Η ΣΤΑΣΗ ΜΑΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ
ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Ἔγκυρα καὶ ἄκυρα μυστήρια
* Ὁ μολυσμός* Ἡ Ἀποτείχιση τῶν πιστῶν* Ἡ Οἰκονομία
Ζ΄ μέρος
Η ΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΑΓΑΠΗΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΟ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΜΗΝΑ ΕΝΔΗΜΟΥΣΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΜΟΝΟΦΥΣΙΤΗ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΑΝΘΙΜΟ
Ἡ Ἐκκλησία πάντα οἰκονομεῖ, ἀλλὰ ἡ οἰκονομία της δὲν γίνεται πρὸς βλάβην τῆς
Πίστεως· ἡ οἰκονομία
δὲν παραδίδει τὸ ποίμνιο βορὰ στοὺς αἱρετικούς, οὔτε διὰ τῆς οἰκονομίας ἐπιτρέπεται ἀμαχητὶ στοὺς αἱρετικοὺς νὰ ἐπεκτείνουν
τὴν αἵρεση, νὰ ἀλλοιώσουν τὴν Πίστη καὶ νὰ τὴν ἐπιβάλλουν χωρὶς ἀντίσταση.
Ἔχει ἀναφερθεῖ πολλάκις τὸ παράδειγμα τοῦ αἱρετικοῦ Νεστορίου. Ὁ ἅγιος Κύριλλος καὶ ὁ Ρώμης
Κελεστίνος, ἀφοῦ διαπιστώθηκε ἡ κακοδοξία του, τοῦ ἔδωσαν διορία δέκα (10) ἡμερῶν! (ὄχι 20 καὶ
περισσότερο χρόνων, ὅπως σήμερα) μετανοήσει καὶ νὰ ἀποπτύσσει τὴν αἵρεση. Παραδείγματα, ὡς τοῦ Νεστορίου, ὑπάρχουν
κι ἄλλα στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία.
Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἐκεῖνο τοῦ μὴ καταδικασμένου μονοφυσίτη,
μὰ κανονικοῦ πατριάρχη Κων/πόλεως Ἀνθίμου,
ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει μὲ τὸν μὴ καταδικασμένο ἀλλὰ οἰκουμενιστὴ πατριάρχη
Βαρθολομαῖο. Σημειωτέον ὅτι ὁ πατριάρχης Ἄνθιμος ἦταν φιλομονοφυσίτης, ὀπαδὸς
καταδικασμένης –ἀπὸ τὴν Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο– αἱρέσεως καὶ σύμφωνα μὲ τὶς ἀντιπαραδοσιακὲς
ἀπόψεις τινῶν, δὲν θὰ χρειαζόταν νὰ καθαιρεθεῖ ἀπὸ ἄλλη Σύνοδο, ὡς ὀπαδὸς
κεκριμένης αἱρέσεως! Ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀκολουθήσει ἄλλη ὁδό, ποὺ δὲν συμφωνεῖ
μὲ τὶς ζηλωτικὲς καὶ μετα-πατερικὲς αὐτὲς τοποθετήσεις. Ὁ Ἄνθιμος ἀνῆλθε στὸν
θρόνο μὲ τὴν συμπαράσταση τῆς αὐτοκράτειρας Θεοδώρας (συζύγου τοῦ Ἰουστινιανοῦ).
Ἄμεση ἦταν ἡ ἀντίδραση τῶν μοναχῶν τῆς Κων/πόλεως· καὶ γιατὶ ἡ
μετάθεσή του στὴν Κων/πολη δὲν ἦταν Κανονική (ἦταν ἀντίθετη μὲ τοὺς ἱεροὺς
Κανόνες), καὶ διότι ὁ ἴδιος ἦταν κακόδοξος. Ὁ Ἄνθιμος ἀγνόησε τὶς ἀντιδράσεις τῶν
μοναχῶν καὶ δὲν ἀπαντοῦσε στὶς ἐρωτήσεις τους, ὡς πρὸς τὸ ἂν ἀποδέχεται π.χ. τὴν
Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Αὐτοὶ τὸν κατήγγειλαν στὸν Πάπα Ρώμης Ἀγαπητό.
Ἀντίθετα μὲ ὅσα πράττουν
οἱ σημερινοὶ «ὀρθόδοξοι» καὶ «εὐσεβεῖς» ἐπίσκοποι, ὁ τότε ὀρθόδοξος Πάπας Ἀγαπητός, ὅταν
βρέθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὄχι μόνο ἀρνήθηκε
νὰ συλλειτουργήσει μετὰ τοῦ Ἀνθίμου, μιᾶς καὶ ὁ
Ἄνθιμος εἶχε περιπέσει καὶ σὲ Κανονικὰ παραπτώματα, ἀλλὰ δὲν δέχτηκε οὔτε κἂν νὰ τὸν συναντήσει: «Οὐδὲ εἰς θέαν καθάπαξ παραδέξασθαι ἠβουλήθη τὸν κατὰ τῶν θείων κανόνων μανέντα Ἄνθιμον, οὐδὲ συμμετασχεῖν αὐτῷ τῆς θείας κοινωνίας…» (ΑCO, III, 135).
Ἄνθιμος εἶχε περιπέσει καὶ σὲ Κανονικὰ παραπτώματα, ἀλλὰ δὲν δέχτηκε οὔτε κἂν νὰ τὸν συναντήσει: «Οὐδὲ εἰς θέαν καθάπαξ παραδέξασθαι ἠβουλήθη τὸν κατὰ τῶν θείων κανόνων μανέντα Ἄνθιμον, οὐδὲ συμμετασχεῖν αὐτῷ τῆς θείας κοινωνίας…» (ΑCO, III, 135).
Οἱ μοναχοὶ τῆς Κων/πόλεως εἶχαν πληροφορήσει τὸν Πάπα καὶ γιὰ τὶς
αἱρετικὲς ἰδέες τοῦ Ἄνθίμου, ἀξιώνοντας
τὴν ἄμεση ἀπομάκρυνσή του ἀπὸ τὸν πατριαρχικὸ θρόνο. «Ζητοῦσαν νὰ δοθῇ
διορία στὸ Ἄνθιμο καὶ τοὺς ὑπολοίπους
κληρικούς, ποὺ ὑποκρίνονταν ὅτι εἶναι Ὀρθόδοξοι, γιὰ νὰ κάνουν Ὀρθόδοξη ὁμολογία,
διαφορετικὰ νὰ καθαιρεθοῦν» (Οἱ ἀγῶνες τῶν
μοναχῶν…, Ἔκδ. Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, σελ. 130).
Ὁ Πάπας Ἀγαπητὸς ἐπέβαλε ἀργία
στὸν Ἄνθιμο, μέχρι τὴν ὑποβολὴ ὀρθόδοξης ὁμολογίας καὶ ταυτόχρονα ἀπευθύνθηκε
στὸν αὐτοκράτορα, «ὁ
ὁποῖος “ὀργισθεὶς ἐξωθεῖ αὐτόν (τὸν Ἄνθιμο) τοῦ θρόνου καὶ ἀναβιβάζει τὸν ὀρθόδοξον
Μηνᾶν” (536). Οἱ μοναχοὶ ἐπέμεναν ἐπὶ πλέον
νὰ κριθῇ καὶ νὰ καθαιρεθῇ ὁ Ἄνθιμος, νὰ μὴν τοῦ ἐπιτραπῇ δὲ νὰ ἐπιστρέψῃ στὴν
Μητρόπολι τῆς Τραπεζοῦντος, ἐὰν προηγουμένως δὲν ὑπέβαλλε ὀρθόδοξο λίβελλο
πίστεως. Ἔπειτα μάλιστα ἀπὸ τὸν ἀπροσδόκητο θάνατο τοῦ ἱεροῦ Πάπα Ἀγαπητοῦ στὴν
Κων/πολι (22-4-536) οἱ μοναχοὶ ζητοῦσαν νὰ ἐπικυρωθοῦν καὶ νὰ ἀποπερατωθοῦν ἀπὸ
τὸν βασιλέα οἱ μέχρι ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἐνέργειες τοῦ πάπα κατὰ τοῦ Ἀνθίμου καὶ
τῶν ὑπολοίπων αἱρετικῶν ποὺ βρίσκονταν στὴ βασιλεύουσα»
(ὅπ.
παρ., σελ. 130).
Βλέπουμε, λοιπόν, κι ἐδῶ ὅτι πρὶν καθαιρεθεῖ ὁ Ἄνθιμος, παρότι διαπιστωμένα
αἱρετικὸς καταδικασμένης αἱρέσεως, δὲν παύει νὰ θεωρεῖται ἐπίσκοπος. Γι’ αὐτὸ οἱ
μοναχοὶ ζητοῦν τὴν καθαίρεσή του, δὲν θεωροῦν ἄκυρα τὰ μυστήριά του, ἀντίθετα
μάλιστα, παρότι ἦταν ἀποδεδειγμένα καταδικασμένης αἱρέσεως αἱρετικός,
φιλεύσπλαχνα φερόμενοι ζητοῦν νὰ τοῦ δοθεῖ χρόνος μετανοίας, κι ἂν δὲν
μετανοήσει τότε νὰ καθαιρεθεῖ.
Ἔτσι, μὲ πρωτοβουλία τοῦ Ἰουστινιανοῦ τὸ 536 πραγματοποιήθηκε ἄλλη
μία Σύνοδος στὴν Κων/πολη. Ὁ αὐτοκράτορας προσπαθοῦσε μὲν νὰ διασφαλίσει τὴν ὀρθοδοξία στὸ
κράτος του, ἀλλὰ προβλήματα πολλὰ εἶχε προκαλέσει ἡ σύζυγός του Θεοδώρα, ἀποπροσανατολίζοντας/ἐμποδίζοντας
τὴν ἀγαθή του διάθεση. Ἡ Θεοδώρα εἶχε παροτρύνει «τὸν Ἰουστινιανὸ νὰ ἐπιβάλη (533)
τὴν θεοπασχιτικὴ φράσι τοῦ Κναφέως “ὁ σταυρωθεὶς δι’ ἡμᾶς”», ἀλλὰ καὶ εἶχε προσκαλέσει μονοφυσίτες στὴν Κων/πολη,
μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸν Σεβῆρο, ποὺ εἶχε καταδικαστεῖ ἀπὸ Σύνοδο γιὰ τὰ
φρονήματά του. Μὲ τὴν συμπαράστασή της μάλιστα εἶχε καταλάβει τὸν θρόνο τῆς
Κων/πόλεως «ὁ φιλομονοφυσίτης ἐπίσκοπος Τραπεζοῦντος Ἄνθιμος, ὁ ὁποῖος εἶχε
ἀποδεχθῆ τὴν διδασκαλία τοῦ Σεβήρου» (ὅπ.
παρ., σελ. 129).
Ὁ νέος, λοιπόν, πατριάρχης
Μηνᾶς καὶ ὁ Ἰουστινιανός, δὲν
περίμεναν νὰ περάσουν δεκαετίες, ἀλλὰ συγκρότησαν (μὲ πρωτοβουλία
τοῦ Ἰουστινιανοῦ) Ἐνδημοῦσα Σύνοδο
γιὰ νὰ ἐξετάσει τὸ θέμα τῶν κακοδοξιῶν τοῦ Ἀνθίμου. Στὴ Σύνοδο συμμετεῖχαν ἐπίσκοποι,
ἀρχιμανδρῖτες καὶ μοναχοὶ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, τὴν πρεσβυτέρα Ρώμη, τὰ Ἱεροσόλυμα,
τὴν Συρία, τὸ Ἅγιον Ὄρος, τὸ Σινᾶ, τὴν Παλαιστίνη.
