἐδῶ πέρα, ἅπλωσε τά φτερά της καί μάζεψε μές᾿ τά μοναστήρια, μέσα στά εξωκκλήσια, μές᾿ τούς νάρθηκες τῶν ναῶν, μάζεψε τά σκλαβόπουλα καί παπάδες, μοναχοί, καλόγεροι κράτησαν ἄσβεστη τήν ἀγάπη πρός τήν πατρίδα, πρός τό Ἔθνος. Ἡ Ὀρθοδοξία, ἡ Ἐκκλησία μας κράτησε ἄσβεστη τή φλόγα καί τήν ἀγάπη πρός τήν Ἑλλάδα. Ἡ Ἐκκλησία ἦταν ἐκείνη πού ἔδωσε 6.000 ἱερεῖς στόν ἀγώνα τοῦ ἔθνους γιά τή λευτεριά τῆς πατρίδας μας στά 1821. Ἡ Ὀρθοδοξία μας ἦταν ἐκείνη πού κράτησε τή γλῶσσα μας τήν Ἑλληνική καί μᾶς τήν παρέδωσε γιά νά τή θάψουνε οἱ σημερινοί νεκροθάπτες τοῦ Ἔθνους. Οἱ ἀμοραλιστές καί ἀπάτριδες. Ἐνῶ ἡ Ὀρθοδοξία χαρακτηρίσθηκε Ἑλληνοσώτηρα.
Καί
σήμερα, καί σήμερα σ’ αὐτή τήν ἔνδοξη ἐκκλησία, ἔρχονται ἀχάριστα κι
ἀγνώμονα παιδιά, καί τήν προσβάλλουν τήν ὑβρίζουν ἀδιάντροπα, ἀσύστολα,
τήν ὑβρίζουν ἀδίσταχτα τήν ἐκκλησία μας καί θαυμάζουν τούς Φράγκους. Καί
λένε, Ὀρθοδοξία εἶναι αὐτή; Καί τό πουλοῦν δῆθεν προηγμένα μυαλά. Τόσο
τά φτάνει. Μάλιστα ἔτσι ἔχουν τά γεγονότα.
Θά σᾶς πῶ ἕνα παραμύθι.
Μιά φορά κι ἕναν καιρό ἦταν μιά μάνα κι εἶχε ἕνα παιδί. Καί τό παιδί αὐτό ντρεπόταν γιά τή μάνα του.
-Παιδί μου, νά βγοῦμε ἔξω;
-Ὄχι μάνα.
-Γιατί παιδί μου, δέ μέ θές μαζί σου;
-Μάνα ντρέπομαι.
-Γιατί ντρέπεσαι;
-Γιατί εἶσαι ἄσκημη.
-Ἄσκημη ἐγώ;
-Ἄσκημη, γιά κοίτα τό πρόσωπό σου στόν καθρέπτη, εἶσαι γεμάτη κηλῖδες, εἶσαι γεμάτη μουτζοῦρες, δέν ἔχεις τήν ὀμορφάδα, πού ἔχουν οἱ μάνες τῶν ἄλλων φίλων μου. Ἐσύ νά μείνεις ἐδῶ μέσα. Θά βγῶ ἐγώ ἔξω, ντρέπομαι γιά σένα.
Μιά φορά κι ἕναν καιρό ἦταν μιά μάνα κι εἶχε ἕνα παιδί. Καί τό παιδί αὐτό ντρεπόταν γιά τή μάνα του.
-Παιδί μου, νά βγοῦμε ἔξω;
-Ὄχι μάνα.
-Γιατί παιδί μου, δέ μέ θές μαζί σου;
-Μάνα ντρέπομαι.
-Γιατί ντρέπεσαι;
-Γιατί εἶσαι ἄσκημη.
-Ἄσκημη ἐγώ;
-Ἄσκημη, γιά κοίτα τό πρόσωπό σου στόν καθρέπτη, εἶσαι γεμάτη κηλῖδες, εἶσαι γεμάτη μουτζοῦρες, δέν ἔχεις τήν ὀμορφάδα, πού ἔχουν οἱ μάνες τῶν ἄλλων φίλων μου. Ἐσύ νά μείνεις ἐδῶ μέσα. Θά βγῶ ἐγώ ἔξω, ντρέπομαι γιά σένα.
