Ὁμιλία Ἰωάννη Ρίζου
Πανοσιολογιότατε π. Ευθύμιε, ελλογιμότατε κ. Σημάτη, ελλογιμότατε κ. Τσακίρογλου, αγαπητοί και εκλεκτοί αδελφοί.
Ο λόγος που ασχολούμαστε με το παλαιό
ημερολόγιο (ΠΗ), είναι γιατί δυστυχώς μετά το Κολυμπάρι εμφανίστηκαν
ιερομόναχοι, μοναχοί και λαϊκοί που
θεωρούν ότι Παλαιό και Νέο, είναι σχεδόν το ίδιο πράγμα και μπορούν οι νεοημερολογίτες
(ΝΗ) να πηγαίνουν στις εκκλησίες του παλαιού,
προκειμένου να μην πάνε στις εκκλησίες των οικουμενιστών. Θα δείξουμε όμως ότι έτσι φεύγουν από την μία αίρεση και πάνε στην
άλλη. Γιατί οι παλαιοημερολογίτες που κάποτε ήταν σχίσμα, εξελίχθηκαν σε μία πλήρη αίρεση.
Θα αναφερθώ όσο πιο σύντομα γίνεται σε 4
βασικές αιτιάσεις τις οποίες οι ΠΗ προβάλλουν,
ώστε να πείσουν για την «ιερότητα» και
ορθότητα του αγώνα τους. Λένε λοιπόν ότι :
1.
Η αλλαγή του
ημερολογίου έθιξε το δόγμα της ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ Εκκλησίας, γιατί διέσπασε την
λειτουργική και εορτολογική ενότητα της Εκκλησίας.
2.
Η αλλαγή του
ημερολογίου ανέτρεψε ιερά παράδοση.
3.
Η αλλαγή του
ημερολογίου υπόκειται κάτω από τα αναθέματα των συνόδων του 16ου
αιώνα.
4.
Η αλλαγή του
ημερολογίου είναι το πρώτο βήμα του οικουμενισμού.
Με βάση αυτές κυρίως τις 4 θέσεις τους
έχουν εισάγει ένα νέο δόγμα που περιέγραψε λακωνικά ο ιερομόναχος Θεοδώρητος Μαύρος ότι δηλαδή «νεοημερολογιτισμός ίσον οικουμενισμός»[1], δηλαδή αίρεση.
Δηλαδή όσο παραμένουμε στο ΝΗ (ακόμα κι αν
αποτειχιστούμε) είμαστε οικουμενιστές και φυσικά εκτός εκκλησίας. Κάτι βέβαια που ποτέ δεν λένε σε πρώτη φάση
σε κάποιον που τους προσεγγίζει.
Εφόσον ισχυριζόμαστε όλοι ότι ασφαλές κριτήριο ελέγχου της νομιμότητας
του αγώνα είναι οι ιεροί κανόνες και η διδαχή και ο βίος των αγίων Πατέρων,
αυτό το κριτήριο θα χρησιμοποιήσουμε κι εδώ. Για να δούμε λοιπόν το πρώτο
επιχείρημα τους.
ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΜΙΑΣ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ
Παράδειγμα πρίν την Α΄ Οικουμενική.
1. Το 150 μ.Χ. ο άγιος Πολύκαρπος (επίσκοπος Σμύρνης), μεταβαίνει στην Ρώμη και
συναντά τον Πάπα Ανίκητο για να
συζητήσουν την επίλυση του ζητήματος του κοινού εορτασμού του Πάσχα. Οι δύο
άγιοι Πατέρες δεν συμφώνησαν, γιατί ο μεν Πολύκαρπος έλεγε ότι, για τον χρόνο
εορτασμού του Πάσχα, τηρεί την παράδοση
που παρέλαβε από τον μαθητή του Κυρίου άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο άλλα και από τον
Απόστολο Φίλιππο.[2]
Ο Ανίκητος έλεγε κι αυτός, ότι κρατά την παράδοση
που παρέλαβε από τους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο. Οι δύο Πατέρες ενώ έφτασαν σε αδιέξοδο συλλειτούργησαν ειρηνικά και
αποχωρίστηκαν.
Σαράντα
χρόνια αργότερα, το 198 μ.Χ., και ενώ η διαφωνία
δεν είχε επιλυθεί, ο Πάπας Βίκτωρας αποπειράθηκε
να διακόψει την εκκλησιαστική κοινωνία με τον τότε επίσκοπο Σμύρνης Πολυκράτη και την τοπική εκκλησία της
Μικράς Ασίας για το ίδιο λόγο, αυτόν δηλαδή του διαφορετικού χρόνου στον
εορτασμό του Πάσχα. Ο άγιος Ειρηναίος
επίσκοπος στη Γαλλία, επενέβηκε νουθετώντας τον Βίκτωρα να μη προβεί σε διακοπή της κοινωνίας
και έτσι αποφεύχθηκε το κακό.[3]
Παρόλη αυτήν την εκκρεμότητα και
διαφωνία για τον κοινό εορτασμό, οι άγιοι της εποχής δεν είδαν δογματική ανατροπή της ενότητας. Δεν προέκριναν δηλαδή την διακοπή της
κοινωνίας μεταξύ τους, επειδή δεν έβλεπαν ότι υπάρχει κίνδυνος για την
Πίστη και την σωτηρία.
2. Ερχόμαστε στην Α΄ Οικουμενική το 325.
Η Α΄ Οικουμενική ορίζει τους 4 όρους που πρέπει να τηρούνται για να βρίσκεται η
ημέρα εορτασμού του Πάσχα, δηλαδή τον πασχάλιο κανόνα. Υπόψιν ότι η πασχάλιος ημέρα καθορίζει και το υπόλοιπο
εορτολόγιο.
Οι 4 όροι λοιπόν είναι:
1.
Να εορτάζεται μετά
την εαρινή ισημερία.[4]
2.
Να εορτάζεται μετά
την πρώτη πανσέληνο της εαρινής ισημερίας.
3.
Να εορτάζεται μετά
το Εβραϊκό Πάσχα.
4.
Να εορτάζεται την
πρώτη Κυριακή μετά από όλα τα παραπάνω.
Τους παραπάνω αστρονομικούς υπολογισμούς
η Σύνοδος τους ανέθεσε στους αστρονόμους της Αλεξάνδρειας με την επίβλεψη του
οικείου επισκόπου ο οποίος θα ανακοίνωνε την πασχάλιο ημέρα και στις άλλες
εκκλησίες.