Ὁ Ἄνθιμος δὲν παρουσιάστηκε καὶ δὲν εὑρέθη ποῦ ἐκρύβετο. Ἡ σύνοδος
τὸν ἐκλήτευσε τρεῖς φορές, ἀλλὰ οἱ ἀποσταλέντες
νὰ τοῦ ἐπιδώσουν τὴν κλῆσιν τῆς συνόδου ἱερωμένοι, ποὺ ἐπὶ μέρες τὸν ἀναζητοῦσαν
στὰ μέρη ποὺ σύχναζε, δὲν τὸν ηὗραν. Ἔτσι ἡ σύνοδος τελικὰ τὸν κατεδίκασε: «τοῦτον δικαίως ἀναθέματι αἰωνίῳ καὶ ἡμεῖς ὑπεβάλομεν, παντὸς πράγματος ὀνόματος
ἀξίας ἐνεργείας
Χριστιανῷ ἢ ἱερατικῷ ἁρμοζούσης ἢ ἁρμόσαι δυναμένης ἀλλοτριώσαντες
καὶ γυμνὸν τῆς
θείας κοινωνίας κατὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς
κανόνας καταστήσαντες». Καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶναι
φανερὸ ὅτι ἡ Σύνοδος, πρὶν καταδικάσει τὸν Μηνᾶ, τὸν θεωρεῖ ὡς ἐπίσκοπο καὶ τὸν
οἱ σύνεδροι τὸν προσφωνοῦν ὅπως ἁρμόζει σὲ ἕναν ἐν ἐνεργείᾳ ἐπίσκοπο μὲ ἔγκυρα μυστήρια.
Διαβάζουμε στὰ Πρακτικὰ τὴν ἐπιστολὴ ποὺ τοῦ ἀπέστειλε ἡ
σύνοδος. Σ’ αὐτὴ ὁμιλοῦν γιὰ ἐλπίδα μεταμέλειας, τὴν ὁποία δὲν ἐπέδειξε ὁ Ἄνθιμος,
παρ’ ὅτι ἡ σύνοδος φέρθηκε μὲ φιλάνθρωπο τρόπο, τὸν κλήτευσε τρεῖς φορές, καὶ τοῦ
ἔδωσε προθεσμία ἕξι ἡμερῶν γιὰ νὰ μετανοήσει καὶ ἀφοῦ παρέμεινε στὴν αἵρεση τὸν
καθαίρεσε.
Ἀντίθετα, οἱ σημερινοὶ ἕλληνες ἐπίσκοποι, παραβλέποντας τὴν ἁγιοπατερική μας Παράδοση ποὺ θέλει
νὰ μὴν ἐπικοινωνοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι μὲ τοὺς
αἱρετικούς, ἔστω κι ἂν αὐτοὶ ἀκόμα δὲν καθαιρέθηκαν, ἀγκαλιάζονται,
συσκέπτονται καὶ συλλειτουργοῦν μὲ τοὺς μεγάλους
Οἰκουμενιστὲς αἱρετικοὺς ἐπισκόπους Βαρθολομαῖο
καὶ Ζηζιούλα, λέγοντας μὲ τὸ
παράδειγμά τους στὸ λαό: Μὴ φοβᾶσθαι, μὴν ἀκοῦτε τοὺς ζηλωτὲς καὶ ἀκραίους, ὁ
Παναγιώτατος Οἰκουμενικός μας Πατριάρχης Βαρθολομαῖος, εἶναι ὀρθόδοξος. Οὔτε ἡ
αἵρεση, οὔτε τὸ πρόσφατο σχίσμα ποὺ δημιούργησε στὴν Οὐκρανία τοὺς ἀνησυχεῖ!
Καὶ ὁ λαὸς παθητικὰ ἀνέχεται καὶ ἀποδέχεται, τὸ ἀδιανόητο σὲ ἄλλους
καιρούς: τὴν συνύπαρξη καὶ συλλειτουργία “ὀρθοδόξων” καὶ αἱρετικῶν, ποὺ ἐν
τοιαύτῃ περιπτώσει παύουν νὰ εἶναι ὀρθόδοξοι Ποιμένες!
Ἄραγε, κανένας δὲν προβληματίζεται; Oἱ πιστοὶ ποὺ ἀκολουθοῦν ὅσους ἐπισκόπους
καὶ ποιμένες μας κοινωνοῦν μὲ αἱρετικούς, πράττουν ὀρθόδοξα;
Πρὶν παραθέσω ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ Πρακτικὰ τῆς Συνόδου, ποὺ μᾶς βοηθοῦν
νὰ παρακολουθήσουμε, ὅσα ἔχουν σχέση μὲ τὸ πρόβλημα τῆς ἐγκυρότητας ἢ ὄχι τῶν μυστηρίων τῶν μὴ καταδικασμένων αἱρετικῶν, ἀντιγράφω ἀπὸ τὸν Νικηφόρο Κάλλιστο τὴν σύντομη ἱστόρηση τοῦ γεγονότος:
Ὁ Ἄνθιμος φαινομενικὰ «τὴν ἁγίαν τετάρτην σύνοδον» ἐδέχετο, ἀλλὰ τὶς
δογματικές της ἀλήθειες (ἦν) «βδελυσσόμενος
καὶ ἀποκηρύττων» (P.G. 147, 240Α). Ἐκείνη τὴν περίοδο «συνέβη Ἀγαπητὸν
τὸν τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης ἱεράρχην, ἐπιδημῆσαι» στὴν
Κωνσταντινούπολη. «Ὃς Ἄνθιμον ἀναψηλαφήσας, πολλῶν ἐπιδεδομένον λιβέλλων,
παρά τε τῶν τῆς πόλεως ἀρχιμανδριτῶν καὶ ἑτέρων, μηδὲ θέας ἐκεῖνον καταξιώσας, καθεῖλεν·
οὗ τὴν ψῆφον καὶ τὰ Παλαιστίνῃ ἔστερξαν μοναστήρια, καὶ Πέτρος ὁ τῶν Ἱεροσολύμων,
καὶ οἱ λοιποὶ τῶν Ἐκκλησιῶν ἡγεμόνες» (P.G. 147, 240Β).
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἀγαπητοῦ
ἡ Σύνοδος ποὺ συνεκλήθη στὴν Κων/πολη «μετανοίας βιβλία ἐπιδοῦναι παρεγγυῶντο,
ἦ μὴν τὰ κατ’ ἐκείνου εἰρημένα ψευδῆ διελέγχειν, καὶ αὖθις ἐπὶ τὴν προτέραν ἐπισκοπὴν
τῶν Τραπεζουντίων χωρεῖν. Ἐκείνου δὲ κρυπτομένου, ἡ σύνοδος καὶ δὶς καὶ τρὶς ἐπεκήρυττε
φανῆναι τὸν Ἄνθιμον καὶ ἀπολογεῖσθαι… Ἐπεὶ δὲ δέει κρυπτόμενος ἀφανὴς ἦν, τὴν
κατ’ ἐκείνου ἀπόφασιν ἡ σύνοδος ἐξενεγκοῦσα, πάσης ἱερωσύνης ἀπήλασε» (P.G. 147, 240ΒC).
Στὴ συνέχεια τὰ ἐξαιρετικῶς ἐνδιαφέροντα γιὰ τὰ θέματα ποὺ συζητοῦμε ἀποσπάσματα ἀπὸ τὰ Πρακτικὰ τῆς Συνόδου.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους λιβέλλους, ὁ «Λίβελλος τῶν μοναστηριῶν» ποὺ διαβάστηκε στὴν Σύνοδο καὶ ἀπευθύνεται στὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανὸ καὶ τὸν πατριάρχη Μηνᾶ, ὑπογράφεται ἀπὸ τὸν ἀρχιμανδρίτη καὶ Ἡγούμενο τῆς Μονῆς Δαλματίου (Κων/πόλεως), ἀλλὰ καὶ ἀπὸ κληρικοὺς ἄλλων Ἐκκλησιῶν καὶ εἶναι κατὰ τῶν «λυμαινόντων τὴν ἁγίαν τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίαν…, Σεβήρου, Πέτρου καὶ τῶν τὰ ὅμοια τούτοις φρονούντων ἀπὸ Εὐτυχοῦς καὶ Διοσκόρου καὶ Ζωόρα…».
Ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους λιβέλλους, ὁ «Λίβελλος τῶν μοναστηριῶν» ποὺ διαβάστηκε στὴν Σύνοδο καὶ ἀπευθύνεται στὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανὸ καὶ τὸν πατριάρχη Μηνᾶ, ὑπογράφεται ἀπὸ τὸν ἀρχιμανδρίτη καὶ Ἡγούμενο τῆς Μονῆς Δαλματίου (Κων/πόλεως), ἀλλὰ καὶ ἀπὸ κληρικοὺς ἄλλων Ἐκκλησιῶν καὶ εἶναι κατὰ τῶν «λυμαινόντων τὴν ἁγίαν τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίαν…, Σεβήρου, Πέτρου καὶ τῶν τὰ ὅμοια τούτοις φρονούντων ἀπὸ Εὐτυχοῦς καὶ Διοσκόρου καὶ Ζωόρα…».
Ἄλλος λίβελλος ἀπευθύνεται στὸν Πατριάρχη Μηνᾶ. Σ’ αὐτὸν οἱ
μοναχοὶ εὐχαριστοῦν τὸν Πατριάρχη (ὅπως καὶ τὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανό) γιατὶ
προχώρησαν στὴν ἐξέταση τῆς περιπτώσεως τοῦ αἱρετικοῦ πατριάρχου Ἀνθίμου καὶ ἀφοῦ «ἠπείθησε» τὸν καταδίκασαν. Εὐχαριστοῦμε,
γράφουν καὶ τὸν Θεό, διότι διὰ τῆς Συνόδου εὐδόκησε «ἵνα καθαρίσῃ τὴν αὐτοῦ ἐκκλησίαν καὶ
παραστήσῃ αὐτὴν ἑαυτῷ ὡς ἀεί, ἔνδοξον μὴ ἔχουσαν σπῖλον ἢ ρυτίδα ἤ τι τῶν
τοιούτων αἱρετικῶν ζιζανίων» (Τ.L.G., Concilia Oecumenica (ACO): Synodus Constantinopolitana et
Hierosolymitana anno 536: Tome 3, page 38, line 31). Ἄρα ἡ Σύνοδος
καθαρίζει τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὰ σαπρὰ μέλη, τοὺς αἱρετικούς.
Στὴν συνέχεια παρουσιάζουν στὴν Σύνοδο τὰ δεινά, τοὺς διωγμούς,
τὰ βασανιστήρια, τὶς μαγγανεῖες τοῦ Σεβήρου, τοὺς φόνους ποὺ προκάλεσαν στὴν Ἐκκλησία
οἱ αἱρετικοί, οἱ ὁποῖοι «ὑφήρπασαν
καὶ κατεμόλυναν» τὶς Ἐκκλησίες.
Καταχωρεῖται ἐν συνεχείᾳ στὰ Πρακτικὰ τῆς Συνόδου «Ἀναφορὰ πρὸς Ἰωάννην
πατριάρχην παρὰ τῆς ἐνδημούσης συνόδου». Στὸ
«πέμπτον κεφάλαιον» αὐτῆς τῆς ἀναφορᾶς γράφονται τὰ
ἑξῆς γιὰ τὸν «τολμήσαντα κατὰ τῆς ἐν Χαλκηδόνι συνόδου νεανιεύσασθαι καὶ
βλάσφημα ρήματα κατ’ αὐτῆς ἐκχέαι, Σεβῆρον φαμὲν τὸν ἐν Ἀντιοχείᾳ ἀτάκτως καὶ
προπετῶς ἐνεχθέντα, ἀναθέματι ὑποβληθῆναι, καθὼς καὶ αἱ ἐπίμονοι βοαὶ παντὸς τοῦ λαοῦ ἐγένοντο».
Ἀφοῦ πρῶτα ἐλέγξαμε ἐν συνόδῳ «τὰ παρ’ αὐτοῦ τολμηθέντα… τοῦτον δικαίως ἀναθέματι αἰωνίῳ καὶ ἡμεῖς ὑπεβάλομεν, παντὸς πράγματος ὀνόματος
ἀξίας ἐνεργείας Χριστιανῷ ἢ ἱερατικῷ ἁρμοζούσης ἢ ἁρμόσαι δυναμένης ἀλλοτριώσαντες καὶ γυμνὸν τῆς θείας
κοινωνίας κατὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς κανόνας καταστήσαντες, ἀνθ’ ὧν βλασφημῆσαι
καὶ συκοφαντῆσαι τὴν ἁγίαν ἐν Χαλκηδόνι σύνοδον ἐπεχείρησε». Αὐτὸν «τὸν προειρημένον Σεβῆρον ἔρημον πάσης τιμῆς καταστήσαντες
ἀναθέματι ὑπεβάλομεν»
(Τ.L.G., Concilia
Oecumenica (ACO): Synodus Constantinopolitana et Hierosolymitana anno 536: Tome
3, page 64, line 8).
