Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2016

Καλό πράγμα η απαίτηση εφαρμογής Ι. Κανόνων από τον Καλαβρύτων, αλλά εσείς (κ. Ιερεμία) γιατί δεν εφαρμόζετε τους Ι. Κανόνες περί απομακρύνσεως από τους Οικουμενιστές; (Βίντεο)




Καλαβρύτων Ἀμβρόσιος:
«Το αν είναι αίρεση ο παπισμός είναι από τα λεγόμενα θεολογούμενα. Δεν υπάρχει απόφασις τοπικής η Οικουμενικής Συνόδου που να λέει, πως οι ΡΚαθολικοι δεν έχουν βάπτισμα και μυστήρια… Ο Καθολικισμός δεν είναι αίρεση μ’ αυτήν την έννοια, είναι σχίσμα. Και γι’ αυτό έχουν μυστήρια…”»!!!


Γόρτυνος προς Αμβρόσιο:

 Θαυμάζω την αγανάκτησή σας, αλλά

γιατί όχι και κατά του Παπισμού;     

«Αλλά, Σεβασμιώτατε –συγχωρήσατέ με διά την αυθάδειάν μου–, ενώ Σας βλέπω και Σας ακούω να αγανακτήτε κατά των αναιδώς αμαρτανόντων και θεσπιζόντων ως νόμον την αμαρτίαν –και καλώς ποιείτε!– όμως δεν εδιάβασα κείμενά Σας στρεφόμενα κατά της αιρέσεως του Παπισμού και δεν είδα διαμαρτυρίαν Σας δυναμικήν (χαλαράν είδα) κατά των παραβάσεων των Ιερών Κανόνων διά τας συμπροσευχάς μετά των αιρετικών, και μάλιστα και αυτού του ιδίου του Πατριάρχου μας συμπροσευχομένου μετ᾽ αυτών» αναφέρει μεταξύ άλλων σε επιστολή του προς τον Μητρ. Καλαβρύτων Αμβρόσιο, ο Μητρ. Γόρτυνος Ιερεμίας.
Επίσης, ο Μητρ. Γορτύνος στηρίζει τον Καλαβρύτων για το "φτύστε τους" και όχι για την κόντρα του με τον Μητρ. Σισανίου. Αναλυτικά:

Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα
Καλαβρύτων και Αιγιαλείας
Κύριε, Κύριε Αμβρόσιε,
Ευλογείτε!
1. Ηθέλησα να Σας γράψω μερικά τινά επί του θέματος το οποίον μας αναφέρετε εις την επιστολήν Σας, την σταλείσαν προς όλους τους Αρχιερείς.
Διά Σας, Σεβασμιώτατε, ισχύει το λεγόμενον επαινετικώς εις το βιβλίον της Αποκαλύψεως προς τον άγγελον (τον Επίσκοπον) της Εκκλησίας της Εφέσου, ότι «ου δύνη βαστάσαι κακούς» (2,2). Πράγματι, όπως το διαγιγνώσκω από ετών ήδη, επιτίθεσθε, μετά σφοδρότητος μάλιστα, κατά των σκανδαλοποιών και παραβατών των εντολών του Παντοκράτορος Κυρίου. Προσωπικώς, όταν βλέπω τοιαύτα ελεγκτικά κείμενά Σας, Σας θαυμάζω εσωτερικώς διά την αγανάκτησιν της ψυχής Σας κατά της
αμαρτίας και των ποιούντων την αμαρτίαν, έχω όμως την ειλικρίνειαν να πω διά τον εαυτόν μου, ότι εγώ δεν έχω την δύναμιν να εκφρασθώ τόσον δυναμικώς, δος δ᾽ ειπείν, και επιθετικώς κατά των ποιούντων τα σκάνδαλα.
