Κυριακή 30 Ιουνίου 2019

ΙΕΡΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟΝ ΠΑΥΛΟΝ


                                 
     Δεν θα έσφαλλε κανένας αν ονόμαζε την ψυχή του αποστόλου Παύλου λιβάδι αρετών και κήπο πνευματικό. Τόσο πολύ ακτινοβολούσε από χάρη και έδειχνε την πίστη της ψυχής του αντάξια αυτής της χάρης. Επειδή λοιπόν έγινε σκεύος εκλογής και καθάρισε καλά τον εαυτό του, εκεί εκχυθεί σε αυτόν πλούσια η δωρεά του αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό μας χάρισε και τους θαυμαστούς ποταμούς, όχι μόνο τέσσερις κατά την πηγή του παραδείσου [:οι τέσσερις ποταμοί που πότιζαν τον παράδεισο ήταν οι Φισών, Γηών, Τίγρης και Ευφράτης· Γεν.2,10-14], αλλά πολύ περισσότερους που ρέουν καθημερινά και δεν ποτίζουν τη γη αλλά τις ψυχές των ανθρώπων που τις διεγείρουν στην καρποφορία της αρετής.
     Ποιος λοιπόν λόγος είναι ικανός να εξυμνήσει τα κατορθώματά του; Και ποια γλώσσα θα μπορέσει να πλησιάσει τα εγκώμιά του; Γιατί όταν όλα τα ανθρώπινα αγαθά τα έχει συγκεντρωμένα μια ψυχή, και όλα σε υπερβολικό βαθμό και όχι μόνο τα καλά των ανθρώπων, αλλά και των αγγέλων, πώς θα ξεπεράσουμε το μέγεθος των εγκωμίων; Δεν θα σιωπήσουμε βέβαια γι’ αυτό, αλλά γι’ αυτό, γι’ αυτό ακριβώς θα μιλήσουμε. Γιατί και αυτό είναι το καλύτερο είδος εγκωμίου, το να ξεπερνά δηλαδή των μέγεθος των κατορθωμάτων κατά πολύ την ευχέρεια του λόγου, και η ήττα είναι για εμάς λαμπρότερη από άπειρες νίκες.

     Από πού λοιπόν θα ήταν κατάλληλο να αρχίσουμε τους επαίνους; Από πού αλλού, παρά από αυτό πρώτα, να αποδείξουμε ότι έχει όλα τα καλά; Γιατί είτε οι προφήτες έδειξαν κάτι σημαντικό είτε οι πατριάρχες, είτε οι δίκαιοι είτε οι απόστολοι είτε οι μάρτυρες, όλα αυτά μαζί τα έχει συγκεντρωμένα ο Παύλος σε τόσο υπερβολικό βαθμό, που κανένας από αυτούς δεν είχε και όποιο καλό είχε από αυτούς ο καθένας ξεχωριστά, το είχε αυτός.
   Πρόσεξε λοιπόν· πρόσφερε θυσία ο Άβελ και από εδώ ανακηρύσσεται αγαθός· όμως, εάν φέρεις ενώπιόν μας την θυσία του Παύλου, τόσο ανώτερη παρουσιάζεται από εκείνη όσο ο ουρανός από την γη. Ποια λοιπόν θυσία θέλετε να πω; Γιατί δεν είναι μόνο μια. Γιατί πραγματικά θυσίαζε τον εαυτό του καθημερινά και έκανε μάλιστα διπλή αυτή την προσφορά, πρώτα πεθαίνοντας καθημερινά και ύστερα φέρνοντας τη νέκρωση στο σώμα του· γιατί διαρκώς ήταν αντιμέτωπος με κινδύνους και διαρκώς θυσιαζόταν με τη θέλησή του, και νέκρωσε έτσι τη φύση της σάρκας, ώστε να μην είναι κατώτερος από τα θυσιαζόμενα σφάγια, αλλά και πολύ ανώτερος· γιατί δεν πρόσφερε βόδια και πρόβατα, αλλά θυσίαζε διπλά τον εαυτό του κάθε μέρα. Γι’ αυτό και είχε το θάρρος να πει˙ «ἐγὼ γὰρ ἤδη σπένδομαι, καὶ ὁ καιρὸς τῆς ἐμῆς ἀναλύσεως ἐφέστηκε (:να αγρυπνείς και να κοπιάζεις, διότι εγώ τώρα χύνω το αίμα μου ως σπονδή και θυσία στον Θεό· και ο καιρός της αναχωρήσεώς μου από τον κόσμο αυτό είναι πολύ κοντά)» [Β΄ Τιμ. 4,6], καλώντας σπονδή το δικό του αίμα.
    Όμως δεν αρκέστηκε στις θυσίες αυτές, αλλά επειδή αφιέρωσε καλά τον εαυτό του πρόσφερε και την οικουμένη θυσία και σαν να είχε φτερά, διέσχισε τη γη και την  θάλασσα, την Ελλάδα και τις άλλες χώρες και γενικά όλη την γη που βλέπει ο ήλιος όχι μόνο οδοιπορώντας, αλλά ξεριζώνοντας τα αγκάθια των αμαρτημάτων και σπέρνοντας το λόγο της ευσεβείας, απομακρύνοντας την πλάνη, επαναφέροντας την αλήθεια, κάνοντας αγγέλους από τους ανθρώπους, ή καλύτερα από δαίμονες τους ανθρώπους τούς έκανε αγγέλους.
    Γι’ αυτό και όταν επρόκειτο να φύγει από τον κόσμο ύστερα από τους πολλούς κόπους του και τα πολλά τρόπαια αυτά, παρηγορώντας τους μαθητές του έλεγε:  «Ἀλλ᾿ εἰ καὶ σπένδομαι ἐπὶ τῇ θυσίᾳ καὶ λειτουργίᾳ τῆς πίστεως ὑμῶν, χαίρω καὶ συγχαίρω πᾶσιν ὑμῖν·τὸ δ᾿ αὐτὸ καὶ ὑμεῖς χαίρετε καὶ συγχαίρετέ μοι (:αλλά κι αν ακόμη χύνω το αίμα μου ως σπονδή επάνω στη θυσία που προσφέρω στον Θεό ως λειτουργία – και η θυσία και η λειτουργία μου αυτή είναι η πίστη σας, την οποία αποκτήσατε και με τη δική μου συνδρομή και την οποία προσφέρω στο Θεό ως έργο ιερής λατρείας – χαίρομαι που γίνομαι σπονδή˙ και χαίρομαι μαζί με όλους σας για το σωτήριο αποτέλεσμα που  θα έχετε. Ακριβώς λοιπόν το ίδιο να κάνετε κι εσείς. Μη λυπάστε καθόλου. Αλλά να χαίρεστε για την πίστη σας, και να χαίρεστε μαζί μου για το μαρτύριό μου)» [Φιλιπ.2,17-18]. Τι λοιπόν θα μπορούσε να υπάρξει ισάξιο με την θυσία αυτή, την οποία θυσίασε με το μαχαίρι του αγίου Πνεύματος, την οποία πρόσφερε στο θυσιαστήριο που είναι πάνω από τους ουρανούς;
    Αλλά δολοφονήθηκε ο Άβελ από τον Κάιν και έτσι έγινε ενδοξότερος; Εγώ όμως σου αρίθμησα άπειρους θανάτους και τόσους όσες μέρες έζησε κηρύσσοντας αυτός ο μακάριος. Και αν θέλεις να μάθεις αυτή την πραγματική σφαγή, ο Άβελ θανατώθηκε από τον αδελφό του που δεν τον είχε αδικήσει ούτε ευεργετήσει· ο Παύλος όμως θανατωνόταν από αυτούς τους οποίους έτρεχε να αρπάξει από τα άπειρα κακά και για τους οποίους πάθαινε αυτά που έπαθε.
