Στὸ ἐρώτημα ἀναγνώστη σχετικὰ μὲ τὶς θέσεις τοῦ π. Εὐθυμίου
στὴν ὁμιλία του ποὺ δημοσιεύσαμε (ἐδῶ), σημειώνουμε ὅτι οἱ θέσεις ποὺ παρέθεσε ἐκεῖ, δὲν εἶναι θέσεις δικές του, ἀλλὰ τῶν Ἁγίων
Πατέρων. Πρὸς ἐπίρρωσιν τῶν λεγομένων δημοσιεύουμε ἀπόσπασμα ἀπὸ ἄλλο ἄρθρο, ποὺ
περιέχει τὶς ὀρθόδοξες θέσεις τῶν ἐπὶ Βέκκου Ἁγιορειτῶν Πατέρων.
Ἡ Ἐπιστολὴ τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Παλαιολόγο εἶναι ἕνα κείμενο ὁμολογιακό, ἀπὸ πραγματικοὺς Ὁμολογητὲς Πατέρες, ὄχι μόνο στὰ λόγια καὶ στὶς διακηρύξεις, ἀλλὰ καὶ στὶς πράξεις, κάτι ποὺ δυστυχῶς δὲν συμβαίνει μὲ τοὺς σύγχρονους «ἀντι-Οἰκουμενιστές». Καὶ ἐννοοῦμε ἐκείνους οἱ ὁποῖοι, ἐπικαλοῦνται τὰ λόγια τῶν Ὁμολογητῶν Πατέρων τοῦ παρελθόντος, ἀλλὰ μὲ τὶς πράξεις τους τὰ ἀθετοῦν· καὶ τὸ κυριότερο (γιατὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει πρωτίστως), ὄχι μόνο τὰ ἀθετοῦν, ἀλλὰ διδάσκουν αὐτὴ τὴν ἀθέτηση καὶ στὸ Λαὸ τοῦ Θεοῦ, καὶ οὐσιαστικὰ ἐπιχειροῦν τὴν δικαίωση αὐτῆς τῆς διαστροφῆς τῆς ἁγιοπατερικῆς μας Παραδόσεως ποὺ αὐτοὶ διαπράττουν καὶ τὴν θεσμοθέτησή της ὡς τῆς κανονικῆς ὁδοῦ, ὡς τῆς «βασιλικῆς» ὁδοῦ στάσεως καὶ ἀντιδράσεως κατὰ τῶν Αἱρετικῶν, ὅπως ἔχουν ἰσχυριστεῖ!
Παραθέτουμε
ὁλόκληρη τὴν Ἐπιστολὴ τῶν Ἁγιορειτῶν ἐπὶ Βέκκου
Πατέρων, ἀφοῦ πρῶτα εἰσαγωγικά, σχολιάσουμε κάποια σημεῖα της, κι ἴσως
κάποιοι παρακινηθοῦν νὰ τὴν ξαναδοῦν μὲ ἄλλο μάτι, ἴσως κάποιοι πιστοί, δεμένοι
στὸ ἅρμα βαρέων ὀνομάτων, συνειδητοποιήσουν ποιά εἶναι ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία καὶ
Παράδοση στὸ θέμα τῆς ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τοὺς αἱρετικούς.
Ἡ Ἐπιστολὴ αὐτή (ὅπως δηλώνεται ἀπὸ τὸν τίτλο της)
ἀπευθύνεται
στὸν
αὐτοκράτρορα Μιχαὴλ Παλαιολόγο, ὁ ὁποῖος γιὰ καθαρὰ πολιτικούς-στρατιωτικοὺς
λόγους, κατάφερε νὰ ἐπιτύχει μιὰ μονομερὴ ἕνωση μὲ τοὺς Λατίνους τὸ 1274, τὴν ὁποία
ὑπέγραψαν ἐλάχιστοι ἱερωμένοι καὶ τὴν ὁποία δὲν δέχτηκε τὸ σύνολο τοῦ πιστοῦ Λαοῦ τοῦ
Θεοῦ καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀλλὰ κυρίως στὰ ἄλλα τρία Ὀρθόδοξα Πατριαρχεῖα τῆς Ἀνατολῆς.