Ἀκολουθεῖ «Λίβελλος
τῶν μοναχῶν πρὸς τὴν ἐνδημοῦσαν σύνοδον, ᾧτινι συνέζευκται καὶ ὅπως ἐκηρύχθησαν
αἱ τέσσαρες ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ σύνοδοι». Σ’ αὐτὴν, ὅπως
καὶ σὲ προηγούμενα ἔγγραφα τῆς Συνόδου, οἱ μοναχοὶ ζητοῦν νὰ ἐγγραφοῦν στὰ
Δίπτυχα τὰ ὀνόματα τῶν «πατέρων ἡμῶν Εὐφημίου καὶ Μακεδονίου», οἱ ὁποῖοι εἶχαν διωχθεῖ ἀπὸ προηγούμενο μονοφυσίτη αὐτοκράτορα.
«Προστεθῆναι δὲ ταῖς ἁγίαις δέλτοις σὺν αὐτοῖς καὶ τὸ θεοφιλὲς ὄνομα τοῦ τῆς
Ρωμαίων ἀρχιεπισκόπου γενομένου Λέοντος… Ὁμοίως ἐξαιτοῦμε» καὶ «τοὺς ἐξελαθέντας ἐπισκόπους τε καὶ κληρικοὺς
καὶ ἀρχιμανδρίτας καὶ μοναχοὺς καὶ λαϊκούς… ἐπανακληθῆναι καὶ ἀποδοθῆναι τῇ οἰκείᾳ
τάξει» (Τ.L.G., ὅπ. παρ., page 67, line 33).
Στὴν
συνέχεια ἀναφέρεται στὰ Πρακτικὰ ἕνα προγενέστερο συγκλονιστικὸ γεγονός, ποὺ ἔλαβε χώρα ἐπὶ Πατριάρχου Κων/πόλεως
Τιμοθέου τοῦ Α΄ (511–518). Τότε ὁ λαὸς τῆς Κων/πόλεως ἀποτειχίστηκε καὶ ἔμενε
ἀκοινώνητος τῶν Θ. μυστηρίων γιὰ πολλὰ χρόνια, διότι ὁ Πατριάρχης Τιμόθεος δὲν
ἤθελε νὰ ἀποδεχθῆ τὴν Δ΄ ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενικὴ Σύνοδο.
Ὅταν ἀνῆλθε
στὸν θρόνο ὁ διάδοχός του, ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καππαδόκης (518–520), ὁ λαὸς μέσα στὴν Ἐκκλησία ἀπαίτησε κατὰ τὴν ὥρα τῆς Θ. Λατρείας
νὰ ἀναγνωσθεῖ στὰ δίπτυχα ἡ Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος καὶ κατόπιν νὰ μεταλάβει ἀπὸ
τὰ χέρια τοῦ νέου Πατριάρχη.
Ὁ νέος
Ὀρθόδοξος Πατριάρχης ἐδίσταζε νὰ πραγματοποιήσει τὴν ἀπαίτηση τοῦ λαοῦ, ἀλλὰ οἱ πιστοὶ ἔμεναν
ἀνένδοτοι καὶ ἀπαιτοῦσαν τὸ θέμα νὰ τακτοποιηθεῖ ἀμέσως. Στὴν προσπάθεια τοῦ
Πατριάρχη νὰ ἀναβληθεῖ γιὰ λίγο αὐτὴ ἡ ἀναγνώριση, ὁ λαὸς τὸ ἀπαίτησε καὶ πάλι
δυναμικὰ καὶ πολλάκις.
Ἐδῶ φαίνεται ξεκάθαρα ἡ ἐπιθυμία τοῦ λαοῦ νὰ δικαιωθοῦν οἱ καταδικασμένοι ἀδίκως ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ νὰ καταδικασθοῦν ἀπὸ σύνοδο οἱ αἱρετικοί, ὥστε νὰ σταματήσει τὸ ἀνίερο ἔργο τους ποὺ ὁδηγοῦσε σὲ πλάνη τοὺς πιστούς. Στὴν παρακάτω δὲ πηγὴ θὰ διαπιστώσουμε, ὅτι ὁ λαὸς δὲν μιλάει γιὰ ἄκυρα Μυστήρια, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἀπαιτεῖ τὴν συνοδικὴ καταδίκη, τὸν ἀναθεματισμό, ὥστε διὰ τῆς καταδίκης τῆς συνόδου καὶ μόνο τῆς συνόδου νὰ παύσει νὰ ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ τηρεῖ μυστήρια ὁ αἱρετικός.
Ἐδῶ φαίνεται ξεκάθαρα ἡ ἐπιθυμία τοῦ λαοῦ νὰ δικαιωθοῦν οἱ καταδικασμένοι ἀδίκως ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς καὶ νὰ καταδικασθοῦν ἀπὸ σύνοδο οἱ αἱρετικοί, ὥστε νὰ σταματήσει τὸ ἀνίερο ἔργο τους ποὺ ὁδηγοῦσε σὲ πλάνη τοὺς πιστούς. Στὴν παρακάτω δὲ πηγὴ θὰ διαπιστώσουμε, ὅτι ὁ λαὸς δὲν μιλάει γιὰ ἄκυρα Μυστήρια, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἀπαιτεῖ τὴν συνοδικὴ καταδίκη, τὸν ἀναθεματισμό, ὥστε διὰ τῆς καταδίκης τῆς συνόδου καὶ μόνο τῆς συνόδου νὰ παύσει νὰ ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ τηρεῖ μυστήρια ὁ αἱρετικός.
Tελικά, μετὰ
ἀπὸ αὐτὴ τὴν σταθερὴ στάση τοῦ λαοῦ καὶ τὴν ἔντονη διαμαρτυρία, ὑποχρεώθηκε ὁ
Πατριάρχης, τὴν ὥρα τῆς μνημονεύσεως κατὰ τὴν Θ. Λειτουργία, νὰ ἀναγνώσει στὰ
δίπτυχα τὴν Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Οἱ πιστοί ὅμως ἀπαίτησαν νὰ ἀναθεματισθῆ καὶ
ὁ Σεβῆρος. Πράγματι, ὁ πατριάρχης καὶ οἱ παρόντες ἐπίσκοποι ἀναθεμάτισαν τὸν
Σεβῆρο, καὶ ἔπειτα ὁ λαὸς ἀνεχώρησε. Τότε σταμάτησε ἡ ἀποτείχιση τοῦ λαοῦ καὶ ἡ
ἀκοινωνησία τῶν Θ. Μυστηρίων, ἀφοῦ, μὲ τὴν ἀνάγνωση τῶν Διπτύχων,
ἀποκαταστάθηκε ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη.
Τὸ
περιστατικὸ ἔχει (μὲ κάποιες περικοπές) ὡς ἑξῆς:
«Ὅπως ἐκηρύχθησαν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ αἱ
σύνοδοι.
Εἰσόδου γενομένης κατὰ τὸ σύνηθες ἐν
τῇ ἁγιωτάτῃ ἡμῶν μεγάλῃ ἐκκλησίᾳ ἐν ἡμέρᾳ κυριακῇ... τοῦ ἁγιωτάτου
ἀρχιεπισκόπου καὶ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Ἰωάννου, ...ἐν τῷ γενέσθαι αὐτὸν σὺν
τῷ εὐαγεῖ κλήρῳ περὶ τὸν ἄμβωνα φωναὶ
γεγόνασιν ἀπὸ τοῦ λαοῦ λέγουσαι· …ἀκοινώνητοι διὰ τί
μένομεν ἐπὶ τοσαῦτα ἔτη; διὰ τί οὐ κοινωνοῦμεν; ἐκ τῶν
χειρῶν σου κοινωνῆσαι θέλομεν. ἐὲς ἄνελθε εἰς τὸν ἄμβωνα, ἐὲς πεῖσον τὸν λαόν
σου. διὰ πολλῶν ἐτῶν κοινωνῆσαι θέλομεν.
ὀρθόδοξος εἶ,
τίνα φοβῆσαι; ἄξιε τῆς τριάδος· ἡ ἁγία
Μαρία θεοτόκος ἐστίν... Σεβῆρον τὸν Μανιχαῖον ἔξω βάλε· ὁ μὴ λαλῶν Μανιχαῖός
ἐστιν... νικᾷ ἡ πίστις τῆς Τριάδος, νικᾷ ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων. τὴν ἁγίαν
σύνοδον ἄρτι κήρυξον· ὀρθόδοξος βασιλεύει, τίνα φοβῆσαι;... ἐὲς μαρτύρομαι· ἢ κηρύσσεις ἢ ἐξέρχῃ.
πίστις ἐστίν, οὐκ ἔνι θεωρεῖν. ἀδελφοὶ Χριστιανοὶ μία ψυχή... ἡ ἁγία Μαρία
θεοτόκος ἐστίν· ταῦτα καὶ ἡ σύνοδος εἶπε.
Ταῦτα αὐτῶν ἐκβοησάντων ἐδόθη αὐτοῖς
ἀπόκρισις παρὰ τοῦ ἁγιωτάτου καὶ μακαριωτάτου ἀρχιεπισκόπου καὶ οἰκουμενικοῦ
πατριάρχου Ἰωάννου αὕτη· μακροθυμήσατε, ἀδελφοί, ἵνα πρότερον προσκυνήσωμεν τὸ
ἅγιον θυσιαστήριον, καὶ μετὰ τοῦτο δίδωμι ὑμῖν ἀπόκρισιν. καὶ εἰσελθόντος αὐτοῦ
εἰς τὸ ἅγιον θυσιαστήριον ἐπέμειναν κράζοντες· Πολλὰ
τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως, πολλὰ τὰ ἔτη τῆς αὐγούστας· ἐὲς μαρτύρομαι· οὐκ ἐξέρχῃ,
ἐὰν μὴ ἀναθεματίσης Σεβῆρον. ἀνάθεμα Σεβήρῳ φανερῶς εἰπέ. ἐὲς ἀπόκλεισον· ἐὲς
μαρτύρομαι. πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως.
Καὶ λοιπὸν ἀνελθὼν ἐπὶ τοῦ ἄμβωνος ὁ
ἁγιώτατος καὶ μακαριώτατος ἡμῶν ἀρχιεπίσκοπος καὶ οἰκουμενικὸς πατριάρχης
Ἰωάννης προσεφώνησε ταῦτα· Οἴδατε τοὺς ἐμοὺς ἀγῶνας, ἀγαπητοί, οὓς καὶ ἐν τῷ
πρεσβυτερίῳ ὢν κατεβαλόμην, καὶ νῦν ἀντεσχόμην τῆς ὀρθοδοξίας καὶ ἀντέχομαι ἕως
θανάτου. οὐ χρεία τοίνυν ταραχῆς ἢ θορύβου· οὔτε γάρ τι παρεβάθη τῆς ὀρθῆς
πίστεως οὔτε ἁγίαν σύνοδον τολμᾷ τις ἀναθεματίσαι, ἀλλὰ πάσας τὰς ἁγίας
συνόδους τὰς βεβαιωσάσας τὸ ἅγιον σύμβολον τῶν τιη (318)
πατέρων τῶν συνελθόντων κατὰ τὴν Νικαέων ὀρθοδόξους γινώσκομεν καὶ μάλιστα τὰς
ἁγίας τρεῖς συνόδους ταύτας, τουτέστι τὴν ἐν Κωνσταντινουπόλει καὶ τὴν ἐν Ἐφέσῳ
καὶ τὴν μεγάλην τὴν ἐν Χαλκηδόνι. ἰδικῶς γὰρ τὸ σύμβολον τῶν τιη ἁγίων πατέρων,
εἰς ὃ βαπτιζόμεθα, αὗται αἱ ἅγιαι τρεῖς σύνοδοι ὁμοφρόνως ἐβεβαίωσαν.