Η δράσις των Αρχιερέων και των Ιερέων, είτε εν λόγω είτε εν έργω, είναι ανάλογος με την ενοικούσαν εν αυτοίς Χάριν του Θεού. Και όσοι έχουν ισχυράν την Χάριν του Θεού εις την καρδίαν τους εκφράζονται δυναμικώς, αν και αυστηρώς. Έτσι ο απόστολος Παύλος, επειδή ήταν ηφαίστειον της αγάπης του Χριστού, είπε την βαρείαν πράγματι και σκληράν, αλλά ωραίαν αυτήν φράσιν: «Να είναι αναθεματισμένος όποιος δεν αγαπά τον Κύριον Ιησούν Χριστόν» (Α´ Κορ. 16,22)! Έναν σκληρόν υπομνηματισμόν του αποστολικού αυτού λόγου είχα ακούσει κάποτε εις τινα ορμητικήν ομιλίαν του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης πατρός Αυγουστίνου· ο πατήρ αυτός θέλων να είπη εις το κήρυγμά του ότι το νόημα της ζωής μας είναι μόνον το να γνωρίσωμεν τον Ιησούν Χριστόν και αν δεν το επιτύχωμεν αυτό δεν αξίζει να ζώμεν, είπε επί λέξει: «Καρδιά που δεν αγαπάει τον Χριστό θέλει ξερίζωμα με τανάλια και πέταμα να την φάνε τα σκυλιά»!... Σκληρός λόγος, αποκρουστικός εις τα ώτα πολλών «ευγενών», αλλά ούτω πως εκφράζονται μερικοί συναρπαζόμενοι από την δόξαν του Κυρίου Σαβαώθ.

2. Έτσι λοιπόν και Σείς, Σεβασμιώτατε, με την ευκαιρίαν της διαπράξεως εις την πατρίδα μας του μεγάλου αμαρτήματος, της θεσπίσεως νομοθετήματος υπέρ των ομοφυλοφίλων, εγράψατε διά τους θέλοντας το παρά φύσιν ως φυσικόν και το αισχρόν ως νόμιμον, εγράψατε, λέγω, δι᾽ αυτούς την έκφρασιν «φτύστε τους»! Η έκφρασίς Σας όμως αυτή κατανοείται από την όλην γραπτήν Σας παραγωγήν περί του θέματος, και μάλιστα από το ωραίον κείμενόν Σας, περί του καθήκοντος ημών των κληρικών και δη των Επισκόπων να ελέγχωμεν τα συμβαίνοντα σκάνδαλα, κείμενον στηριζόμενον επί της Αγίας Γραφής και μάλιστα επί των λόγων του μεγάλου αποστόλου Παύλου.
Όταν εγώ εδιάβασα την έκφρασιν αυτήν, είπα μέσα μου: «Πω, πω!, πόσον αγανάκτησε η καρδιά του αγίου Καλαβρύτων διά το κακόν που γίνεται, ενώ η δική μου καρδιά δεν φαίνεται να αγανακτεί και να συγκινείται».
Η αλήθεια είναι ότι ήκουσα μερικούς, και μάλιστα κληρικούς, να κρίνουν αρνητικώς την έκφρασίν Σας «φτύστε τους». Εις αυτούς εγώ είπα: «Αντί να επαινέσουμε τον άγιο Καλαβρύτων για την αγία του αγανάκτηση, η οποία εκφράζεται στον λόγο αυτό και να κατηγορήσουμε τους εαυτούς μας για την απάθειά μας, έχουμε την αναίδεια να κρίνουμε και να καταδικάζουμε Επίσκοπο, επειδή ήλεγξε την βρώμικη αμαρτία; Τι περισσότερο είπε ο Καλαβρύτων Αμβρόσιος – συνέχισα να λέγω – από αυτό που είπε ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στους ακροατές του να “ραπίζουν” εκείνον ο οποίος υβρίζει και βλασφημεί τον Ιησού Χριστό;».
Διά την σπουδαιότητα της περικοπής αυτής του ιερού Χρυσοστόμου την παραθέτω ολόκληρον. Λέγει επί λέξει ο άγιος Πατήρ: «... Αλλ᾽ επειδή περί βλασφημίας ημίν ο λόγος εγένετο νυν, μίαν υμάς άπαντας αιτήσαι βούλομαι χάριν αντί της δημηγορίας ταύτης και της διαλέξεως, ίνα τους εν τη πόλει βλασφημούντας σωφρονίσητε. Καν ακούσης τινός εν αμφόδω, ή εν αγορά μέση βλασφημούντος τον Θεόν, πρόσελθε, επιτίμησον, καν πληγάς επιθείναι δέη, μη παραιτήση· ράπισον αυτού την όψιν, σύντριψον το στόμα, αγίασόν σου την χείρα διά της πληγής, καν εγκαλώσί τινες, καν εις δικαστήριον έλκωσιν, ακολούθησον· καν επί του βήματος ευθύνας ο δικαστής απαιτήση, ειπέ μετά παρρησίας, ότι τον βασιλέα των αγγέλων εβλασφήμησεν» (MPG 49,32).