Κι αὐτὸ ἔχει μεγάλη σημασία, ἂν ἀναλογιστοῦμε ὅτι τὴν Κολυμπάρια Σύνοδο καὶ
γενικὰ τὸν Οἰκουμενισμό, ἔχουν σήμερα ἀποδεχτεῖ ΟΛΑ τὰ Πατριαρχεῖα καὶ οἱ τοπικὲς
Ἐκκλησίες, εἴτε ἐνεργά, εἴτε παθητικὰ καὶ διὰ τῆς σιωπῆς καὶ κοινωνίας μὲ τοὺς
κηρύττοντας τὴν αἵρεση.
Διαβάζουμε
στὸ «ΔΟΚΙΜΙΟΝ ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ» τοῦ Καλλίστου Βλαστοῦ: «Ἀλλ᾿ ὁπωσδήποτε
καὶ ἂν ἐγένετο ἡ ἕνωσις, ταύτην ἐδέχετο μόνον ὁ αὐτοκράτωρ καὶ
ὀλίγοι τινὲς τῶν
περὶ αὐτόν. Ὁ δὲ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ἰωσὴφ καὶ οἱ πλεῖστοι τῶν περὶ αὐτὸν ἀρχιερέων καὶ κληρικῶν ἀπεδοκίμαζον
αὐτήν. Πρὸς
δὲ καὶ οἱ Πατριάρχαι Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας
καὶ Ἱεροσολύμων μετὰ τῶν περὶ αὐτοὺς
ἐπισκόπων καὶ κληρικῶν οὐδαμῶς ἔστεργον τὴν τοιαύτην ἕνωσιν· διότι οὐδὲ γνῶσιν τῶν γινομένων εἶχον,
ἀφ᾿ οὗ αἱ περὶ τῆς ἑνώσεως διαπραγματεύσεις περιωρίζοντο μόνον εἰς τὴν ἐν
Κωνσταντινουπόλει Ἐκκλησίαν» (Ἐδῶ).
«Τελικά έγινε η
επιδιωκόμενη από τον αυτοκράτορα ένωση στην παπική ΙΔ΄ Οικουμενική Σύνοδο της
Λυών 1274. Παρά τις πιέσεις όμως εκ μέρους του Μιχαήλ, η
ένωση δεν έγινε στην Ανατολή δεκτή παρά μόνο από τους φιλενωτικούς συνεργάτες του, με
εξέχοντα τον μετέπειτα Πατριάρχη Ιωάννη
Βέκκο (1275-1282). Η σθεναρά αντίσταση του πατριάρχου Αρσενίου Αυτωρειανού (1255-1260) οδήγησε στο “αρσενιανό σχίσμα”» (Ἐδῶ).
Βλέπουμε,
λοιπόν, ὅτι σήμερα συμβαίνει τὸ ἀντίθετο ἀπ’ ὅ,τι ἐκείνη τὴν ἐποχή. Ἐνῶ δηλαδὴ
τότε, «η ένωση δεν έγινε στην Ανατολή δεκτή»,
σήμερα ὅλοι οἱ Ποιμένες, οἱ «ἡγέτες» δηλαδὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας «οἱ πλεῖστοι τῶν περὶ Βαρθολομαῖον ἀρχιερέων καὶ κληρικῶν» ὄχι
μόνο δὲν ἀποδοκιμάζουν τὸν Συνοδικὰ κατοχυρωμένο Οἰκουμενισμό, ὡς μισθωτοί, ἀλλὰ
καὶ ἐπικυρώνουν
μὲ τὰ ἔργα τους ἢ τὴν ἀπραξία τους τὴν γραμμὴ
Βαρθολομαίου, κοινωνοῦντες μετὰ τῶν αἱρετικῶν! Καλύτερα· ἀποδέχονται ἔμμεσα τὴν
γραμμὴ τοῦ Πάπα καὶ τῆς ὁποιασδήποτε (γνωστῆς ἢ ἄγνωστης) Νεοταξίτικης ἡγεσίας
ποὺ κατευθύνει τὰ πράγματα σὲ παγκόσμιο ἐπίπεδο διὰ μέσου τῶν Οἰκουμενιστῶν! Οἱ
δὲ ἐλάχιστοι ἀντι-οἰκουμενιστὲς Πατέρες, θεωροῦν «εὐσεβεῖς» ὅλους αὐτοὺς ποὺ ἀνέχονται
τὴν αἵρεση καὶ κοινωνοῦν μετὰ τῶν αἱρετικῶν, ἀδιαφορώντας ἄν, κατὰ τὴν
διδασκαλία τῶν Ἁγίων Πατέρων, μιὰ τέτοια κοινωνία εἶναι δυνατὸν ἀντὶ νὰ ὠφελεῖ,
νὰ βλάφτει, τουλάχιστον ὅσους γνωρίζουν!!!