Όμως ανάμεσα στη Ρώμη και την
Αλεξάνδρεια υπήρχε διαφοροποίηση στον
τρόπο υπολογισμού της ισημερίας και αυτή
εμφανίστηκε ακόμα και το 326 μ.Χ. δηλαδή την επομένη χρονιά της Α΄ Οικουμενικής.
Η Ρώμη την υπολόγιζε να
εμφανίζεται στις 18 Μαρτίου, ενώ η Αλεξάνδρεια στις 21 Μαρτίου. Πράγματι, στη Ρώμη, ο άγιος
Ιππόλυτος, είχε καθορίσει πολύ πριν από την Α΄ Σύνοδο Πασχάλιο κανόνα, με
ισημερία στις 18 Μαρτίου. Η Ρώμη ουδέποτε αναγνώρισε οριστικά τον
αλεξανδρινό κανόνα, μέχρις ότου της επεβλήθη τελικά από τον Καρλομάγνο (από την
πολιτική εξουσία) αιώνες αργότερα!
Δέκα επτά χρόνια
μετά την Νίκαια, η Σύνοδος της
Αντιόχειας (341 μ.Χ.) «αναγκάζεται»
να επιβάλει το επιτίμιο της ακοινωνησίας σε όσους δεν ακολουθήσουν την απόφαση
της Νικαίας για την πασχάλιο ημέρα,
κάτι που φανερώνει, ότι πολλές περιοχές της αυτοκρατορίας δεν είχαν
ακόμα συνταχθεί με την απόφαση αυτή της Α΄ Οικουμενικής. Αυτός
ο διαφορετικός τρόπος υπολογισμού προκαλούσε διαφορά στην ημέρα εορτασμού
του Πάσχα σε Ανατολή και Δύση, που κυμαινόταν από λίγες ημέρες μέχρι
και εβδομάδες. Το 387 (δηλ. μετά 62 χρόνια) η διαφορά έφτασε τις 5 εβδομάδες![5]
Αλλά ακόμα και στην
Ανατολή δεν φαίνεται ότι υπήρχε πλήρη αποδοχή του τρόπου υπολογισμού της ισημερίας.
Η Σύνοδος της Σαρδικής –18 χρόνια μετά την Α΄ Οικουμενική, το 343– μας
αναφέρει, ότι στην Ανατολή υπήρχαν κάποιοι που θεωρούσαν σωστό τον κύκλο (τον
τρόπο υπολογισμού) που θεσμοποίησε ο Επίσκοπος Στέφανος Αντιοχείας, κι όχι της
Αλεξάνδρειας και προφανώς συνέχιζε να εορτάζει διαφορετικά.[6]
O Μέγας Αθανάσιος γράφει το 359 μ.Χ.[7] (34
χρόνια μετά την Α΄ Οικουμενική) ότι οι
Σύριοι είναι οι μόνοι που υπάκουσαν στην απόφαση της Νικαίας.
Οι ενορίες της Μεσοποταμίας και της Κιλικίας
δεν ακολούθησαν την απόφαση αυτή. Αλλά, από ό,τι φαίνεται, ακόμα και στους
Σύριους η τήρηση της κοινής πασχάλιου ημέρας δεν είναι βέβαιη, μιας και το 387
ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος να δίδασκε στην Αντιόχεια το ποίμνιο του τον
σωστό εορτασμό του Πάσχα.
Ο άγιος Μελέτιος
Αντιοχείας εφάρμοσε το Αλεξανδρινό Πασχάλιο το 379 μ.Χ.[8], δηλαδή
54 χρόνια μετά την απόφαση της Νίκαιας!
Γύρω στο 400[9],
ο Επίσκοπος Γαβάλων της Συρίας Σεβηριανός εκφώνησε στην Κωνσταντινούπολη ένα
λόγο εναντίον των Νοβατιανών αλλά και
όλων αυτών που γιορτάζουν λάθος το Πάσχα, πράγμα που φανερώνει, ότι και την
εποχή εκείνη υπήρχαν ενορίες που δεν γιόρταζαν στην ίδια ημερομηνία.
Τον 4ο
αιώνα, από το 328 (με τον Μ. Αθανάσιο Πατριάρχη Αλεξανδρείας) μέχρι το έτος της
τρίτης ομιλίας του Χρυσοστόμου «Κατά
Ιουδαίων» το 387, συνέβησαν
τουλάχιστον 15 χρονιές που το Πάσχα δεν εορτάστηκε συγχρόνως στην Εκκλησία με
απόκλιση λίγων ημερών έως και μέχρι 35 ημερών!
Το 387 μ.Χ. οι
Ρωμαίοι γιόρτασαν Πάσχα στις 21 Μαρτίου,
οι Αλεξανδρινοί όμως στις 25 Απριλίου.[10] Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, σε μία
επιστολή του προς τον Πάπα Λέοντα τον Α΄, του υπέδειξε το λάθος του περί του
χρόνου εορτασμού του Πάσχα.[11]
Ο Πάπας όμως παρέμεινε πιστός στο ρωμαϊκό σύστημα προσδιορισμού της
ημερομηνίας.
Διαφορετικός
εορτασμός του Πάσχα ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση έλαβε χώρα και το 414 μ.Χ. και το 417,[12]
αφού οι υπολογισμοί των Αλεξανδρινών (δηλ. των ορισθέντων από την Α΄ Οικουμενική) δεν έγιναν δεκτοί από την Ρώμη.
Η αταξία αυτή
διήρκεσε 5 αιώνες με ένα ελάχιστο διάλυμα 17 ετών, καθότι ο πάπας Λέων Α΄ το
444 μ.Χ. ήλθε σε συνεννόηση με τον Αλεξανδρείας Κύριλλο και αποδέχτηκε τον
Αλεξανδρινό κανόνα, αλλά αυτό μέχρι το 461, οπότε ο νέος πάπας Ιλάριος και οι
μετά αυτόν πάπες επανήλθαν στον κανόνα του Ιππόλυτου τον οποία τήρησαν σχεδόν
μέχρι τον 6ο αιώνα.[13]
Έκτοτε υπήρξαν προσπάθειες από τον Σεβίλλης Ισίδωρο, τον ηγούμενο Διονύσιο τον
Μικρό, τον άγγλο μοναχό Βέδα τον Σεβαστό και, τελικά, τον Καρλομάγνο (742-814),
ο οποίος και επέβαλε τον Αλεξανδρινό κανόνα στη Δύση και έτσι
επιτεύχθηκε η ενότητα στην Εκκλησία στο θέμα αυτό μέχρι το 1582.[14]
Ο πρώτος
συνεχόμενος και σχετικά μακροχρόνιος συντονισμός στον εορτασμό του Πάσχα, στο
σύνολο της τότε Ορθόδοξης Εκκλησίας, πραγματοποιήθηκε 95 χρόνια μετά την Α΄
Οικουμενική, τα έτη 437 έως 532
μ. Χ..