     Αλλά ο Νώε ήταν δίκαιος, τέλειος ανάμεσα στους ανθρώπους της γενιάς του, και μόνο αυτός ανάμεσα σε όλους ήταν τόσο δίκαιος και ενάρετος; Αλλά και ο Παύλος ήταν τέτοιος μόνο ανάμεσα σε όλους. Ο Νώε, από την άλλη πλευρά, έσωσε μόνο τον εαυτό του μαζί με τα παιδιά του· ο Παύλος όμως όταν έγινε στην οικουμένη πολύ χειρότερος κατακλυσμός, χωρίς να καρφώσει σανίδες και να κάνει κιβωτό, αλλά αντί για σανίδες γράφοντας τις επιστολές του, όχι δύο και τρεις και πέντε συγγενείς, αλλά ολόκληρη την οικουμένη που επρόκειτο να καταποντιστεί, άρπαξε μέσα από τα κύματα.
   Γιατί ούτε η κιβωτός του Παύλου ήταν τέτοια ώστε να περιφέρεται σε ένα τόπο, αλλά έπιασε τα πέρατα της οικουμένης και από τότε μέχρι σήμερα όλους τους οδηγεί μέσα σε αυτή την κιβωτό· αφού την έκανε ανάλογη προς το πλήθος των σωζόμενων, δέχεται ανθρώπους πιο ανόητους από τα ζώα και τους κάνει ισάξιους με τις ουράνιες δυνάμεις, ξεπερνώντας έτσι την κιβωτό του Νώε· γιατί εκείνη αφού έλαβε κόρακα, κόρακα πάλι τον εξαπέστειλε, και λύκο αφού φιλοξένησε, την θηριώδη φύση του δεν την άλλαξε. Αυτός όμως δεν συμπεριφέρεται έτσι· αλλά αφού εξέλαβε λύκους, τους έκανε πρόβατα, και αφού δέχθηκε γεράκια και καλιακούδες, τα έκανε περιστέρια, και αφού απομάκρυνε κάθε παραλογισμό και θηριωδία της ανθρώπινης φύσης, έβαλε μέσα της την ημερότητα του αγίου Πνεύματος, και μέχρι σήμερα πλέει η κιβωτός αυτή και δεν διαλύεται. Και ούτε μπόρεσε ο χειμώνας της κακίας να ανοίξει τις σανίδες της, αλλά κατόρθωσε να επιπλεύσει και να διαλύσει την θύελλα του χειμώνα. Και πολύ φυσικό ήταν αυτό μάλιστα, αφού οι σανίδες της δεν ήταν αλειμμένες με άσφαλτο και πίσσα, αλλά με το άγιο Πνεύμα.
     Αλλά και τον Αβραάμ θαυμάζουν όλοι, γιατί όταν άκουσε, «Καὶ εἶπε Κύριος τῷ Ἅβραμ· ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου καὶ ἐκ τῆς συγγενείας σου καὶ ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου καὶ δεῦρο εἰς τὴν γῆν, ἣν ἄν σοι δείξω· (:τότε είπε ο Κύριος στον Άβραμ· “βγες από την πατρίδα σου, από τους συγγενείς σου και τον πατρικό σου οίκο, και ξεκίνησε και πήγαινε στη χώρα,την οποία Εγώ θα σου δείξω”)» [Γεν.12,1], άφησε πατρίδα και σπίτι και φίλους και συγγενείς και τα πάντα ήταν γι’ αυτόν ήταν γι’ αυτόν η εντολή του Θεού. Πραγματικά και εμείς το θαυμάζουμε αυτό.
    Αλλά τι θα μπορούσε να υπάρξει ισάξιο με τον Παύλο; Αυτός δεν άφησε πατρίδα και σπίτι και συγγενείς, αλλά τον ίδιο τον κόσμο για χάρη του Ιησού, ή καλύτερα, τον ίδιο τον ουρανό, και κάτι περισσότερο από τον ουρανό περιφρόνησε και ένα μόνο ζητούσε, την αγάπη του Ιησού. Και άκουσε τον ίδιο να δηλώνει αυτό και να λέει: «ἀλλ᾿ ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διὰ τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαὶ οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα (:αλλά όλα αυτά τα υπερνικούμε με τη βοήθεια του Χριστού, ο οποίος μας αγάπησε και εξαιτίας της αγάπης Του δεν μας αφήνει απροστάτευτους στους κινδύνους και τις δύσκολες αυτές περιστάσεις. Ναι. Τα υπερνικούμε όλα· διότι είμαι πεπεισμένος ότι ούτε θάνατος, με τον οποίο ενδεχομένως θα μας φοβερίσουν, ούτε ζωή, με την οποία μας υπόσχονται οποιαδήποτε ευτυχία, ούτε τα τάγματα των ουρανίων πνευμάτων, ούτε οι άγγελοι δηλαδή, ούτε οι αρχές, ούτε οι δυνάμεις, αλλά ούτε και οι περιστάσεις και τα γεγονότα του παρόντος, ούτε τα μελλοντικά γεγονότα, ούτε οι ένδοξες επιτυχίες που υψώνουν τον άνθρωπο πολύ, ούτε οι άδοξες ταπεινώσεις που τον καταρρίπτουν σε μεγάλα βάθη, ούτε οποιαδήποτε άλλη κτίση διαφορετική από αυτή που βλέπουμε θα μπορέσει να μας χωρίσει και να μας απομακρύνει από την αγάπη που μας έδειξε ο Θεός μέσω του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας, και η οποία μας κρατά στενά συνδεδεμένους μαζί Του και ιδιαιτέρως προστατευόμενούς Του)» [Ρωμ. 8,37-39].
      Αλλά ο Αβραάμ ριψοκινδυνεύοντας την ζωή του, άρπαξε από τους βάρβαρους τον ανιψιό του τον Λωτ; [βλ.Γεν.14,1-16]. Ο Παύλος όμως δεν άρπαξε τον ανιψιό του ούτε τρεις και πέντε πόλεις, αλλά ολόκληρη την οικουμένη όχι από βάρβαρους αλλά από τα ίδια τα χέρια των δαιμόνων, υπομένοντας καθημερινά άπειρους κινδύνους και παρέχοντας με τους δικούς τους θανάτους πολλή ασφάλεια στους άλλους. Αλλά στην περίπτωση του Αβραάμ υπάρχει το κυριότερο αγαθό και το ανώτατο δείγμα ευσεβείας, το να θυσιάσει δηλαδή τον υιό του; Όμως και εδώ θα συναντήσουμε τα πρωτεία να τα έχει ο Παύλος, γιατί δεν θυσίασε τον υιό του αλλά τον εαυτό του άπειρες φορές, πράγμα που είπα παραπάνω.
     Τι δε θα μπορούσε να θαυμάσει κανείς στον Ισαάκ; Πάρα πολλά πράγματα, κυρίως όμως την ανεξικακία, γιατί όταν άνοιγε πηγάδια και τον έδιωχναν από τα δικά του κτήματα δεν έκανε αντεπίθεση, αλλά ανεχόταν να βλέπει και τα πηγάδια σκεπασμένα με πέτρες και χώμα, και πάντοτε μετανάστευε σε άλλο τόπο χωρίς να επιτίθεται κάθε φορά σε αυτούς που τον στεναχωρούσαν, αλλά παραιτούνταν και παραχωρούσε τα δικά του κτήματα, μέχρι τότε που χόρτασε την άδικη επιθυμία τους [βλ. Γεν.26,12-33]. Αλλά ο Παύλος βλέποντας όχι τα πηγάδια του σκεπασμένα με πέτρες, αλλά το ίδιο το δικό του το σώμα να γεμίζουν με πέτρες που έριχναν εναντίον του, δεν το ανεχόταν μόνο όπως ο Ισαάκ, αλλά προσπαθούσε να ανυψώσει στον ουρανό και αυτούς ακόμη που τον λιθοβολούσαν· γιατί όσο σκεπαζόταν αυτός από πέτρες, η πηγή τόσο περισσότερο ανοιγόταν και έχυνε προς τα έξω περισσότερους ποταμούς υπομονής.
