Ὅσα κείμενα κι ἂν
παρουσιάσουμε, οἱ Γ.Ο.Χ. συνεχίζουν μετὰ μανίας τὴν ὑπεράσπιση τῆς ἡμερολογιακῆς
"λατρείας", μόνο ποὺ μεταθέτουν τὰ ἐπιχειρήματά τους, συνδέοντας τὸ Ἡμερολόγιο
μὲ τὸ ἀνύπαρκτο δόγμα τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῷ ἡμερολογίῳ, τὸ Κανόνιο τοῦ Πάσχα κ.λπ.
Ὅλα αὐτὰ ἔχουν ἀπαντηθεῖ, ἀλλὰ οἱ Γ.Ο.Χ. τὰ ξεχνοῦν, καὶ μὲ νέες
δημοσιεύσεις τους ἐπανέρχονται εἰς τὰ ἴδια, ὅπως σὲ πρόσφατη δημοσίευση (ἐδῶ), ὄχι μόνο γιὰ νὰ συγκρατήσουν τοὺς ὀπαδούς τους, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ προσελκύσουν μὲ τὴν παραπλάνηση, ὅσους πιστοὺς ἔχουν ἀγανακτήσει ἀπὸ τὶς συνεχεῖς προδοσίες ἢ τὴν συνεχιζόμενη ἀδιαφορία τῶν "ὀρθοδόξων" ποιμένων!
Ἐπαναλαμβάνουμε λοιπόν δύο δημοσιεύσεις τοῦ π. Εὐθυμίου γιὰ τοὺς
πιστοὺς ποὺ κλονίζονται ἀπὸ τὰ ψεύδη καὶ τὶς παραπλανητικὲς δημοσιεύσεις τῶν
Γ.Ο.Χ., γιατὶ εἶναι σαφὲς πλέον ὅτι, ἂν ὁ ἀγώνας κατὰ τοῦ Οἰκουμενισμοῦ
καρκινοβατεῖ, μία ἀπὸ τὶς αἰτίες εἶναι ὁ ἐπηρεασμὸς πιστῶν (ποὺ ἀποτειχίστηκαν ἢ
σκέπτονται νὰ ἀποτειχιστοῦν) ἀπὸ τὶς
θεωρίες τῶν ἀντιμαχομένων παρατάξεων τῶν Γ.Ο.Χ.
Τοῦ Ἱερομονάχου π. Εὐθυμίου
Τρικαμηνᾶ
Τὸ κίνητρο τοῦ κειμένου αὐτοῦ εἶναι ἡ πρόσφατη συνομιλία μου μὲ κάποιον ἀδελφό,
ὁ ὁποῖος ἦταν θιασώτης καὶ λάτρης θὰ λέγαμε τοῦ Π.Η. Ἡ δὲ δημοσίευσις τῶν σκέψεων αὐτῶν ἀποσκοποῦν
στὸν εὐρύτερο προβληματισμό, ὅσων ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν ἀλήθεια ἐπὶ τοῦ θέματος
τούτου.
Ἰσχυρίζετο λοιπόν, ὁ ἐν λόγῳ ἀδελφός, ὅτι
πρέπει νὰ ἐπανέλθωμε εἰς τὸ Π.Η., διότι ἡ εἰσαγωγὴ τοῦ Ν.Η. ἔγινε ἀπὸ Μασώνους
καὶ αἱρετικοὺς Πατριάρχες καὶ Ἀρχιεπισκόπους καί, κυρίως, διότι
ἔγινε ἡ ἀλλαγὴ αὐτὴ μὲ κακὸ σκοπό, δηλαδὴ τὸν συνεορτασμὸ τῶν Ὀρθοδόξων μετὰ τῶν αἱρετικῶν.
ἔγινε ἡ ἀλλαγὴ αὐτὴ μὲ κακὸ σκοπό, δηλαδὴ τὸν συνεορτασμὸ τῶν Ὀρθοδόξων μετὰ τῶν αἱρετικῶν.