Καὶ μετὰ τὴν προσφώνησιν ἐπιμενόντων
αὐτῶν ἐπὶ πλείστας ὥρας ταῖς αὐταῖς φωναῖς καὶ προσθέντων· Οὐ κατέρχῃ, ἐὰν μὴ ἀναθεματίσῃς· πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ
πατριάρχου. ἄξιε τῆς τριάδος, πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως, πολλὰ τὰ ἔτη τῆς
αὐγούστης· τὴν σύναξιν τῆς συνόδου Χαλκηδόνος ἄρτι κήρυξον. οὐκ ἀναχωρῶ, ἐὰν μὴ
κηρύξῃς. ἕως ὀψὲ ὧδε ἐσμέν... [καὶ] προσεφώνησεν ὁ ἁγιώτατος καὶ
μακαριώτατος ἀρχιεπίσκοπος ἡμῶν καὶ οἰκουμενικὸς πατριάρχης Ἰωάννης οὕτως·
Ἐπειδὴ σύναξιν ᾐτήσατε τῶν ἁγίων πατέρων τῶν ἐν Χαλκηδόνι ἐπιτελεσθῆναι,
γινώσκοντες γνώσεσθε ὅτι καὶ τοῦτο ποιήσομεν γνώμῃ τοῦ εὐσεβεστάτου καὶ
φιλοχρίστου ἡμῶν βασιλέως…
Ἐπιμενόντων δὲ αὐτῶν καὶ τὰς αὐτὰς
φωνὰς ἐκβοώντων καὶ προσθέντων· Οὐκ ἀναχωρῶ μὰ τὸ εὐαγγέλιον· τὴν σύναξιν τῶν πατέρων ἄρτι κήρυξον·
τῶν ἐν Χαλκηδόνι πατέρων τὴν σύναξιν αὔριον ποίησον, ἐκηρύχθη ἡ σύναξις
διὰ Σαμουὴλ διακόνου οὕτως· Γνωρίζομεν τῇ ὑμετέρᾳ ἀγάπῃ ὅτιπερ τῇ αὔριον μνήμην
ἐπιτελοῦμεν τῶν ἐν ἁγίοις πατέρων ἡμῶν καὶ ἐπισκόπων γενομένων τῶν κατὰ τὴν
Χαλκηδονέων μητρόπολιν συναχθέντων καὶ βεβαιωσάντων ἅμα τοῖς ἐν
Κωνσταντινουπόλει καὶ ἐν Ἐφέσῳ συναχθεῖσιν ἁγίοις πατράσιν τὸ σύμβολον τῶν τιη
ἁγίων πατέρων τῶν συναχθέντων κατὰ τὴν Νικαέων. συναγόμεθα δὲ καὶ ἐνταῦθα.
Καὶ μετὰ τὴν προσφώνησιν τῆς
συνάξεως πάλιν ἐπέμεινεν ὁ λαὸς καὶ μιᾷ φωνῇ ἐπὶ πολὺ ἔκραζον· Σεβῆρος ἄρτι ἀναθεματισθῇ. ὁ ἐπίβουλος τῆς τριάδος ἄρτι
ἀναθεματισθῇ. ὁ κατὰ τῶν πατέρων ἄρτι ἀναθεματισθῇ. ὁ ἀναθεματίσας τὴν σύνοδον
Χαλκηδόνος ἄρτι ἀναθεματισθῇ. οὐκ ἐξέρχομαι, ἐὰν μὴ ἄρτι ἀναθεματισθῇ καὶ ἀπόκρισιν λάβω. μαρτύρομαι· ὀρθόδοξος εἶ, ἄρτι
ἀναθεμάτισον. ἢ ἀναθεμάτισον ἢ οὐδὲν παρ' ἐμέ.
Καὶ ἐπὶ πολὺ τοῖς αὐτοῖς ἐπιμενόντων
αὐτῶν, παρόντων (τῶν τάδε) ἐπισκόπων τῶν καὶ
συναινούντων τῷ ἁγιωτάτῳ καὶ μακαριωτάτῳ ἀρχιεπισκόπῳ καὶ οἰκουμενικῷ πατριάρχῃ
Ἰωάννῃ προσεφωνήθη ταῦτα· Ὅτι Σεβῆρος χωρίσας ἑαυτὸν τῆς ἁγίας ταύτης
ἐκκλησίας ἑαυτῷ κρίματι ὑπέβαλε, πρόδηλον πᾶσιν. ἑπόμενοι τοίνυν καὶ ἡμεῖς τοῖς θείοις κανόσι καὶ τοῖς ἁγίοις πατράσιν ἀλλότριον τοῦτον ἡγούμεθα καὶ
ὑπὸ τῶν θείων κανόνων ἤδη διὰ τῆς βλασφημίας αὐτοῦ κατακριθέντα ἀναθεματίζομεν
καὶ ἡμεῖς. [σ.σ.: Βλέπομε κι ἐδῶ ὅτι, ἄλλο τὸ
ἀνάθεμα ποὺ ἐπέρχεται σὲ κάποιον αἱρετικὸ λόγῳ τῆς αἱρέσεως (ἐξ οὗ καὶ χάνει τὴ
Θ. Χάρη) καὶ ἄλλο ἡ ἀφαίρεση τῆς ἐξουσίας νὰ ἱερουργεῖ, ποὺ ἐπέρχεται μὲ τὴν
καταδίκη του ἀπὸ Σύνοδο].
Τούτων παρακολουθησάντων τῇ κυριακῇ,
τῇ ἑξῆς, ἥτις ἐστὶν ἑξκαιδεκάτη τοῦ Ἰουλίου μηνός, ἡμέρᾳ δευτέρᾳ, ἐπιτελουμένης
τῆς μνήμης τῶν προλεχθέντων ἁγίων πατέρων, πάλιν τῆς εἰσόδου γενομένης παρὰ τοῦ
ἁγιωτάτου καὶ μακαριωτάτου ἀρχιεπισκόπου καὶ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Ἰωάννου,
εὐθέως ἅμα τῷ γενέσθαι αὐτὸν πλησίον τοῦ ἄμβωνος φωναὶ ἤλθοσαν ἀπὸ παντὸς τοῦ
λαοῦ οὕτως· Πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ πατριάρχου, πολλὰ τὰ
ἔτη τοῦ βασιλέως... τοὺς Μανιχαίους ἔξω βάλε. πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ πατριάρχου· τοῦ νέου Ἰωάννου πολλὰ τὰ
ἔτη· ἄξιε τῆς τριάδος ...Εὐφημίου καὶ Μακεδονίου τὰ ὀνόματα ἄρτι ταγῇ. τελείαν
ἑορτὴν τῇ ἐκκλησίᾳ. τοὺς ψευδομάρτυρας Μακεδονίου ἔξω βάλε. τὰς τέσσαρας
συνόδους τοῖς διπτύχοις. Λέοντα τὸν ἐπίσκοπον Ρώμης τοῖς διπτύχοις. ἡ ἁγία
Μαρία θεοτόκος ἐστί· τοῦτο ἡ σύνοδος εἶπε... οὕτως ἔχεις τὴν τριάδα, τὰ δίπτυχα
ἄρτι φέρε. οἱ κανόνες τούτους οὐκ ἐξέβαλαν· ἐὲς τάξον, ἐὲς τάξον, ἐὲς τάξον.
Καὶ προσεφωνήθη ταῦτα· Καὶ κατὰ τὴν
χθὲς ἡμέραν ἀρκούντως ἐπληροφορήσαμεν τὴν ὑμετέραν ἀγάπην, καὶ νῦν δὲ τὸν ζῆλον
ὑμῶν σαφῶς ἐπιστάμενοι ἐκεῖνα ἐσπεύσαμεν καὶ σπεύδομεν ποιῆσαι ὅσα καὶ τὸν θεὸν
θεραπεύει καὶ ὑμᾶς διὰ πάντων ἐν πᾶσι πληροφορεῖ. ὅτι δὲ μέλει ἡμῖν τοῦ μηδὲν
παρασαλευθῆναι τῆς ὀρθῆς πίστεως, οἶμαι κατὰ διαφόρους χρόνους καὶ τρόπους
πείραι παρειληφέναι τὴν ὑμετέραν ἀγάπην. δι' ὃ καὶ τὸν θεμέλιον τῆς πίστεως
κατὰ τὴν τῶν ἁγίων πατέρων παράδοσιν ἀρραγῆ διαμένειν τῇ χάριτι τοῦ δεσπότου
ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐσπουδάσαμεν, ἐλπίσαντες δι' αὐτῆς καὶ τὰς
διεστώσας ἐκκλησίας ἑνῶσαι, πανταχοῦ τὴν τάξιν τῶν θείων κανόνων ἐνθέσμως
κρατοῦντες. οὐδὲ γὰρ ἐγχωρεῖ τι παρασαλεῦσαι καὶ περὶ κενοφωνίας καὶ
λεπτολογίας ἀπασχολεῖσθαι τοὺς πιστούς, ἀλλὰ προσέχειν τῷ ἁγίῳ συμβόλῳ, ἐν ᾧ
πάντες ἐβαπτίσθημεν, ὅπερ ἐξεφώνησεν ἡ ἐν Νικαίᾳ ἐν ἁγίῳ πνεύματι σύνοδος καὶ
ἐκύρωσεν ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει τῶν ἁγίων πατέρων συνέλευσις καὶ ἐβεβαίωσεν ἡ
ἐν Ἐφέσῳ ὁσία σύνοδος καὶ ἐπεσφράγισεν ὁμοίως ἡ ἐν Χαλκηδόνι ἁγία μεγάλη
σύνοδος, ἣν κατ' οὐδένα λόγον ἢ τρόπον παρασαλεῦσαί τις δυνήσεται πᾶσαν
ἀναιροῦσαν τοῖς κακοδόξοις πρόφασιν. ταύτην τοίνυν τὴν πίστιν ἀσάλευτον
κρατοῦντες πρὸς ἀλλήλους μὴ ἀμφιβάλητε, ἀλλὰ πᾶσαν κενοφωνίαν καὶ πᾶσαν
καινοτομίαν καὶ πᾶσαν λεπτολογίαν ἀπωθούμενοι ἑνὶ στόματι τὴν ἁγίαν καὶ
ὁμοούσιον τριάδα δοξάσωμεν, ἥτις φυλάττοι ἐν εἰρήνῃ τὴν ζωὴν τῶν εὐσεβεστάτων
καὶ φιλοχρίστων ἡμῶν βασιλέων καὶ πάντων ἡμῶν. τῷ γὰρ πατρὶ καὶ υἱῷ καὶ ἁγίῳ πνεύματι
πρέπει ἡ δόξα νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων, ἀμήν.
Ταύτης τῆς προσφωνήσεως γενομένης
ἐπέμειναν κράζοντες· Ἐὰν μὴ ἄρτι, οὐδεὶς ἐκβαίνει·
μαρτύρομαί σε, τὰς θύρας κλείω.
ἀδελφοὶ ὀρθόδοξοι μία ψυχή· ἀδελφοὶ διὰ πίστιν μία ψυχή· Ἰουστῖνε αὔγουστε
TVINCAS: ὁ μὴ λαλῶν Μανιχαῖός ἐστιν. ἅγιος ἅγιος ἅγιος· ἡ τριὰς ἐνίκησεν...
Καὶ πάλιν ἐπιμενόντων αὐτῶν ἐπὶ πολὺ
ταῖς αὐταῖς φωναῖς προσεφωνήθη αὐτοῖς ταῦτα· Ὅτι διὰ πάντων σπουδὴν ἐθέμεθα
θεραπεῦσαι ὑμᾶς καὶ ἀσκανδαλίστους φυλάξαι, σαφῶς ἐπίστασθε· ἐπειδὴ δὲ δεῖ
πάντα κανονικῶς καὶ μετὰ εὐταξίας γενέσθαι, συγχωρήσατε ἡμῖν συναγαγεῖν τοὺς
θεοφιλεστάτους ἐπισκόπους, ἐφ' ᾧ τε κατὰ τοὺς θείους κανόνας πάντα προβῆναι
γνώμῃ καὶ κελεύσει τοῦ εὐσεβεστάτου ἡμῶν βασιλέως. τὰς γὰρ ἐκβοήσεις ὑμῶν πάσας
ἀνοίσομεν ἐπὶ τὴν αὐτοῦ γαληνότητα.