   Αλλά η Αγία Γραφή θαυμάζει τον υιό του Ισαάκ, τον Ιακώβ, για την υπομονή του; Και ποια αδαμάντινη ψυχή θα μπορέσει να επιδείξει την υπομονή του Παύλου; Γιατί δεν εργάστηκε δεκατέσσερα χρόνια όπως ο Ιακώβ για να λάβει ως νύφη τη Ραχήλ, αλλά όλη του την ζωή εργάστηκε για την Νύμφη του Χριστού, την Εκκλησία, χωρίς να υποφέρει μόνο από τον καύσωνα της ημέρας και τον παγετό της νύκτας, αλλά υπομένοντας άπειρες νιφάδες πειρασμών, τη μια μέρα δεχόμενος μαστιγώσεις, την άλλη μέρα λιθοβολούμενος, άλλοτε μαχόμενος με τα θηρία, και άλλοτε αγωνιζόμενος με το πέλαγος, με την πείνα που διαρκούσε μέρα και νύκτα και με το ψύχος και πάντοτε υπερπηδώντας τους κινδύνους και αρπάζοντας τα πρόβατα από το στόμα του διαβόλου.
     Αλλά είναι σώφρων ο Ιωσήφ; Φοβάμαι όμως μήπως είναι αστείο από αυτό να επαινώ τον Παύλο, ο οποίος σταυρώθηκε για τον κόσμο, και όχι αυτά που ευχαριστούν το σώμα μόνο, αλλά όλα τα πράγματα έτσι τα έβλεπε, όπως εμείς την σκόνη και την στάχτη, και παρέμενε ασυγκίνητος σαν ένας νεκρός μπροστά σε νεκρό. Έτσι καταπραΰνοντας με προσοχή όλες τις αδυναμίες της ανθρώπινης φύσης, ποτέ δεν έπαθε τίποτε μπροστά σε κανένα ανθρώπινο πάθος.
     Θαυμάζουν τον Ιώβ όλοι οι άνθρωποι; Και πολύ σωστά· γιατί ήταν πολύ μεγάλος αθλητής και μπορούσε να εξισωθεί με τον ίδιο τον Παύλο, για την υπομονή του, για την καθαρότητα της ζωής του, για την αφοσίωσή του στον Θεό, για την πεισματώδη εκείνη μάχη, για την θαυμαστή νίκη του ύστερα από τη μάχη. Ο Παύλος όμως δεν ζούσε έτσι αγωνιζόμενος πολλούς μήνες, αλλά ζούσε έτσι αγωνιζόμενος πολλά χρόνια, χωρίς να διαλύει του βώλους της γης από το πύο των πληγών του και να κάθεται πάνω στην κοπριά, αλλά πέφτοντας συνεχώς μέσα στο νοητό στόμα του διαβόλου και και παλεύοντας με άπειρους πειρασμούς, ήταν πιο ισχυρός από κάθε πέτρα. Δεν τον περιγελούσαν τρεις ή τέσσερεις φίλοι, αλλά όλοι οι άπιστοι ψευδάδελφοι [:πρόκειται για τους  Ιουδαΐζοντες χριστιανούς, που επέμεναν στην υποχρεωτική τήρηση του μωσαϊκού νόμου για τους χριστιανούς που προέρχονταν από τους εθνικούς και τηρούσαν επαφή με την ιουδαϊκή θρησκεία] και τον έφτυναν και τον κατηγορούσαν.
    Η φιλοξενία όμως του Ιώβ ήταν μεγάλη καθώς η φροντίδα του για εκείνους που είχαν ανάγκη; Ούτε εμείς αντιλέγουμε, αλλά θα την βρούμε τόσο κατώτερη από την φροντίδα και την φιλοξενία του Παύλου, όσο απέχει το σώμα από την ψυχή. Γιατί όποιο ενδιαφέρον έδειχνε ο Ιώβ για τους τυφλούς κατά σάρκα, το έκανε αυτός για τους ακρωτηριασμένους κατά την ψυχή διορθώνοντας τους κουτσούς και ανάπηρους διορθώνοντας κατά το λογικό και ντύνοντας με την στολή της ευσεβείας τους γυμνούς και αυτούς που έκαναν ασχήμιες. Και στα σωματικά τόσο περνούσε τον Ιώβ, όσο πολύ μεγαλύτερο είναι το να βοηθεί εκείνους που έχουν ανάγκη αυτός που ζει μέσα στην φτώχεια και την πείνα, από αυτόν που κάνει αυτό από το περίσσευμά του.
    Και το σπίτι του Ιώβ ήταν ανοιχτό για όποιον ερχόταν, η ψυχή όμως του Παύλου ήταν απλωμένη σε όλη την οικουμένη και υποδεχόταν ολόκληρες πόλεις. Γι’ αυτό και έλεγε· «οὐ στενοχωρεῖσθε ἐν ἡμῖν, στενοχωρεῖσθε δὲ ἐν τοῖς σπλάγχνοις ὑμῶν (:δεν αισθάνεστε σφίξιμο, καθώς είστε μέσα στην ευρύχωρη από αγάπη καρδιά μας. Πιέζεστε όμως μέσα στα δικά σας σπλάχνα, που είναι στενά, διότι τους λείπει η αγάπη)» [Β΄Κορ. 6,12]. Και ο Ιώβ έχοντας πάρα πολλά πρόβατα και βόδια, ήταν γενναιόδωρος σε αυτούς που είχαν ανάγκη. Ο Παύλος όμως χωρίς να κατέχει τίποτα περισσότερο από το σώμα του, από αυτό βοηθούσε εκείνους που είχαν ανάγκη και φωνάζει λέγοντας: «αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ᾿ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται (:εσείς οι ίδιοι γνωρίζετε ότι για τις ανάγκες τις δικές μου και για τις ανάγκες εκείνων που ήταν μαζί μου υπηρέτησαν τα ροζιασμένα αυτά χέρια)» [Πράξ. 20,34], έχοντας την σωματική του εργασία εισόδημα για εκείνους που υπόφεραν από πείνα και ήταν πεινασμένοι.
   Αλλά και οι πληγές και τα σκουλήκια προξενούσαν στον Ιώβ φοβερούς και ανυπόφορους πόνους; Το παραδέχομαι και εγώ· εάν όμως συγκρίνεις τις μαστιγώσεις του Παύλου σε τόσα χρόνια και την αδιάκοπη πείνα και γυμνότητα και τις αλυσίδες και την φυλακή και τους κινδύνους και τις επιβουλές, από τους δικούς του, από τους ξένους, από τους τυράννους, από όλη την οικουμένη και μαζί με αυτά τα πιο δυσάρεστα δηλαδή τις θλίψεις γι’ αυτούς που ήταν ολιγόπιστοι, την φροντίδα για όλες τις εκκλησίες, την έξαψη που υπόμενε για καθένα που σκανδαλιζόταν, θα καταλάβεις πως ήταν ισχυρότερη από πέτρα η ψυχή που υπόμενε αυτά, και ξεπερνούσε και σίδηρο και διαμάντι. Εκείνα λοιπόν που πάθαινε ο Ιώβ στο σώμα, τα πάθαινε ο Παύλος στην ψυχή και χειρότερα από κάθε σκουλήκι τού κατέτρωγε την ψυχή του η λύπη για όποιον σκανδαλιζόταν. Γι’ αυτό και έχυνε αστείρευτους ποταμούς δακρύων, όχι μόνο τις ημέρες αλλά και τις νύχτες, και για τον καθένα από τους πιστούς υπόφερε φοβερότερα από κάθε γυναίκα όταν γεννά. Γι’ αυτό και έλεγε: «τεκνία μου, οὓς πάλιν ὠδίνω, ἄχρις οὗ μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ὑμῖν! (:Παιδιά μου, για τους οποίους πάλι έχω ωδίνες μέχρις ότου μορφωθεί ο Χριστός μέσα σας)» [Γαλ.4,19].