Κι ὅταν μιά φορά τό παιδί εἶπε πάλι αὐτά τά πικρά λόγια στή μάνα του, τοῦ λέει ἡ μάνα του:
-Κάτσε ἀγόρι μου, κάθισε κάτω κι ἄκουσε τί θά σοῦ πῶ. Ἦταν καιρός, πού ἤμουν κι ἐγώ ὄμορφη. Ἦμουν ἡ πιό ὄμορφη τῆς περιοχῆς, ὅλοι μέ θαυμάζανε, εἶχα ὡραία μαῦρα μαλλιά, εἶχα δέρμα βελούδινο, προτάσεις γάμου ἀπίστευτες, ὅλες τίς ἀπέρριψα, ὅλοι μέ καμαρώνανε κι ὅταν παντρεύτηκα ἀπέκτησα ἐσένα παιδί μου. Μια μέρα βρισκόμουν κάτω στήν αὐλή κι ἔπλενα κι ἐκεῖ πού ἔπλενα γυρίζω νά κοιτάξω καί τί νά δῶ. Τό σπίτι εἶχε πάρει φωτιά, πετάχτηκε μιά σπίθα ἀπ᾿ τό τζάκι ἄναψαν φωτιά τά χαλιά κάτω καιγόταν τό σπίτι καί δέν τό εἶχα ἀντιληφθεῖ. Φωτιά, βάζω μιά κραυγή, τρέξανε γύρω νά σώσουν τό σπίτι μας πού καιγότανε. Πιό πολύ φώναζα γιατί στό ἐπάνω δωμάτιο μές᾿ τήν κούνια βρισκόσουν ἐσύ ἀγόρι μου κι ἀπό ὥρα σέ ὥρα θά καιγόσουν. Τρέχω μιά, μπαίνω μές᾿ τίς φλόγες καί μέσα στούς καπνούς.
-Ποῦ πᾶς τρελή, μέ φωνάζανε, ποῦ πᾶς τρελή θά καεῖς.
-Νά σώσω τό παιδί μου κι ἄς καῶ καί πέρασα παιδί μου μέσα ἀπ᾿ τίς φλόγες κι ἀνέβηκα τίς σκάλες τίς ξύλινες ἦρθα μέσα στό δωμάτιο πού βρισκόσουν σ᾿ ἅρπαξα-στήν κούνια πού ἦσουν-μές᾿στήν ἀγκαλιά μου καί τσίριξα, οὔρλιαξα. Πῆραν φωτιά τά μαλλιά μου, πῆραν φωτιά τά ροῦχα μου χιλιοκάηκα. Ὅταν βγῆκα ἔξω ἦμουν μιά λαμπάδα μέ γδύσανε γιά νά σωθῶ. Ἀπό τότε παιδί μου, γέμισε τό πρόσωπό μου ἀπό πανάδες, γέμισε τό πρόσωπό μου ἀπό κηλῖδες, ἀπό βρωμιές κι ἀπό μουτζοῦρες, γι᾿ αὐτό μέ ντρέπεσαι παιδί μου, γιατί ἔδωσα τή ζωή μου καί τήν ὀμορφιά μου γιά σένα.