Στους πασχάλιους
πίνακες για το 455 είχε υπολογισθεί με
μεγάλη διαφορά το Πάσχα μεταξύ Ρώμης και Αλεξανδρείας. Η Αλεξάνδρεια
όρισε το Πάσχα για την χρονιά εκείνη στις 24 Απριλίου, πράγμα που δεν
αποδέχθηκε η Ρώμη. Ο αγιότατος πάπας Ρώμης Λέων[15]
τέσσερα χρόνια πριν (δηλαδή το 451), έστειλε επιστολή διαμαρτυρίας στον
Αυτοκράτορα που του έλεγε, ότι «τόσο αργά
δεν έπεσε το Πάσχα ποτέ». Τελικά μετά από πιέσεις η Ρώμη υπάκουσε στην
Αλεξάνδρεια και γιόρτασε το 455 στις 24 Απριλίου.
Το αναφέρω αυτό
για να τονίσω μια σημαντικότατη παρατήρηση, ότι ο Λέων το 451, παρόλο που
έστειλε την επιστολή διαμαρτυρίας στον Αυτοκράτορα για την εορτολογική αταξία, συμμετείχε στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της
Χαλκηδόνας χωρίς να προβάλει ζήτημα κάποιας τάχα δογματικής ανατροπής περί της
ενότητας της Εκκλησίας λόγω της εκκρεμότητας του μη ταυτόχρονου εορτασμού του Πάσχα ακόμα και μετά το 455.
Στη Ρώμη, που
είχε το δικαίωμα αναγγελίας της ημερομηνίας του Πάσχα του επόμενου χρόνου, οι πασχάλιες λίστες του Βικτωρίου είχαν στις ενδείξεις πολλών ετών διπλές
ημερομηνίες. Ήταν
υπόθεση του εκάστοτε Πάπα να ορίσει την τελική ημερομηνία του Πάσχα. Αυτό το
δικαίωμα του έδινε μία δύναμη, η οποία επεκτάθηκε και στον πολιτικό τομέα. Κατά
καιρούς η Ρώμη ακολουθούσε πότε φιλοβυζαντινή πολιτική και, κατά καιρούς,
εχθρική προς την ανατολή πολιτική. Αυτό
οδηγούσε στο να επιλέγεται πότε κοινός εορτασμός του Πάσχα, όπως το έτος 498
και 520, και πότε όχι, όπως το έτος 501.
Το 525 μ.Χ. ο
Πάπας Ιωάννης Α΄, συνειδητοποιώντας πως οι Αλεξανδρινές Πασχάλιες
δέλτοι κόντευαν να λήξουν ζήτησε από τον
Διονύσιο τον Μικρό να ετοιμάσει μια συνέχεια των Αλεξανδρινών δέλτων για τα έτη
μετά το 531 μ.Χ. και έτσι η εντολή της Α΄ Οικουμενικής να συντάσσει τα Πασχάλια
η εκκλησία της Αλεξάνδρειας δεν εφαρμοζόταν πλέον. Άλλωστε οι πασχάλιες
επιστολές της Αλεξάνδρειας έπαψαν να εκδίδονται μετά το 451 μ.Χ., όταν η
Αλεξάνδρεια περιήλθε στα χέρια των Μονοφυσιτών.[16]
Μετά τον θάνατο
του Πάπα Ιωάννη Α΄, οι διάδοχοι του απέρριψαν
το σύστημα του Διονυσίου, μέχρι που το 731 μ.Χ. περίπου, που υιοθετήθηκε εκ νέου από τον Βέδα τον
Αιδέσιμο και εμφανίστηκε πάλι ο εορτολογικός συντονισμός περί του Πάσχα σε
ανατολική και δυτική εκκλησία.[17]
2. Συμπεράσματα
Άν προσθέσουμε τα τριακόσια χρόνια της
Εκκλησίας μέχρι την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο και τα τετρακόσια χρόνια που
χρειάστηκαν ώστε ο Πασχάλιος Κανόνας της Α΄ Οικουμενικής να καθιερωθεί σε όλη
την Εκκλησία, συμπεραίνουμε ότι επί επτακόσια χρόνια μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία σποραδικά υπήρχε ταυτόχρονος εορτασμός
στην εορτή του Πάσχα. Πρόκειται βεβαίως για σειρά περιπτώσεων που αθετήθηκε η εντολή της Α΄ Οικουμενικής
και του 7ου Αποστολικού Κανόνα .
Και πώς αντέδρασαν οι άγιοι Πατέρες
και οι επόμενες Οικουμενικές Σύνοδοι σε όλη αυτή τη κατάσταση; Είναι πολύ
σημαντικό να πούμε ότι δεν αντέδρασαν καθόλου! Συνέχισαν να σώζουν, να
σώζονται, να θαυματοποιούν, να ομολογούν, να μαρτυρούν στα βασανιστήρια, να
ασκητεύουν στα όρη και στις οπές της γης, να ασκούνται στη νοερά προσευχή, να διδάσκουν τους λαούς αγνοώντας αυτή την εορτολογική αταξία! Και
συνέχιζαν να παραμένουν ενωμένοι, παρά την ημερολογιακή διαφορά! Μήπως από τους
χιλιάδες βίους αγίων, που έχει ο Συναξαριστής της Εκκλησίας μας, έχουμε
διαβάσει για κάποιο σχίσμα που έγινε λόγω της αθέτησης όχι απλώς κάποιου
ημερολογίου-εορτολογίου αλλά της αθέτησης του όρου της Α΄ Οικουμενικης για τον
εορτασμό του Πάσχα;
Από τα παραπάνω
εμφανίζεται μία ακόμα σοβαρότερη παρατήρηση. Στις Οικουμενικές Συνόδους Α΄, Γ΄, Ε΄, ΣΤ΄, Ζ΄ (δηλ. σε όλες πλην
της Β΄ και Δ΄), οι Πατέρες Ανατολής και
Δύσης παρακάθονταν και συναποφάσιζαν ως μέλη της ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ και ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ
ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ενώ εόρταζαν την μεγάλη εορτή του Πάσχα σε διαφορετικές ημερομηνίες και προφανώς οι κινητές εορτές που
συνδέονται με το Πάσχα, εορτάζονταν και αυτές σε διαφορετικές ημερομηνίες!