   Ποιον θα μπορούσε να θαυμάσει κανείς μετά τον Ιώβ; Χωρίς άλλο τον Μωυσή. Αλλά και αυτόν ξεπερνούσε κατά πολύ ο Παύλος. Ήταν βέβαια μεγάλα και τα άλλα χαρίσματά του, το κυριότερο όμως και σπουδαιότερο της αγίας εκείνης ψυχής ήταν το ότι προτίμησε να διαγραφεί από την αγία Βίβλο του Θεού για τη σωτηρία των Ιουδαίων. Αλλά ο Μωυσής προτιμούσε να χαθεί μαζί με άλλους, ο Παύλος όμως προτιμούσε όχι να χαθεί μαζί με άλλους, αλλά να χάσει αυτήν την απέραντη δόξα όταν οι άλλοι σώζονται. Και ο πρώτος αγωνιζόταν εναντίον του Φαραώ, ο άλλος όμως καθημερινά εναντίον του διαβόλου. Και ο Μωυσής κουραζόταν για ένα έθνος, ο Παύλος όμως για ολόκληρη την οικουμένη και όχι με ιδρώτα, αλλά και με αίμα αντί για ιδρώτα περιβρεχόταν από παντού, και διόρθωνε όχι μόνο την Ελλάδα αλλά και τις βαρβαρικές χώρες.
   Θα μπορούσα και τον Ιησού του Ναυή να σας παρουσιάσω και τον Σαμουήλ και τους άλλους προφήτες αλλά για να μην κάνουμε εκτενέστερο λόγο, ας ασχοληθούμε με τους κορυφαίους από αυτούς· γιατί όταν φανεί ανώτερος από αυτούς, δεν απομένει καμία αμφισβήτηση για τους άλλους. Ποιοι λοιπόν είναι οι κορυφαίοι; Ποιοι άλλοι μετά από αυτούς, παρά ο Δαβίδ και ο Ηλίας και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής; Από τους δύο τελευταίους που ανέφερα μάλιστα ο πρώτος, ο Ιωάννης, είναι πρόδρομος της πρώτης και ο άλλος, ο Ηλίας, της Δευτέρας παρουσίας του Κυρίου· γι’ αυτό και είχαν την ίδια προσωνυμία.
    Ποιο λοιπόν ήταν το εξαιρετικό χάρισμα του Δαβίδ; Η ταπεινοφροσύνη και η αγάπη προς το Θεό. Και ποιος πέτυχε περισσότερο και ποιος δεν ήταν κατώτερος από την ψυχή του Παύλου σε αυτά τα δύο; Και ποιο ήταν το θαυμαστό του Ηλία; Μήπως το ότι έκλεισε τον ουρανό και δεν έβρεχε και έφερε πείνα και κατέβασε φωτιά; [βλ. Γ΄Βασ.17,1: «Καὶ εἶπεν Ἠλιοὺ ὁ προφήτης Θεσβίτης ὁ ἐκ Θεσβῶν τῆς Γαλαὰδ πρὸς Ἀχαάβ· ζῇ Κύριος ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων ὁ Θεὸς Ἰσραήλ, ᾧ παρέστην ἐνώπιον αὐτοῦ, εἰ ἔσται τὰ ἔτη ταῦτα δρόσος καὶ ὑετός, ὅτι εἰ μὴ διὰ στόματος λόγου μου (:ο προφήτης Ηλίας ο Θεσβίτης, ο οποίος καταγόταν από την Θέσδην της Γαλαάδ, είπε προς τον ασεβή βασιλιά Αχαάβ· “εν ονόματι του ζώντος Θεού του Κυρίου των δυνάμεων, του Θεού του Ισραήλ, ενώπιον του οποίου παρίσταμαι ως υπηρέτης, σου αναγγέλλω ότι δεν θα υπάρξει κατά τα έτη αυτά, ούτε βροχή, ούτε δροσιά, παρά μόνον όταν εγώ με το στόμα μου θα το πω”)» και Δ΄Βασ. 1,12: «καὶ ἀπεκρίθη Ἠλιοὺ καὶ ἐλάλησε πρὸς αὐτὸν καὶ εἶπεν· εἰ ἄνθρωπος Θεοῦ ἐγώ, καταβήσεται πῦρ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καὶ καταφάγεταί σε καὶ τοὺς πεντήκοντά σου· καὶ κατέβη πῦρ ἐξ οὐρανοῦ καὶ κατέφαγε αὐτὸν καὶ τοὺς πεντήκοντα αὐτοῦ(:απάντησε ο Ηλιού και του είπε: “εάν εγώ είμαι πράγματι άνθρωπος του Θεού, θα κατεβεί φωτιά από τον ουρανό που θα καταφάγει εσένα και τους πενήντα άντρες σου”. Και πραγματικά κατέβηκε  την ώρα εκείνη φωτιά από τον ουρανό και κατέφαγε αυτόν και τους πενήντα άντρες του)»]. Εγώ βέβαια δεν το νομίζω. Αλλά το περισσότερο αξιοθαύμαστο στον Ηλία πιστεύω ήταν το ότι αφοσιώθηκε με ζήλο στο Θεό και ήταν ισχυρότερος από την φωτιά. Αλλά εάν προσέξεις τον ζήλο του Παύλου, θα δεις ότι τόσο υπερέχει, όσο υπερείχε ο Ηλίας των άλλων προφητών.
   Τι λοιπόν θα μπορούσε να υπάρξει ίσο με τα λόγια του εκείνα, τα οποία με αφοσίωση για την δόξα του Κυρίου έλεγε, ότι «ηὐχόμην γὰρ αὐτὸς ἐγὼ ἀνάθεμα εἶναι ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα(:και θα ευχόμουν εγώ, που τίποτε δεν θα μπορούσε να με χωρίσει από τον Χριστό, να χωριστώ από Αυτόν για πάντα, εάν ήταν δυνατόν αν γίνει αυτό για χάρη των αδελφών μου Ιουδαίων, οι οποίοι είναι συγγενείς μου από σαρκική καταγωγή)» [Ρωμ.9,3]. Γι’ αυτό ενώ είχε μπροστά του τούς ουρανούς, τα στεφάνια και τα έπαθλα, δε βιαζόταν και χρονοτριβούσε λέγοντας: «τὸ δὲ ἐπιμένειν ἐν τῇ σαρκὶ ἀναγκαιότερον δι᾿ ὑμᾶς (:το να παραμείνω όμως με το σώμα μου στη ζωή αυτή είναι αναγκαιότερο για την πνευματική σας ωφέλεια)» [Φιλιπ.1,24]. Γι’ αυτό ούτε και η ορατή αυτή κτίση νόμιζε ότι αρκούσε για να παραστήσει την αγάπη και τον ζήλο του, αλλά ζητούσε και κάποια άλλη που δεν υπήρχε ώστε να δείξει αυτά που ήθελε και επιθυμούσε.
      Αλλά ο Ιωάννης έτρωγε βλαστάρια και άγριο μέλι; Ο Παύλος όμως ζώντας ανάμεσα σε ανθρώπους, όπως εκείνος στην έρημο, δεν έτρωγε βλαστάρια και μέλι άγριο, αλλά καθόταν σε φτωχότερο τραπέζι και δεν είχε ούτε την απαραίτητη τροφή εξαιτίας της φροντίδας του για το κήρυγμα. Αλλά έδειξε αυτός μεγάλη παρρησία προς τον Ηρώδη; Ο Παύλος όμως δεν αποστόμωσε ένα ή δύο ή τρεις, αλλά πάρα πολλούς όμοιους προς τον Ηρώδη, ή καλύτερα και πολύ χειρότερους από τον τύραννο αυτό.
