Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2019

Όταν ο καθηγητὴς Βλ. Φειδάς “προφήτευε” τις συνέπειες του Ουκρανικού «αυτοκεφάλου»!


   
σ.σ Το παρόν αποτελεί συνέχεια του Α΄ μέρους ΕΔΩ 
[Ὑπάγεται ἡ Οὐκρανία στὴ δικαιοδοσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου;]
και του Β΄ μέρους ΕΔΩ 
[Οὐκρανικὸ Αὐτοκέφαλο ἢ κακοκέφαλο;]

Πρωτοπρεσβύτερος Ἀναστάσιος Κ. Γκοτσόπουλος
Ἐφημέριος Ἱ. Ν. Ἁγ. Νικολάου Πατρῶν
Πάτρα 8.1.2019


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α΄
Ὅταν ὁ καθηγητὴς Βλ. Φειδᾶς “προφήτευε” τὶς συνέπειες τοῦ Οὐκρανικοῦ «αὐτοκεφάλου»:

«διὰ τῆς καταπατήσεως τῆς κανονικῆς παραδόσεως διαβιβρώσκει καὶ διασπᾶ τὴν ἐν τῇ ὀρθῇ πίστει καὶ ἀγάπῃ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας»

Ἡ ἱστορία ἐπαναλαμβάνεται καὶ συνεπῶς ἕνας καλὸς μελετητής της δὲν εἶναι δύσκολο νὰ ... “προφητεύσει” τί θὰ συμβεῖ στὸ μέλλον, διότι γνωρίζει νὰ τό “διαβάζει” ὄχι μέσα ἀπὸ τὴ μαγικὴ γυάλα, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὶς πηγές.
Αὐτὲς οἱ σκέψεις μοῦ ἦρθαν ὅταν διάβασα μία σύντομη ἀλλὰ περιεκτικὴ καὶ τεκμηριωμένη στὶς πηγὲς παλαιότερη μελέτη τοῦ καθηγητοῦ Βλ. Φειδᾶ μὲ τίτλο «Τὸ “αὐτοκέφαλον” καὶ τὸ “αὐτόνομον” ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ», ἐν Ἱεροσολύμοις 1979, σσ. 30. Ἂν καὶ δημοσιεύθηκε πρὸ 40 ἐτῶν (τὸ 1979), διαβάζοντας την κάποιος ἔχει τὴν αἴσθηση πὼς γράφτηκε γιὰ νὰ ἀπαντήσει καὶ νὰ ἀξιολογήσει ἱστορικοκανονικὰ τὴν ἀπόφαση γιὰ χορήγηση, τὴ διαδικασία ποὺ ἀκολουθήθηκε καὶ τέλος τὴν ἀπόδοση «αὐτοκεφάλου» στὴν «ἐκκλησία» τῆς Οὐκρανίας.

Οἱ ἀπόψεις τοῦ καθηγητοῦ, ποὺ δημοσιεύθηκαν στὴν πιὸ πάνω ἐργασία, ἔχουν ἐξαιρετικὴ σοβαρότητα, διότι