Πώς λοιπόν οι θεοφόροι Πατέρες δεν αλληλοκατηγορήθηκαν
λόγω αυτής της εορτολογικής διαφοροποίησης του Πάσχα και συνεπώς και του
υπολοίπου εορτολογίου;
Γιατί
κανείς από τους αγίους Πατέρες των 5 Οικουμενικών Συνόδων δεν μίλησε για
αθέτηση του περί της ενότητας δόγματος, και
περί της αθέτησης του Συμβόλου της Πίστεως ή περι μιας θανατηφόρας αθέτησης της ιεράς παράδοσης που κατά τους ΠΗ επισυμβαίνει με τον
μη εορτολογικό συντονισμό;
Και
πώς δεν κατάλαβαν οι άγιοι μας αυτό που «κατάλαβε» ο πρώην Φλωρίνης Χρυσοστόμος
Καβουρίδης και ολοι οι ΠΗ που κήρυξαν ότι: «Δια της επελθούσης ημερολογιακής μεταβολής ενηργήθη ιεροσυλία και
βλασφημία του Αγ. Πνεύματος, του όλου ζητήματος αναγομένου πλέον εις την
περιοχήν όχι της ακριβείας ή της οικονομίας αλλά της σωτηρίας»;
Όταν ο Μ. Αθανάσιος εξορίστηκε από τη
σύνοδο της Τύρου το 336, κατέφυγε στη Γαλλία (Τρέβη) για να τύχει υποστήριξης
από την Τοπική Εκκλησία. Το ίδιο πράττει το 339 πηγαίνοντας στη Ρώμη[18].
Το 352 προσκαλείται πάλι στη Ρώμη από τον Πάπα Λιβέριο για την συζήτηση της
υποθέσεως του διωγμού του. Πώς ο Μ. Αθανάσιος
είχε κοινωνία με την Δύση η οποία είχε
εορτολογική ασυμφωνία με την Ανατολή; Πώς ο Μ. Αθανάσιος δεν είδε και
δεν κατάλαβε όλα αυτά που τάχα είδαν και τάχα κατάλαβαν οι ΠΗ;
Και με τον ιερό Χρυσόστομο συμβαίνει κάτι
ανάλογο, όταν διωκόμενος από τη σύνοδο της Δρυός καταφεύγει δια επιστολών στον
Πάπα Ιννοκέντιο, στους επισκόπους Βενέριο του Μιλάνου και Χρωμάτιο Ακυληίας.
Το ίδιο συμβαίνει πολύ αργότερα και με
τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, στην επιδίωξη του για σύγκλιση συνόδου στην Ρώμη
κατά των Μονοθελητών. Κανείς από τους
άγιους Πατέρες δεν κατάγγελλε την άλλη Εκκλησία (της Ρώμης εν προκειμένω) ως σχισματικής, ή ως καταπατούσας την Α΄ Οικουμενική,
ή τον Ζ΄ Αποστολικό, ή τον Α΄ Αντιοχείας, ή το 9ο άρθρο του Συμβόλου
της Πίστεως περί της ενότητας, αλλά κοινωνούσαν με αυτήν. Και αν αυτή ήταν
η στάση τους για το σοβαρότατο θέμα του εορτασμού του Πάσχα, καταλαβαίνουμε και
την ανάλογη στάση τους στις παρεπόμενες
μεταβολές του εορτολογίου. Τα αγιολόγια της Εκκλησίας βρίθουν από αγίους
αυτών των αιώνων και διάφορων γεωγραφικών περιοχών που δεν βίωναν πάντα μεταξύ
τους τον κοινό πασχάλιο εορτασμό ακόμα και μετά την Α΄Οικουμενική.
Για τους αγίους
Πατέρες το σχίσμα ήταν το μέγιστο κακό κι όχι η ερτολογική συμφωνία –που πάντα
μεν ήταν επιδιωκόμενη αλλά ποτέ δεν προβιβαζόταν πάνω από την ενότητα– ακόμα κι
όταν παραβίαζε τον Ορο της Α΄ Οικουμενικής και μάλιστα ποτέ δεν απέκτησε
σωτηριολογικό περιεχόμενο, αυτό που αυθαίρετα απέδωσαν οι ΠΗ.
Αυτό κηρύττει ο ιερός Χρυσόστομος
λέγοντας: «Εί τω δείνα μηνί, εί τω δείνα μηνί,
εορτάσητε το Πάσχα ουδείς ποτέ εκολάσθη ουδέ
ενεκλήθη [ούτε
κλήθηκε σε απολογία]». Συνεπώς, και
οι εορτές που είναι συνδεδεμένες χρονικά με την εορτή του Πάσχα, και ο
εορτασμός όλου του υπολοίπου εορτολογίου, είναι άσχετος με την σωτηρία και τα
δόγματα, όπως έχουν δογματοποιήσει οι παλαιοημερολογίτες.[19]
Αυτό δίδαξε κι ο άγιος Νικόδημος όταν έγραψε στο
Πηδάλιο «δέν εἶναι ἁμαρτία τό νά ἑορτάση κανείς τό
Πάσχα αὐτόν τόν καιρό ἤ ἐκεῖνο, σύμφωνα μέ τόν ὀρθόδοξο ὁρισμό ἤ μέ τόν παπικό,
ἀλλά εἶναι μεγίστη ἁμαρτία καί ἀσυγχώρητη τό νά κάνη σχίσμα δι’ αὐτόν τόν λόγο
τῶν ἑορτῶν, νά φιλονικῆ κάι νά ἀποκοπῆ ἀπό τή Σύνοδο» (ὑποσημ. εἰς Ζ΄ Ἀποστ. Κανόνα).
Είναι φανερό ότι οι ΠΗ
εισήγαγαν μία καταστροφική για
την ενότητα της Εκκλησίας ερμηνευτική καινοτομία που δεν συναντάμε ποτέ στην
ιστορία της Εκκλησίας;
Οι ΠΗ, σε όλα τους τα βιβλία –τα οποία
το ένα αποτελεί αντιγραφή του άλλου και σε κανένα δεν υπάρχει έρευνα– και
εγκυκλίους, αρχίζοντας από τους 3 πρώτους επισκόπους τους μέχρι τους νεωτέρους,
Θεοδώρητο Μαύρο, Αυγουστίνο Αγιοβασιλειάτη κ.ά., γράφουν και διδάσκουν ότι από
την Α΄ Οικουμενική μέχρι το 1582, που εισήχθη στη Δύση το Γρηγοριανό ημερολόγιο,
υπήρχε κοινός εορτασμός του Πάσχα και των λοιπών εορτών. Αγνοώντας ή αποκρύβοντας
σκανδαλωδώς την ιστορική πραγματικότητα μέρος της οποίας παραθέσαμε[20] και που αποδεικνύει ότι συνολικά επί 700
χρόνια δεν υπήρχε κοινός εορτασμός. Φυσικά η απόκρυψη αυτών των ιστορικών
στοιχείων είναι ζήτημα ζωής και θανάτου όχι μόνο για την «ιερότητα» του
Ιουλιανού ημερολογίου και συνολικά του αγώνως των ΓΟΧ ακόμα και για αυτήν την
ύπαρξη τους.