      Μας μένει να συγκρίνουμε αυτόν στην συνέχεια με τους αγγέλους. Γι’ αυτό ακριβώς αφού αφήσουμε τη γη, ας ανέβουμε προς τις αψίδες των ουρανών και ας μην καταδικάσει κανείς την τόλμη του λόγου· γιατί αφού η Αγία Γραφή ονόμασε άγγελο τον Ιωάννη και τους ιερείς, τι το παράδοξο, αν συγκρίνουμε με τις ουράνιες δυνάμεις τον καλύτερο από όλους; Ποιο λοιπόν είναι το σπουδαίο στους αγγέλους; Το ότι υπακούουν με κάθε προθυμία στο Θεό, πράγμα που και ο Δαυίδ με θαυμασμό έλεγε: «εὐλογεῖτε τὸν Κύριον, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ, δυνατοὶ ἰσχύϊ ποιοῦντες τὸν λόγον αὐτοῦ τοῦ ἀκοῦσαι τῆς φωνῆς τῶν λόγων αὐτοῦ (:δοξολογείτε λοιπόν τον Κύριο όλοι οι άγγελοί Του, εσείς οι οποίοι είστε ισχυροί, ώστε να πράττετε το θέλημά Του, πρόθυμοι να ακούτε και να εκτελείτε τη διαταγή των λόγων Του)» [Ψαλμ.102,20]  γιατί τίποτα δεν είναι ίσο με αυτό, και αν ακόμα είναι άπειρες φορές ασώματοι.
     Εκείνο λοιπόν που κυρίως τους κάνει μακάριους είναι αυτό, ότι δηλαδή υπακούουν στις εντολές, ότι πουθενά δεν παρακούουν. Αυτό λοιπόν μπορούμε να δούμε ότι και ο Παύλος το τηρούσε με πολύ ζήλο· γιατί δεν εκτέλεσε μόνο τον λόγο του Θεού, αλλά και τις εντολές, και περισσότερο τις εντολές, και δηλώνοντας αυτό έλεγε: «τίς οὖν μοί ἐστιν ὁ μισθός; ἵνα εὐαγγελιζόμενος ἀδάπανον θήσω τὸ εὐαγγέλιον τοῦ Χριστοῦ, εἰς τὸ μὴ καταχρήσασθαι τῇ ἐξουσίᾳ μου ἐν τῷ εὐαγγελίῳ(: ποιο λοιπόν έργο μένει σε μένα, για να μου ανήκει γι' αυτό μισθός και δικαίωμα να καυχιέμαι; Μου μένει αυτό: όταν κηρύττω το χαρμόσυνο μήνυμα της σωτηρίας, να εναποθέσω ως πολύτιμο θησαυρό στις καρδιές των ακροατών το Ευαγγέλιο του Χριστού χωρίς να τους υποβάλω σε δαπάνες και έξοδα, ώστε να μην κάνω καθόλου χρήση της εξουσίας που μου παρέχει το Ευαγγέλιο να τρέφομαι από τους Χριστιανούς)» [Α΄ Κορ. 9,18].
    Τι άλλο έλεγε ο προφήτης θαυμάζοντας τους αγγέλους; «Ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα (:ο Κύριος είναι Εκείνος, ο οποίος έπλασε τους αγγέλους ταχείς όπως τους ανέμους και τους ασωμάτους λειτουργούς Του δραστήριους και φωτεινούς σαν την φλόγα του πυρός)» [Ψαλμ.103,4]. Αλλά και αυτό μπορούμε να το δούμε στον Παύλο· γιατί σαν άνεμος και κεραυνός, έτσι διέτρεξε ολόκληρη την οικουμένη και καθάρισε την γη. Αλλά δεν κληρονόμησε ακόμα τον ουρανό; Γιατί αυτό είναι το θαυμαστό ότι στη γη τέτοιος ήταν, αν και είχε θνητό σώμα, και συναγωνιζόταν με τις ασώματες δυνάμεις.
    Πόση λοιπόν κατηγορία δεν θα μας άξιζε, όταν ενώ ένας άνθρωπος έχει συγκεντρώσει στον εαυτό του όλα τα καλά, εμείς δεν φροντίζουμε να τον μιμηθούμε ούτε στο ελάχιστο μέρος; Αφού λοιπόν κατανοήσουμε αυτά, ας απαλλαγούμε από την κατηγορία ότι δεν τον μιμούμαστε, και ας προσπαθήσουμε να πλησιάσουμε τον ζήλο του Παύλου, για να μπορέσουμε να επιτύχουμε τα ίδια αγαθά με την χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη, τώρα και πάντοτε και στους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
    Τι τέλος πάντων είναι ο άνθρωπος και πόση είναι η ευγένεια της δικής μας φύσης και πόσο ικανό στην αρετή είναι αυτό το ον, μας το έδειξε περισσότερο από όλους τους ανθρώπους  ο Παύλος. Και τώρα σηκώνεται από εκεί που έχει φτάσει και με καθαρή φωνή προς όλους εκείνους που κατηγορούν τη φύση μας απολογείται για χάρη του Κυρίου, προτρέπει την αρετή, κλείνει τα αναίσχυντα στόματα των βλάσφημων και αποδεικνύει ότι δεν είναι μεγάλη η διαφορά ανάμεσα στους αγγέλους και στους ανθρώπους αν θέλουμε να προσέχουμε τον εαυτό μας· γιατί χωρίς να έχει άλλη φύση, ούτε να έχει λάβει άλλη ψυχή, ούτε να κατοικήσει σε άλλο κόσμο, αλλά αν και ανατράφηκε στην ίδια γη και τόπο με τους ίδιους νόμους και συνήθειες ξεπέρασε όλους τους ανθρώπους, οι οποίοι έζησαν από τότε που έγιναν οι άνθρωποι. 
    Πού είναι λοιπόν εκείνοι που λένε ότι είναι δύσκολο πράγμα η αρετή και εύκολο η κακία; Γιατί ο Παύλος τούς αντικρούει λέγοντας: «τὸ γὰρ παραυτίκα ἐλαφρὸν τῆς θλίψεως ἡμῶν καθ᾿ ὑπερβολὴν εἰς ὑπερβολὴν αἰώνιον βάρος δόξης κατεργάζεται ἡμῖν (:και ξανανιώνει η ψυχή μας, διότι οι θλίψεις μας, πολύ γρήγορα περνούν και είναι γι’ αυτό ελαφρές, ετοιμάζουν σε υπερβολικά μεγάλο βαθμό αιώνιο βάρος δόξα σε εμάς)» [Β΄Κορ. 4,17] εάν όμως τέτοιες θλίψεις περνούν εύκολα, πολύ περισσότερο οι φυσικές ηδονές. Και δεν είναι μόνο αυτό το αξιοθαύμαστό του, ότι δηλαδή από πολλή προθυμία δεν αισθανόταν τους κόπους του για την αρετή, αλλά ότι ασκούσε αυτήν χωρίς αμοιβή.
      Εμείς βέβαια δεν υπομένουμε κόπους για αυτήν, αν και υπάρχουν αμοιβές. Εκείνος όμως και χωρίς τα έπαθλα την επιζητούσε και την αγαπούσε, και εκείνα που θεωρούνταν ότι είναι εμπόδιά της τα ξεπερνούσε με κάθε ευκολία. Και δεν επικαλέστηκε ούτε την αδυναμία του σώματος, ούτε τις δύσκολες περιστάσεις, ούτε την τυραννίδα της φύσης, ούτε τίποτε άλλο. Αν και είχε αναλάβει μεγαλύτερη φροντίδα από τους στρατηγούς και όλους τους άρχοντες της γης, αλλά όμως κάθε μέρα ήταν ακμαίος, και ενώ οι κίνδυνοί του επαυξάνονταν, διέθετε νεανική προθυμία. Για να δείξει αυτό ακριβώς έλεγε «ἑν δέ, τὰ μὲν ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος τοῖς δὲ ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος κατὰ σκοπὸν διώκω ἐπὶ τὸ βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ (:ενώ όμως εγώ γνωρίζω να υποφέρω τη στέρηση, εσείς κάνατε πράξη καλή και αξιέπαινη που μου συμπαρασταθήκατε και γίνατε συμμέτοχοι στη θλίψη μου)» [Φιλιπ.3,14]. Και ενώ περίμενε τον θάνατο, καλούσε σε συμμετοχή σε αυτή λέγοντας: «τὸ δ᾿ αὐτὸ καὶ ὑμεῖς χαίρετε καὶ συγχαίρετέ μοι (:ακριβώς λοιπόν το ίδιο να κάνετε και εσείς. Μη λυπάστε καθόλου. Αλλά να χαίρεστε για την πίστη σας, και να χαίρεστε μαζί μου για το μαρτύριό μου)» [Φιλιπ.2,18].