α) ἡ ἐπιστημονικὴ κατάρτιση καὶ προσφορὰ τοῦ καθηγητοῦ στὴν ἐπιστήμη τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας εἶναι ἀδιαμφισβήτητη,
β) ἡ δημοσίευση ἔγινε σὲ ἀνύποπτο χρόνο καὶ κανένας δὲν μπορεῖ νὰ καταλογίσει στὸν συγγραφέα σκοπιμότητες (ἄλλωστε ἕνας καθηγητὴς τοῦ ἐπιπέδου καὶ τοῦ κύρους τοῦ Βλ. Φειδᾶ δὲν μπορῶ νὰ φανταστῶ ὅτι θὰ ἐπέτρεπε ποτὲ νὰ αὐτοαναιρεθεῖ ὡς ἱστορικός, ὑπηρετώντας ὁποιεσδήποτε σκοπιμότητες),
γ) ὁ καθηγητὴς εἶναι σημαῖνον στέλεχος καὶ στενὸς συνεργάτης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου97 καὶ δ) ὃπως ἢδη σημειώσαμε, ἡ μελέτη αὐτὴ συνετάγη κατόπιν αἰτήσεως τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, ἔτυχε ἐγκρίσεως ἀπὸ τὴν Ἱ. Σύνοδο τοῦ Πατριαρχείου καὶ ὑπεβλήθη «ὡς συμβολὴ» του στὴν Γραμματεία ἐπὶ τῆς Προπαρασκευῆς τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου98
Γράφει, λοιπόν, ὁ καθηγητὴς Βλ. Φειδᾶς, στὸ ἔργο του «Τὸ ”αὐτοκέφαλον” καὶ τὸ “αὐτονομον” ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ»99
1. «Ἡ ἀπόδοσις τοῦ «Πατριαρχικοῦ δικαίου» εἰς τινὰ θρόνον ἦτο κατὰ τὴν κανονικὴν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας κανονικὸν δικαίωμα Οἰκουμενικῆς συνόδου ἢ ὁμοφώνου τουλάχιστον πράξεως τῶν πατριαρχικῶν θρόνων» (σελ. 20).
2. «Ἡ ἀπόπειρα αὐτὴ αὐθαιρέτου καὶ μονομεροῦς ἀνακηρύξεως τοῦ αὐτοκεφάλου ἐκκλησίας τινὸς εἶναι μοναδικὴ κατὰ τὴν περίοδον τῶν Οἰκουμενικῶν συνόδων100 καὶ ὑπηγορεύθη ὑπὸ ξένων εἰς τὴν κανονικὴν παράδοσιν λόγων, διὸ καὶ ταχέως ἐγκατελείφθη. Εἶναι κανονικῶς σημαντικὸν ὅτι ἠγνοήθη καὶ ἡ κατὰ τὴν ἀνακήρυξιν τοῦ Αὐτοκεφάλου της Ἐκκλησίας τῆς Ἀσιανῆς διοικήσεως ἐκφρασθεῖσα εἰς τὴν ἐν Ἐφέσῳ σύνοδον σύμφωνος γνώμη τῶν ἐπισκόπων της Ἀσιανῆς διοικήσεως, διότι ἀφ’ ἑνὸς μὲν ὑπεκινήθη αὐθαιρέτως ὑφ’ ἑνὸς μόνον καὶ δὴ αἱρετικοῦ πατριάρχου, ἐνεργοῦντος κατὰ πολιτειακὴν ὑποκίνησιν, ἀφ’ ἑτέρου δὲ δὲν συνεφώνησεν εἰς τοῦτο ὁ ἀσκῶν τὴν κανονικὴν διοικητικὴν δικαιοδοσίαν ἐπὶ τῶν ἐπαρχιῶν τῆς Ἀσιανῆς διοικήσεως πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Τοιαύτη αὐθαίρετος ἢ δι’ ἔξωθεν ὑποκινήσεως αὐτανακήρυξις τοῦ αὐτοκεφάλου ἐκκλησίας τινός, προσκρούουσα εἰς τὴν παλαιὰν κανονικὴν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀπ’ ἀρχῆς ἀντικανονική, διὸ καὶ πᾶσαι αἱ πράξεις εἶναι ἀντικανονικαὶ χρήζουσαι κανονικῆς θεραπείας. Οἰκουμενικὴ σύνοδος ἢ ὁμόθυμος συμφωνία πάντων τῶν πατριαρχικῶν θρόνων ἀποτελοῦν τὸ κανονικὸν ὄργανον ἀνακηρύξεως τοῦ αὐτοκεφάλου ἢ τοῦ αὐτονόμου ἐκκλησίας τινόςπάσα δὲ ἄλλη διαδικασία εἶναι ἀντικανονικὴ καὶ ὄχι μόνο δὲν ἐξυπηρετεῖ τὴν ἑνότητα, ἀλλὰ τουναντίον διὰ τῆς καταπατήσεως τῆς κανονικῆς παραδόσεως διαβιβρώσκει καὶ διασπᾶ τὴν ἐν τῇ ὀρθῇ πίστει καὶ ἀγάπῃ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας» (σ. 20-21).
