Ο (τραγικός) ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ Β΄. Τί ψυχὴ θὰ παραδώσει;
Ο Οικουμενισμός στην Εκκλησία
(β΄μέρος)
Γράφει ο Μέτοικος
Οι ομογενείς στην Αμερική, στην Αυστραλία και στην Αγγλία
ποδηγετούνται από Τούρκους υπηκόους, με χαλαρή ορθόδοξη συνείδηση. Τι
περιμένει ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, που «αγαπά την πατρίδα»;
Να συμβεί το ίδιο και στις μητροπόλεις της Βορείου Ελλάδος, για να αντιδράσει στην επέλαση του κακού;
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Β΄ είναι ο 20ος Πρόεδρος της
Ιεράς Συνόδου Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και, πιθανότατα, ο πιο
κρυψίνους, παραπλανητικός, παρελκυστικός και, αναμφίβολα ο ικανότερος
διαμορφωτής του εκκλησιαστικού προσκήνιου από το παρασκήνιο, στην
ιστορία της Ελληνικής Εκκλησίας μετά το Αυτοκέφαλο.Επίπλαστα υπομονετικός, κεκαλυμμένα αρχομανής προειδοποιεί όσους διαφωνούν με τις επιλογές του, όπως π.χ. στην περίπτωση του αρχιμανδρίτη Νικόδημου Φαρμάκη που τοποθέτησε στην Υπηρεσία Οικονομικών πως: «αν συνεχίσουν να ομιλούν, θα μιλήσουμε και εμείς»!
Στο Εθνικό θέμα προδοσίας της Μακεδονίας από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ την οποία ο κ.Ιερώνυμος Β΄στήριξε με όλες του τις δυνάμεις και με είκοσι (20) δημόσια ευχαριστώ! Υπήρξε δίγλωσσος και επαμφοτερίζων.
Την ώρα που έγινε σαφέστατο από τη δήλωση του Αμερικανού διαμεσολαβητή Μάθιου Νίμιτς πως, στο όνομα των Σκοπίων θα υπάρχει οπωσδήποτε ο όρος «Μακεδονία», ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Β΄αντί να χτυπήσει τις καμπάνες των Εκκλησιών απαιτώντας από τους πολιτικούς την απόρριψη κάθε αντεθνικού σχεδίου αυτός, σαν από καιρό δασκαλεμένος, ζητούσε «εθνική συναίνεση, συνεννόηση και ομοψυχία» από το λαό τονίζοντας, μετά τη συνάντησή του με τον Α.Τσίπρα, πως: «Αυτή την ώρα δεν χρειάζονται συλλαλητήρια και φωνές»!
Με παραπλανητικές δηλώσεις πως, η Εκκλησία «Σε ένα τέτοιο θέμα βασικό για την πατρίδα μας, δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη» και παρελκυστική τακτική, αποπροσανατόλισε τον Ελληνικό λαό και κατάφερε καίριο πλήγμα στην έκφραση της θέλησής του, όπως αυτή διατρανώθηκε από τα συλλαλητήρια για το ξεπούλημα του ονόματος της Μακεδονίας στους Σλάβους.
Στον διορθόδοξο εκκλησιαστικό χώρο και, στην σύναξη στο Κολυμπάρι, έπραξε αντίθετα από ότι του όρισε η Ιεραρχία της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Στο εσωτερικό εκκλησιαστικό μέτωπο, δεν υπάρχει λόγος να εστιαστεί ιδιαίτερα η προσοχή στα όσα λέγονται από νεονικολαΐτη οφικιάλιο του Φαναρίου για τα κριτήρια επιλογής νέων μητροπολιτών, όμως χάριν παραδείγματος, για τις ανεπίσημες ενέργειες ή, την ανοχή του Αρχιεπισκόπου σε αυτές, αξίζει η αναφορά στο παρασκήνιο εκλογής τού Μαρωνείας και Κομοτηνής Παντελεήμονα Μουτάφη και, η καταγγελία-παράκληση του Μητροπολίτη πρώην Καλαβρύτων Αμβρόσιου προς τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Β΄ να: «μη επιτρέψωμεν [στην εκλογή νέων επισκόπων] να εισέλθουν εις τον ιερόν χώρον της Εκκλησίας μέθοδοι της μαφίας!».