Καὶ κλεισάντων αὐτῶν τὰς θύρας καὶ ἐπιμενόντων
ταῖς αὐταῖς ἐκβοήσεσι λαβὼν τὰ δίπτυχα ὁ ἁγιώτατος καὶ μακαριώτατος
ἀρχιεπίσκοπος καὶ οἰκουμενικὸς
πατριάρχης Ἰωάννης ἐκέλευσε ταγῆναι τὰς ἁγίας τέσσαρας συνόδους τῶν τε ἐν Νικαίᾳ
συνελθόντων ἁγίων πατέρων καὶ τῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει ὡσαύτως συναχθέντων ἐπὶ
Νεκταρίου τοῦ τῆς ὁσίας μνήμης καὶ τῶν ἐν Ἐφέσῳ ἐπὶ τῇ ἐκβολῇ Νεστορίου καὶ τῶν
ἐν Χαλκηδόνι ἐπὶ τῇ ἐκβολῇ Εὐτυχοῦς καὶ τοῦ αὐτοῦ δυσσεβοῦς Νεστορίου καὶ τὰ ὀνόματα
τῶν τελευτησάντων ἐν ὁσίᾳ τῇ μνήμῃ γενομένων ἀρχιεπισκόπων ταύτης τῆς βασιλίδος
πόλεως Εὐφημίου καὶ Μακεδονίου καὶ μέντοι καὶ Λέοντος τοῦ γενομένου
ἀρχιεπισκόπου Ρώμης. τότε φωνῇ μεγάλῃ πάντες οἱ τοῦ λαοῦ ὡς ἐξ ἑνὸς στόματος
ἐβόησαν εὐλογητὸς κύριος ὁ
θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι ἐπεσκέψατο καὶ ἐποίησε λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ,
καὶ πάλιν δεύτερον ἔκραξαν εὐλογητὸς κύριος Ἰησοῦς ὁ βασιλεύς, ὅτι ἐπεσκέψατο
καὶ ἐποίησε λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ. ἐπὶ πολλὴν δὲ ὥραν
ἀντιφωνούντων ἑκατέρων τῶν μερῶν καὶ ψαλλόντων τὴν ψαλμῳδίαν ταύτην, οἱ ψάλται
ἐπετράπησαν ἀνελθόντες εἰπεῖν τὸ τρισάγιον καὶ αὐτῶν ἀρξαμένων πᾶς ὁ λαὸς
ἐπαύσατο καὶ ὑπήκουσε τοῦ τρισαγίου.
Καὶ μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ ἁγίου
εὐαγγελίου ἐξ ἔθους τῆς θείας λειτουργίας ἐπιτελουμένης καὶ τῶν θυρῶν
κλεισθεισῶν καὶ τοῦ ἁγίου μαθήματος κατὰ τὸ σύνηθες λεχθέντος τῷ καιρῷ τῶν
διπτύχων μετὰ πολλῆς ἡσυχίας συνέδραμον ἅπαν τὸ πλῆθος κύκλῳ τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἠκροῶντο καὶ μόνον ἐλέχθησαν αἱ προσηγορίαι τῶν
εἰρημένων ἁγίων τεσσάρων συνόδων παρὰ τοῦ διακόνου καὶ τῶν ἐν ὁσίᾳ τῇ μνήμῃ
ἀρχιεπισκόπων Εὐφημίου καὶ Μακεδονίου καὶ Λέοντος, φωνῇ μεγάλῃ ἔκραξαν ἅπαντες· δόξα σοι κύριε. καὶ μετὰ τοῦτο μετὰ πάσης
εὐταξίας ἐπληρώθη σὺν θεῷ ἡ θεία λειτουργία».
(T.L.G., ὅπ. παρ., page 72, line
4 Ἔκθεσις πίστεως κατὰ ἀποκάλυψιν Γρηγορίου ἐπισκόπου Νεοκαισαρείας. Καὶ
Πρακτικὰ Συνόδων, τόμος Β΄,
σελ. 333) (ἐδῶ).
«Τέσσερις
ἡμέρες ἀργότερα (518) συνῆλθε ἡ Ἐνδημοῦσα Σύνοδος, στήν ὁποία ἔλαβαν μέρος
σαρανταένας ἐπίσκοποι καί πενῆντα ἡγούμενοι Μονῶν τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Στήν
Σύνοδο αὐτή διαβάστηκε ἐπιστολή πού ὑπέγραψαν πενηνταέξι ἀρχιμανδρῖται τῆς
βασιλευούσης.
Οἱ μοναχοί παρακαλοῦσαν τούς ἐπισκόπους διά τῆς
ἐπιστολῆς τους αὐτῆς νά ἐπικυρώσουν
ἐγγράφως τίς ἐκβοήσεις τοῦ λαοῦ πρός τόν πατριάρχη καί τίς προσφωνήσεις
τοῦ ἱεροῦ Ἰωάννου πρός τόν λαό -δηλαδή τήν ἀναγραφή στά δίπτυχα τῶν ἱερῶν
Συνόδων καί πατριαρχῶν, πού προαναφέραμε. Ζητοῦσαν ἀκόμη νά ἀναθεματισθῇ ὁ
Σεβῆρος καί νά ἀνακληθοῦν στίς θέσεις τους ὅσοι κληρικοί, μοναχοί καί λαϊκοί
ἐξωρίσθηκαν, ἐπειδή ὑπεράσπιζαν τούς ἱερούς πατριάρχες Εὐφήμιο καί Μακεδόνιο.
Πράγματι ἡ Σύνοδος ἀποδέχθηκε ὅλα τά ἀνωτέρω αἰτήματα
καί ἀποφάσισε τήν ἀνακομιδή στήν Κωνσταντινούπολι τῶν λειψάνων τῶν δύο εὐσεβῶν
πατριαρχῶν (Νικόδ. Μήλια, Τῶν ἱερῶν
Συνόδων... συλλογή, τόμος β' σελ. 302 -305)» (ἐδῶ).
Στὴν συνέχεια στὴν ἐνδημούσα Σύνοδο τοῦ 536 ἀναγνώστηκε ἄλλη ἐπιστολή·
ἦταν ἡ ἐπιστολὴ τοῦ «Ἐπιφανίου
ἐπισκόπου Τύρου καὶ τῶν ὑπ’ αὐτὸν πρὸς τὴν ἐνδημοῦσαν ἐν Κων/πόλει σύνοδον». Ὁ Ἐπιφάνιος διαβεβαιώνει ἐπισκόπους τῆς ἐνδημούσης
Συνόδου ὅτι σωστὰ ἔπραξε ἡ Σύνοδος ἀναθεματίζουσα τὸν Σεβῆρο, «γυμνὸν εἶναι
ἀποφηνάμενον παντὸς πράγματος ὀνόματος ἀξίας ἐνεργείας Χριστιανῷ ἢ ἱερατικῷ ἁρμοζούσης
ἢ ἁρμόσαι δυναμένης καὶ ἀλλότριον τῆς θείας κοινωνίας κατὰ τοὺς θείους κανόνας
αὐτὸν καταστῆσαν. καὶ γὰρ ἦν ἀκόλουθον συνέπεσθαι τῇ τῶν ἀχράντων εὐαγγελίων
θείᾳ διδασκαλίᾳ καθ’ ἣν φησιν ὁ Κύριος τοὺς δοκοῦντας ἐν ἑαυτοῖς ἔχειν τι καὶ
τούτου πάντως ἀφαιρεῖσθαι καὶ τοὶς ἔχουσιν ἐκ δικαιοσύνης προστίθεσθαι» (T.L.G., ὅπ. παρ., page 81, line 5). Καὶ διηγεῖται ὅσα ἀντικανονικὰ
ἔπραξε ὁ Σεβῆρος, τὶς παρανομίες καὶ ἐγκληματικὲς ἐνέργειές του καὶ τὸ πόσο
χάρηκε ὁ λαὸς τῆς ἐπισκοπῆς, ὅταν ἔμαθε τὴν καταδίκη τοῦ αἱρετικοῦ ἀπὸ τοὺς
ἐπισκόπους τῆς ἐνδημούσης Συνόδου, «ὧν τὴν κοινωνία ἀσπαζόμενοι καὶ πρὸς
ἣν ἔχετε πίστιν ὁμόφρονες καθεστῶτες ἀποστρεφόμεθα σὺν ὑμῖν ἐπιφέροντες τὸν ἔγκριτον
ἀναθεματισμὸν κατὰ παντὸς αἱρετικοῦ» (T.L.G., ὅπ. παρ., Tome 3, page 83, line 20).
«Ἔστωσαν
τοίνυν οἱ εἰρημένοι Σεβῆρος ὁ Ἀκέφαλος καὶ Ἰωάννης ὁ μανδρίτης καὶ τὸ δυσσεβὲς
αὐτῶν φρόνημα μετὰ τῶν κοινωνούντων αὐτοῖς ἀνάθεμα καὶ κατάθεμα»… «Καὶ ἐξεβόησαν
οἱ ἀπὸ τοῦ πλήθους· Ἀμήν... ὁ μὴ λαλῶν οὐκ ἔνι πιστός» (T.L.G., ὅπ. παρ., page 88, line 19).
Καὶ ὁ ἐπίσκοπος Πτολεμαΐδος Ἰωάννης εἶπε: «Ἀναθεματίζομεν
πάντας μὲν οὓς ἀναθεμάτισεν ὁ …ἡμῶν ἀρχιεπίσκοπος …καὶ πάσας τὰς αἱρέσεις…, καὶ
ἀποστρεφόμεθα τὴν πρὸς αὐτοὺς κοινωνίαν». Καὶ ὁ ἐπίσκοπος
Ραχληνῶν Ἠλίας εἶπε: «Ἀναθεματίζομεν Σεβῆρον καὶ τὰ δυσσεβῆ αὐτοῦ
φρονήματα… μετὰ καὶ τῶν κοινωνούντων αὐτοῖς» (T.L.G., ὅπ. παρ., page 89, line 7 ἑξῆς).
«Ἐπιστολὴ
τῶν ἐν δευτέρᾳ Συρίᾳ ἐπισκόπων πρὸς Ἰωάννην Πατριάρχην καὶ τὴν σύνοδον.
…Ὅταν
ἀποβλέψομεν πρὸς τὴν φορὰν τῶν περιστοιχισάντων ἡμᾶς χαλεπῶν καὶ λογισώμεθα τὴν
ἐπενεχθεῖσαν σύγχυσιν ἀπροσδοκήτως ταῖς ἐκκλησίαις τοῦ Θεοῦ, τὸ πᾶν εἰκότως ταῖς
οἰκείαις ἐπιγράφοντες ἁμαρτίαις τὴν τοῦ Κυρίου μακροθυμίαν θαυμάζομεν…».
Καὶ παρακάτω, ἀφοῦ στὴ συνέχεια ἀναφέρουν τὰ δεινὰ ποὺ ἐπέφερε στὴν Ἐκκλησία ὁ Σεβῆρος, βεβαιώνουν ὅτι γέμισαν χαρὰ μὲ ὅσα κανονικῶς ἔπραξε ἡ Σύνοδος ἀναθεματίσασα τὸν Σεβῆρο, τὸν ὁποῖον οἱ ἴδιοι εἶχαν ἀναθεματίσει «χωρίσαντες ἑαυτοὺς τῆς πρὸς ἐκείνους κοινωνίας» διὰ τὰ ὅσα δεινὰ εἶχε προκαλέσει στὴν Ἐκκλησία. Σημειωτέον κι ἐδῶ, ὅτι ὁ ἐκείνων ἀναθεματισμὸς καὶ ἡ διακοπὴ κοινωνίας, δὲν ἔκανε ἄκυρα τὰ μυστήρια τοῦ Σεβήρου, ἀλλὰ ὁ ἀναθεματισμὸς τῆς Συνόδου. Ἔτσι λοιπόν, «ἀναθεματίζομεν καὶ ἐπὶ τοῦ παρόντος Σεβῆρον καὶ Πέτρον… ἀπαλλοτριοῦντες αὐτοὺς παραπλησίως καθάπερ ὑμεῖς, παντὸς πράγματος, τιμῆς, ἀξίας, ἐνεργείας ἱερατικῆς, τῆς σεπτῆς κοινωνίας καὶ γυμνοῦντες οὐ μόνον ἱερωσύνης ἧς ἔχειν ἐφαντάζοντο μάτην, ἀλὰ καὶ πάσης μετουσίας πρὸς τὴν τῶν ὀρθὰ φρονεῖν ἐγνωκότων διάκρισιν… καὶ δεόμεθα … ἐπικυρῶσαι καὶ τὴν παρ’ ἡμῶν νῦν ἡγησαμένην διοίκησιν τοῖς θείοις ἐγνωσμένην κανόσιν, εἰ καὶ μηδὲν ἔχειν αὐτοὺς ἔνθεσμον ἱερωσύνης ἐγνώκαμεν πώποτε» (T.L.G., ὅπ. παρ., page 92, line 9).