3. «Ἡ διοικητικὴ «αὐτοκεφαλία» τοπικῆς τινὸς ἐκκλησίας εἶναι ὑπηρετική τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἡ διοικητικὴ κεφαλὴ καθίσταται ὁ κανονικὸς ἀγωγὸς διὰ τὴν ἀμφίδρομον κίνησιν τῆς μαρτυρίας περὶ τῆς ταυτότητος τῆς ἐν τῇ θ. εὐχαριστίᾳ βιουμένης ἐν Χριστῷ ἐμπειρίας εἰς ἑκάστην τοπικὴν ἐκκλησίαν. Ἑπομένως καὶ ἡ αὐτοκεφαλία ἐκκλησίας τινὸς ἔχει ὡς ἀποκλειστικὸν σκοπὸν τὴν ὑπηρεσίαν τῆς τοπικῆς καὶ οἰκουμενικῆς ἑνότητος τῆς ἐκκλησίας, ἄλλως, δι΄ ἄλλους λόγους διεκδικουμένη, καθίσταται αὐτοσκοπὸς καὶ ξένη πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς καθ’ ὅλου ἐκκλ. διοικήσεως» (σ. 22).
4. «Οὕτως αἱ Ἐνδημοῦσαι Σύνοδοι, προεδρευόμεναι ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καὶ ἐκφράζουσαι τὸ φρόνημα τῶν Πατριαρχικῶν Θρόνων τῆς Ἀνατολῆς, ἠδύναντο νὰ ἀνακηρύξουν ἐκκλησίαν τινὰ αὐτοκέφαλον ἢ καὶ νὰ ἀποδίδουν ψιλῷ ὀνόματι τὴν πατριαρχικὴν τιμήν» (σ. 23)
5. «Ἡ διοικητικὴ κανονικὴ ἁρμοδιότης τῆς Ἐνδημούσης Συνόδου ἠδύνατο νὰ καλύψῃ κατ’ ἀρχὴν καὶ αὐτὴν εἰσέτι τὴν ἀνακήρυξιν ἐκκλησίας τινὸς εἰς τὴν πατριαρχικὴν τιμὴν καὶ ἀξίαν καὶ εἰς τὴν κατάταξιν αὐτῆς «συναριθμίου» μεταξύ τῶν παλαιφάτων πατριαρχικῶν θρόνων, ἀλλ’ ἐν τῇ περιπτώσει ταύτῃ ἀπητεῖτο προγενεστέρα εἰδικὴ κανονικὴ συναίνεσις πάντων των πατριαρχικῶν θρόνων τῆς Ἀνατολῆς» (σ. 23-24)
6. «Τὸ κανονικὸν ὅμως ὄργανον ἀνακηρύξεως ἐκκλησίας τινὸς ὡς αὐτοκεφάλου, ἄνευ ἐκχωρήσεως καὶ τῆς πατριαρχικῆς ἀξίας, δὲν προϋποθέτει μόνον προγενεστέραν πανορθόδοξον σύμπραξιν, διότι ἐν προκειμένῳ βαρύνοντα κατ’ ἀρχὴν λόγον ἔχει καὶ ὁ θρόνος, ἐκ τοῦ ὁποίου ἀποσπᾶται ἡ ἐπιδιώκουσα τὴν αὐτοκεφαλίαν διοικητικὴ ἐκκλ. περιφέρεια, καὶ εἶτα ἐκφράζεται ἡ ἐπὶ τοῦ ζητήματος ἀποφασιστικὴ διὰ τὸ κῦρος αὐτῆς πανορθόδοξος κανονικὴ θέσις» (σ. 25).
7. «Ἡ κίνησις τῆς κανονικῆς διαδικασίας διὰ τὴν ἀνακήρυξιν τοῦ αὐτοκεφάλου ἐκκλησίας τινὸς ἀνήκει εἰς τὸν ἔχοντα διὰ οἰκουμενικῶν συνοδικῶν ἀποφάσεων τὰ πρῶτα τῇ τάξει κανονικὰ πρεσβεῖα τιμῆς, διότι ὁ κανονικὸς θεσμὸς τῶν πρεσβείων τιμῆς εἶναι ὑπηρετικός, ὡς καὶ ὁ θεσμὸς τοῦ αὐτοκεφάλου, εἰς τὴν διαφύλαξιν τῆς ἐν τῇ ὀρθῇ πίστει καὶ τῇ ἀγάπῃ ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας» (σ. 27).
8. «Ἡ ἀνακήρυξις τοῦ αὐτοκεφάλου ἐκκλησίας τινὸς προϋποθέτει γενικώτερον αὐστηράν τήρησιν τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, διὸ καὶ ἡ ὡς αὐτοκέφαλος ἀνακηρυσσομένη ἐκκλησία πρέπει: … γ) νὰ μὴν προσκρούῃ ἡ τοιαύτη ἀνακήρυξις εἰς τὸ γράμμα ἢ τὸ πνεῦμα αὐθεντικῆς κανονικῆς παραδόσεως διὰ τῆς καταπατήσεως σχετικῶν ἱ. κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, ὡς λ.χ. ἡ ἀντικανονικὴ αὐθαίρετος αὐτανακήρυξις τοῦ αὐτοκεφάλου ἢ ἡ καθ’ ὑπέρβασιν τῆς κειμένης κανονικῆς παραδόσεως μονομερὴς ἀνακήρυξις ἢ ἡ ἐφαρμογὴ ἀντικανονικῶν κριτηρίων διὰ τὴν ἀνακήρυξιν (ἐθνοφυλετισμός, πνεῦμα κοσμικῆς κυριαρχίας θρόνου τινος, ὑποταγὴ εἰς φιλοδοξίας κοσμικῆς ἐξουσίας ἐπὶ ἀθετήσει τῶν ἱ. κανόνων κ.α.).