Αλήθεια, Σεβασμιώτατε, φαντάζομαι οποίαν αγρίαν κριτικήν και οπόσα «πετροβολητά» θα εδέχετο ο Χρυσόστομος σήμερα εάν έλεγε και έγραφε την παραπάνω περικοπήν και προέτρεπε να ραπίζουν οι χριστιανοί τους βλασφήμους!... Οπωσδήποτε θα τον έλεγαν «μαινόμενον», δηλαδή «τρελλόν». Ναί, έτσι θα τον έλεγαν. Και όμως είναι ο Χρυσόστομος αυτός ο οποίος είπε τον λόγον αυτόν, ο Χρυσόστομος, ο μεγαλύτερος ερμηνευτής της Αγίας Γραφής, τον οποίο δεν ξεπερνά κανείς, ούτε εκ των παλαιοτέρων ούτε εκ των νεωτέρων ερμηνευτών. Και ας σημειωθή και το άλλον, ότι το όνομα του αγίου αυτού πατρός φέρουν πολλοί Αρχιερείς, οι οποίοι πανηγυρίζουν εις την μνήμην του.

3. Την φράσιν Σας «φτύστε τους» προσωπικώς έκρινα – όπως και έτσι πιστεύω ότι είναι – ότι την αναφέρετε εις τους διαπράττοντας την παρά φύσιν αμαρτίαν όχι εξ αδυναμίας, η οποία έχει την καλήν ελπίδα να φέρη εις αυτούς μετάνοιαν, αλλ᾽ ως αναφερομένη εις τους πράττοντας αυτήν με σατανικόν πείσμα, και καυχομένους μάλιστα διά την αμαρτίαν τους αυτήν, και, ακόμη, απαιτούντας να παραστήσουν διά νόμου το παρά φύσιν ως φυσικόν και επιτρεπτόν.
Την φράσιν Σας όμως αυτήν, Σεβασμιώτατε, μεταξύ των άλλων, απέκρουσε αρνητικώς και ο Σεβασμιώτατος πατήρ, Μητροπολίτης Σισανίου κ. Παύλος, περί του Οποίου κάμνετε λόγον εις την επιστολήν Σας και ζητείτε την κρίσιν μας περί της διαφωνίας Σας.
Σεβασμιώτατε άγιε Καλαβρύτων, περί του Σεβασμιωτάτου αγίου Σισανίου έχω να Σας πω ότι φρονώ τα κάλλιστα και άριστα. Τον θεωρώ ενάρετον Επίσκοπον, επιστήμονα Ποιμένα και καλόν θεολόγον. Μόνον, παρατηρώ ότι τον απερρόφησε περισσότερον η ποιμαντική, και δη της οικογενείας η ποιμαντική, και εγκατέλειψε ολίγον τι την Βιβλικήν Θεολογίαν, επί της οποίας πρέπει να στηρίζεται η σκέψις και η δράσις του Επισκόπου. Πέπεισμαι δε ότι ο εν λόγω Επίσκοπος Πατήρ, εάν καταγίνη με βιβλικάς μελέτας, δύναται να θεολογήση επ᾽ αυτών, ου μόνον επιτυχώς, αλλά και αρίστως. Όμως, επειδή θέλω να εκφράζωμαι με ελευθερίαν και ειλικρίνειαν, λέγω σαφώς, ότι δεν μου ήρεσε η κριτική του Σεβασμιωτάτου αγίου Σισανίου καθ᾽ Υμών. Ενόησα σαφώς τι θέλει να είπη με την κριτικήν του, αλλά και πάλιν, επαναλαμβάνω, ότι δεν μου ήρεσε αυτή διά τους εξής δύο λόγους:
(α) Κατά πρώτον, ενώ ο αγώνας τώρα πρέπει να γίνη κατά του εγκατασταθέντος ήδη εν μέσω ημών σώματος της αμαρτίας – και ο άγιος Σισανίου κ. Παύλος, εύγέ Του (!), εξεδήλωσε δυναμικώ τω λόγω και τω τρόπω την αντίδρασίν Του προς το θεσπισθέν ανόμημα –, όμως ο κοινός εχθρός εδημιούργησε αγώνα μεταξύ μας και μετετέθη λοιπόν το θέμα εις μεταξύ μας διαμάχην.