Υπενθυμίσεως αξίζει και η «υπέρβαση της εξουσίας του» όπως και το παρασκηνιακό «δούνε και λαβείν» με την κυβέρνηση Τσίπρα για τη συμφωνία μισθοδοσίας των Ιερέων την οποία, μετά το προσωπικό του Βατερλό στην Ιεραρχία, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Β΄ χαρακτήρισε ως απλή συζήτηση!
Με κορυφαίο, το αποτυχημένο πραξικόπημά του για αναγνώριση των σχισματικών Ουκρανών από την Δ.Ι.Σ που τον έχρισε με το «προνόμιο» καπελώματος της Ιεράς Συνόδου, αυτά είναι μερικά από τα κατορθώματα του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου Β΄ που, πάντα με τον καλό λόγο στα χείλη, δεν διστάζει να χαρακτηρίσει «σκυλιά που γαβγίζουν» όσους διαφωνούν μαζί του.
Ποιες δυνάμεις, λοιπόν, υποχρέωσαν τον Αρχιεπίσκοπο της Εκκλησίας της Ελλάδος, που τον τρέμουν οι «αγαπούληδες» και «ταπεινοί και ανάξιοι δούλοι» Βαρθολομαίου στην Ιεραρχία, να φορέσει τη μάσκα της αγαπολογίας και να κάνει «αδελφικές» αγκαλίτσες με τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως που, όταν πρόσφατα ήλθε στην Ελλάδα, η Ιερά Σύνοδος και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Β΄ τον απαξίωσαν κατά τρόπο μοναδικό στην ιστορία της Εκκλησίας;
Ποιο μέγεθος πίεσης δέχθηκε ένας κληρικός σαν τον Ιερώνυμο Β΄ που υποστηρίζει ότι «αγαπάει πιο πολύ απ’ όλους την Εκκλησία και την Πατρίδα», για να τρέχει με την κουστωδία του στα ονομαστήρια Βαρθολομαίου, εκκλησιαζόμενος με τον σχισματικό Επιφάνιο της «εκκλησίας Βαρθολομαίου» στην Ουκρανία;
Για ποιους λόγους ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος Β΄ που διατείνεται πως αγαπά την Εκκλησία, επιτρέπει ως Πρόεδρος της Ιεραρχίας σε μέλη της, να αναγνωρίζουν ιδιωτικώς σχισματικούς;
Πως αφήνει ως Πρόεδρος της Ι.Σ.Ι τα περί την πίστη ναυαγήσαντα επισκοπίδια να ανοηταίνουν υποβιβάζοντας το Ιερό Ευαγγέλιο στο επίπεδο του κοινωνικού συμβολαίου;
Πως επιτρέπει σε εκκλησιαστικές ασημαντότητες, να προωθούν με σατανική λογική τον «εκσυγχρονισμό» της Εκκλησίας;
Τι υποχρέωσε τον μυστικοπαθή Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Β΄ να στρατευθεί στη διάδοση του θεολογικού σχετικισμού στο ορθόδοξο πλήρωμα της Εκκλησίας της Ελλάδος και, με όργανό του τους εκκοσμικευμένους θεολόγους του «Καιρού» και μέσα προώθησης των οικουμενιστικών κακοδοξιών τα έντυπα που εκδίδει η Εκκλησία της Ελλάδος, να προβάλει τις βλασφημίες που απορρέουν από την αίρεση του επισκόπου Περγάμου Ζηζιούλα περί υπάρξεως, οντολογικά, ιεραρχίας στην Αγία Τριάδα, αίρεση που θεμελιώνει επί της ουσίας την κατάργηση του Συνοδικού Συστήματος διοίκησης της Ορθοδόξου Εκκλησίας;
Πως και, γιατί ένας φίλαρχος άνθρωπος στην εποχή του θέρους, αν δεν βάζει «πλάτη» ανέχεται θεωρίες περί υπάρξεως «Πρώτου» στην Ορθόδοξη Εκκλησία, οι εξουσίες του οποίου θα περιορίσουν την Αρχιεπισκοπική ευθύνη στο επίπεδο του επισκόπου του «άστεως των Αθηνών»;
Ο επίσκοπος Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας υποστηρίζει πως :«και μέσα στην ευχαριστιακή κοινότητα και κατ’ επέκταση στην Εκκλησία, όλοι είναι εξ ίσου μέλη του σώματος και όλοι έχουν ανάγκη αλλήλων, αλλά δεν είναι όλοι το ίδιο!».