Σύγχρονοι ἐμπειρίαι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καθιστοῦν σαφεῖς τὰς ὀδυνηράς διὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας συνεπείας πάσης παρεκκλίσεως ἐκ τῆς σχετικῆς κανονικῆς παραδόσεως (τὸ διοικητικὸν πρόβλημα τῆς Διασπορᾶς, τὸ «αὐτοκέφαλον» τῆς Μακεδονικῆς λεγομένης Ἐκκλησίας, ἡ ἔντασις εἰς τὰς σχέσεις τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν)» (σ. 28).


    Καί καταλήγει ὁ καθηγητής Βλ. Φειδᾶς τήν ἐργασία του συνοψίζοντας:

9. «ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
9α. «2. Τὸ «Αὐτοκέφαλον», ὡς καὶ ἡ καθ’ ὅλου διοικητικὴ ὀργάνωσις τῆς Ἐκκλησίας, καταξιώνεται εἰς τὴν ὀρθόδοξον κανονικὴν παράδοσιν ὡς ὑπηρετικός της ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας θεσμός, διὸ καὶ δὲν δύναται νὰ ἐφαρμόζηται πρὸς ἱκανοποίησιν ἑτέρων μὴ ἀμιγῶς κανονικῶν σκοπῶν (ἐθνοφυλετισμός, πολιτικὴ φιλοδοξία, ἡγεμονισμὸς κ.ἂ.) (σημ. συντ.: θὰ προσθέταμε: ἐκδίκηση, τιμωρία, ἐκβιασμός…)
9β. «3. Ἡ κανονικὴ διοικητικὴ ἀρχὴ τοῦ «αὐτοκεφάλου» δύναται νὰ ἐφαρμόζηται ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας μόνο ὅταν δὲν προσκρούῃ εἰς ἄλλην ἢ ἄλλας θεμελιώδεις κανονικάς ἀρχὰς διοικητικῆς ὀργανώσεως τῆς Ἐκκλησίας, ὡς λ.χ. τὴν ἀρχὴν τῆς ὑπάρξεως μιᾶς διοικητικῆς "κεφαλῆς" εἰς τὴν ὡς αὐτοκέφαλον ἀνακηρυσσομένην ἐκκλησίαν, ἢ τὴν ἀρχὴν τῆς ὑπάρξεως ἑνὸς ἐπισκόπου εἰς ἑκάστην ἐπισκοπήν, κ.ἂ. ……
9γ. «5) Ἡ ἀνακήρυξις τοῦ "αὐτοκεφάλου" πρέπει νὰ διασφαλίζῃ ὄχι μόνον τὴν Οἰκουμενικὴν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ τὴν τοπικὴν ἑνότητα τῆς ἀνακηρρυσσομένης ὡς αὐτοκεφάλου τοπικῆς ἐκκλησίας, ὄχι μόνο καθ’ ἑαυτή, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὰς ἄλλας αὐτοκεφάλους Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας» (σ. 29).…
9δ. «7. Ἡ ἀνακήρυξις τοῦ "αὐτοκεφάλου" τοπικῆς τινὸς ἐκκλησίας δέον νὰ γίνῃ ἐπὶ τῇ βάσει τῆς καθ’ ὅλου κανονικῆς παραδόσεωςκαὶ ἰδίᾳ τῶν ὑπὸ τῶν Οἰκουμενικῶν συνόδων καὶ τῆς μακραίωνος ἐκκλησιαστικῆς πράξεως καθιερωθέντων κριτηρίων, διότι μόνον οὕτως ἡ ἀνακήρυξις θὰ εἶναι κανονική. Τὰ κριτήρια αὐτὰ εἶναι:
α) Ἡ καθ’ ὅλου Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, κατὰ τὴν κανονικήν της διοικητικὴν διάρθρωσιν, ἀνακηρύσσει τοπικὴν τινα ἐκκλησίαν ὡς αὐτοκέφαλον, διὸ καὶ ἡ αὐθαίρετος, ἡ αὐτογνώμων ἢ ὑπὸ ὁμάδος αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν μονομερὴς ἀνακήρυξις, μὴ ὑπηρετοῦσα τὴν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ προσκρούουσα εἰς τὴν κανονικὴν παράδοσιν αὐτῆς, εἶναι ἀντικανονική.
β) Κανονικῶς ἁρμόδιον διὰ τὴν ἀνακήρυξιν τοῦ "αὐτοκεφάλου" ὄργανον εἶναι ἡ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καὶ κατ’ ἀκολουθίαν διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἡ Πανορθόδοξος Σύνοδος, ἡ ὁποία, ἐφαρμόζουσα τὴν κανονικὴν παράδοσιν καὶ ἰδία τὰ ἀνωτέρω κανονικὰ κριτήρια, προβαίνει διὰ κανονικῆς διαδικασίας εἰς τὴν ἀνακήρυξιν.
γ) Ἡ κανονικὴ διαδικασία κινεῖται, κατὰ τὴν κανονικὴν παράδοσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὑπὸ τοῦ ἔχοντος τὰ πρεσβεία τιμῆς Οἰκουμενικοῦ θρόνου, ὁ ὁποῖος συντονίζει τὴν καθ’ ὅλου κανονικὴν ἀντιμετώπισιν τοῦ θέματος εἰς πανορθόδοξον βάσιν.
δ) Εἰς ἐξαιρετικὰς περιπτώσεις εἶναι δυνατὴ ἡ κατ’ ἀρχὴν ἀνακήρυξις ἐκκλησίας τινὸς ὡς αὐτοκεφάλου διὰ τῆς ὁμοφώνου ἐκφράσεως τοῦ φρονήματος τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἀλλ’ ἡ τοιαύτη κατ’ ἀρχὴν δι’ ἐφαρμογῆς τῆς ἐκκλ. οἰκονομίας ἀνακήρυξις τελειοῦται μόνον δι’ ἀποφάσεως Πανορθοδόξου Συνόδου.
ε) Ἡ ἀνακήρυξις τοῦ "αὐτοκεφάλου" ἢ καὶ τοῦ "αὐτονόμου" εἰσέτι τοπικῆς τινὸς ἐκκλησίας προϋποθέτει τὴν συγκατάθεσιν τοῦ θρόνου ἐκ τῆς δικαιοδοσίας τοῦ ὁποίου θὰ ἀποσπασθεῖ ἡ συγκεκριμένη καὶ σαφῶς κατὰ τὰ γεωγραφικὰ ὅρια περιγραφομένη ἐκκλησιαστικὴ περιφέρεια. Ἄνευ τῆς συγκαταθέσεως τοῦ ἀσκοῦντος τὴν διοικητικὴν δικαιοδοσίαν θρόνου, οἱαδήποτε ἀνακήρυξις εἶναι ἀντικανονική, ἀφ’ ἑνὸς μὲν διότι δὲν εἶναι ὁμόφωνος καὶ προσκρούει εἰς τὴν κανονικὴν παράδοσιν, ἀφ’ ἑτέρου δὲ διότι προκαλεῖ τὴν διάσπασιν τῆς ἑνότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» (σ. 30).