Ἀγνώμων κι ἀχάριστο παιδί. Τό ἴδιο θά μποροῦσε νά πεῖ κι ἡ Ὀρθοδοξία μας. Ἤμουν ὄμορφη, πού μέ καμάρωνε καί μέ ζήλευε ὅλος ὁ ντουνιάς. Ἤμουν ὡραία ὑπέροχη ἡ πιό ζηλευτή κόρη τοῦ κόσμου καί πῆρε φωτιά τό σπίτι μας, πῆρε φωτιά ἡ πατρίδα καί καιγόταν τά παιδιά μου οἱ Ἕλληνες κι ἔπεσα ἐγώ μέσα στη φωτιά γιά νά σᾶς σώσω, καί μάλιστα, μέσα στόν ἀγώνα μου, μέσα στήν ἀγωνία μου πού μ᾿ ἀφήσαν ὅλοι μόνη μές᾿ τήν πυρκαγιά, μές᾿ τό γιαταγάνι, σᾶς ἅρπαξα μές᾿ τήν ἀγκαλιά μου σᾶς ἔσωσα. Τί κι ἄν γέμισε μουντζοῦρες τό πρόσωπό μου; Ντρέπεστε τή μάνα σας, πού θυσιάστηκε γιά σᾶς;
-Κάτσε ἀγόρι μου, κάθισε κάτω κι ἄκουσε τί θά σοῦ πῶ. Ἦταν καιρός, πού ἤμουν κι ἐγώ ὄμορφη. Ἦμουν ἡ πιό ὄμορφη τῆς περιοχῆς, ὅλοι μέ θαυμάζανε, εἶχα ὡραία μαῦρα μαλλιά, εἶχα δέρμα βελούδινο, προτάσεις γάμου ἀπίστευτες, ὅλες τίς ἀπέρριψα, ὅλοι μέ καμαρώνανε κι ὅταν παντρεύτηκα ἀπέκτησα ἐσένα παιδί μου. Μια μέρα βρισκόμουν κάτω στήν αὐλή κι ἔπλενα κι ἐκεῖ πού ἔπλενα γυρίζω νά κοιτάξω καί τί νά δῶ. Τό σπίτι εἶχε πάρει φωτιά, πετάχτηκε μιά σπίθα ἀπ᾿ τό τζάκι ἄναψαν φωτιά τά χαλιά κάτω καιγόταν τό σπίτι καί δέν τό εἶχα ἀντιληφθεῖ. Φωτιά, βάζω μιά κραυγή, τρέξανε γύρω νά σώσουν τό σπίτι μας πού καιγότανε. Πιό πολύ φώναζα γιατί στό ἐπάνω δωμάτιο μές᾿ τήν κούνια βρισκόσουν ἐσύ ἀγόρι μου κι ἀπό ὥρα σέ ὥρα θά καιγόσουν. Τρέχω μιά, μπαίνω μές᾿ τίς φλόγες καί μέσα στούς καπνούς.
-Ποῦ πᾶς τρελή, μέ φωνάζανε, ποῦ πᾶς τρελή θά καεῖς.
-Νά σώσω τό παιδί μου κι ἄς καῶ καί πέρασα παιδί μου μέσα ἀπ᾿ τίς φλόγες κι ἀνέβηκα τίς σκάλες τίς ξύλινες ἦρθα μέσα στό δωμάτιο πού βρισκόσουν σ᾿ ἅρπαξα-στήν κούνια πού ἦσουν-μές᾿στήν ἀγκαλιά μου καί τσίριξα, οὔρλιαξα. Πῆραν φωτιά τά μαλλιά μου, πῆραν φωτιά τά ροῦχα μου χιλιοκάηκα. Ὅταν βγῆκα ἔξω ἦμουν μιά λαμπάδα μέ γδύσανε γιά νά σωθῶ. Ἀπό τότε παιδί μου, γέμισε τό πρόσωπό μου ἀπό πανάδες, γέμισε τό πρόσωπό μου ἀπό κηλῖδες, ἀπό βρωμιές κι ἀπό μουτζοῦρες, γι᾿ αὐτό μέ ντρέπεσαι παιδί μου, γιατί ἔδωσα τή ζωή μου καί τήν ὀμορφιά μου γιά σένα.