Ἐπὶ τοὺ παρόντος δὲν θὰ ἀσχοληθῶ μὲ τό, τί
σημαίνει συνεορτασμὸς καὶ τό, ἂν ἡ ταύτησις τῶν ἑορτῶν χρονικῶς σημαίνει καὶ
συνεορτασμὸ μὲ τοὺς αἱρετικούς, χωρὶς δηλαδὴ καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία μὲ
αὐτούς· ἀλλὰ θὰ ἀναφερθῶ στὸ πῶς ἡ Ἐκκλησία ἀντιμετώπισε παρόμοιες περιπτώσεις
καὶ ποιά ἦταν ἡ σκέψις τῶν Πατέρων, προκειμένου νὰ ἀποδεχθοῦν ἢ ὄχι, αὐτὰ τὰ ὁποῖα
προήρχοντο ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς. Διότι εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν δὲν εὑρισκόμεθα, ὅταν ἀκολουθοῦμε
κατὰ γράμμα τὶς διατάξεις καὶ παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ὅταν τὶς ἀκολουθοῦμε
κατὰ πνεῦμα, ὅπως συμβαίνει καὶ στὴν περίπτωσι τῆς πολυσυζητημένης Ἀκρίβειας καὶ
Οἰκονομίας. Ὁ λόγος δὲ τοῦ Θεοῦ μᾶς ὁδηγεῖ εἰς τὴν κατὰ πνεῦμα τήρηση τῶν ἐκκλησιαστικῶν
παραδόσεων ἢ διατάξεων, διότι λέγει ὅτι «τὸ γὰρ γράμμα ἀποκτείνει
τὸ δὲ πνεῦμα ζωοποιεῖ» (Β΄Κορ.
3, 6).
Κατ’ αὐτὴν τὴν ἔννοια οἱ Πατέρες δὲν ἐστάθησαν
εἰς τὴν ἀκρίβεια τοῦ γράμματος, ἀλλὰ εἰς τὴν Οἰκονομία τοῦ πνεύματος, ὑπὸ τὴν αὐστηρὰ
προϋπόθεσιν τοῦ διαχρονικοῦ Πατερικοῦ περιορισμοῦ, ὁ ὁποῖος λέγει· «Οἰκονομητέον ἔνθα μὴ παρανομητέον». Δηλαδὴ ἡ Οἰκονομία ἀποσκοπεῖ εἰς τὴν σωτηρία τῶν
πολλῶν, καὶ ἰδίως τῶν ἀδυνάτων καὶ ὄχι, φυσικά, στὸν συναγελασμὸ μὲ τοὺς αἱρετικούς,
στὴν νοθεία τῆς πίστεως ἢ στὸ «ἥξεις ἀφήξεις»
τῆς λεγομένης δυνητικῆς ἑρμηνείας τοῦ 15ου κανόνος τῆς Πρωτοδευτέρας
Συνόδου κ.λπ.
Διὰ νὰ ἰδοῦμε λοιπόν, τὸ πῶς ἔπρεπε τότε
καὶ πῶς πρέπει στὶς ἡμέρες μας νὰ ἀντιμετωπισθῆ ἡ ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου, θὰ ἀναφέρωμε
ἕνα παρόμοιο γεγονὸς καὶ τὸ πῶς ἀντιμετωπίστηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ μάλιστα δι’
ἀποφάσεων Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Θὰ ἀναφέρωμε τὴν τοπικὴ Σύνοδο τῆς Ἀντιοχείας,
ἡ ὁποία, σύμφωνα μὲ τὴν ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, ἔλαβε ἐπικύρωσι τῶν
Κανόνων της ἀορίστως ἀπὸ τὴν 4η καὶ τὴν 7η Οἰκουμενικὲς
Συνόδους καὶ ὡρισμένως ἀπὸ τὴν 6η Οἰκουμενική.