(β) Ο άγιος Επίσκοπος πατήρ Παύλος ορθώς λέγει ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός δεν ωμίλησε ελεγκτικώς και προσβλητικώς προς τους αποτυχημένους και τους αμαρτωλούς, διότι θέλει την μετάνοιάν τους και την επιστροφήν τους εις Αυτόν. Όταν όμως αυτοί οι διαπράττοντες την αμαρτίαν, αντί να μετανοήσουν γίνονται υβριστές και διάβολοι, πολεμούντες τας εντολάς του Κυρίου και τα ιερά θέσμια της Εκκλησίας μας, τότε απαιτείται ο έλεγχος της Εκκλησίας εναντίον τους διά των Επισκόπων Της. Αυτό μας διδάσκουν οι αγώνες των αγίων Πατέρων μας. Ο άγιος Σισανίου κ. Παύλος θεωρεί ως απόβλητον από τον εκκλησιαστικόν χώρον και από τα ιερά κείμενα τον λόγον αδελφού Επισκόπου Του «φτύστε τους», λεχθέντα από ιεράν αγανάκτησιν προς τους διαπράττοντας προκλητικώς την σοδομικήν αμαρτίαν και θέλοντας μάλιστα να επιβάλουν αυτήν ως φυσικήν, νόμιμον και θεμιτήν. Αλλ᾽ ο μελετητής της Αγίας Γραφής βλέπει εις αυτήν πάμπολλες εκφράσεις θυμού και αγανακτήσεως και επιθετικότητος κατά των ποιούντων τα σκάνδαλα.
Όχι κατά των σκανδάλων γενικώς, αλλά κατά των ανθρώπων των ποιούντων τα σκάνδαλα ειδικώς. Θα ηδύνατο επί του θέματος αυτού να γραφή ολόκληρος θεολογική εργασία από την έρευναν των ιερών κειμένων, εργασία η οποία θα φέρη εις φως πολλά κεκρυμμένα ερμηνευτικά της Βίβλου. Ο Κύριος βεβαίως είπε «μακάριοι οι πραείς» (Ματθ. 5,5), αλλά, όπως ερμηνεύει ο Θεοφύλακτος τον στιχ., «πραείς» εδώ «δεν είναι αυτοί που δεν οργίζονται καθόλου (διότι αυτοί είναι αναίσθητοι), αλλά αυτοί που έχουν μεν θυμόν, αλλά τον συγκρατούν και οργίζονται όταν πρέπει» (MPG 123,188. Και ο Ζιγαβηνός ερμηνεύει ομοίως, MPG 129,193). Ο Θεοφύλακτος πάλιν ερμηνεύων τον λόγον του Κυρίου «πας ο οργιζόμενος τω αδελφώ αυτού εική ένοχος έσται τη κρίσει» (Ματθ. 5,22) λέγει, ότι δεν απαγορεύεται ο θυμός και η οργή εντελώς, αλλά «εική», δηλαδή, άνευ λόγου,·διότι, «εάν τις οργίζεται ευλόγως και επί παιδεία και κατά ζήλον πνευματικόν ου κατακριθήσεται» (MPG 123,192)! Ο Κύριος Ιησούς Χριστός πάλιν παρωμοίωσε τους μαθητάς του ως «άλας της γης» (Ματθ. 5,13).
Το άλας προφυλάσσει από την σήψιν. Με την παρομοίωσιν αυτήν ως να λέγει ο Κύριος ότι οι άνθρωποι έχουν σαπίσει εις την αμαρτίαν και προς «ιατρείαν της παγκοσμίας ταύτης σηπεδόνος (= σαπίλας)» αποστέλλονται οι μαθητές Του. Αλλά αυτοί, διά να θεραπεύσουν, πρέπει να δράσουν ως άλας. Την δράσιν αυτήν των μαθητών ως άλας ο Θεοφύλακτος (ο οποίος εις τα ερμηνευτικά του αποδίδει τον Χρυσόστομον) την εννοεί ως να λέγει ο Κύριος εις τους μαθητάς του: «Μη αποβάλητε την στρυφνότητα των ελέγχων, καν ονειδίζησθε, καν διώκησθε» (MPG 123,189).