    Και ενώ τον απειλούσαν οι κίνδυνοι και οι προσβολές και κάθε ατιμία, πάλι σκιρτούσε· και όταν έγραφε την επιστολή στους Κορινθίους έλεγε:  «διὸ εὐδοκῶ ἐν ἀσθενείαις, ἐν ὕβρεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν διωγμοῖς, ἐν στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι (:γι’ αυτό ευφραίνομαι στις ασθένειες, στους χλευασμούς, στις ανάγκες, στους διωγμούς, στις στεναχώριες, όταν τα υποφέρω όλα αυτά για την δόξα του Χριστού. Διότι όταν με τις θλίψεις και τις περιπέτειες φαίνομαι εξαιρετικά ασθενής, τότε είμαι δυνατός· διότι τότε μου δίνει ο Θεός περισσότερη χάρη)» [Β΄Κορ.12,10]. Και τα ονόμασε σε αυτά όπλα της δικαιοσύνης, αποδεικνύοντας ότι και από αυτά είχε πολύ μεγάλες ωφέλειες και από παντού ήταν ακατάβλητος στους εχθρούς του.
     Και ενώ παντού τον βασάνιζαν, τον περιφρονούσαν, τον κακολογούσαν σαν να βάδιζε σε θριάμβους και να έστηνε σταθερά τρόπαια σε όλα τα σημεία της γης,  έτσι υπερηφανευόταν και ευχαριστούσε τον Θεό λέγοντας: «Τῷ δὲ Θεῷ χάρις τῷ πάντοτε θριαμβεύοντι ἡμᾶς ἐν τῷ Χριστῷ καὶ τὴν ὀσμὴν τῆς γνώσεως αὐτοῦ φανεροῦντι δι᾿ ἡμῶν ἐν παντὶ τόπῳ· (:οφείλουμε λοιπόν ευχαριστία στον Θεό, ο οποίος νικώντας και θριαμβεύοντας περιφέρει και εμάς πάντοτε στον θρίαμβό Του, ως διακόνους της νίκης που συντελεί για τον Χριστό και το ευαγγέλιό Του. Ο Θεός κατά την θριαμβευτική αυτή πορεία Του φανερώνει μέσα από εμάς την ευωδία της γνώσεώς Του σε κάθε τόπο)» [Β΄Κορ. 2,14].
   Και την κακοποίηση και την προσβολή και το κήρυγμα επιζητούσε πολύ περισσότερο από όσο εμείς την τιμή, και τον θάνατο από όσο εμείς την ζωή, και τη φτώχεια από όσο εμείς τον πλούτο, και τους κόπους από όσο άλλοι τις ανέσεις, και όχι απλά περισσότερο αλλά πολύ περισσότερο, και τη λύπη πολύ περισσότερο από όσο άλλοι τη χαρά, και το να εύχεται για τους εχθρούς περισσότερο από όσο τους καταριούνται οι άλλοι. Και ανέτρεψε την τάξη των πραγμάτων, ή καλύτερα εμείς την ανατρέψαμε, εκείνος όμως, όπως την νομοθέτησε ο Θεός, έτσι την φύλασσε γιατί όλα αυτά είναι σύμφωνα με τη φύση, εκείνα όμως αντίθετα. Ποια είναι η απόδειξη; Το ότι ο Παύλος αν και ήταν άνθρωπος, ακολουθούσε περισσότερο αυτά παρά εκείνα.
    Ένα μόνο πράγμα ήταν φοβερό γι’ αυτόν και το απόφευγε, το να αντιμάχεται με τον Θεό και τίποτα άλλο. Όπως βέβαια τίποτα άλλο δεν του ήταν ποθητό, όσο το να αρέσει στον Θεό. Και δεν λέω τίποτα από τα παρόντα, αλλά ούτε και από τα μέλλοντα. Και μη μου πεις τις πόλεις και τα έθνη και τους βασιλείς και τα στρατόπεδα και τα χρήματα και τις σατραπείες και τις δυναστείες· ούτε ιστό αράχνης δεν τα θεωρούσε αυτά. Αλλά σκέψου αυτά που υπήρχαν στους ουρανούς και τότε θα καταλάβεις την σφοδρή αγάπη που είχε για τον Χριστό· γιατί ο Παύλος γι’ αυτήν την αγάπη δεν θαύμασε ούτε την αξία των αγγέλων, ούτε των αρχαγγέλων, ούτε τίποτα άλλο παρόμοιο.
    Είχε μέσα του το πιο μεγάλο από όλα, την αγάπη του Χριστού και μαζί με αυτό θεωρούσε τον  εαυτό του τον πιο ευτυχισμένο από όλους. Και χωρίς αυτό δεν επιθυμούσε να γίνει ένας από τις Κυριότητες και τις Αρχές και τις Εξουσίες [:ονομασίες αγγελικών ταγμάτων], αλλά μαζί με την αγάπη αυτή του Χριστού επιθυμούσε να είναι περισσότερο ανάμεσα στους τελευταίους και τους κολασμένους, παρά χωρίς αυτή ανάμεσα στους πρώτους και τιμημένους·  γιατί κόλαση γι’ αυτόν ήταν μία: το να χάσει την αγάπη αυτήν. Αυτό ήταν για τον Παύλο γέενα, αυτό τιμωρία, αυτό άπειρα κακά· όπως ακριβώς και απόλυση το να πετύχει αυτήν την αγάπη. Αυτό ήταν η ζωή του, αυτός ο κόσμος του, αυτός ο άγγελός του, αυτό τα παρόντα, αυτό τα μέλλοντα, αυτό τα βασίλεια, αυτό η υπόσχεση, αυτό άπειρα αγαθά. Και κάτι άλλο που δεν οδηγούσε εδώ δεν το θεωρούσε ούτε δυσάρεστο, ούτε ευχάριστο. Έτσι όμως περιφρονούσε όλα τα ορατά, όπως το σάπιο χόρτο. Και οι τύραννοι και οι πόλεις που άφριζαν από θυμό φαίνονταν να είναι κουνούπια, ενώ ο θάνατος και οι τιμωρίες και τα πάρα πολλά βασανιστήρια τού φαίνονταν να είναι παιδικά παιχνίδια. Αλλά βέβαια τα υπόφερε για τον Χριστό.
   Γιατί τότε τα δεχόταν με χαρά αυτά και στα δεσμά του έτσι υπερηφανευόταν όπως δεν θα υπερηφανευόταν ο Νέρωνας όταν είχε στο κεφάλι του το βασιλικό διάδημα. Και έμενε στη φυλακή σαν να ήταν ο ουρανός και δεχόταν τα χτυπήματα και τις μαστιγώσεις πιο ευχάριστα από εκείνους που αρπάζουν τα βραβεία. Και τους πόνους αγαπούσε όχι λιγότερο από τα έπαθλα θεωρώντας ότι είναι έπαθλο. Γι’ αυτό και τους ονόμαζε χάρη. Πρόσεχε όμως. Έπαθλο ήταν το να πεθάνει και να είναι μαζί με τον Χριστό, το να παραμείνει όμως στη ζωή ήταν αυτός ο αγώνας. Αλλά όμως αυτό προτιμά περισσότερο από εκείνο και λέει ότι είναι αναγκαιότερο. Το να αποχωριστεί από τον Χριστό ήταν αγώνας και κόπος, ή καλύτερα περισσότερο από αγώνα και κόπο· το να παραμείνει μαζί Του όμως ήταν έπαθλο. Αυτό όμως προτιμά περισσότερο από εκείνο για χάρη του Χριστού.