Στα άρθρα της «Π.Π.» μας απαντούσε κατά
πόδας ο κ. Μάννης διαχειριστής ενός ΠΗ ιστολογίου. Στα παραπάνω στοιχεία που
παραθέσαμε απαντά:[21]
«Με λύπη μου σας λέγω πως τα ιστορικά αυτά στοιχεία που
προσκομίσατε, με σκοπό να αποφανθείτε πως το πότε εορτάζει κανείς το Πάσχα δεν έχει καμία σημασία δεν περίμενα να
το δω σε κείμενο ορθοδόξου αλλά σε κείμενο οικουμενιστού μάλλον, ο οποίος με
τέτοια στοιχεία και επιχειρήματα θα προσπαθούσε να μας πείσει να
εγκαταλείψουμε το Ορθόδοξο Πασχάλιο…κλπ».
Φυσικά εμείς πουθενά και ποτέ δεν είπαμε
ότι δεν έχει σημασία το πότε εορτάζει κανείς το Πάσχα, ούτε και επιχειρήσαμε να
πείσουμε ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε το Ορθόδοξο Πασχάλιο, όπως μας
καταγγέλλει ο κ. Μάννης στο φαντασιακό
του κριτήριο. Είπαμε ξεκάθαρα ότι όταν
συνέβαινε να μην εορτάζεται το Πάσχα ταυτόχρονα στην Ορθόδοξη Ανατολή και Δύση
δεν συνέβαινε Σχίσμα, ούτε διακοπή της εκκλησιαστικής κοινωνίας και κανείς των
αγίων Πατέρων δεν έβλεπε αυτά που είδαν οι παλαιοημερολογίτες το 1924, ότι δηλαδή θίγεται το δόγμα της ενότητας
της ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ εκκλησίας. Αναγκαστικά ο κ. Μάννης δεν απαντά πάνω στα
συμπεράσματα που προκύπτουν από τα ιστορικά στοιχεία και αλλάζει το θέμα
μιλώντας για τις «ύποπτες» προθέσεις και
τους σκοπούς μας, γιατί τα ιστορικά
στοιχεία τον φέρνουν σε αδιέξοδο ή, το χειρότερο, σε απόδειξη ότι αυτοί οι ΠΗ
είναι οι πραγματικοί καινοτομήσαντες το 1924, αφού που εφεύραν δικές τους
ερμηνείες.
Στην σελ. 14 της απαντήσεως απέναντι
στην α΄ έκδοση του «Ού βουλόμεθα…», σοβαροφανώς γράφει: «Δυστυχώς βλέπετε το ημερολογιακό ζήτημα
μονόφθαλμα γιατί το εξετάζετε μόνο με την οπτική των πρώτων 700 χρόνων».
Τι εννοεί εδώ ο κ. Μάννης; Προφανώς, τα πρώτα 700 χρόνια Πατερικής
διδασκαλίας, για τους ΠΗ δεν είναι και πολύ σπουδαία, γιατί δεν βρίσκουν κάποιο
Πατερικό στήριγμα στην δικαιολόγηση του σχίσματος τους!
Το τι εννοεί το εξηγεί κάπου αλλού, στη σελ. 19, όπου λέει ότι «Πατέρες δεν είναι μόνο αυτοί των 700 πρώτων χρόνων της Εκκλησίας αλλά και άλλοι σύγχρονοι όπως ο Χρυσόστομος Καβουρίδης, ο Αββακούμ ο Ανυπόδητος, ο Ιερώνυμος της Αιγίνης, Ιωάννης της Αμφιάλης, Μάξιμος Αγιοβασιλειάτης, Θεοδώρητος Μαύρος, Χρυσόστομος Σπετσών».
Το τι εννοεί το εξηγεί κάπου αλλού, στη σελ. 19, όπου λέει ότι «Πατέρες δεν είναι μόνο αυτοί των 700 πρώτων χρόνων της Εκκλησίας αλλά και άλλοι σύγχρονοι όπως ο Χρυσόστομος Καβουρίδης, ο Αββακούμ ο Ανυπόδητος, ο Ιερώνυμος της Αιγίνης, Ιωάννης της Αμφιάλης, Μάξιμος Αγιοβασιλειάτης, Θεοδώρητος Μαύρος, Χρυσόστομος Σπετσών».
Τι σύμπτωση! Το ίδιο μας το λένε και οι
Οικουμενιστές, –της Μεταπατερικής θεολογίας– δηλαδή λένε ότι και εμείς είμαστε
πατέρες της εκκλησίας και δικαιούμαστε να θεολογούμε. Όπως λοιπόν θεολόγησαν οι
άγιοι Γρηγόριος, ο Βασίλειος, ο
Αθανάσιος, έτσι δικαιούται να θεολογεί ο Βαρθολομαίος, ο Ζηζιούλας, ο
Αυστραλίας, ο Γαλλίας. Έτσι και οι του
ΠΗ, θεώρησαν ότι κι αυτοί μπορούν τον 19ο αι. να ερμηνεύσουν τα
γεγονότα ανεξάρτητα από την διδασκαλία και πρακτική των αγίων των πρώτων 700
χρόνων.
Με άλλα λόγια μας λένε οι ΠΗ ότι το να
μιμούμαστε την στάση των χιλιάδων αγίων Πατέρων
των πρώτων 700 χρόνων, των αγίων Ιωάννου Χρυσοστόμου, Μ. Αθανασίου, την στάση του Αγίου Πολυκάρπου,
Ειρηναίου και Πολυκράτη, καθώς και την στάση χιλιάδων αγίων και Ομολογητών
αυτών των αιώνων και την στάση των αγίων
των τεσσάρων Οικουμενικών Συνόδων, είναι μονόφθαλμη εξέταση του ζητήματος!
Και μόνο αυτό νομίζω αρκεί για να βγουν
κατάλληλα συμπεράσματα.