Καὶ παρακάτω, ἀφοῦ στὴ συνέχεια ἀναφέρουν τὰ δεινὰ ποὺ ἐπέφερε στὴν Ἐκκλησία ὁ Σεβῆρος, βεβαιώνουν ὅτι γέμισαν χαρὰ μὲ ὅσα κανονικῶς ἔπραξε ἡ Σύνοδος ἀναθεματίσασα τὸν Σεβῆρο, τὸν ὁποῖον οἱ ἴδιοι εἶχαν ἀναθεματίσει «χωρίσαντες ἑαυτοὺς τῆς πρὸς ἐκείνους κοινωνίας» διὰ τὰ ὅσα δεινὰ εἶχε προκαλέσει στὴν Ἐκκλησία. Σημειωτέον κι ἐδῶ, ὅτι ὁ ἐκείνων ἀναθεματισμὸς καὶ ἡ διακοπὴ κοινωνίας, δὲν ἔκανε ἄκυρα τὰ μυστήρια τοῦ Σεβήρου, ἀλλὰ ὁ ἀναθεματισμὸς τῆς Συνόδου. Ἔτσι λοιπόν, «ἀναθεματίζομεν καὶ ἐπὶ τοῦ παρόντος Σεβῆρον καὶ Πέτρον… ἀπαλλοτριοῦντες αὐτοὺς παραπλησίως καθάπερ ὑμεῖς, παντὸς πράγματος, τιμῆς, ἀξίας, ἐνεργείας ἱερατικῆς, τῆς σεπτῆς κοινωνίας καὶ γυμνοῦντες οὐ μόνον ἱερωσύνης ἧς ἔχειν ἐφαντάζοντο μάτην, ἀλὰ καὶ πάσης μετουσίας πρὸς τὴν τῶν ὀρθὰ φρονεῖν ἐγνωκότων διάκρισιν… καὶ δεόμεθα … ἐπικυρῶσαι καὶ τὴν παρ’ ἡμῶν νῦν ἡγησαμένην διοίκησιν τοῖς θείοις ἐγνωσμένην κανόσιν, εἰ καὶ μηδὲν ἔχειν αὐτοὺς ἔνθεσμον ἱερωσύνης ἐγνώκαμεν πώποτε» (T.L.G., ὅπ. παρ., page 92, line 9).
«Ψῆφος
τῆς ἐνδημούσης συνόδου κατὰ Σεβήρου καὶ Πέτρου
…Ἐκ
πάντων τοίνυν τῶν ἀνεγνωσμένων εὕρομεν Σεβῆρον καὶ Πέτρον πάσης ἐκκλησίας
καθολικῆς ἀλλὰ καὶ αὐτῆς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως ἀποστάτας καὶ ἀποτετμημένους καὶ
τῶν μὲν ἁπλουστέρων ψυχῶν ἐπιβούλους, τῶν δὲ ἀσεβῶν αἱρετικῶν συνεργοὺς οἷα ταῖς
αὐτῶν ποικίλαις ὑπαγομένων πλάναις». Καὶ ἐνῶ καταδικάστηκαν ἀπὸ ἄλλες τοπικὲς
συνόδους, συνέχισαν τὸ ἔργο τους ἐπαύξησαν τὸ φθοροποιὸ ἔργο τους θρασύτατα.
Γι’ αὐτὸ κι ἐμεῖς «ἐν τῇ τάξει γενομένους ἔχομεν ὧν ἠγάπησαν αἱρετικῶν» (T.L.G., ὅπ. παρ., page 111, line 12).
«Ψῆφος
Μηνᾶ πατριάρχου κατὰ Σεβήρου Πέτρου καὶ Ζωόρα
…
Φαίνονται Σεβῆρος καὶ Πέτρος αὐθαιρέτως ἑλόμενοι τὰς πρὸς θάνατον ἁμαρτίας.
Δέον γὰρ τὴν ἀρχὴν πλανηθέντας καὶ δόξαις αἱρετικαῖς ὑπαχθέντας καὶ διὰ τοῦτο
παρὰ τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας καὶ πάντων τῶν ἐν αὐτῇ ἀρχιερατεύειν λαχόντων τὸ
κατάκριμα ἐπαγαγόντας σωφρόνως ἐνεγκεῖν τὴν τιμωρίαν καὶ πρόφασιν μετανοίας ἀλλὰ
μὴ ἀπογνώσεως ταύτην ὑπολαβεῖν, οἳ δὲ τοιοῦτον μὲν οὐδὲν φαίνονται
διαπεπραγμένοι οὐδέ τινα παρ’ ὅλον χρόνον μεταγνώσεως ἔνδειξιν ποιησάμενοι, ἀλλ’
ὡς πρὸς αὐτὸν τὸν Θεὸν ἀπαυθαδιαζόμενοι ἐνέμειναν ταὶς οἰκείαις ἀσεβείαις, μικρὸν
ἡγησάμενοι τὸ μέχρις αὐτῶν στῆσαι τὴν ἀπώλειαν, εἰ μὴ καὶ τοὺς ἄλλους…
προσαπολέσαιεν… Οὔκουν ἐπαύσαντο διδασκαλίαις ἐγγράφοις τε καὶ ἀγράφοις
χρώμενοι… καὶ τὰς τῶν ἁπλουστέρων ψυχὰς δελεάζοντες… Κατεπάτησαν δὲ πρὸς
τούτοις καὶ τοὺς εὐαγεῖς κανόνας, οἳ
σαφῶς διαγορεύουσι τὸν ἔν τινι συνόδῳ κατακεκριμένον μηδέ τινι
τρόπῳ δύνασθαι λειτουργίας ἱερατικῆς ἀντιλαμβάνεσθαι, μέχρις ἂν ἐξέτασις ἐπ’ αὐτῷ
γινομένη ὑφ’ ἑτέρας συνόδου ἀθῷον αὐτὸν ἀναδείξῃ· εἰ δέ τις τολμήσει ἱερατικόν τι πρᾶξαι κατὰ τὸν ἐν
μέσῳ χρόνον πρὸ τῆς ἐν ἑτέρᾳ συνόδῳ ἀποκαταστάσεως, τοῦτον μηδὲ ὕστερον ἐν ἄλλῃ
συνόδῳ ἐλπίδα τινὰ ἔχειν ἀποκαταστάσεως. ἀλλὰ τούτων πάντων ὑπεριδόντες
οἱ προειρημένοι Σεβῆρος καὶ Πέτρος καὶ οἱ τούτων κοινωνοὶ καὶ μέτοχοι…
καταφρονήσαντες» τὴν «κατ’ αὐτῶν ἀπόφασιν» τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κων/πόλεως καὶ
ἐπίσης «τὴν πάσης τῆς Ἀνατολικῆς διοικήσεως κατ’ αὐτῶν ψῆφον γεγενημένην,
τὸ δὴ λεγόμενον ἀνίπτοις χερσὶ τὰ ἅγια μετεχειρισάμενοι καὶ καθάπερ δή τινες χοῖροι
τοὺς μαργαρίτας πατήσαντες… οὐκ ἐπαύσαντο παντοίως λυμαινόμενοι τῇ καταστάσει
καὶ εἰρήνῃ τῶν ἁγιωτάτων ἐκκλησιῶν, αὐτοὶ μὲν λαθραίως τὰ τοῖς κανόσιν ἀπηγορευμένα
διαπραττόμενοι, ἄλλους δὲ πολλοὺς τῶν πειθομένων τῇ ἀθέσμῳ αὐτῶν διδασκαλίᾳ
παρασκευάζοντες συνάξεις
τε καὶ βαπτίσματα κατ’ οἴκους καὶ μοναστήρια ποιεῖν ἀκανονίστως καὶ τῆς μυσαρᾶς αὐτῶν πολλοῖς τῶν ὑπ’
αὐτῶν διεστραμμένων μεταδιδόναι κοινωνίας, ἀνθρώπους μηδὲ τὴν σχήματι, οὐδὲ γὰρ
πράγματι φαμέν, παρ’ αὐτῶν διδομένην τοῖς ὁμοίως αὐτοῖς διεστραμμένοις
χειροτονίαν ἐσχηκότας, ὥστε διὰ ταῦτα μὴ μόνο τὸ ἀρχῆθεν παρὰ τῶν πατέρων ἡμῶν ἐπιτεθὲν
οἷον ἐρριζωθῆναι ἀνάθεμα, ἀλλὰ καὶ ἐξ ἡμετέρας ἀποφάσεως, μᾶλλον δὲ τῆς τῶν κανόνων
αὐθεντίας τὴν ἐλπίδα τῆς ἀποκαταστάσεως αὐτοῖς ἀναιρεθῆναι καὶ τοῦτο
μανθάνοντας τοὺς τῆς καθολικῆς ἁγίας ἐκκλησίας τροφίμους ἀποφεύγειν τὴν ἐκείνων
πλάνην τε καὶ κακοδοξίαν. διὰ ταῦτα» ἀποδεχόμενοι τῶν
ἄλλων ἀδελφῶν «ἐξενεχθείσης ἀποφάσεως κατὰ τῶν εἰρημένων Σεβήρου… καὶ τῶν
ἄλλων ὅσοι κοινωνοῦσι αὐτοῖς τῆς ἀσεβείας, καὶ τῶν συμπλεκομένων ταῖς ἐκείνων ἀνοσιουργίαις
καὶ ἡμεῖς» ὅλους αὐτοὺς «τῷ ὁμοίῳ τιτρώσκομεν ἀναθέματι» (T.L.G., ὅπ. παρ.,page 113, line 14).
Αἴτηση (“Δέησις”) τῶν ἀρχιμανδριτῶν καὶ μοναχῶν τῆς Κων/πόλεως, ὡς
καὶ τῶν ἐνδημούντων τῶν Ἱεροσολύμων, τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ τοῦ Σινᾶ, ποὺ ἀνεγνώσθη
στὴν Σύνοδο. Σ’ αὐτὴ ἀφοῦ ἐξιστοροῦν τὰ περὶ αἱρετικοῦ πατριάρχου Κων/πόλεως Ἀνθίμου,
ὁ ὁποῖος μὲ ἄλλους αἱρετικοὺς «θορύβους καὶ ταραχὰς ταῖς ἐκκλησίαις ἐμποιοῦντες οὐκ
ἐπαύσαντο, τὴν μὲν γῆν καὶ τὰς πόλεις αἵμασιν ἁγίων καὶ ἑτέρων τινῶν
καταμολύνοντες καὶ θορύβοις συσσαλεύοντες, τὸν δὲ ἀέρα καὶ τὰ τῶν ἀκουόντων ὦτα
τοῖς κατὰ τῶν ἁγίων ἀναθεματισμοῖς μιάναντες, τὸ δὲ πέρας καὶ εἰς αὐτὴν τὴν
βασιλίδα πόλιν εἰσφρήσαντες καὶ θυσιαστήρια ἐβδελυγμένα καὶ βαπτιστήρια ἀλλότρια
ἐξ ἐναντίας τοῦ ἀληθινοῦ καὶ τῆς ἁγίας κολυμβήθρας… πηξάμενοι…». Αὐτόν -συνεχίζουν οἱ μοναχοί- αὐτὸν τὸν Ἄνθιμον, νοσοῦντα
«τὴν ὁμοίαν ἐκείνων αἱρετικὴν πλάνην», ἐσεῖς,
«καίπερ δυνάμενοι
τούτους (τὸν Ἄνθιμον καὶ τοὺς σὺν αὐτῷ) ἐξωθῆσαι ὅμως γοῦν κανονικὴν
κρίσιν παρὰ τοῦ ἀρχιερέως τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης (Ἀγαπητοῦ) …ἀκοῦσαι ἠβουλήθητε».