Εις την Αγίαν Γραφήν, επαναλαμβάνω, έχομεν πολλάς τολμηράς εκφράσεις κατά των σκανδαλοποιών. Προχείρως λέγω μερικάς: Δεν είπε ο Χριστός τον βασιλέα Ηρώδην «αλεπού»; «Είπατε – είπε – τη αλώπεκι ταύτη» (Λουκ. 13,32). Δεν ωμίλησε ο απόστολος Παύλος εις τον αρχιερέα των Ιουδαίων με θυμόν και μάλιστα δεν τον απεκάλεσε «ασβεστωμένον τοίχον» («τοίχον κεκονιαμένον»· Πραξ. 23,3); Δεν είπε ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος τους Γραμματείς και Φαρισαίους, τους θεολόγους δηλαδή της εποχής εκείνης, «όφεις», και μάλιστα – προσβλητικώτερον ακόμη – δεν τους είπε και «γεννήματα εχιδνών» (Ματθ. 3,7); Μίαν παρατήρησιν: Διατί τους είπεν «όφεις» και δεν τους παρωμοίωσε με άλλον ζώον; Διότι ήθελε να τους είπη ότι είναι «διάβολοι», επειδή ο διάβολος ενεφανίσθη με μορφήν όφεως (Γεν. 3,1 εξ.). Και ο Κύριός μας είπε διά τους Ιουδαίους ότι έχουν πατέρα τον διάβολον:
«Υμείς εκ του πατρός του διαβόλου εστέ» (Ιωάν. 8,44). Και τον μαθητήν του Ιούδαν ο Χριστός τον είπε καθαρώς «διάβολον» (βλ. Ιωάν. 6,70), διότι εισήλθεν ο διάβολος εις την καρδίαν του (Ιωάν. 13,2). Βλ. και τα χωρία Β´ Τιμ. 2,11. 3,3. Τιτ. 2,3. Τον διάβολον όμως εμείς τον πτύομεν (!) και μάλιστα το κάμνομεν αυτό ως ομολογία πίστεως κατά το βάπτισμα. Ο ιερεύς επιτάσσει τον κατηχούμενον λέγων εις αυτόν: «Και εμφύσησον και έμπτυσον αυτόν».
Δηλαδή, «φτύστον»! Τον διάβολο να πτύση. Αλλά εις τα παραπάνω εδάφια η Γραφή ομιλεί και περί διαβόλων ανθρώπων. Που είναι λοιπόν το παράδοξον, αν πεί κανείς, από ιεράν αγανάκτησιν, διά τον διαπράττοντα μετ᾽ εγκαυχήσεως την σοδομικήν αμαρτίαν «φτύστε τον»; Εγώ προσωπικώς δεν έχω την δύναμιν να πω αυτήν την φράσιν, αλλ᾽ ο άγιος Καλαβρύτων την έχει. Εκείνος όμως, ο οποίος θα είχε ακόμη περισσότερον την δύναμιν να είπη αυτήν την φράσιν, θα ήταν ο μακαριστός Γέροντας της Φλώρινας και Πατριάρχης των υπέρ της Ορθοδόξου πίστεως αγώνων πατήρ Αυγουστίνος. Σας αναφέρω το εξής: Ήταν το έτος 1962 με υπουργόν Παιδείας τον Κασιμάτην, ο οποίος εκινήθη κατά του μαθήματος των Θρησκευτικών και εις ομιλίαν του εις τον Βόλον αυτός είπεν αναιδώς ότι «η Ελλάδα δεν έχει ανάγκην θεολόγων, αλλά μηχανικών». Τότε λοιπόν ημείς οι φοιτητές της θεολογίας εξηγέρθημεν εναντίον του ιταμού αυτού υπουργού και ο αριστούχος όλων των φοιτητών και «πουγκινάτορας» (= σαλπιγκτής) του αγώνος μας, τεταρτοετής τότε φοιτητής της θεολογίας Γεώργιος Μεταλληνός, εκάλεσαν τον ιεροκήρυκα της Αρχιεπισκοπής πατέρα Αυγουστίνον διά να μας εμψυχώση και να μας ενθαρρύνη. Ήμαστε 500 φοιτητές, όλοι ενωμένοι και σφιχτά δεμένοι και αποφασισμένοι διά θυσίας υπέρ του μαθήματος των θρησκευτικών εις τα Σχολεία.