Την ίδια στάση των αγίων Πατέρων
συναντάμε και στην περίοδο μετά το σχίσμα του 1054, έως την εισαγωγή του
Γρηγοριανού τον 16ο αι. Σε αυτήν την περίοδο λοιπόν, υπήρχε κοινός
εορτασμός μεταξύ Ορθοδόξων και των αιρετικών παπικών. Γιατί, οι άγιοι Πατέρες
αυτών των αιώνων, δεν είδαν την προδοσία της Ορθοδοξίας με αυτόν το ταυτόχρονο
εορτασμό; Οι ΠΗ μας απαντούν, «δεν
εορτάζαμε εμείς με τους παπικούς αλλά οι παπικοί με εμάς». Φυσικά πρόκειται
για κάποιο φτηνό αστείο των ΠΗ, με το οποίο εμείς καθόλου δεν γελάμε, γιατί το εορτολόγιο από
τον Καρλομάγνο τον 8ο αιώνα και μετά, ήταν κοινό σε Ανατολή και Δύση·
πώς λένε λοιπόν ότι οι παπικοί μας προσέγγισαν; Επιπλέον, η έννοια του
συνεορτασμού έχει νόημα όταν υπάρχει εκκλησιαστική
κοινωνία. Που με τους παπικούς δεν υπάρχει. Γιατί κι αν αυτό, δηλ. ο
συνεορτασμός άνευ εκκλησιαστικής κοινωνίας είναι προδοσία της πίστεως, τότε και
οι ίδιοι προδίδουν την πίστη όταν συνεορτάζουν το Πάσχα με τους ΝΗ. Άλλα ας μη τους ακολουθήσουμε άλλο στα
νοητικά τους αδιέξοδα.
Κλείνοντας την ενότητα συμπεραίνουμε ότι
για τους αγίους Πατέρες ούτε κανένα δόγμα θίχθηκε, ούτε είδαμε να θεώρησαν ότι κάποια ιερά παράδοση αθετήθηκε, ούτε η
εκκλησία γκρεμίστηκε.
3. Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΥΠΟΚΕΙΤΑΙ ΣΕ ΑΝΑΘΕΜΑΤΑ ΤΩΝ ΣΥΝΟΔΩΝ ΤΟΥ
16αι.
Αυτό το πολυδιαφημισμένο επιχείρημα των
ΠΗ χρησιμοποιείται κατά κόρον για να φοβίζει τους απλοϊκούς οπαδούς τους,
παρά γιατί είναι αληθινό. Οι τρείς αυτές Σύνοδοι απέρριψαν το Γρηγοριανό
ημερολόγιο, όχι γιατί καταργούνταν το Ιουλιανό, αλλά γιατί με το Γρηγοριανό καταργούνταν
ο Πασχάλιος Κανόνας των 4 όρων που έθεσε η Α΄ Οικουμενική.
Ο πατριάρχης Ιερεμίας ο Β΄ συγκάλεσε
στις 20 Νοεμβρίου 1583 Πανορθόδοξη Σύνοδο στην οποία υπεγράφη τόμος, στον
οποίον αναγράφεται ότι: …απερρίψαμε το
Γρηγοριανό ημερολόγιο «Εξ αιτίας της «πασχαλίου μεταβολής»[22],
δηλαδή της ακύρωσης του «παραδοθέντος και κρατούντος κανονίου»[23].
Τέσσερα χρόνια μετά, το 1587,
ξαναγίνεται Σύνοδος, όπου, εκτός από τα πατριαρχεία ΚΠόλεως και Αλεξανδρείας,
συμμετέχει και αυτό των Ιεροσολύμων. Σε
αυτή τη Σύνοδο «αποβάλλεται η “διόρθωση” του Αγίου Πάσχα ως επισφαλής, ως μη αναγκαία
και αντικειμένη των ιερών κανόνων»,[24] όπως
σημειώνει ο ιερός Δοσίθεος. Στους ιερούς κανόνες όμως υπάρχει αυστηρός ορισμός
ΜΟΝΟ για την ημέρα εορτασμού του Πάσχα κι όχι για το εορτολόγιο και όλα τα άλλα
που προσθέτουν οι ΠΗ.
Το 1593 συνήλθε τρίτη Σύνοδος με την
συμμετοχή των πατριαρχείων ΚΠόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων και
τον εκπρόσωπο της Μόσχας όπου όρισε «…ίνα
το Πάσχα γίνηται καθώς το εδιώρισεν
η πρώτη σύνοδος και το νέον καλεντάριον [αφού ανατρέπει τον διορισμό της
πρώτης συνόδου] να αναθεματίζεται».[25]
Οι λόγοι για τους οποίους ο ιερός
Δοσίθεος ονόμαζε «αίρεση» το Γρηγοριανό ημερολόγιο ήταν αυτός ακριβώς, ότι
δηλαδή με αυτό ανατρέπονταν το Συνοδικά κατοχυρωμένο Πασχάλιο, κι όχι γιατί η
Α΄ Οικουμενική απαγόρευσε κάθε ημερολογιακή μεταβολή. Γράφει ο Ιερεμίας ο Β΄: «Διό ημείς την
των πατέρων ορθήν πίστιν, ή περι του πασχαλίου εχρησμοδότησαν θεία εμφάσει,
κρείττονα ηγησάμενοι ως αληθή και άπταιστον και εις αεί διαμένουσαν, την του
νέου Καλενδαρίου ως ψευδή και ουτιδανήν μακράν αφ΄ ημών απεσκορακίσαμεν».[26]
Δηλαδή, εμείς την ορθή πίστη, που
μας παρέδωσαν οι Πατέρες με θείο φωτισμό για το Πασχάλιο, αυτή, νομίζουμε
αλάνθαστη και παντοτινά διαμένουσα. Την δε νέα [περί
του πασχαλίου πίστη που εμφανίστηκε] με το νέο ημερολόγιο [του πάπα Γρηγορίου] την αποδιώξαμε [την στείλαμε στους κόρακες, δηλ. στον διάβολο].
Τα πρακτικά της Πανορθοδόξου Συνόδου της
Κπόλεως του 1593 αρχίζουν ως εξής: «Πράξις συνοδική εν ή και αποβολή του νέου
καλενταρίου, ήτοι της περι το πάσχα
λατίνων καινοτομίας».[27]
Ακόμα και στην επικεφαλίδα των πρακτικών της, η Σύνοδος δηλώνει ότι η
αποβολή του Γρηγοριανού συμβαίνει εξ αιτίας της περί του Πάσχα καινοτομίας.
Δηλαδή της ανατροπής του Πασχαλίου Κανόνα. Κάτι που επιπροσθέτως εμφανίζεται
στον 8ο Κανόνα της Συνόδου.