Καὶ ὁ πάπας Ἀγαπητὸς ἦλθε στὴν Κων/πολη «Θεοῦ
βουλήσει» (διότι «Κύριος ἐξήγειρε τὸ πνεῦμα
τοῦ τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης ἁγιωτάτου ἀρχιεπισκόπου Ἀπαπητοῦ») καὶ «τοῦτον δικαίως ἐξωθήσας τοῦ τῆσδε τῆς πόλεως ἀρχιερατικοῦ
θρόνου… προεχειρίσατο τῇσδε τῇ ἐκκλησίᾳ τὸν ἐπὶ ὀρθῇ πίστει… Μηνᾶν τὸν ἁγιώτατον».
Στὴ συνέχεια -λένε- καὶ πάλι ζητούσαμε πολλοί «τὸν μὲν Ἄνθιμον
οἷα Τραπεζούντων χρηματίζοντα ἐπίσκοπον» νὰ
συντάξει «λίβελλον καὶ ἐλευθερῶσαι ἑαυτὸν πάσης αἱρετικῆς πλάνης καὶ ἐξορμῆσαι
ἐπὶ τῆν Τραπεζουντίων ἐκκλησίαν ἢ τοῦτο μὴ ἀνεχόμενον τελείως κατακριθῆναι καὶ πάσης ἀξίας ἱερατικῆς καὶ ἐνεργείας
γυμνωθῆναι, ὥσπερ ὁ ἐν Ἁγίοις Κελεστῖνος
ἐπὶ Νεστωρίῳ τῷ δυσσεβεῖ διεπράξατο…». Αὐτὰ
πραγματοποιήθηκαν καὶ ὁ Ἄνθιμος κατεδικάσθη μὲ τοὺς ὁμοίους του «πάσης ἱερατικῆς
ἀξίας καὶ ἐνεργείας» γυμνωθεὶς «καὶ παντὸς ἐπισκοπικοῦ καὶ ὀρθοδόξου όνόματος
ἄχρι μετανοίας». Αὐτὰ ποὺ ἐκεῖνος ἐπραγματοποίησε (ὁ Πάπας Ἀγαπητός) ζητοῦμε νὰ ἐπικυρώσετε «διὰ γενικῆς ὑμῶν
νομοθεσίας». «Δέος γάρ, εὐσεβέστατοι, μὴ διὰ τὴν πολλὴν ἀνοχὴν τὸ τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ
λαοῦ πάθωμεν καὶ ἡμεῖς ἐν μέσῳ ἔχοντες τοὺς ὑπὸ πάσης ἀρχιερωσύνης ἀναθεματισθέντας…» (T.L.G., ὅπ. παρ.,page 133, line 23).
«Ὁ ἁγιώτατος καὶ μακαριώτατος πατριάρχης καὶ ἡ εὐαγὴς σύνοδος εἶπε· Δέδεικται καὶ νῦν ἐπὶ τῶν πραγμάτων ἀληθὴς ὁ προφητικὸς λόγος ὅτι οὐ παροικήσει πονηρὸς τῷ Θεῷ οὐδὲ διαμενοῦσι παράνομοι κατέναντι τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ. ὁποῖόν τινι γενέσθαι καὶ ἐπὶ Ἀνθίμῳ παρέστησε τὰ ἀρτίως ἀνεγνωσμένα ἱερατικά τε καὶ βασιλικὰ δόγματα. Οὗτος γὰρ πρώην τὴν Τραπεζουντίων ἐπισκοπήσας πόλιν καὶ τῶν ὑγιῶν ἑαυτὸν ἐκδιαιτήσας δογμάτων, ἔνδυμα περιβαλόμενος προβάτου, λύκος δὲ ὢν ἅρπαξ εὐαγγελικῶς εἰπεῖν, τῷ ἀρχιερατικῷ τῆς βασιλίδος εἰσεπήδησε θρόνῳ ὑποκρινόμενος μὲν τὴν ἀληθινὴν καὶ ἀμώμητον ἡμῶν πρεσβεύειν πίστιν καὶ τὰς ἁγίας τέσσαρας καὶ οἰκουμενικὰς ἀσμένως προσίεσθαι συνόδους… ἐν δὲ τῷ τῆς διανοίας βάθει τὴν ἑαυτοῦ κατακρύπτων κακοπιστίαν Ἄνθιμος ὁ μνημονευθεὶς πρὸς τὴν προτέραν ἡμᾶς ἐπαναγαγεῖν ἔσπευσε ζάλην καὶ τὰς ἁπανταχοῦ ἁγίας καὶ καθολικὰς συνταράξαι ἐκκλησίας. ὡς γὰρ ἐγκρατὴς ᾤετο τῆς δολερᾶς καὶ ἀθεμίτου αὐτοῦ γεγενῆσθαι σπουδῆς, ἀθρόον μεταβαλὼν καὶ αὐτὸ δὴ τὸ τῆς ὑποκρισίας ἀπεσείσατο σχῆμα καὶ ἐρρῶσθαι τοῖς ἐγγράφως παρ’ αὐτοῦ συντεθειμένοις φράσας πρὸς τὰ ὀρθὰ ἀνένευε δόγματα, οὐδαμῶς ὁμολογεῖν ἀνεχόμενος ἐν δύο φύσεσιν ἀσυγχύτως ἀτρέπτως ἀδιαιρέτως ἀχωρίστως γνωρίζεσθαι τὸν ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν κύριον ἡμῶν καὶ Θεὸν καὶ σωτῆρα Ἰησοῦν Χριστόν, μὴ συνεγνωκὼς ὁ ἠλίθιος τῶν οὕτως εὐσεβῶν ρημάτων τὴν δύναμιν. πρόδηλον γὰρ ὡς τὸ ἀσύγχυτον καὶ ἀδιαίρετον ἄτρεπτόν τε καὶ ἀχώριστον καὶ τὴν ἄκραν δηλοῖ τῶν οὐσιῶν ἕνωσιν καὶ τὴν τούτων φυλάττει διαφορὰν ἐφ’ ἑνὶ προσώπῳ καὶ ὑποστάσι μιᾷ. ἀλλ’ οὐδὲ τοὺς ὑπὸ τῆς ἁγίας ἐν Χαλκηδόνι κατακεκριμένους συνόδου ἀποκηρῦξαι εἵλετο, καὶ ταύτῃ ὁμόφρονα δεικνὺς ἑαυτὸν τοῦ Εὐτυχοῦς τοῦ παράφρονος καὶ Διοσκόρου πλάνης. καὶ τὸ δὴ χαλεπώτερον ὅτι μηδὲ τὴν ἀπὸ τῆς διδασκαλίας ὑπέμεινεν ἰατρείαν, καίτοι φιλανθρωπίας αὐτῷ βασιλικῆς ὑπηργμένης καὶ ἀνακωχῆς ἱεροπρεποῦς δεδομένης πρός τε μετάμελον ἀρκούσης καὶ πρὸς τὴν τῆς ἀληθινῆς πίστεως προαγούσης ὁμολογίαν. ὡς οὖν λανθάνων ἐπέμενε καὶ τῇ χρονίᾳ ἀποφυγῇ ἐναργῶς προεμήνυε πάσης τε αὐτὸν ἐστερῆσθαι ἀπολογίας καὶ ἀνιάτως πρὸς τὴν οἰκείαν ἔχειν δυσσέβειαν, καθαιρέσεως ἐπ’ αὐτῷ προῆλθε ψῆφος, ἀρχθεῖσα μὲν ὑπὸ Ἀγαπητοῦ τοῦ τῆς ὁσίας καὶ ἀοιδίμου μνήμης προέδρου τῆς πρεσβυτέρας Ρώμης, συμπερασθεῖσα δὲ παρὰ Μηνᾶ τοῦ ἁγιωτάτου τῆς βασιλίδος πατριάρχου καὶ τῆς παρ’ αὐτῷ συγκροτηθείσης εὐαγεστάτης συνόδου. κἀντεῦθεν οὐ τῆς Τραπεζουντίων μόνον ἐπισκοπῆς διαπέπτωκεν Ἄνθιμος ὁ μνημονευθείς, ἀλλὰ καὶ τῆς ἱερατικῆς ἀξίας τε καὶ ἐνεργείας τοῦ παντὸς χωρισθεὶς τῆς ἁγιωτάτης ἐκκλησίας σώματος, ἐπεὶ καὶ τῆς τοῦ καθολικοῦ ἐστέρηται προσηγορίας, ὥστε πρὸς τὴν ἀδιόρθωτον ἐκείνου πλάνην τὴν Ὠσηὲ ἐφαρμόζεσθαι προφητείαν ὅτι σὺ ἐπίγνωσιν ἀπώσω, κἀγὼ ἀπώσομαί σε τοῦ ἱερατεύειν. ταῦτα τῶν κατὰ τὴν βασιλίδα πόλιν πεπραγμένων διαρρήδην ἐχόντων καὶ ἡμεῖς… προσιέμεθα τὴν ἐπὶ Ἀνθίμῳ καθαίρεσιν ὡς καὶ τὴν ἀρχὴν παρὰ τοὺς ἱεροὺς εἰσφρήσαντι κανόνας τῷ ἀρχιερατικῷ τῆς βασιλίδος θρόνῳ καὶ ἐναργεστάτην ὕστερον τῆς αὐτοῦ κακοπιστίας καὶ ἀμεταμελήτου γνώμης παρασχομένῳ ἀπόδειξιν, ὡς τὴν θείαν ἐπ’ αὐτῷ πληρωθῆναι γραφὴν λέγουσαν ἐν ἡμέραις ἐλέγχου ἐν ταῖς φυλαῖς τοῦ Ἰσραὴλ ἔδειξα πιστά· ἐγένοντο οἱ ἄρχοντες Ἰούδα ὡς μετατιθέντες ὅρια, ἐπ’ αὐτοὺς ἐκχεῶ ὡς ὕδωρ τὸ ὅρμημά μου· καὶ πάλιν ἑτέραν γραφὴν ἐμίσησαν ἐν πύλαις ἐλέγχοντα καὶ λόγον ὅσιον ἐβδελύξαντο. κατὰ τοῦτο τοίνυν ἀλλότριον τοῦτον ὁριζόμεθα πάσης ἱερατικῆς ἀξίας τε καὶ ἐνεργείας, καὶ αὐτῆς δὲ τῆς τοῦ καθολικοῦ προσηγορίας. ὥσπερ γὰρ οὐδεμία τῷ σκότει πρὸς τὸ φῶς κοινωνία, οὕτως οὐδὲ καταρρυπαίνεσθαι τὰς ἱερὰς προσήκει λειτουργίας ὑπ’ ἀνδρῶν οὐκ εἰλικρινῶς τὸν δεσπότην πρεσβευόντων Χριστὸν τὸν ἀληθινὸν Θεόν» (T.L.G., ὅπ. παρ., page 186, line 26).
Στὴν συνέχεια οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρώμης, παρουσιάζουν καὶ αὐτοὶ τὰ κακῶς ὑπὸ τῶν αἱρετικῶν πραχθέντα.
«Πρὸς γὰρ τὴν αὐτοῦ κακίαν ἐπιτήδεια ὄργανα εὑρὼν τούτους ὁ μισόκαλος πᾶσαν ἀνάστατον πεποίηκε τὴν οἰκουμένην καὶ αἵμασιν ἁγίων τὴν γῆν κατεμόλυνε καὶ πόλεις σφαγαῖς καὶ θορύβοις συνετάταξεν. Ἐξελάσετε οὖν τούτους, εὖ ἴσμεν, εἰ τὸν εὐσεβέστατον ἡμῶν βασιλέα καὶ τοὺς τούτου φιλοχρίστους ἄρχοντας διδάξετε ὡς κοινωνοῦσι τῷ ἀναθέματι ἐν μέσῳ ἔχοντες τὸ ἀνάθεμα, ὥσπερ ὑπέδειξεν ἡμῖν ἡ παλαιὰ γραφὴ ἐπὶ Ἄχαρ καὶ Ἰωνάθαν τοὺς ἐν γνώσει καὶ ἀγνωσίᾳ ὑποπεσόντας τῷ ἀναθέματι καὶ ταῦτα τῶν κινδυνευσάντων συναπολέσθαι τούτοις ἀγνοούντων ὅτι ἐν μέσῳ αὐτῶν ἦν τὸ ἀνάθεμα, ὑπομνήσατέ τε τὸ φιλόθεον αὐτοῦ κράτος προσαγαγεῖν τῷ Θεῷ καὶ τοὺς παρ’ αὐτῶν τῆς ὀρθῆς ἀπαχθέντας πίστεως ἢ τοῦτο μὴ ἀνεχομένους τοὺς κατὰ τῆς ἐκκλησίας ἐπιβούλους ἀπώσασθαι» (T.L.G., ὅπ. παρ., page 138, line 33).