Εις την πρόσκλησίν μας αυτήν ανταπεκρίθη ο πατήρ Αυγουστίνος και ήλθε να μας ομιλήση. Ενθυμούμαι ζωηρώς ότι εις την ομιλίαν του εκείνην μεταξύ των άλλων μας είπε τα εξής: «Προσέξτε, ω φοιτητές της θεολογίας, προσέξτε μη ρίψετε χαμηλά τον αγώνα σας, ως αγώνα για τον διορισμό σας. Το θέμα είναι, αν έχει θέση το Ευαγγέλιο στην χώρα μας ή όχι. Και αν έχει θέση το Ευαγγέλιο – και έχει βέβαια – , τότε μυριάδες θέσεις θα δημιουργηθούν για το μάθημα των θρησκευτικών. Γι᾽ αυτό να πάτε όλοι σας στον υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων. Στα χέρια σας να κρατάτε το άγιο Ευαγγέλιο. Και να του πείτε (ενθυμούμαι καλώς την ομιλίαν του μακαριστού Γέροντος, έτσι ακριβώς το είπε): “Κύριε υπουργέ, πιστεύετε στο Ευαγγέλιο;” Αν σας πεί “ναί”, καθήστε να συζητήσετε μαζί του. Αν σας πεί “όχι”, δώστε του ο καθένας από δέκα μούντζες και φύγετε»! Αυτός ο λόγος του θρυλικού ιεροκήρυκος πατρός Αυγουστίνου είναι κατά πολύ προσβλητικώτερος του λόγου του αγίου Αιγιαλείας «φτύστε τους».
5000 «μούντζες» θα «εισέπραττε» ο υπουργός Παιδείας Κασιμάτης από τους φοιτητές της Θεολογίας (500 Χ 10) κατά προτροπήν του μεγάλου ιεροκήρυκος Αυγουστίνου, του οποίου ο έπαινος πολύς εν τη Εκκλησία του Χριστού.
Αλλά περί αποτόμων εκφράσεων της Αγίας Γραφής κατά διεστραμμένων ανθρώπων ομιλών μη λησμονήσω και τον λόγον του Αποστόλου Παύλου προς τον μάγον Ελύμα. Του είπε ο Απόστολος: «Ω πλήρης παντός δόλου και πάσης ραδιουργίας, υιέ διαβόλου, εχθρέ πάσης δικαιοσύνης, ου παύση διαστρέφων τας οδούς Κυρίου τας ευθείας;» (Πραξ. 13,10). Θα δυνηθή τώρα κανείς να κατηγορήση τον Απόστολον Παύλον – του οποίου το όνομα τιμά δι᾽ εναρέτου πολιτείας και σοφής ποιμαντορίας ο άγιος Σιατίστης – ότι αυτός ο μέγας Απόστολος ομιλεί απρεπώς χωρίς αγάπην προς αποτυχημένους και αμαρτωλούς;
Αλλά, ακόμη, ας μη λησμονήσω και τον χαρακτηρισμόν της Αποκαλύψεως περί των ομοφυλοφίλων ως «κύνες», οι οποίοι αποκλείονται της Βασιλείας του Θεού: «Έξω οι κύνες» (22,15)! Περί των ομοφυλοφίλων πράγματι πρόκειται εδώ εις τον στίχον αυτόν της Αποκαλύψεως, όπως ερμηνεύουν ισχυροί ερμηνευτές. Λοιπόν, θα κατηγορήσομεν και τον συγγραφέα της Αποκαλύψεως, τον πεπλησμένον αγάπης Ευαγγελιστήν Ιωάννην, διά την έκφρασίν του αυτήν, ότι στερείται αγάπης και ευγενείας;

4. Αλλά κάτι άλλο θέλω να Σας γράψω τώρα, Σεβασμιώτατε άγιε Καλαβρύτων, αφού πρώτον δηλώσω και αύθις τον βαθύτατον σεβασμόν μου και θαυμασμόν μου, ακόμη δε και ευγνωμοσύνην μου προς Υμάς. Ως ελεύθερος και ειλικρινής που είσθε και ούτως εκφράζεσθε προς πάντας, παρακαλώ, επιτρέψατε και εις εμέ ούτω να εκφρασθώ προς Σας: Αυτό το θέμα, το περί ομοφυλοφίλων, και άλλα τινά θέματα που θίγετε κατά καιρούς, είναι θέματα ηθικής και ήθους γενικώς της πολιτείας των χριστιανών. Και πρέπει βεβαίως να προσέχωμεν το ήθος μας, διότι, όπως μας λέγει ο άγιος Ιγνάτιος ο θεοφόρος, οι χριστιανοί πρέπει να έχουν «ομοήθειαν Θεού» (Εις Μαγν. 6,2). Αλλά, περισσότερον από την ηθικήν είναι το δόγμα, η ιερά παράδοσις γενικώς της Εκκλησίας μας.