     Αλλά θα μπορούσε όμως να πει κανείς ότι όλα αυτά ήταν ευχάριστα εφόσον γίνονταν για χάρη του Χριστού. Αυτό λοιπόν λέω και εγώ. Εκείνα δηλαδή που είναι για εμάς αιτία λύπης, αυτά προκαλούσαν σε εκείνον μεγάλη ευχαρίστηση. Και γιατί λέω τους κινδύνους και όχι τις άλλες ταλαιπωρίες; Αφού πραγματικά ήταν σε διαρκή λύπη· γι’ αυτό και έλεγε· «ἡδέως γὰρ ἀνέχεσθε τῶν ἀφρόνων φρόνιμοι ὄντες· (:και θα καυχηθώ διότι με μεγάλη ευχαρίστηση ανέχεστε τους άφρονες και ανόητους, ενώ είστε συνετοί)» [Β΄Κορ.11,19]. Αλλά όμως και τη λύπη θα μπορούσε να πει κανείς ότι την είχε σαν ευχαρίστηση· γιατί πολλοί και όταν χάσουν τα παιδιά τους και τους επιτρέπεται να θρηνούν, παρηγορούνται· όταν όμως εμποδίζονται, στεναχωριούνται. Έτσι λοιπόν και ο Παύλος κλαίγοντας νύχτα και μέρα, παρηγορούνταν· γιατί κανένας δεν πένθησε έτσι τα δικά του κακά, όπως εκείνος τα ξένα.
    Πώς λοιπόν θεωρείς ότι συμπεριφέρεται αφού οι Ιουδαίοι δεν σώζονται, για να σωθούν αυτοί, όταν εύχεται να εκπέσει αυτός από την ουράνια δόξα; Επομένως είναι φανερό ότι το να μη σωθούν αυτοί είναι πολύ χειρότερο γι’ αυτόν· γιατί εάν δεν ήταν χειρότερο, δεν θα ευχόταν εκείνο: «ηὐχόμην γὰρ αὐτὸς ἐγὼ ἀνάθεμα εἶναι ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα (:και θα ευχόμουν εγώ, που τίποτε δεν θα μπορούσε να με χωρίσει από τον Χριστό, να χωριστώ από Αυτόν για πάντα, εάν ήταν δυνατό να γίνει αυτό, για χάρη των αδελφών μου Ιουδαίων, οι οποίοι είναι συγγενείς μου από σαρκική καταγωγή)» [Ρωμ.9,3]. Αφού το προτίμησε σαν ελαφρότερο και που έχει μεγαλύτερη παρηγοριά. Και όχι απλώς ήθελε αλλά φώναζε λέγοντας «ὅτι λύπη μοί ἐστι μεγάλη καὶ ἀδιάλειπτος ὀδύνη τῇ καρδίᾳ μου (:σας διαβεβαιώνω λοιπόν ότι με μεγάλη λύπη υπάρχει μέσα μου και πόνος συνεχής και αδιάκοπος στο βάθος της καρδιάς μου για την απιστία των ομοεθνών μου Ιουδαίων)» [Ρωμ.9,2]
   Αυτόν λοιπόν που υπόφερε καθημερινά, σχεδόν για όλους τους κατοίκους της οικουμένης, και για όλους μαζί και για τα έθνη, και για τις πόλεις και για τον καθένα ξεχωριστά, με ποιον θα μπορέσει να τον συγκρίνει κανείς; Με ποιο σίδηρο; Με ποιο διαμάντι; Τι θα μπορούσε να αποκαλέσει κανείς την ψυχή εκείνου χρυσή ή αδαμάντινη; Γιατί ήταν σκληρότερη από κάθε από κάθε διαμάντι και πολυτιμότερη από το διαμάντι και τις πολύτιμες πέτρες. Θα ξεπεράσει λοιπόν την αντοχή του διαμαντιού και την αξία του χρυσού. Με ποιο λοιπόν στοιχείο θα μπορούσε να τη συγκρίνει κανείς; Με κανένα από αυτά που υπάρχουν· αν όμως ο χρυσός μπορούσε να γίνει διαμάντι και το διαμάντι χρυσός, τότε κάπως θα μπορέσει να τη συγκρίνει με την  εικόνα τους.
   Αλλά γιατί να την συγκρίνω με διαμάντι και χρυσό; Σύγκρινε όλο τον κόσμο και τότε θα δεις ότι η ψυχή του Παύλου έχει περισσότερη αξία· γιατί αφού γι’ αυτούς που διακρίθηκαν φορώντας δέρματα ζώων και ζώντας σε σπήλαια της γης και σε τρύπες λέει ο Παύλος αυτό: «ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς (:ολόκληρος ο κόσμος δεν άξιζε όσο οι άγιοι αυτοί άνδρες, και ούτε μπορούσε να συγκριθεί με αυτούς. Περιπλανιόνταν σε ερημιές και σε βουνά, σε σπηλιές και σε τρύπες της γης)» [Εβρ.11,38], πολύ περισσότερο θα μπορούσαμε εμείς  να πούμε αυτό γι’ αυτόν, επειδή πραγματικά ήταν πιο άξιος από όλους. Εάν λοιπόν ο κόσμος δεν ήταν ισάξιος του Παύλου ,ποιος θα ήταν ισάξιός του; Μήπως ο ουρανός; Αλλά και αυτό είναι μικρό· γιατί αφού αυτός από τον ουρανό και από τα ευρισκόμενα στον ουρανό προτίμησε την αγάπη του Κυρίου πολύ περισσότερο ο Κύριος που είναι τόσο αγαθότερος από αυτόν, όσο η αγαθότητα από την πονηρία, θα τον προτιμήσει αυτόν από άπειρους ουρανούς·  γιατί δεν μας αγαπά με παρόμοιο τρόπο που εμείς Τον αγαπάμε, αλλά τόσο περισσότερο, ώστε ούτε με λόγια είναι δυνατό να το παραστήσουμε.
   Πρόσεχε λοιπόν για πόσα τον θεώρησε άξιο και πριν από τη μέλλουσα ανάσταση. Στον παράδεισο τον άρπαξε στον τρίτο ουρανό τον ανέβασε, του φανέρωσε τέτοια απόρρητα που δεν επιτρέπεται σε κανένα άνθρωπο να πει. Και πολύ σωστά· γιατί ενώ βάδιζε στη γη, σαν να περιπολούσε μαζί με τους αγγέλους, έτσι έκανε τα πάντα, και ενώ είχε θνητό σώμα, παρουσίαζε την καθαρότητα των αγγέλων, και ενώ υπέκειτο σε τόσες ανάγκες, προσπαθούσε να μην φανεί κατώτερος από τις ουράνιες δυνάμεις· γιατί πραγματικά σαν αετός διέσχισε την οικουμένη και σαν ασώματος περιφρονούσε τους πόνους και τους κινδύνους, και σαν να κέρδισε ήδη τον ουρανό περιφρονούσε ήδη τα γήινα, και σαν να συναναστρεφόταν μαζί με αυτές τις ασώματες δυνάμεις, έτσι ήταν σε διαρκή εγρήγορση.