Τὸ κείμενο τοῦ καθηγητοῦ εἶναι ἀπολύτως σαφὲς καὶ ἡ σπουδαιότητά του ἔγκειται στὸ ὅτι εἶναι ἑδραιωμένο στὴν ἐκκλησιαστικὴ πράξη καὶ κανονικὴ παράδοση, στὴν ὁποία παραπέμπει δαψιλῶς.

Συγκρίνοντας τὰ ὅσα ἔγιναν γιὰ τὸ οὐκρανικὸ «αὐτοκέφαλο» (ἀπόφαση, διαδικασία καὶ τὴν ἴδια τὴ χορήγησή του) χωρὶς δυσκολία διαπιστώνουμε ὅτι ὅλες οἱ κανονικὲς προϋποθέσεις ποὺ ἀναφέρει πιὸ πάνω ὁ καθηγητὴς ὡς ἀναγκαῖες γιὰ τὴν ἀπόδοση αὐτοκεφαλίας δὲν πληροῦνται:
1. Δὲν ζήτησε ἡ Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας (μὲ Σύνοδο 90 ἐπισκόπων, 12.000 ἐνοριῶν, 5.000 μοναχῶν) τὴ χορήγηση αὐτοκεφαλίας. Ἀντίθετα σὲ ὑπόμνημά της στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ζήτησε νὰ μὴν χορηγηθεῖ αὐτοκεφαλία. Εἶναι ἢ δὲν εἶναι ἐλεύθερη ἡ Ἐκκλησία νὰ ἐκφράσει τὴ βούλησή της; Εἶναι αὐτὸ ἀντικανονικό;
2. Δὲν ὑπῆρξε σύμφωνη γνώμη «τοῦ ἀσκοῦντος τὴν διοικητικὴν δικαιοδοσίαν θρόνου», ἤτοι τοῦ Πατριαρχείου Ρωσίας101. Ὁ καθηγητὴς τονίζει γιὰ τὰ δικαιώματα τοῦ θρόνου στὸν ὁποῖο ὑπάγεται ἡ Οὐκρανία (δηλ. γιὰ τὴ Ρωσία): «ἐν προκειμένῳ βαρύνοντα κατ’ ἀρχὴν λόγον ἔχει καὶ ὁ θρόνος, ἐκ τοῦ ὁποίου ἀποσπᾶται ἡ ἐπιδιώκουσα τὴν αὐτοκεφαλίαν διοικητικὴ ἐκκλ. περιφέρεια».
     Συνεπῶς, κατὰ τὸν καθηγητὴ Βλ. Φειδᾶ «ἄνευ τῆς συγκαταθέσεως τοῦ ἀσκοῦντος τὴν διοικητικὴν δικαιοδοσίαν θρόνου, οἱαδήποτε ἀνακήρυξις εἶναι ἀντικανονική, ἀφ’ ἑνὸς μὲν διότι δὲν εἶναι ὁμόφωνος καὶ προσκρούει εἰς τὴν κανονικὴν παράδοσιν, ἀφ’ ἑτέρου δὲ διότι προκαλεῖ τὴν διάσπασιν τῆς ἑνότητος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» (σ. 30).
3. Τέλος, δὲν ἐφαρμόστηκε καὶ ἡ ἄλλη πρόβλεψη τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως, ὅπως τὴν καταγράφει ὁ καθηγητής: Ἡ «ὁμόθυμος συμφωνία πάντων τῶν πατριαρχικῶν θρόνων» καὶ «τὸ κανονικὸν ὅμως ὄργανον ἀνακηρύξεως ἐκκλησίας τινὸς ὡς αὐτοκεφάλου, … δὲν προϋποθέτει μόνον προγενεστέραν πανορθόδοξον σύμπραξιν, … καὶ εἶτα ἐκφράζεται ἡ ἐπὶ τοῦ ζητήματος ἀποφασιστικὴ διὰ τὸ κῦρος αὐτῆς πανορθόδοξος κανονικὴ θέσις». Ἀντίθετα ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, χωρὶς καμία ἐξαίρεση, ζήτησαν, ὁρισμένες μάλιστα, μὲ ἔντονο καὶ ἀπόλυτο τρόπο, νὰ μὴ χορηγηθεῖ ἡ αὐτοκεφαλία!
Καὶ ἐνῶ δὲν τηρήθηκε καμία ἀπὸ τὶς προϋποθέσεις τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως γιὰ τὴν ἀπόδοση «αὐτοκεφαλίας» στὴν Οὐκρανία ἐν τούτοις ἔχουν ἀπόλυτη ἐφαρμογὴ οἱ πιὸ κάτω ἀρνητικὲς ἐπισημάνσεις τοῦ καθηγητοῦ:

1. «Ἡ ἀνακήρυξις τοῦ αὐτοκεφάλου … προσκρούη … εἰς τὸ γράμμα ἢ τὸ πνεῦμα αὐθεντικῆς κανονικῆς παραδόσεως διὰ τῆς καταπατήσεως σχετικῶν ἱ. κανόνων τῆς Ἐκκλησίας, ὡς λ.χ. ἡ ἀντικανονικὴ αὐθαίρετος αὐτανακήρυξις τοῦ αὐτοκεφάλου ἢ ἡ καθ’ ὑπέρβασιν τῆς κειμένης κανονικῆς παραδόσεως μονομερὴς ἀνακήρυξις ἢ ἡ ἐφαρμογὴ ἀντικανονικῶν κριτηρίων διὰ τὴν ἀνακήρυξιν (ἐθνοφυλετισμός, πνεῦμα κοσμικῆς κυριαρχίας θρόνου τινός, ὑποταγὴ εἰς φιλοδοξίας κοσμικῆς ἐξουσίας ἐπὶ ἀθετήσει τῶν ἱ. κανόνων κ.ἂ.)».


2. Ποιὸς διαφωνεῖ ὅτι δὲν ἐφαρμόζεται ἐπακριβῶς στὴν περίπτωση τῆς Οὐκρανίας ὁ λόγος τοῦ καθηγητοῦ γιὰ τὴν αὐθαιρεσία τοῦ μονοφυσίτου πατριάρχου Ἀλεξανδρείας Τιμοθέου Αἴλουρου, ὅτι τὸ αὐτοκέφαλο «ὑπεκινήθη αὐθαιρέτως ὑφ’ ἑνὸς μόνον … πατριάρχου, ἐνεργοῦντος κατὰ πολιτειακὴν ὑποκίνησιν, ἀφ’ ἑτέρου δὲ δὲν συνεφώνησεν εἰς τοῦτο ὁ ἀσκῶν τὴν κανονικὴν διοικητικὴν δικαιοδοσίαν»;


3. Οἱ ἀναφερόμενες ὑπὸ τοῦ καθηγητοῦ «σύγχρονοι ἐμπειρίαι τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καθιστοῦν σαφεῖς τὰς ὀδυνηράς διὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας συνεπείας πάσης παρεκκλίσεως ἐκ τῆς σχετικῆς κανονικῆς παραδόσεως (τὸ διοικητικὸν πρόβλημα τῆς Διασπορᾶς, τὸ «αὐτοκέφαλόν» της Μακεδονικῆς λεγομένης Ἐκκλησίας, ἡ ἔντασις εἰς τὰς σχέσεις τῶν αὐτοκεφάλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν)», δυστυχῶς, θὰ πρέπει νὰ συμπληρωθοῦν καὶ μὲ τὴν οὐκρανικὴ «αὐτοκεφαλία».