Διά δε την ακρίβειαν της πίστεως και των δογμάτων και η Αγία Γραφή και οι Ιεροί Κανόνες της Εκκλησίας μας είναι περισσότερον αυστηροί και επιθετικοί με δυνατές και ωμές εκφράσεις εναντίον εκείνων, οι οποίοι θέλουν να τα αλλοιώσουν και να τα παραλλάξουν. Ως μία απλήν αναφοράν δι᾽ αυτό που Σας λέγω, Σας παραπέμπω εις το χρονολογικόν πλαίσιον του 1ου ψαλμού. Εις την Ιουδαικήν κοινότητα, η οποία εκράτει την καθαράν μωσαικήν θρησκείαν, εισήλθον παράγοντες, οι οποίοι ήθελαν να την νοθεύσουν. Και το επέτυχαν πράγματι αυτό δημιουργήσαντες ένα κράμα μωσαικής μεν θρησκείας κατά βάσιν, αλλά έχουσα και άλλα ξένα στοιχεία από την ανθρωπίνην φιλοσοφίαν και άλλα θρησκεύματα (Οικουμενισμός). Μάλιστα, όπως μας δίνουν τα κείμενα να εννοήσωμεν, οι εραστές της κινήσεως αυτής είχαν δημιουργήσει χώρους, όπου συνήρχοντο και προσεκάλουν ακροατάς, διά να διαδώσουν και να ευρύνουν το κίνημά τους (πρβλ. τα ρήματα του στιχ. 1 «επορεύθη», «έστη», «εκάθισεν», τα οποία δηλούν τρεις συνεχείς ενεργείας του ανθρώπου, του πορευομένου να ευρεθή εις χώρον ομιλίας).
Εναντίον αυτών των δημιουργών και των κηρύκων της νοθεύσεως της καθαράς μωσαικής θρησκείας επιτίθεται ο άγνωστος συγγραφεύς του 1ου ψαλμού και τους αποκαλεί «διεφθαρμένους»! Αυτό σημαίνει το «λοιμοί», που λέγει ο 1ος στιχ. του ψαλμού: «Μακάριος ανήρ, ος... επί καθέδρα λοιμών ουκ εκάθισεν». Περισσότερον λοιπόν από την ηθικήν (πορνείαν, ομοφυλοφιλίαν κ.λπ.) είναι το δόγμα, η ιερά παράδοσις της πίστεώς μας.
Αλλά, Σεβασμιώτατε – συγχωρήσατέ με διά την αυθάδειάν μου –, ενώ Σας βλέπω και Σας ακούω να αγανακτήτε κατά των αναιδώς αμαρτανόντων και θεσπιζόντων ως νόμον την αμαρτίαν – και καλώς ποιείτε! – όμως δεν εδιάβασα κείμενά Σας στρεφόμενα κατά της αιρέσεως του Παπισμού και δεν είδα διαμαρτυρίαν Σας δυναμικήν (χαλαράν είδα) κατά των παραβάσεων των Ιερών Κανόνων διά τας συμπροσευχάς μετά των αιρετικών, και μάλιστα και αυτού του ιδίου του Πατριάρχου μας συμπροσευχομένου μετ᾽ αυτών. Πάλιν αιτούμαι την συγγνώμην Σας, αλλά, εάν τα ηκονημένα βέλη Σας τα ρίπτετε μονομερώς κατά των ανηθίκων θεσπισμάτων και όχι κατά πρώτον εναντίον της παραχαράξεως των δογμάτων, από τα οποία απορρέει η ηθική, θα Σας πούν... «ηθικιστήν». Πιστεύω ότι ημείς οι Αρχιερείς μετά τον αγώνα μας διά την προσωπικήν μας καθαρότητα και μετά την επιμελή μελέτην της Αγίας Γραφής και των θεολογικών συγγραμμάτων, οι αγώνες μας πρέπει να είναι διά τα δόγματα της πίστεώς μας πρώτον και έπειτα διά την ηθικήν, συνδεδεμένην όμως αυτήν με τα δόγματα.