Είναι φανερό ότι εκείνο που καταδίκασαν
οι 3 σύνοδοι είναι η μεταβολή του Πασχαλίου κανόνα κι όχι η απαγόρευση χρήση γενικά
κάθε ημερολογίου.
Οι
ΠΗ διαδίδουν ότι αυτές οι 3 σύνοδοι αναθεματίζουν την οποιαδήποτε αλλαγή
του Ιουλιανού ημερολογίου. Πρόκειται
για αποδεδειγμένα
πλαστά κείμενα, την πλαστότητα των οποίων απέδειξε η ΠΗ παράταξη των Κυπριανιτών και άλλοι
μελετητές, τα οποία όμως κείμενα
χωρίς ντροπή χρησιμοποιούν οι ΠΗ για να χειραγωγούν συνειδήσεις.
Ο π. Ευθύμιος σε άρθρο του πολύ εύστοχα
παρατηρεί
«...διατί οἱ τρεῖς αὐτές Σύνοδοι τοῦ ΙΣΤ΄
αἰῶνος, οἱ ὁποῖες εἶχαν τόσο σημαντικές ἀποφάσεις καί ἀναθέματα κατά τήν ἄποψί
σας, δέν ἀναφέρονται οὔτε ἔστω
ἀκροθιγῶς, οὔτε κἄν ὑπονοοῦνται στό
Πηδάλιο ἀπό τόν Ἅγ. Νικόδημο τόν
Ἁγιορείτη; Εἶναι ἐντυπωσιακό ὡς ἐκ τούτου ὅτι, ὄχι μόνον δέν ἀναφέρει ἀπολύτως
τίποτα διά τίς Συνόδους αὐτές, τούς Κανόνες καί τά ἀναθέματά των, ὥστε νά
προστατεύση τούς Ὀρθοδόξους...»
Με βάση τις κύριες θέσεις των ΠΗ, ότι οι
ΝΗ έθιξαν το δόγμα της ενότητας της ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ Εκκλησίας, αθέτησαν ιερή
παράδοση και ότι βρίσκονται υπό των αναθεμάτων των Συνόδων, επόμενο είναι να
θεωρούν τους ΝΗ ως έχοντας απολέσει την
Θεία Χάρη. Η παράταξη των λεγόμενων Χρυσοστομικών εμφανίζεται κατά καιρούς
να διακηρύσσει ότι δεν πρεσβεύει κάτι τέτοιο. Ο περίφημος αγιορείτης Θεοδώρητος
Μαύρος υπερασπίζοντας την εν λόγω παράταξη από την εν λόγω κατηγορία γράφει
υπερασπιζόμενος τον Χρυσόστομο Καβουρίδη (προσέξτε παρακαλώ):
«Εις ουδεμίαν συγγραφήν του ο αείμνηστος ηγέτης του ιερού
αγώνος εκήρυξε το ανωτέρω αδόκιμον κήρυγμα παρά μόνον σε τρείς
περιπτώσεις. Το 1935, το 1948 και το 1950».
(Σαν να σας λέει κάποιος
ότι ποτέ στην ζωή του δεν σκότωσε παρά μόνο το 1980, το 1990 και 1993!).
Το 1935 «ηναγκάσθη
ομού μετά των δύο συνεργατών ιεραρχών Δημητριάδος και Ζακύνθου να ομιλήσει περι
της ανωτέρω απωλείας δεδομένου ότι τούτο απετέλει απαραίτητον προΰπόθεσιν προς ανάληψιν της κανονικής ηγεσίας του αγώνος». Το
1948 κηρύσσει το ίδιο προκειμένου να προσελκύσει τους οπαδούς του Ματθαίου
Καρπαθάκη που είχαν ως βασική θέση την απώλεια της Χάριτος των ΝΗ. Και τέλος το
1950, μόλις πεθαίνει ο Καρπαθάκης, κηρύττει το ίδιον αδόκιμον κήρυγμα «ελπίζων εις
μίαν συσπείρωσιν του λαού του Καρπαθάκη περι αυτόν» (δηλ. περι τον
Χρυσόστομο)![28]
Βλέπουμε λοιπόν τον Θεοδώρητο να
«υπερασπίζεται» τον Χρυσόστομο Καβουρίδη λέγοντας ότι το πότε κήρυττε περί απωλείας της Χάριτος
και το πότε όχι εξαρτιόνταν από
λόγους προσέλκυσης οπαδών του Ματθαίου Καρπαθάκη!!! Έτσι παίρνουμε ένα πολύ μικρό
δείγμα της ποιότητας προσώπων και πράξεων του «ιερού αγώνος» των ΠΗ.
4. Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΣΥΝΔΕΣΗΣ
ΤΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ ΩΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ
Το σχίσμα του 1924 έγινε ξεκάθαρα, γιατί
οι ΠΗ θεώρησαν ότι η ημερολογιακή μεταβολή έθιξε το δόγμα της ενότητας,
κατήργησε ιερά παράδοση και υπόκειται κάτω από τα αναθέματα συνόδων, αυτά που
αναλύσαμε παραπάνω και που αποτελούν
πλάνες και Νεοπατερικές θεολογίες των ΠΗ.
Η προσπάθεια σύνδεσης του ημερολογιακού
σχίσματος του 1924 με τον κίνδυνο του οικουμενισμού είναι μια εκ των υστέρων δικαιολογία, που
εμφανίστηκε αρκετά χρόνια αργότερα, κυρίως από το 1948, και μετά με την
προσχώρηση της Εκκλησίας της Ελλάδος στο ΠΣΕ. Από το 1924 έως το 1948, δηλαδή επί
24 χρόνια, υπάρχει για τον οικουμενισμό μόνο μια μικρότατη νύξη σε εγκύκλιο του
1935. Άλλωστε ο αναλφαβητισμός το 1924,
λίγο μετά την μικρασιατική καταστροφή, ήταν περίπου 65%. Οι δε υπόλοιποι ήξεραν απλώς να γράφουν και να
διαβάζουν. Βιβλίο σε σπίτι ήταν σπανιότατο πράγμα. Ο ιερομ. Θεοδώρητος Μαύρος
στο βιβλίο του «Ημερολογιακόν σχίσμα»
σελ. 19, μας βεβαιώνει για το «Βίαιον και αμαθές κλήρου και λαού» των ΠΗ. Οπότε, με βάση το «αμαθές» του λαού της εποχής, μπορούμε να δούμε πόσο αληθινή είναι η εκ των υστέρων θέση των ΠΗ, ότι το σχίσμα
έγινε για τον οικουμενισμό. Και μάλιστα, όταν ο
αρχηγός και «άγιος» μάλιστα μερίδας των ΠΗ Χρυσόστομος Καβουρίδης, είναι
σοβαρά υπόλογος στις σχέσεις του με τον
οικουμενισμό. Και εξηγούμαι:
-
Ο πατρ. Ιωακείμ ο Γ΄ συνοδικά το
1879 αποφασίζει την μυστηριακή ένωση με τους Αρμενίους Μονοφυσίτες. Τους
παρέχει τα μυστήρια του βαπτίσματος, του γάμου και της Θ. Ευχαριστίας.[29]
-
Το 1902 ο Ιωακείμ σε εγκύκλιο του
δέχεται την προτεσταντική θεωρία των κλάδων, των «αναδενδράδων», όπως την
ονομάζει.