Ἡ Σύνοδος λοιπὸν
αὐτὴ ἦτο καθαρὰ αἱρετικὴ καὶ ὡς πρὸς τὴν σύνθεσι
καὶ ὡς πρὸς τὸν σκοπό. Διότι οἱ Ἐπίσκοποι, οἱ ὁποῖοι τὴν συνεκρότησαν, ἦσαν Ἀρειανοὶ
καὶ ὁ σκοπὸς των ἦτο ἡ ἀνατροπὴ τοῦ Ὁμοουσίου, δηλαδὴ τοῦ Συμβόλου τῆς
Πίστεως.
Γράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος στὰ Προλεγόμενα
τῆς Συνόδου ταύτης, εἰς τὴν 2α ὑποσημείωσι, τὰ ἑξῆς:
«Ἡ αἰτία ὅπου συνήχθη ἡ παροῦσα Σύνοδος ἧτον αὕτη. Ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος
ἔκτισεν Ἐκκλησίαν μεγάλην εἰς τὴν Ἀντιόχειαν ὀκτάγωνον, καταλιπὼν αὐτὴν ἀτελῆ· ἐτελείωσε
δὲ αὐτὴν ὁ Κωνστάντιος ὁ υἱὸς αὐτοῦ, ὅστις παρὼν ἐν Ἀντιοχείᾳ χάριν τοῦ Περσικοῦ
πολέμου, ἠθέλησε νὰ ἐγκαινιάσῃ τὴν αὐτὴν Ἐκκλησίαν μετὰ πέντε χρόνους ὕστερα ἀπὸ
τὴν κοίμησιν τοῦ πατρός του. Ὅθεν ὁ Κωνσταντινουπόλεως Εὐσέβιος, λαβὼν ἀφορμήν,
ἔπεισε τὸν Βασιλέα καὶ ἤθροισε τὴν παροῦσαν Σύνοδον, κατὰ μὲν τὸ φαινόμενον, διὰ
νὰ γίνουν τάχα λαμπρότερα τὰ ἐγκαίνια, κατὰ δὲ τὸ κρυπτόμενον, διὰ ἀνατροπὴν τοῦ ὁμοουσίου, ὡς λέγει ὁ Σωκράτης
(βιβλ. β΄. κεφ. η΄)».
Εἰς τὸν 4ον Κανόνα αὐτῆς τῆς Συνόδου,
ὁ ὁποῖος εἶναι καὶ τὸ ἀντιλεγόμενο σημεῖο, καὶ ἡ, κατὰ τὸ δὴ λεγόμενο, πέτρα τοῦ
σκανδάλου, ὁ ἅγιος Νικόδημος στὴν ὑποσημείωσι ἀναφέρει τὰ ἑξῆς σημαντικά:
«…Σημείωσε δὲ ὅτι ἐπειδὴ εἰς τὴν παροῦσαν Σύνοδο ἔξαρχος ἦτο ὁ Ἀρειανὸς Εὐσέβιος καὶ οἱ αὐτοῦ ἀκόλουθοι,
διὰ τοῦτο ἀδιόριστον ἀφῆκε τὸν παρόντα Κανόνα, ἵνα βοηθῇ εἰς αὐτοὺς ἐναντίον τῶν
τότε διωκομένων Πατέρων ὑπ’ αὐτῶν, καὶ μάλιστα κατὰ τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου. Διὰ τοῦτο
ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, ἀλλὰ δὴ καὶ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος κατὰ Σωκρ. Βιβλ. στ΄. Κεφ.