........ ........ ........ ....... ...... ....... ....... ...... ....... ....... ......... ........ ....... ........ ... ..... .... ....... ...... .... ...... .......
Ἂς
δοῦμε τὰ στοιχεῖα ποῦ μᾶς ἐνδιαφέρουν, ἀπὸ τὴν Ἐπιστολὴ τῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων.
Γράφουν
τὰ ἑξῆς σημαντικὰ καὶ πολυσήμαντα στὸ σημεῖο αὐτὸ τῆς Ἐπιστολῆς οἱ ἐπὶ Βέκκου Ἁγιορεῖτες
Πατέρες:
«Ἐμπεριέχεται δὲ καὶ τῷ ΙΕ´ κανόνι τῆς ἁγίας
καὶ μεγάλης τῆς πρώτης καὶ δευτέρας ἐπονομασθείσης, ὅτι οὐ μόνον ἀνευθύνους εἶναι,
ἀλλὰ καὶ ἐπαινετέους τοὺς ἀποσχίζοντας
ἑαυτοὺς καὶ πρὸ συνοδικῆς καταδίκης,
ἀπὸ τῶν δημοσίᾳ διδασκόντων
αἱρετικὰ διδάγματα,
καὶ ὄντων προφανῶς αἱρετικῶν. Οὐ γὰρ ἀπέσχισαν ἑαυτοὺς ἀπὸ ἐπισκόπων, ἀλλ᾿ ἀπὸ
ψευδοεπισκόπων, καὶ ψευδοδιδασκάλων, καὶ τὸ παρὰ τούτων γεγονός, ἐπαίνου ἄξιον,
καὶ προσῆκον ὀρθοδόξοις χριστιανοῖς,
καὶ ὡς οὐ σχίσμα τοῦτο ἐκκλησίας, ἀλλὰ μᾶλλον μερισμῶν ἀπαλλαγή, καὶ τῆς ἀληθείας ἐπικράτησις. Πῶς οὖν θεμιτὸν
καὶ θεάρεστον
ἑνωθῆναι τοῖς τοιούτοις ἡμᾶς, ὧν δικαίως καὶ κανονικῶς ἐξεκόπημεν, ἀμεταβλήτως
ἔχουσι τῶν αἱρέσεων. Εἰ τοῦτο καταδεξόμεθα, τὸ ὀρθόδοξον, καὶ ἐν ἑνὶ τὸ πᾶν ἀνατρέπομεν· καὶ ἐν ὅσοις οἱ ἀναξίως
δεχόμενοι ἀνατρέπουσιν».