-
Το 1908 ο Χρυσόστομος Καβουρίδης
γίνεται επίσκοπος Ίμβρου από τον Ιωακείμ. Έναν από τους μεγαλύτερους υπηρέτες
και πρωτεργάτες του οικουμενισμού. Εδώ η Ορθόδοξη ευαισθησία και η ακραιφνής
προστασία των δογμάτων της Ορθοδοξίας έπεσαν
σε χειμέρια νάρκη για τον Χρυσόστομο
Καβουρίδη.
-
Το 1925-1926 διορίζεται από τον νεωτεριστή πατριάρχη Βασίλειο, Μητροπολίτης Φιλιατών και
Γηρομερίου.
-
Το 1926, 2 χρόνια μετά την «προδοσία»
της πίστεως από την μεταβολή του ημερολογίου από τις “αντίχριστες” δυνάμεις
Φαναρίου και Ελλάδος, στρογγυλοκάθεται στην Μητρόπολη Φλωρίνης διορισμένος από
αυτές τις δυνάμεις!
-
Ενώ το 1928-1932 γίνεται και
μέλος της «αντίχριστης» –κατά τους ΠΗ– συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
-
Το 1935, δηλαδή 11 χρόνια από την
ημερολογιακή μεταβολή, αναλαμβάνει την ηγεσία των ΓΟΧ για να μας σώσει από την
κόλαση που οδηγεί η ημερολογιακή μεταβολή.
Με όλα τα παραπάνω αποδεικνύεται ότι με
ένα μίγμα ψεύδους, άγνοιας και Νεοπατερικής
θεολογίας-κακοδοξίας φτιάχτηκαν οι σημερινές αιρέσεις των κάθε είδους ΓΟΧ.
Και αντί να συνετισθούν με την αληθινή
ιστορία, διαδίδουν στα αμαθή τους πλήθη:
…«Τους συνέτριψε ο Μάννης».
Σας ευχαριστώ για την υπομονή σας.
[1]
Θεοδώρητος Μαύρος, Παλαιό και Νέο, εκδ. β΄, Αγ. Ορος-Αθήνα 2000, σελ. 97.
[3]
Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδου,
Ἱστορική καί κανονική θεώρησις..., σελ. 137.
[4]
Δηλ. η ημέρα της Άνοιξης που η διάρκεια της
είναι ίση με την διάρκεια της νύχτας. Όταν έγινε η Α΄ Οικουμενική η ισημερία έπεφτε στις 21 Μαρτίου.
[5]
Φ. Βαφείδου, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία,
τόμος α΄, § 84, 3, σελ. 306.
[6]
Αδ. Τσακίρογλου, Το κείμενο υπάρχει στην συριακή γλώσσα στον Κώδικα Parisinus syr. 62 και στην λατινική στον Theodosius Diaconus, 60 (7ος
αιώνας) της βιβλιοθήκης Capitolare της Βερόνας.
[8] Αδ.Τσακίρογλου από E. Schwartz, Zur Kirchengeschichte des 4. Jahrhunderts, ZNW 34 (1935) 129-213 (198) = ders.,
Ges. Schr. IV,
Berlin 1960, 1-110 (91).
[12]
Α. Δελήμπαση, Πάσχα Κυρίου, σελ. 459.
[13]
Μητρ. Κυζίκου Καλλίνικου, Η Πρώτη εν Νικαία Οικουμενική Σύνοδος, σελ. 325.
[14]
Δελικάνη Κ., Η πρώτη εν Νικαία Οικουμενική Σύνοδος.
[15]
Εορτάζει 18 Φεβρουαρίου.
[16]
Θ.Η.Ε. τ.10, σ.117-118.
[18]
Μ. Αθανάσιος ,σελ.149 εκδ. ΖΩΗ
[19] Περιοδικό Ὀρθόδοξος Ἔνστασις καί Μαρτυρία, τεῦχος
14, σελ. 22. Χρυσοστόμου πρώην Φλωρίνης, Ἀκριβής θέσις τοῦ ἡμερολογιακοῦ
ζητήματος, σελ. 12. Περιοδικό Ὀρθόδοξος Ἔνστασις καί Μαρτυρία, τεῦχος 15, σελ.
28. Εὐγενίου Τόμπρου, Ὑπόμνημα τῆς ἁγίας καί ἱερᾶς συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῶν
Γ.Ο.Χ. Ἑλλάδος, σελ. 11.
[20] Μον.
Αυγουστίνου Αγιοβασιλειάτου, Το άθεον δόγμα του οικουμενισμού, σελ. 258, εκδ. 2013
Σκήτη Αγ. Βασιλείου Αγ. Ορος.
[21]
(Στην σελίδα 51 της απαντήσεως του που έχει τίτλο «Ο ορός της αλήθειας»)
[23]
Τόμος Αλεξανδρινός Μελετίου Πηγά, Προς τον πατριάρχη Αλεξανδρείας
Σίλβεστρο. Ό.ά., σελ. 81.
[24]
Δωδεκάβιβλος, Δοσίθεου, βιβλίο ΙΑ΄, κεφ. Η΄.
[25]
Ό.ά., κεφ. ΙΑ΄.
[26]
Επιστολή πατριάρχου ΚΠόλεως Ιερεμίου προς τους εν Τυβίγγη Διαμαρτυρομένους.
Νικ. Μάννη, Ό.ά. σελ.106.
[27]
Νικ. Μάννη, ό.ά. σελ.125.
[28]
Θεοδωρήτου Μαύρου, Το ημερολογιακόν Σχίσμα, δυνάμει ή ενεργεία, σελ. 15, 18.
Αγ. Όρος 1973.
[29]
Επιφάνιου Θεοδωρόπουλου, «Τα δύο άκρα», σελ. 71.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.