18. κατηγόρησαν τὸν Κανόνα τοῦτον πὼς δὲν εἶναι τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ τῆς
τῶν Ἀρρειανῶν· διότι καὶ τὸν Ἀθανάσιον διὰ τοῦ Κανόνος τούτου ἐκάθῃραν οἱ Εὐσεβιανοί,
καὶ τὸν Χρυσόστομον ἐζήτησαν νὰ καθῄρουν οἱ ἐν Κωνσταντινουπόλει κατ’ αὐτοῦ
συναχθέντες Ἐπίσκοποι, ἐπειδὴ τάχα ἀφ’ οὗ καθῃρέθη, ἐπήδησεν εἰς τὸν θρόνον,
χωρὶς νὰ ψηφίσῃ ἄλλη Σύνοδος τὰ περὶ αὐτοῦ. Καὶ ὁ Πάπας δὲ Ἰνοκέντιος εἰς τὴν ἐπιστολὴν
ὁποῦ στέλλει πρὸς τοὺς Κωνσταντινουπολίτας ὑπὲρ τοῦ Χρυσοστόμου κατηγορεῖ τὸν
τοιοῦτον Κανόνα κατὰ τὸν Σωζόμενον, βιβλ. η΄. Κεφ. κστ΄. καὶ κατὰ τὸν Δοσίθεον
(σελ. 433. περὶ τῶν ἐν Ἱεροσολύμ. Πατριαρχευσ.), ἡ δὲ δ΄. Οἰκουμενικὴ Σύνοδος αὐτὸν
ἀποδέχεται, ὡς εἴπομεν, καὶ ἡ Στ΄ Οἰκουμενική. Διὰ τοῦτο κάμνει χρεία νὰ
προσδιοριστῆ ἵνα μένῃ ἀκατηγόρητος κ.λπ.».
Ἐδῶ λοιπὸν ἔχουμε καὶ κανόνα εἰδικό, τὸν
ὁποῖο συνέθεσαν οἱ αἱρετικοί, μὲ σκοπὸ νὰ καθαιρέσουν τοὺς Ὀρθοδόξους ὁμολογητὲς
καὶ εἰδικὰ τὸν ἅγιο Ἀθανάσιο. Διὰ τοῦτο ὁ ἅγιος Νικόδημος ἀναφέρει κατωτέρω τὶς
προϋποθέσεις, οἱ ὁποῖες πρέπει νὰ ὑπάρχουν, εἰς τρόπον ὥστε ὁ Κανόνας αὐτὸς νὰ
τεθεῖ σὲ Ὀρθόδοξα πλαίσια καὶ νὰ εἶναι ἀκατηγόρητος.
Πρέπει ἐν συνεχείᾳ νὰ ἀναφέρωμε τὶς ὁμοιότητες
καὶ τὶς διαφορὲς τῆς Συνόδου αὐτῆς τῆς Ἀντιοχείας καὶ τῆς Συνόδου τοῦ 1923 εἰς
τὴν Κων/πολι διὰ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ Ἡμερολογίου.
Εἰς τὴν Σύνοδο λοιπόν τὴς Ἀντιοχείας ἔχουμε
δεδηλωμένους αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι τὴν συνεκρότησαν μὲ σκοπὸ τὴν ἀλλοίωσι τῆς Ὀρθοδόξου
πίστεως. Εἰς τὴν Σύνοδον τοῦ 1923 εἰς τὴν Κων/πολι ἔχομε, σύμφωνα μὲ τοὺς
Γ.Ο.Χ., παρομοίως αἱρετικοὺς καὶ Μασώνους, οἰ ὁποῖοι τὴν συνεκρότησαν μὲ σκοπὸ αἱρετικὸ
καὶ δόλιο, τὴν διὰ τοῦ συνεορτασμοῦ προσέγγισι μὲ τοὺς αἱρετικούς.
Ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν
περιπτώσεων εἶναι ὅτι οἱ ἱεροὶ Κανόνες εἶναι μέσα στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι
οἱ ὁδοδεῖκτες καὶ τὸ πηδάλιο της, ἡ περιφρούρησις τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ ἡ
πρακτικὴ ἐφαρμογή της κ.λπ., ἐνῶ εἰς τὴν περίπτωσι τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου,
πρόκειται γιὰ τὴν διόρθωσι ἑνὸς λάθους ἀστρονομικοῦ· πρόκειται γιὰ κάτι κατ’ οὐσίαν
ἐκτὸς Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖο τὸ χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία γιὰ τὶς λειτουργικές της ἀνάγκες,
καὶ δὴ τὴν τοποθέτησι εἰς αὐτὸ τοῦ ἑορτολογίου· πρόκειται, τέλος πάντων, γιὰ
κάτι τὸ ὁποῖο οὐδεμία δογματικὴ ἢ σωτηριολογικὴ σημασία ἔχει. Εἶναι σάν, ἐπὶ
παραδείγματι, τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἐθνικοῦ μας νομίσματος ἀπὸ τὴν δραχμὴ εἰς τὸ εὐρώ,
τὴν ὁποία καλῶς ἢ κακῶς ἔκανε ἡ πολιτεία, καὶ ἡ Ἐκκλησία δέχθηκε νὰ χρησιμοποιῆ
τὸ εὐρὼ στὶς καθημερινὲς συναλλαγές της, διότι τὸ θέμα αὐτὸ κατ’ οὐσίαν οὐδεμία
δογματικὴ ἢ σωτηριολογικὴ προέκτασι ἔχει.
Ἡ μεγαλύτερη ὅμως διαφορά, μεταξὺ τῶν
δύο περιπτώσεων εἶναι ὅτι οἱ αἱρετικοὶ ἐφάρμοσαν τοὺς Κανόνες αὐτῆς τῆς Συνόδου
διὰ νὰ ἐξοντώσουν τοὺς Ὀρθοδόξους ὁμολογητὲς καί, βέβαια, ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ Ἅγιοι
καὶ μεγάλοι οἰκουμενικοὶ διδάσκαλοι Ἀθανάσιος καὶ Χρυσόστομος κατηγόρησαν τὴν
Σύνοδο αὐτὴ καὶ τοὺς Κανόνες της. Εἰς τὴν περίπτωσι ὅμως τῆς ἀλλαγῆς τοῦ Ἡμερολογίου
δὲν ἔχουμε ἐφαρμογὴ τῆς ἀποφάσεως ὡς πρὸς τὸν σκοπό της, διότι ὁ συνεορτασμὸς
προϋποθέτει τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία καί, ὅταν ὑπάρχει ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία,
ὑπάρχει καὶ συνεορτασμός, ἔστω καὶ ἂν ἔχουμε διαφορετικὰ Ἡμερολόγια καὶ
διαφορετικὲς ἑορτές. Ὅταν δέ, δὲν ὑπάρχει ἐκκλησιαστικὴ κοινωνία, δὲν ὑπάρχει
καὶ συνεορτασμός, ἔστω καὶ ἂν συμπίπτουν ἡμερολογιακῶς οἱ ἑορτὲς Ὀρθοδόξων καὶ
αἱρετικῶν. Κλασσικὸ παράδειγμα εἶναι ἡ ἑορτὴ τοῦ Πάσχα, ἡ ὁποία ἐνίοτε συμπίπτει
μὲ τὸ Πάσχα τῶν Παπικῶν. Οὐδεὶς ὅμως ἐχέφρων εἶπε ἢ διενοήθη, ὅτι συνεορτάζωμε μὲ
τοὺς Παπικοὺς λόγῳ αὐτῆς τῆς συμπτώσεως, ἐπειδὴ λείπει ἡ ἐκκλησιαστικὴ
κοινωνία.