Με την ευκαιρίαν του λόγου λέγω ότι, από όσα ηυκαίρησα να δω εις τα κατά της ομοφυλοφιλίας γραφέντα, δεν είδα επιχειρήματα στηριζόμενα εις το δόγμα. Και το δόγμα εν προκειμένω είναι: Η θεολογία του σώματος! Τω όντι! Μια βαθειά και γλυκειά ανάπτυξις αυτού του θέματος, αναφερομένη εις την δόξαν, την οποίαν αναμένει το σώμα του χριστιανού, όταν αυτό κρατείται καθαρόν από τους μολυσμούς της σαρκικής αμαρτίας – διότι, κατά την πατερικήν διδασκαλίαν, το «κατ᾽ εικόνα Θεού» αναφέρεται και εις το σώμα –, μία τέτοια διδασκαλία, λέγω, με απλότητα δοσμένη, δεν έχει γραφεί, νομίζω, εισέτι διά τα αγαπητά μας παιδιά. Η αγνότητα των νέων και των νεανίδων, αυτή θα βοηθήση διά μίαν ευτυχή οικογενειακήν ζωήν, διά την οποίαν τόσον πάσχει και αγωνίζεται επιτυχώς ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σιατίστης κ. Παύλος.
Τελείωσα, Σεβασμιώτατε Πάτερ, και ζητώ συγγνώμην διά την φλυαρίαν μου. Εάν κάποια θέσις της επιστολής μου είναι ενάντια προς την ορθόδοξον διδασκαλίαν, είμαι έτοιμος να την ανακαλέσω. Η αλήθεια πάντως είναι ότι πρέπει να προσέχωμεν να μην θραύεται η μεταξύ μας αγάπη. Με τας λογομαχίας μας όμως θραύεται η μεταξύ μας αγάπη. Το «λογομαχείν» μας το απαγορεύει ο απόστολος Παύλος εις Β´ Τιμ. 2,14, διότι «εις ουδέν χρήσιμον» αυτό, αλλά προξενεί την μεγάλην ζημίαν να είναι εις «καταστροφήν των ακουόντων», τον σκανδαλισμόν δηλαδή των πιστών.
Σας ευλαβούμαι και Σας αγαπώ πολύ.
Σας προσκυνώ μετά βαθυτάτου σεβασμού,
† Ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας
                                                                                                                   Πηγή


Σχόλιο:

Μήπως δὲν γνωρίζει ὁ κ. Ἱερεμίας τί λένε οἱ Ἅγιοι περὶ τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς; Τὰ γνωρίζει ὡς καθηγητής, μάλιστα, Πανεπιστημίου, ἀλλὰ παραμένει σὲ κοινωνία μαζί τους. Νὰ τοῦ ὑπενθυμίσουμε κάποιες φράσεις τῶν Πατέρων γιὰ τοὺς πιστούς (καὶ πρὸς ἐντροπήν του):
«Οὐδ’ ἂν πρὸς ὥραν (γράφει ὁ Μ. Βασίλειος) αὐτῶν ἐπεδεξάμεθα τὴν συνάφειαν, εἰ σκάζοντας (χωλαίνοντας) περὶ τὴν Πίστιν εὕρομεν»! Καὶ «Οἵτινες τὴν ὑγιᾶ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς ἑτερόφροσι, τοὺς τοιούτους, εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, ἀλλὰ μηδὲ ἀδελφοὺς ὀνομάζειν».

«Εἰ δέ τις προσποιεῖται ὁμολογεῖν μὲν ὀρθὴν πίστιν, φαίνεται δὲ κοινωνῶν ἐκείνοις (ἂν κάποιος προσποιούμενος ὁμολογεῖ τὴν ὀρθὴ πίστι, ἀλλὰ κοινωνεῖ  μὲ τοὺς αἱρετικούς) τὸν τοιοῦτον προτρέψασθε ἀπέχεσθαι τῆς τοιούτης συνηθείας· καὶ ἐὰν μὲν ἐπαγγέλληται, ἔχετε τὸν τοιοῦτον ὡς ἀδελφόν (καὶ ἐὰν σᾶς ὑποσχεθεῖ ὅτι θὰ διακόψει τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς –καὶ τὸ πράξει– νὰ τὸν ἔχετε ὡς ἀδελγό σας)· ἐὰν δὲ φιλονίκως ἐπιμένῃ τὸν τοιοῦτον παραιτῆσθε (ἀπομακρυνθεῖτε ἀπὸ αὐτόν)» (Μ. Ἀθανάσιος).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.