Βλέπουν
ἐδῶ ὑποψία δυνητικῆς τοποθέτησης-ἑρμηνείας
τῆς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς ἐπὶ Βέκκου Πατέρες, οἱ σύγχρονοι ἀντι-Οἰκουμενιστές;
Ἀσφαλῶς οὐδεμία! Εἶναι «προσῆκον» λέγουν, δηλαδὴ καθῆκον, πρέπον ἡ διακοπὴ μνημονεύσεως τῶν
αἱρετικῶν καί, μάλιστα, τοῦτο συμβάλλει στὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὸ κομμάτιασμα τῆς
θείας Ἀληθείας, βοηθᾶ στὴν «ἐπικράτησι τῆς ἀληθείας»! Ἄραγε, σεβαστοὶ
Θεσσαλονικεῖς, Πτολεμαΐτες καὶ ὅποιοι ἄλλοι σύγχρονοι πατέρες, εἶναι ΔΥΝΗΤΙΚΗ
γιὰ τὸν πιστὸ Χριστιανὸ ἡ ἐφαρμογὴ τῆς ἀποτειχίσεως τοῦ ΙΕ΄ Κανόνος, ἀφοῦ αὐτὴ
συμβάλλει στὴν «ἐπικράτησις
τῆς ἀληθείας»; Καὶ λέγοντας αὐτά, ἔχουμε ὑπόψη μας τὸν πιστὸ
Χριστιανό, αὐτὸν ποὺ ἔχει ἀποφασίσει ἐλευθέρως
νὰ ἀκολουθεῖ τὸν Χριστό· εἶναι αὐτονόητη ἡ ἐλευθέρα ἀπόφαση· «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν». Γιὰ ξανασκεφτεῖτε το· εἶναι
θεμιτὸ καὶ θεάρεστο γι’ αὐτὸν ποὺ θέλει νὰ ἀκολουθεῖ τὸ Χριστὸ καὶ τὸ
θέλημά Του, γι’ αὐτὸν ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία Του, νὰ παραμένει σὲ
ἕνωση μὲ τοὺς αἱρετικούς; Μὲ αὐτούς, ἀπὸ τοὺς ὁποίους μέχρι τώρα κακῶς
δὲν ἔχουν ὅλοι οἱ πιστοὶ ἀποκοπεῖ, ὅπως ἔπρεπε νὰ κάνουν, ἐφ’ ὅσον παρὰ τὶς
τόσες καταγγελίες, διαμαρτυρίες κ.λπ., παραμένουν κακόδοξοι, συνεχίζουν νὰ διαδίδουν,
ἐμπεδώνουν καὶ ἐπιβάλλουν τὶς κακοδοξίες τους; Ἂν παραμείνουμε κοινωνώντας μὲ αὐτούς
–μᾶς λέγουν οἱ Ἁγιορεῖτες, τότε τὸ «πᾶν ἀνατρέπομεν»
καὶ εἴμαστε «ὑπόδικοι»
στὸ Θεό! Εἶναι δυνατὸν νὰ ὑποστηρίζουν ἀκόμα κάποιοι τὴν δυνητικὴ ἑρμηνεία
τοῦ Κανόνος, δηλαδὴ τὴν μὴ ἀπομάκρυνση ἀπὸ
τοὺς αἱρετικοὺς Οἰκουμενιστές, τὴν κοινωνία μαζί τους. Αὐτὸ δὲν εἶναι ἔμμεση συνεργία; Μὲ αὐτὴ τὴν κοινωνία, δὲν τοὺς δίνουμε ἄδεια πρὸς ἀνατροπὴ τῆς Πίστεως;
Στὴ
συνέχεια τοῦ λόγου ἔρχονται νὰ μᾶς διδάξουν καὶ τὴν δι’ ἄλλων Κανόνων
διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς κι ὅσους
κοινωνοῦν μαζί τους, τὴν ἀκοινωνησία ποὺ πρέπει νὰ ἔχει ὁ πιστὸς Χριστιανὸς πρὸς τοὺς αἱρετικούς.