Συμπερασματικά, ὁ καθηγητὴς Βλ. Φειδᾶς πολὺ εὔστοχα “προέβλεψε” πρὸς 40ετίας καὶ γιὰ τὸ οὐκρανικὸ «αὐτοκέφαλο» ὅτι ἡ «διαδικασία εἶναι ἀντικανονικὴ καὶ ὄχι μόνο δὲν ἐξυπηρετεῖ τὴν ἑνότητα, ἀλλὰ τουναντίον διὰ τῆς καταπατήσεως τῆς κανονικῆς παραδόσεως διαβιβρώσκει καὶ διασπᾶ τὴν ἐν τῇ ὀρθῇ πίστει καὶ ἀγάπῃ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας». Αὐτὸ συνέβη διότι στὴν οὐκρανικὴ «αὐτοκεφαλία» δὲν ὑπῆρξε τὸ ἀπαραίτητο ἐκκλησιολογικὸ ὑπόβαθρο σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο «ἡ αὐτοκεφαλία ἐκκλησίας τινὸς ἔχει ὡς ἀποκλειστικὸν σκοπὸν τὴν ὑπηρεσίαν τῆς τοπικῆς καὶ οἰκουμενικῆς ἑνότητος τῆς ἐκκλησίας, ἄλλως, δι΄ ἄλλους λόγους διεκδικουμένη, καθίσταται αὐτοσκοπὸς καὶ ξένη πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς καθ’ ὅλου ἐκκλ. διοικήσεως».

______________________
97 Ὁ καθηγητὴς Βλ. Φειδᾶς, εἶναι ὁμότιμος καθηγητὴς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας, ἐκ τῶν σημαντικοτέρων στελεχῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, τιμηθείς μὲ τὸ Ὀφίκιο τοῦ Ἄρχοντος Διδασκάλου τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῶ σήμερα ὑπηρετεῖ ὡς Κοσμήτορας τοῦ Ἰνστιτούτου Μεταπτυχιακῶν Σπουδῶν Ὀρθοδόξου Θεολογίας τοῦ Ὀρθοδόξου Κέντρου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στὸ Σαμπεζὺ τῆς Γενεύης.
98 ΒΛ. ΦΕΙΔΑΣ, Τό «αὐτοκέφαλον» καί τό «αὐτόνομον» ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, ἐν Ἱεροσολύμοις 1979, σ. 7.
99 ΒΛ. ΦΕΙΔΑΣ, Τό «αὐτοκέφαλον» καί τό «αὐτόνομον» ἐν τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, ἐν Ἱεροσολύμοις 1979, σσ. 30.
100 Ἀναφέρεται στήν περίπτωση τοῦ μονοφυσίτου πατριάρχου Ἀλεξανδρείας Τιμοθέου Αἴλουρου, ὁ ὁποῖος μόνος του ἀπέκοψε τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀσιανῆς Διοίκησης (τῆς Ἐφέσου) ἀπό τό Θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τήν ἀνακήρυξε αὐτοκέφαλη (σ. 19-20).
101 Γιά τήν ἀδιαμφισβήτητη ἱστορική καί κανονική πραγματικότητα ὃτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Οὐκρανίας ὑπάγεται τούς τελευταίους τρισείμησι αἰῶνες στήν Ἐκκλησία τῆς Ρωσίας, βλ. Ἀν. Γκοτσόπουλος, «Μικρή συμβολή στό διάλογο γιά τό Οὐκρανικό», μέρος α΄.
***
Το ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β΄, Ἐκκλησιαστικὸ ἦθος καὶ … σαμοσφιὰτοι! Νά χαιρόμαστε τόν νέον «προκαθήμενον» …, Βρίσκεται ΕΔΩ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.