Ἐκ τῶν ὁμοιοτήτων καὶ διαφορῶν, τὶς ὁποῖες
ἀνωτέρω περιγράψαμε, ἐξάγεται τὸ συμπέρασμα ὅτι εἰς τὴν Σύνοδο τῆς Ἀντιοχείας ἔχουμε
ἀποφάσεις καθαρὰ ἐκκλησιαστικές, μὲ δυσμενεῖς προεκτάσεις καὶ ἐφαρμογὲς γιὰ τοὺς
Ὀρθοδόξους, οἱ ὁποῖες κανονικὰ δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ γίνουν δεκτὲς ἀπὸ τὶς Οἰκουμενικὲς
Συνόδους. Οἱ Πατέρες ὅμως τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἐδέχθησαν τοὺς Κανόνες αὐτούς,
ἐπειδὴ ἐπροχώρησαν εἰς τὸ πνεῦμα τοῦ νόμου καὶ ὄχι εἰς τὸ γράμμα καὶ
διεπίστωσαν ὅτι δὲν ἐναντιοῦνται εἰς τὴν Ἁγία Γραφή, οὔτε, ὀρθὰ ἑρμηνευόμενοι, ἔχουν
κάποια μομφὴ ἢ κατηγορία, παρότι ἐθεσπίσθησαν ἀπὸ αἱρετικούς.
Εἰς τὴν περίπτωσιν ἀπεναντίας τῆς ἀλλαγῆς
τοῦ Ἡμερολογίου οἱ Γ.Ο.Χ. δὲν ἀπεδέχθησαν τὶς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου αὐτῆς,
μολονότι τὸ θέμα τοῦ Ἡμερολογίου οὐδεμία ἐκκλησιαστικὴ προέκτασι ἔχει, οὔτε
δογματική, πολὺ περισσότερο σωτηριολογική. Δι’ αὐτὸ προφανῶς τὸ συνέδεσαν μὲ τὸ
ἑορτολόγιο καὶ ὁμιλοῦν δι’ ἀλλαγὴ τοῦ ἑορτολογίου, καὶ δι’ αὐτὸ ἐσκηνοθέτησαν ὅτι
δῆθεν ἐθεσπίσθη ἀπὸ τὴν πρώτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, καὶ δι’ αὐτὸ τὸ ἱεροποίησαν
καὶ εἶπαν ὅτι ἔχει δογματικὲς καὶ σωτηριολογικὲς διαστάσεις καὶ τόσα ἄλλα. Καὶ
εἰς τὴν περίπτωσι τῶν Γ.Ο.Χ. δὲν ἔχουμε οὔτε κἂν ἐμμονὴ εἰς τὸ γράμμα τοῦ
νόμου, διότι δὲν ὑπάρχει εἰς τὴν Ἐκκλησία οὔτε νόμος, οὔτε λέξι, οὔτε γράμμα, τὸ
ὁποῖο νὰ ὁμιλῆ γιὰ Ἡμερολόγια καί, κατὰ κάποιον τρόπο, νὰ δικαιολογῆ τὴν ἀπόσχισι
καὶ ἀποτείχισί των.
Τὸ ὅτι τέλος ἡ ἀλλαγή, ὅπως ἀναφέρουν ἔγινε
ἀπὸ αἱρετικοὺς καὶ Μασόνους, αὐτὸ πάλι δὲν δικαιολογεῖ τὴν ἀποτείχισί των,
διότι τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων καὶ τῶν Συνόδων, ὅπως ἀποδείξαμε μὲ τὴν Σύνοδο τῆς Ἀντιοχείας,
δὲν εἶναι τὸ ἀπὸ ποίους θεσπίζεται κάτι, ἢ μὲ ποιόν σκοπὸ τὸ ἐθέσπισαν, ἀλλὰ τὸ ἂν
αὐτὸ εἶναι σύμφωνο μὲ τὴν Ἁγία Γραφή, τοὺς ἱεροὺς Κανόνες καὶ τὴν Ὀρθόδοξη
Παράδοσι.
Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν
Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἀπεδέχθη καὶ τοὺς Κανόνες τοῦ Θεοφίλου Ἀλεξανδρείας, ὁ ὁποῖος
ὡς γνωστὸν ἦτο ἀπηνὴς διώκτης τοῦ Χρυσοστόμου ἁγίου, τῶν μακρῶν ἀδελφῶν, τῶν
μοναχῶν τῆς Αἰγύπτου κ.λπ. Ἡ ἀναγνώρισις
δηλαδὴ ἔγινε, ἐπειδὴ οἱ Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων διεπίστωσαν ὅτι οἱ
Κανόνες αὐτοὶ δὲν ἐναντιοῦνται εἰς τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν Παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐν κατακλεῖδι, ἂν σήμερα οἱ Γ.Ο.Χ. ἀποδείξουν
ὅτι τὸ Ν.Η. μᾶς βλάπτει εἰς τὴν πίστι, ἢ ὅτι ἀντιτίθεται εἰς τὴν Ἁγία γραφή, τοὺς
ἱεροὺς Κανόνες κ.λπ., θὰ πρέπη καὶ ἐμεῖς πάραυτα νὰ ἀκολουθήσωμε τὸ Π.Η., διότι
προφανῶς ὑπάρχουν σωτηριολογικὲς διαστάσεις. Ἂν ὅμως δὲν μποροῦν αὐτὸ νὰ τὸ ἀποδείξουν,
θὰ πρέπη νὰ ἀλλάξουν πολλὰ πράγματα ἀπὸ τὰ πιστεύω τους ὡς πρὸς τὸ Π.Η., καὶ ἂν
τέλος πάντων θέλουν γιὰ συναισθηματικοὺς καὶ μόνο λόγους νὰ τὸ κρατήσουν, ἔχουν
κάθε δικαίωμα. Ὅμως εἶναι πλάνη καὶ αἵρεσι νὰ μὴν ἐπικοινωνοῦν ἐκκλησιαστικὰ
σήμερα μὲ τοὺς Ἀποτειχισμένους ἀπὸ τὴν αἵρεσι καὶ ἀκολουθοῦντας τὸ Ν.Η. καὶ δι’
αὐτοῦ τοῦ τρόπου νὰ τὸ ἀναγάγουν σὲ θέμα πίστεως. Δὲν ὁμιλοῦμε βεβαίως δι’ αὐτούς,
οἱ ὁποῖοι ἀνήκουν σὲ Συνόδους τῶν Γ.Ο.Χ., διότι αὐτοὶ εἶναι προβληματικοὶ καὶ
δι’ ἄλλους λόγους.
Ἱερομόναχος Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς
ΟΙ ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΓΟΧ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ παρασυναγωγή των σχισματικών Γ.Ο.Χ είναι η πληρέστερη αποτύπωση Φαρισαϊκής «ορθόδοξης» θρησκευτικότητας εξ υποστάσεως. Έχουν πλήρη προσήλωση στο γράμμα του νόμου, κατά τη δική τους και μόνο ερμηνεία και πράξη. Επιδεικνύουν υποτιμητικά ολοκληρωτική αποστροφή του προσώπου τους από τις σχετικές ενέργειες και πράξεις της Εκκλησίας μέσα στους αιώνες. Δεν έχουν καμία πνευματική, ζωντανή σχέση με τον Κύριο. Δεν μπορούν να καταλάβουν θεωρητικά καν την ανάλογη εμπειρία, είτε είναι αποτυπωμένη από τους Αγίους έως και από τον πιο απλό πιστό, ο οποίος εισακούεται στην ατελή αλλά με θέρμη καρδίας και ένταση προσοχής προσευχή του. Μία αναλογία θα μπορούσε να είναι ενός εκ των μάγων «ιατρού» και ενός αρρώστου ιθαγενή στη ζούγκλα, όπου τους εξηγείται με λόγια η πολυτελής νοσοκομειακή περίθαλψη του δυτικού κόσμου. Ο Κύριος αποστρέφει το πρόσωπό του από τις τυπολατρικές προσευχές των ΓΟΧ, λόγω της μεγίστης ανυπακοής, υποκρισίας και ψέματος που εκ συστάσεως έχει η συγκεκριμένη θεωρία και