     Βέβαια πολλές φορές άγγελοι ανέλαβαν να προστατεύουν διάφορα έθνη, όμως κανένας από αυτούς το έθνος που του παραδόθηκε δεν το φρόντισε έτσι, όπως ο Παύλος ολόκληρη την οικουμένη. Και μην μου πεις ότι ο Παύλος δεν ήταν αυτός που τα έκανε, καθόσον και εγώ το ομολογώ· γιατί και αν δεν ήταν  αυτός που τα εκτελούσε αυτά, αλλά ούτε ήταν τόσο ανάξιος των επαίνων γι’ αυτά, αφού ετοίμασε τον εαυτό του τόσο άξιο αυτής της μεγάλης χάρης. Ο Μιχαήλ ανέλαβε το έθνος των Ιουδαίων: «Καὶ ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἀναστήσεται Μιχαὴλ ὁ ἄρχων ὁ μέγας, ὁ ἑστηκὼς ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τοῦ λαοῦ σου· καὶ ἔσται καιρὸς θλίψεως, θλῖψις οἵα οὐ γέγονεν ἀφ᾿ οὗ γεγένηται ἔθνος ἐν τῇ γῇ ἕως τοῦ καιροῦ ἐκείνου· καὶ ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ σωθήσεται ὁ λαός σου, πᾶς ὁ γεγραμμένος ἐν τῇ βίβλῳ(:κατά τον καιρό εκείνο θα εγερθεί ο αρχάγγελος Μιχαήλ, ο οποίος στέκεται προστάτης των υιών του ιουδαϊκού λαού σου. Θα είναι τότε περίοδος θλίψεως, μεγάλης θλίψεως, όμοια της οποίας δεν έγινε από της εποχής που υπήρξαν άνθρωποι και έθνη επί της γης, έως την εποχή εκείνη. Κατά την περίοδο όμως της μεγάλης αυτής θλίψεως θα σωθούν από τον λαό σου αυτοί που είναι γραμμένοι στο βιβλίο της ζωής)» [Δαν.12,1]· επίσης: «καὶ ὁ ἄρχων βασιλείας Περσῶν εἱστήκει ἐξ ἐναντίας μου εἴκοσι καὶ μίαν ἡμέραν, καὶ ἰδοὺ Μιχαὴλ εἷς τῶν ἀρχόντων τῶν πρώτων ἦλθε βοηθῆσαί μοι, καὶ αὐτὸν κατέλιπον ἐκεῖ μετὰ τοῦ ἄρχοντος βασιλείας Περσῶν (:ο άγγελος, ο άρχων- κατ' εντολή του Θεού- του βασιλείου των Περσών, είχε σταθεί απέναντί μου και για είκοσι μία ημέρες με εμπόδιζε. Και ιδού ο Μιχαήλ, ένας από τους πρώτους άρχοντες του ουρανού, ήλθε να με βοηθήσει. Άφησα εγώ αυτόν εκεί να αντιμετωπίσει τον άρχοντα του βασιλείου των Περσών)» [Δαν.10,13] και «ἀλλ᾿ ἢ ἀναγγελῶ σοι τὸ ἐντεταγμένον ἐν γραφῇ ἀληθείας, καὶ οὐκ ἔστιν εἷς ἀντεχόμενος μετ᾿ ἐμοῦ περὶ τούτων, ἀλλ᾿ ἢ Μιχαὴλ ὁ ἄρχων ὑμῶν (:ήρθα λοιπόν να σου αναγγείλω αυτό, που είναι γραμμένο στο βιβλίο της αληθείας: δεν υπάρχει κανείς άλλος να με βοηθήσει στις υποθέσεις αυτές, παρά μόνο ο άρχων του δικού σας έθνους, ο Αρχάγγελος Μιχαήλ)» [Δαν.10,21], ο Παύλος όμως τη γη και το κατοικούμενο μέρος και το ακατοίκητο.
     Και αυτά δεν τα λέω με σκοπό να προσβάλλω τους αγγέλους -μακριά μια τέτοια σκέψη-, αλλά για να αποδείξω ότι είναι δυνατό ενώ είναι κανείς άνθρωπος, να είναι μαζί με εκείνους και να στέκεται κοντά τους. Και για ποιο λόγο δεν ανέλαβαν αυτά οι άγγελοι; Για να μην έχεις καμιά δικαιολογία όταν είσαι αδιάφορος, ούτε να καταφεύγεις στη διαφορά της φύσης όταν παραμένεις άπρακτος. Άλλωστε και το θαύμα γινόταν μεγαλύτερο. Πώς λοιπόν δεν είναι θαυμαστό και παράξενο, ο λόγος που έβγαινε από ανθρώπινη γλώσσα να διώχνει τον θάνατο, να συγχωρεί αμαρτίες, να διορθώνει την ανάπηρη φύση και να κάνει ουρανό την γη;
   Γι’ αυτό εκπλήσσομαι με τη δύναμη του Θεού, γι’ αυτά θαυμάζω την προθυμία του Παύλου, επειδή δέχτηκε τόση χάρη, επειδή έκανε τέτοιο τον εαυτό του. Και σας παρακαλώ να μην θαυμάζετε μόνο, αλλά και να μιμείστε το παράδειγμα αυτό της αρετής, γιατί έτσι θα μπορέσουμε να λάβουμε τα ίδια με εκείνον στεφάνια. Εάν όμως απορείς ακούγοντας ότι αν κατορθώσεις τα ίδια, θα πετύχεις τα ίδια με τον Παύλο, άκουσε αυτόν να λέει τα εξής: «τὸν ἀγῶνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα·λοιπὸν ἀπόκειταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὃν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, ὁ δίκαιος κριτής, οὐ μόνον δὲ ἐμοί, ἀλλὰ καὶ πᾶσι τοῖς ἠγαπηκόσι τὴν ἐπιφάνειαν αὐτοῦ (:έχω αγωνιστεί τον καλό αγώνα για τη διάδοση του ευαγγελίου. Έχω φτάσει στο τέλος του δρόμου της αρετής και της εκπληρώσεως της αποστολής μου. Έχω διαφυλάξει την πίστη. Λοιπόν τώρα πια με περιμένει το στεφάνι που ανήκει ως βραβείο στη δικαιοσύνη και την αρετή. Το στεφάνι αυτό θα μου το δώσει ως ανταμοιβή ο Κύριος κατά την ένδοξη εκείνη ημέρα της κρίσεως, ο δίκαιος κριτής. Θα το δώσει μάλιστα όχι μόνο σε εμένα, αλλά και σε όλους όσους έχουν αγαπήσει και με πόθο περιμένουν την ένδοξη εμφάνισή Του)» [Β΄Τιμ.4,7-8].
     Βλέπεις πως όλους τους καλεί στην ίδια κοινωνία; Επειδή λοιπόν υπάρχουν τα ίδια για όλους, ας φροντίσουμε όλοι να γίνουμε άξιοι των αγαθών τα οποία μας έχει υποσχεθεί. Και ας μην δούμε μόνο το μέγεθος και την έκταση των κατορθωμάτων του Παύλου, αλλά και το πάθος της προθυμίας, με την οποία απέσπασε τόση χάρη και τη συγγένεια της κοινής με εμάς ανθρώπινης φύσης, γιατί είχε όλα αυτά κοινά με εμάς. Και έτσι και τα υπερβολικά δύσκολα θα μας φανούν εύκολα και ελαφρά, και αφού κοπιάσουμε στον σύντομο αυτό χρόνο, θα φορέσουμε το άφθαρτο και αθάνατο εκείνο στεφάνι, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη και τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
                ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
            επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

 ΠΗΓΕΣ:
·       https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/eclogae-ex-diversis-homiliis.pdf
·       Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα  έργα, Ομιλίες εγκωμιαστικές, Εἰς τόν ἃγιον ἀπόστολον Παύλον, ομιλία Β΄, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1983, τόμος 36, σελίδες 401-431.
·       Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, Εἰς τόν ἅγιον ἀπόστολον Παύλον, ομιλία Β΄, τόμος 24, σελ. 43-58:
https://drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLcWMwUFk4OWZ3enM/view
·       Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
·       Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
·       Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
·       Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016
·       http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm

         


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.