Καὶ συνεχίζουν λέγοντες ὅτι τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι αὐτοὶ οἱ προηγούμενοι αἱρετικοὶ τόσο, ὅσο οἱ ἐντὸς Ἐκκλησίας, ὅπως ὁ Ἄνθιμος.
«Ἀλλὰ εἰ οὗτοι μόνοι τὴν τοῦ Θεοῦ ἐκκλησίαν διετάραττον καὶ παρελύπουν, ἐστήσαμεν ἂν μέχρι τούτων τὸν ὀδυρμόν, ἀλλ’ ἐπειδὴ καὶ ὑπὸ τῶν δοκούντων ἐντὸς ταύτης εἶναι καὶ εἰς ἀρχιερέων τάξιν τελεῖν παντοίως ἐκπορθεῖται, καιρὸς τοῦ ψαλμοῦ περὶ αὐτῶν εἰπεῖν εἰ ὁ ἐχθρὸς ὠνείδισέ με, ὑπήνεγκα ἄν, καὶ εἰ ὁ μισῶν με ἐπ’ ἐμὲ ἐμεγαλορρημόνησεν, ἐκρύβην ἂν ἀπ’ αὐτοῦ· σὺ δέ, ἄνθρωπε ἰσόψυχε, ἡγεμών μου καὶ γνωστέ μου, ὃς ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἐγλύκανάς μοι ἐδέσματα, ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ ἐπορεύθημεν ἐν ὁμονοίᾳ. τοιοῦτοι πεφήνασιν ἔνιοι τῶν ἐνδιατριβόντων κατὰ τὴν μεγάλην καὶ βασιλίδα καὶ πρώτην τῶν πόλεων, ὄνομα μὲν ποιμένων ἐπιφερόμενοι, τὸ δὲ ὅλον λύκοι ἅρπαγες, ὧν μάλιστα ὑπάρχει Ἄνθιμος Τραπεζούντων καὶ ἄλλοι ἄλλων πόλεων. Οὗτος γὰρ καὶ οἱ ὅμοιοι τούτῳ ἐξ αἱρετικῶν Ἀκεφάλων ὄντες πρὸς μικρὸν ὑποκρινόμενοι τὴν ὀρθοδοξίαν ταῖς ἐκκλησίαις εἰσέφρησαν ὥσπερ τινὲς Αἰγυπτιακαὶ μάστιγες». Καὶ κατάφερε δολίως νὰ «ὑφαρπάση» τὸν θρόνον τῆς Κων/πόλεως, «τῆς ἰδίας ἀμελήσας ἐκκλησίας καὶ χήραν καὶ ἄνανδρον μέχρι τοῦδε ταύτην καταλιπών». Γιὰ ὅλα αὐτὰ σᾶς παρακαλοῦμε νὰ πράξετε ὅτι καὶ ὁ ἅγιος Κελεστῖνος γιὰ τὸν Νεστόριο· νὰ τοῦ δώσετε προθεσμία νὰ καταδικάσει τὴν αἵρεση μὲ λίβελλο καὶ νὰ ἐπιστρέψει στὴν Τραπεζοῦντα, κι ἂν δὲν τὸ κάνει «ὁρίσατε ἀλλότριον μὲν αὐτὸν εἶναι καὶ γυμνὸν πάσης ἀρχιερατικῆς ἀξίας τε καὶ ἐνεργείας…, ἕτερον δὲ ἀντὶ τούτου τῇ ἐκκλησίᾳ Τραπεζούντων προχειρισθῆναι». Τὸ ἴδιο νὰ πράξετε καὶ στοὺς ὁμοίους του, «ἐπειδὴ οὐ μόνον οὗτος, ἀλλὰ καὶ ἕτεροι ἐπίσκοποί τε καὶ κληρικοὶ καὶ ἀρχιμανδρῖται εὐάριθμοι… δεόμεθα καὶ τοὺς τοιούτους ἅπαντας παρ’ ὑμᾶς ἀχθῆναι καὶ εὐθύνας ὑποσχεῖν τὰ τοῖς κανόσι πρεπούσας…, ἵνα μικρὸν ἀναψύξῃ ἡ τοῦ Θεοῦ ἐκκλησία τούτων ἐλευθερουμένη… ἣν ἐκδικοῦντες, μακαριώτατοι, προσδέξασθε τὴν ἡμετέραν ἱκεσίαν καὶ τὴν παρὰ τοῦ Θεοῦ δοθεῖσαν ὑμῖν ἐξουσίαν ἐπ’ αὐτοῖς κινήσαντες καθαρίσατε τὴν τοῦ Θεοῦ ἐκκλησίαν τῶν λύκων ἐπαφέντες αὐτοῖς οὐ τὴν ποιμαντικήν, ἀλλὰ τὴν παιδευτικὴν ράβδον» (Concilia Oecumenica (ACO): Synodus
Constantinopolitana et Hierosolymitana anno 536: Tome 3, page 140, line 31).
Σημάτης Παναγιώτης
(Συνεχίζεται)
Τὸ Α΄ μέρος ἐδῶ
Τὸ Β΄ μέρος ἐδῶ
Τὸ Γ΄ μέρος ἐδῶ
Τὸ Δ΄ μέρος ἐδῶ
Τὸ Ε΄ μέρος ἐδῶ
Τὸ ΣΤ΄ μέρος ἐδῶ
Κ. Σημάτη,
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγχαρητήρια για τις επίπονες και άριστες ιστορικο-πατερικές εργασίες σας. Επιτρέψτε μου να σας δώσω μια ιδέα για μια μελλοντική μελέτη, είτε για σας είτε για τον π.Ευθύμιο ή όποιον άλλο θεωρείτε ότι έχει τις προϋποθέσεις.
Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ.
Μερικές απο τις πιθανές πτυχές που θα μπορούσατε να αναπτύξει κάποιος δίνονται περιληπτικά παρακάτω:
Πολύ φοβούμαι ότι ένας βασικότατος λόγος που το ομολογιακό και μαρτυρικό φρόνημα εκλείπει στις μέρες μας από το ποίμνιο και παραχωρείται έδαφος στις κάθε λογής δογματικές και ορθροπρακτικές παρεκτροπές είναι η έλλειψη ισορροπίας μεταξύ Φόβου Θεού, Ορθής Πίστεως και Αγάπης και η κατανόηση των ανάλογων πνευματικών βαθμίδων . Ο οικουμενισμός της άκρατης ψευτοαγαπολογίας, μαζί με την απεμπόληση της ιδιότητας του Παιδαγωγού, Τιμωρού και Διαρκούς και Τελικού Κριτή - Χριστού από πολλά κηρύγματα και την βιβλιογραφία έχουν παίξει τον ρόλο τους.Ο διάβολος μέσω των αποκρυφιστικών πρακτικών του, αιχμαλωτίζει ψυχές με τον φόβο. Οι μη βράχοι στην Πίστη και την δύναμη της άνθρωποι υποτάσσονται σωρηδόν, από νεαρές ηλικίες. Φοβούνται τον εωσφόρο και τις επίγειες δυνάμεις του περισσότερο από Εκείνον, παρά τις περί αντιθέτου αγιογραφικές παραινέσεις. Θα ήταν πιστεύω ωφέλιμη μια μελέτη περί κόλασης , απειλής, παιδαγωγίας και τιμωρίας, αιωνίων βασάνων, διαφορετικού τόπου , αναστάσεως κολασμένων σωμάτων, και οτιδήποτε σχετικό η Γραφή, οι Πατέρες και Άγιοι αναφέρουν μαζί με τα στοιχεία και μαρτυρίες της Ιεράς παράδοσης.
Μια σύγχρονη ματιά στην ιστορική αναδρομή και σύγχρονη εξαφάνιση των στοιχείων της αγιογραφίας που αναφέρονται στην Κρίση και Κόλαση.
Μια αγιοπατερική κριτική ματιά στην ελλιπέστατη σύγχρονη θεώρηση που βασίζεται στον "πύρινο ποταμό" του κ.Καλόμοιρου και που φαίνεται ότι έχει αποτελέσει τον μοχλό της αποθράσυνσης και της ασέβειας. Θεολογούμενες συζητήσεις περί χτιστής και άκτιστης κόλασης, αυθαίρετοι περιορισμοί στον Κτίστη, Κρυφο-Ωριγενισμός, ελλιπέστατοι συσχετισμοί που αμαυρώνουν τις ιδιότητες του Θεού όπως η Δικαιοσύνη του, η Αλήθεια Του μέσω των Θεόπνευστων Αγίων και Προφητών και πολλά άλλα ατοπήματα της νεοπατερικής ακαδημαϊκής θεολογίας στο όνομα της σύγχρονης ποιμαντικής χαλαρώνουν φρονήματα.
(Συνεχίζεται) ..
Ο πνευματικός και σωματικός κόπος και πόνος των αγαπημένων Του οσίων και μαρτύρων και αγωνιζομένων χριστιανών, ενώ Εκείνος έχει την δύναμη να σταματήσει Κάθε πόνο και βάσανο στην γή αν το ήθελε και το κάνει επιλεκτικά όποτε χρειάζεται, δεν υποψιάζει σχεδόν κανένα νέο πατέρα..για το τι μέλει γενέσθαι για τους αμετανόητους...που αρνήθηκαν την Αγάπη Του..
ΑπάντησηΔιαγραφήΌταν με τον εαυτό Του και αυτούς που Τον αγαπούν ήταν και είναι τόσο σκληρός για να διδάξει και λυτρώσει τις ψυχές των ανθρώπων, όταν ξεκάθαρα απειλεί, για παιδαγωγία και διόρθωση όπως μας λέει ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος και η Γραφή. Ταυτόχρονα όμως μας δίνονται και περιγραφές ρεζιλέματος των αμετανόητων, δημόσιας δίκης και φρικτών βασάνων της αβύσσου μετά απόλυτου φόβου ακόμα και των Αγγέλων που δεν κρίνονται κατά την Β'Παρουσία. Γιατί να φανεί ελεήμων και ασυνεπής σε όσους δεν τον πήραν στα σοβαρά; Το σωτήριο συστατικό του φόβου Θεού, παρόλο που έχει πολυ-χρησημοποιηθεί στα ιερά συγγράμματα, εντούτοις έχει αντικατασταθεί με νωθρότητες και εξαλείψεις στην σύγχρονη εφαρμοσμένη ποιμαντική. Αποθρασύνει λιβελογράφους των οικουμενιστών που θεωρούν επίσημη ορθόδοξη θέση σαθρά επιχειρήματα όπως "Ποιος θα θέλει να ζει αιώνια με έναν τύραννο;" όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην ιστοσελίδα της Μητρόπολης Αμερικής (Έμπνευση του "Πύρινου ποταμού", θέση και του π.Γ.Μεταλληνού). Προσωρινά όμως ζουν και βασιλεύουν στις δυτικές κοινωνίες παρόλα τα μακροχρόνια εγκλήματα των κυβερνήσεων τους εις βάρος άλλων..
Δεν τολμούν να εκστομίσουν ελέγχους στον βασιλιά - κράτος για επανορθώσεις ή χαρακτηρισμούς τυραννίας..Όταν βολεύεσαι με τον ¨τύρανο¨ βλέπεις, διαγράφεις ή αδιαφορείς για την ιστορική μνήμη, σέβεσαι τους νόμους του και την πολιτική του και ούτε που σου έρχεται σαν λογισμός..
Είναι τελικά τιμωρός ο Θεός και είναι ορθόδοξη η θέση ότι διαφέρουμε από τον δυτικό χριστιανισμό γιατί κηρύσσουμε τον Θεό της Αγάπης ( μόνο - και του έλα όπως είσαι και μείνε όπως είσαι αφού ο Θεός δεν τιμωρεί);