«Λέγουσι γὰρ καὶ οἱ
θεῖοι καὶ ἱεροὶ κανόνες, “εἴ τις ἀκοινωνήτῳ,
κἂν ἐν οἴκῳ συνεύξηται, ἀφοριζέσθω”· καὶ ἀλλαχοῦ, “ὁ ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν,
ἀκοινώνητος ἔσται, ὡς συγχέων τὸν κανόνα τῆς Ἐκκλησίας”, καὶ πάλιν· “ὁ αἱρετικὸν
δεχόμενος, τοῖς αὐτοῦ ἐγκλήμασιν ὑπόκειται”. Ἐν ὅσοις γοῦν οὗτοι ἐγκαλούμενοι ὑπὸ
εὐθύνας εἰσίν, τοῖς
αὐτοῖς ἅπασι καὶ ἡμεῖς εἰ καταδεξοίμεθα, παρὰ τῶν θείων κανόνων τῶν ἐν ἁγίῳ Πνεύματι ἀποφαινομένων, ὑπόδικοι γενόμεθα· οὐκ ἔστι τοῦτο τοῦ πονηροῦ·
ὃς σκότος ὤν, τὸ φῶς ὑποκρίνεται· ὡς νῦν γε τὴν ἕνωσιν προβαλλόμενος τὴν μετ᾿ αὐτῶν,
ἀπώλειαν τοῦ παντὸς σώματος τῆς Ἐκκλησίας δολιεύσηται· καὶ φανερῶς μὴ πείθειν ἔχων
πρὸς τοῦτο, ἀδήλως ἐπιχειρεῖ, ἵνα ἐν ἑνὶ τρόπῳ ἀνοίξῃ θύραν καὶ κρυφώσῃ κακίαν».
Εἶναι
ξεκάθαροι οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες· δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχουμε κοινωνία μὲ τοὺς Οἰκουμενιστές.
Ἂς μᾶς ποῦν, λοιπόν, οἱ λεγόμενοι ἀντι-Οἰκουμενιστές; Ἀποδέχονται αὐτὰ ποὺ
λέγουν οἱ ἐπί Βέκκου Ἁγιορεῖτες Πατέρες, ἢ ὄχι; Καὶ μὴ μᾶς ποῦν ὅτι κι αὐτοὶ μὲ
τοὺς Οἰκουμενιστὲς δὲν ἔχουν σχέση, ἀλλὰ μόνο μὲ τοὺς «εὐσεβεῖς», α) γιατὶ γιὰ
τοὺς Πατέρες εὐσεβὴς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ χωρίζεται ἀπὸ τὴν «ἐκκλησία πονηρευομένων»,
ἰδίᾳ ἐν καιρῷ αἱρέσεως, καὶ μάλιστα αἱρέσεως ὄχι ὀμιχλώδους καὶ λόγῳ τῆς ἐλλείψεως
ἐπικοινωνίας ἀμφιβόλου, ἀλλὰ φανερὴς καὶ μὲ Συνοδικὰ ἔγγραφα ἀποδεικνυομένης. Καὶ
β) ὅταν οἱ ἐπαινούμενοι ὡς «εὐσεβεῖς» καὶ «λέοντες» ἀπὸ τοὺς «ἀντι-Οἰκουμενιστές»,
στέλνουν ἀνερυθριάστως πορτραῖτα καὶ προσκυνοῦν τὸν ἀρχηγὸ τῆς Παναιρέσεως
πατριάρχη Βαρθολομαῖο, καλοῦν δὲ νὰ τιμήσουν ἕνα ἀπὸ τοὺς ὑπαρχηγούς του, τὸν ἀρχιεπίσκοπο
Ἀλβανίας Ἀναστάσιο, ὑπάρχει ἢ δὲν ὑπάρχει κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς; (Ἐδῶ).