Την αιρετική κακοδοξία Ζηζιούλα, ως μη όφειλε και παρά πάσα προσδοκία, ανέλαβε να μεγεθύνει και προωθήσει σχεδόν εργολαβικά ο επίσκοπος Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος, κατασκευάζοντας έναν «Πρώτο» στην Εκκλησία που, βέβαια, δεν είναι άλλος από τον εκάστοτε προκαθήμενο στην αρχιεπισκοπή Κωνσταντινουπόλεως.
Στην Ελλάδα και, αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι, ο Περγάμου Ζηζιούλας ανακοίνωσε την αίρεσή του στην Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών του Βόλου στην οποία κυριαρχεί ο στοχασμός, η συνθηματολογία και ο λαϊκισμός και, πάντως, η προσπάθεια «εμφύτευσης του θεολογικού σχετικισμού στους ορθοδόξους», ενώ απουσιάζει «των αγίων η θεόπνευστη θεολογία και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα». Άοκνος εργάτης της αιρετικής αυτής κυψέλης είναι ο αλμυρός για την Ορθοδοξία επίσκοπος Δημητριάδος και Αλμυρού Ιγνάτιος, ο εμπνευστής τής «μεταπατερικής θεολογίας», που στοχεύει «είτε στον εκπροτεσταντισμό είτε στον εκλατινισμό της ορθόδοξης διδασκαλίας».
Ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Β΄ασπάζεται την κακοδοξία του Ναυπάκτου Ιερόθεου και ενστερνίζεται τους στόχους του επισκόπου Ιγνάτιου, δηλονότι την επιβολή ενός «Πρώτου» στην Ορθόδοξη Εκκλησία και την προβολή ενός νέου και τελείως διαφορετικού κοσμοειδώλου από αυτό των θεοφόρων Πατέρων;
Γιατί σιωπά ο Αθηνών Ιερώνυμος Β΄ που «αγαπά την Εκκλησία και την πατρίδα» όταν τον «πνευματικό ιό και μολυσμό», την αίρεση δηλονότι του Οικουμενισμού και τις κακοδοξίες του αναπαράγουν τα περιφερειακά μέσα ενημέρωσης, που διαθέτουν οι οικουμενιστές επίσκοποι στις έδρες τους, διαβρώνοντας καθημερινά το ορθόδοξο φρόνημα των πιστών;
Οι ομογενείς στην Αμερική, στην Αυστραλία και στην Αγγλία ποδηγετούνται από Τούρκους υπηκόους, με χαλαρή ορθόδοξη συνείδηση. Τι περιμένει ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, που «αγαπά την πατρίδα»; Να συμβεί το ίδιο και στις μητροπόλεις της Βορείου Ελλάδος, για να αντιδράσει στην επέλαση του κακού;
Ως Πρόεδρος της Ι.Σ.Ι και Δ.Ι.Σ για ποιους λόγους δεν εφαρμόζει τις αναγνωριζόμενες σε αυτόν αρμοδιότητες υπό των Ιερών Κανόνων, προκειμένου να γαληνεύσει το χριστεπώνυμο πλήρωμα από τη διασάλευση που προκαλούν οι αυθάδεις οικουμενιστές, οι αναιδείς και καινοτόμοι περί την πατρώα πίστη επαγγελματίες κληρικοί;
Το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας της Ελλάδος έντεχνα αποπροσανατολισμένο, ανέχεται καινοτόμους κληρικούς που επαγγέλλονται τους ευσεβείς, ακούει τους νέο βαρλααμίτες ρασοφόρους της «μεταπατερικής θεολογίας», δεν καταδικάζει τα δυσσεβή δόγματα του Οικουμενισμού, χειροκροτεί τους ηγέτες του Νεονικολαϊτισμού, συμπορεύεται με τους φαυλιστάς της πατρώας του Πίστης και, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος Β΄ δεν νουθετεί, δεν διαφωτίζει, δεν παρηγορεί, ίσως, γιατί έπαψε να βλέπει όσα είδαν οι προφήτες δεν διδάσκει όσα δίδαξαν οι Απόστολοι, δεν εγκολπώνεται όσα η Εκκλησία παρέλαβε, δεν ενστερνίζεται όσα οι διδάσκαλοι εδογμάτισαν.
Προτιμά τις δοξασίες του Οικουμενισμού, από την Πίστη των Αποστόλων, από την Πίστη των Πατέρων, από την Πίστη των Ορθοδόξων, που στήριξε και στηρίζει την Οικουμένη.
πηγή
Ο Οικουμενισμός στην Εκκλησία (α΄μέρος)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.