Ἀγνώμων κι ἀχάριστο παιδί. Τό ἴδιο θά μποροῦσε νά πεῖ κι ἡ Ὀρθοδοξία μας. Ἤμουν ὄμορφη, πού μέ καμάρωνε καί μέ ζήλευε ὅλος ὁ ντουνιάς. Ἤμουν ὡραία ὑπέροχη ἡ πιό ζηλευτή κόρη τοῦ κόσμου καί πῆρε φωτιά τό σπίτι μας, πῆρε φωτιά ἡ πατρίδα καί καιγόταν τά παιδιά μου οἱ Ἕλληνες κι ἔπεσα ἐγώ μέσα στη φωτιά γιά νά σᾶς σώσω, καί μάλιστα, μέσα στόν ἀγώνα μου, μέσα στήν ἀγωνία μου πού μ᾿ ἀφήσαν ὅλοι μόνη μές᾿ τήν πυρκαγιά, μές᾿ τό γιαταγάνι, σᾶς ἅρπαξα μές᾿ τήν ἀγκαλιά μου σᾶς ἔσωσα. Τί κι ἄν γέμισε μουντζοῦρες τό πρόσωπό μου; Ντρέπεστε τή μάνα σας, πού θυσιάστηκε γιά σᾶς;
Εἶστε
Ὀρθόδοξοι, εἴμαστε Ὀρθόδοξοι, παιδιά τῆς Ὀρθοδοξίας τῆς πιό ἀρχαίας
Ἐκκλησίας, τῆς πιό πλήρους ἐκκλησίας, τῆς ἐνδοξοτέρας ἐκκλησίας.
Αὐτή
τήν Ἐκκλησία μᾶς παρέδωσαν οἱ πατέρες μας. Ατίμητος Θησαυρός. Τό
πολυτιμότερο πρᾶγμα πού μᾶς παρέδωσαν δέν εἶναι τά χωράφια, τά κοπάδια
καί τά μέγαρα, εἶναι ἡ πίστη τῶν Ὀρθοδόξων κι αὐτή ἀπαιτεῖται νά τή
διατηρήσουμε καί νά τήν φυλάξουμε ὡς κόρη ὀφθαλμοῦ.
Κράτα καλά τόν ἀτίμητο θησαυρό.
Δέν ἀρκεῖ ἀδελφέ μου νά ξέρεις πώς εἶσαι Ὀρθόδοξος. Ἀπαιτεῖται ἀκόμα νά᾿ σαι καί πεισματάρης, ἀκάθεκτος γιά τήν πίστη σου. Ὅταν ἔρθει ὁ ἄλλος καί σοῦ πεῖ «μήν εἶσαι ἀνόητος, μήν κρατᾶς στά χρόνια τοῦτα τῆς προόδου καί τοῦ πολιτισμοῦ, μήν κρατᾶς πίστη, ἐσύ νά πεῖς:
Δέν ἀρκεῖ ἀδελφέ μου νά ξέρεις πώς εἶσαι Ὀρθόδοξος. Ἀπαιτεῖται ἀκόμα νά᾿ σαι καί πεισματάρης, ἀκάθεκτος γιά τήν πίστη σου. Ὅταν ἔρθει ὁ ἄλλος καί σοῦ πεῖ «μήν εἶσαι ἀνόητος, μήν κρατᾶς στά χρόνια τοῦτα τῆς προόδου καί τοῦ πολιτισμοῦ, μήν κρατᾶς πίστη, ἐσύ νά πεῖς:
Ὄχι,
μέ πεῖσμα, κρατάω τήν πίστη μου τήν Ὀρθόδοξη πού μέ λυτρώνει καί ἄς
χτυπιέται ὅλος ὁ ἀνεγκέφαλος ντουνιάς. Κλεῖσε τά αὐτιά σου καί μεῖνε
πιστός καί σέ κάθε δαίμονα πού θά ᾿ρχεται νά σοῦ ψιθυρίζει τό γλυκό
τραγούδι τῆς αἱρέσεως καί τῆς ἀθεΐας, ν᾿ ἀπαντᾶς καί νά λές: Ὀρθόδοξος
γεννήθηκα, Ὀρθόδοξος θά πεθάνω, Ὀρθόδοξη γεννήθηκα, Ὀρθόδοξη θά πεθάνω.
«Αὕτη ἡ νίκη ἡ νικήσασα τόν κόσμον ἡ πίστις ἡμῶν». Ζεῖ ἡ Ὀρθοδοξία, ζεῖ ἡ
Ὀρθοδοξία καί θά ζήσουμε κι ἐμεῖς ἐφ᾿ ὅσον θά ζεῖ ἡ Ὀρθοδοξία.
ΕΙΣ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΑΙΩΝΙΟ
ΤΟΥ ΔΑΣΚΑΛΟΥ ΜΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΚΑΙ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΕΥΘΥΜΙΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.