σχισματική ημερολογιακή δικαιολογία του κινήματος. Μία από τις αποδείξεις είναι ακριβώς η επανάληψη των "επιχειρημάτων", τα οποία έχουν απαντηθεί και συντριβεί. Η συνολική θεωρία τους αλλά και δόλια τακτική τους, βασίζονται σε ανέντιμη τακτική αποπροσανατολισμού. Ο αντικειμενικός παρατηρητής διαπιστώνει πολυλογία χωρίς ουσία και τακτική προπαγάνδας, δηλαδή τα επιχειρήματα της άλλης πλευράς τα γνωρίζουν, αλλά ύπουλα τα υποκρύπτουν.Κάνουν μία κουραστική και ανούσια επαναληπτική παρουσίαση των απαντημένων τους θέσεων. Σε επίπεδο συμπεριφοράς μπορούν να θεωρηθούν ως η επιτομή της ισχυρογνωμοσύνης με παρωπίδες που αφήνουν μόνο μία χαραμάδα φωτός. Η κατάσταση είναι όντως θλιβερή. Η πνευματική κατάστασή τους δεν έχει καμία σχέση με την εσωτερική εμπειρία της Ορθοδοξίας ως προκαταβολή της ουράνιας βασιλείας Του. Όπως αποδείχτηκε και σε πρόσφατο διάλογο, κρατούν μόνο τον εξωτερικό τύπο και τα λόγια της προσευχής και όχι την ουσία που είναι η διάθεση της καρδιάς και όχι τα λόγια.Δεν έχουν κάνει καν τον "κόπο" να διαβάσουν τα λόγια των ορθοδόξων ασκητών περί προσευχής όπως είναι το γεροντικό κι άλλα. Δεν γνωρίζουν καν σε θεωρητικό επίπεδο ποια είναι τα τέσσερα βασικά μέρη και ενότητες της προσευχής. Επιπρόσθετα η ημιμάθεια τους οδηγεί να κατηγορούν όποιον δεν σκέφτεται περιορισμένα σαν κι αυτούς. Νομίζουν υποσυνείδητα ότι αποτελούν το κέντρο αναφοράς της ορθόδοξης γνώσης και εμπειρίας. Όποιος τυχόν γνωρίζει κάτι διαφορετικό από τις δικές τους πληροφορήσεις, συκοφαντείτε άνευ αξιόπιστων πατερικών αποδείξεων σαν «αμφίβολου ή πλανεμένου» Ορθοδοξίας.Πού να βρουν άλλωστε χρόνο και όρεξη να αναζητήσουν την αλήθεια και την επιπλέον γνώση, αφού ασχολούνται με τις λεπτομέρειες των αριθμών και των ημερολογίων. Το τραγικό είναι ότι παρ'όλη την ανέντιμη συμπεριφορά τους, έχουν απαιτήσεις. Aξιώνουν μάλιστα σοβαρότητα και αδελφική αντιμετώπιση, κατηγορώντας για μίσος όσους αναδεικνύουν την πλάνη τους. Είναι ποτέ δυνατόν ο κομπογιαννίτης γιατρός να έχει ισότιμη αντιμετώπιση από τον Ιατρικό Σύλλογο;
Οι Γοχ είναι μέγιστοι τυπολάτρες. Η εξωτερική κατάσταση και τα χαρακτηριστικά ομοιάζουν με τους ουνίτες μπορούμε να πούμε, με τη διαφορά ότι έχουνε τη δική τους συνοδική κεφαλή αντί του Πάπα Ρώμης. Καταπιάνονται υπερβολικά με τα εξωτερικά γνωρίσματα της λατρευτικής θρησκευτικότητας, ακριβώς γιατί ποτέ δεν έχουν την βιωματική εμπειρία του Αγίου Πνεύματος. Δεν μπορούν να επιδείξουν ποτέ όλες αυτές τις δεκαετίες ένα σύγχρονο και αδιαμφισβήτητο θαύμα ή έναν αληθινό χαρισματούχο άνθρωπο.