Ποιόν,
λοιπόν, θὰ ἀκούσουμε; Τὶς σειρῆνες τῆς κακῆς Οἰκονομίας ἢ τὴν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας
ποὺ τόσο ὀρθόδοξα μᾶς παρουσιάζουν οἱ Ἁγιορεῖτες Πατέρες; Ἂς ἀκούσουμε τὴν διὰ
μέσου τῶν αἰώνων φωνή τους, τὴν τόσο δυνατή:
«Εἰ δὲ ὁ προκείμενος
αὐτός ἐστιν ἡ αὐτοαλήθεια, πῶς ἂν τὸ μέγα τοῦτο ψεῦδος δέχηται εἰκάζειν εἰκός,
τὸ συντάττειν αὐτὸν ὡς ὀρθόδοξον πατριάρχην μεταξὺ τῶν λοιπῶν ὀρθοδόξων
Πατριαρχῶν, ἐν καιρῷ φρικτῶν μυστηρίων, σκηνικῶς παίξομεν; καὶ πῶς ταῦτα ἀνέξεται
ὀρθοδόξου ψυχή, καὶ οὐκ ἀποστήσεται τῆς κοινωνίας τῶν μνημονευσάντων αὐτίκα, καὶ
ὡς καπηλεύοντας τὰ θεῖα, τούτοις ἡγήσεται. Ἄνωθεν γὰρ ἡ τοῦ Θεοῦ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία
τὴν ἐπὶ τῶν ἀδύτων ἀναφορὰν τοῦ ὀνόματος τοῦ ἀρχιερέως, συγκοινωνίαν τελείαν ἐδέξατο
τοῦτο. Γέγραπται γὰρ ἐν τῇ ἐξηγήσει τῆς θείας λειτουργίας, ὅτι ἀναφέρει ὁ ἱερουργῶν
τὸ τοῦ ἀρχιερέως ὄνομα, δεικνύων καὶ τὴν πρὸς τὸ ὑπερέχον ὑποταγήν, καὶ ὅτι
κοινωνός ἐστιν αὐτοῦ, καὶ πίστεως καὶ τῶν θείων μυστηρίων διάδοχος. Καὶ ὁ μέγας
πατὴρ ἡμῶν καὶ ὁμολογητὴς Θεόδωρος ὁ Στουδίτης ταῦτα λέγει πρός τινα, διὰ τῆς
τιμίας αὐτοῦ ἐπιστολῆς· "ἔφης δέ μοι ὅτι δέδοικας εἰπεῖν τῷ πρεσβυτέρῳ σου, μὴ ἀναφέρειν
τὸν αἱρεσιάρχην, καί τοι περὶ τούτου εἰπεῖν σοι τὸ παρόν, οὐ καταθαρρῶ· πλὴν ὅτι
μολυσμὸν ἔχει ἡ κοινωνία ἐκ μόνου τοῦ ἀναφέρειν αὐτόν, κἂν ὀρθόδοξος εἴη ὁ ἀναφέρων".
Ταῦτα μὲν ὁ πατήρ· πρὸ δὲ τούτου, καὶ ὁ Θεὸς τοῦτο ἐσήμανεν οὕτως εἰπών· "ἱερεῖς
ἠθέτουν νόμον μου, καὶ ἐβεβήλουν τὰ ἅγιά μου"· πῶς; ὅτι βεβήλοις καὶ ὁσίοις οὐ
διέστελλον, ἀλλ᾿ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά· καὶ τούτου φωτεινότερον καὶ ἀληθέστερον.
Ἀλλ᾿ ὡς οἰκονομίαν τοῦτο ποιήσωμεν; καὶ πῶς δεχθήσεται οἰκονομίαν τὰ θεῖα
βεβηλοῦσαν κατὰ τὸν τοῦ Θεοῦ εἰρημένον λόγον καὶ ἐκ τῶν θείων ἀπωθοῦσαν τὸ τοῦ
Θεοῦ Πνεῦμα· καὶ τῆς ἐντεῦθεν ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, καὶ τῆς υἱοθεσίας τοὺς
πιστοὺς ἀμετόχους ποιοῦσα· καὶ τί ἂν εἴη ταύτης τῆς οἰκονομίας ζημιωδέστερον; ἂν
ἡ κοινωνία αὐτῶν ᾖ πρόδηλος, καὶ ἐν ἑνὶ τοῦ ὀρθοῦ ἔκπτωσις καὶ ἀνατροπή; ὁ γὰρ
αἱρετικὸν δεχόμενος, τοῖς αὐτοῦ ὑπόκειται ἐγκλήμασι· καὶ ὁ ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν,
ἀκοινώνητός ἐστιν, ὡς συγχέων τὸν κανόνα τῆς Ἐκκλησίας…».
ΟΛΟ το ἄρθρο ἐδῶ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.